«Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ GREXIT»



Εκτύπωση

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΙΓΓΛΕΣΗ* ''Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ GREXIT: ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ''
Ύστερα από πεντέμισι χρόνια εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών, η Ελλάδα βρίσκεται σ’ ένα θανάσιμο αδιέξοδο. Η παραγωγική βάση της οικονομίας έχει διαλυθεί, ο λαός φτωχοποιείται και εξαθλιώνεται, ενώ το διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο απεργάζεται σχέδια – ιδιωτικοποιήσεις τα λένε – για την αρπαγή, αντί «πινακίου φακής», των στρατηγικών υποδομών και του φυσικού πλούτου της χώρας, στερώντας της έτσι τα εργαλεία μιας μελλοντικής ανάπτυξης.  
Η Ελλάδα πρέπει να βγει από τη μέγγενη του ευρω-μάρκου και να αποκαταστήσει την εθνική κυριαρχία της, εισάγοντας σε κυκλοφορία το δικό της νόμισμα, ώστε να πάψει να αποτελεί αποικία χρέους των δανειστών και των διεθνών αγορών. Ο Τζορτζ Φρίντμαν, ιδρυτής του ιστότοπου Stratfor στο βιβλίο του «Η Επόμενη Δεκαετία» γράφει : «Ένα έθνος που δεν ελέγχει το χρηματοπιστωτικό του σύστημα έχει χάσει την κυριαρχία του».  
Η πρωθύστερη κυκλοφορία του ευρώ το 2002, πριν, δηλαδή, υπάρξει η πολιτική και δημοσιονομική ενοποίηση, δημιούργησε τον πύργο της «ευρω-Βαβέλ». Τα κράτη-μέλη δανείζονται, με την έκδοση ομολόγων, σε ευρώ, ενώ δεν έχουν καμιά δυνατότητα διαχείρισης του νομίσματος στο οποίο συνάπτουν τα δάνειά τους. Η νομισματική πολιτική καθορίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), που είναι η μόνη που έχει το δικαίωμα να τυπώνει τα χαρτονομίσματα του ευρώ.  
Η έξοδος από το «ζουρλομανδύα» του ευρώ αποσκοπεί στην αποκατάσταση της εθνικής κυριαρχίας, την αύξηση της απαραίτητης ρευστότητας στην οικονομία και τη θωράκιση του τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα με την εισαγωγή του εθνικού νομίσματος, της Νέας Δραχμής, θα χρηματοδοτηθεί, όχι με δανεικά ευρώ, η παραγωγική δομή της χώρας, ώστε ν’ αυξηθεί το εγχωρίως παραγόμενο προϊόν, να υποκατασταθούν σε σημαντικό βαθμό οι εισαγωγές, να αυξηθούν οι εξαγωγές και έτσι να βελτιωθούν τα εισοδήματα των Ελλήνων πολιτών, ενώ παράλληλα θα μειώνεται η ανεργία. Οι μνημονιακές και κρυφομνημονιακές δυνάμεις, όλο το πλέγμα των οικονομικών και μιντιακών συμφερόντων που τις στηρίζουν και οι κάθε είδους ευρωλάγνοι θα προσπαθήσουν, όπως έχουν κάνει στο παρελθόν, να τρομοκρατήσουν τον ελληνικό λαό παρουσιάζοντας το σενάριο της ανεξέλεγκτης ή της ελεγχόμενης από τους δανειστές χρεοκοπίας. Η έξοδος από το ευρώ δεν πρέπει να είναι αποτέλεσμα του οικονομικού στραγγαλισμού της χώρας από την ΕΚΤ, με το κλείσιμο του «διακόπτη» της ρευστότητας και την «τραπεζική αργία».
Η έξοδος από το ευρώ και η κυκλοφορία της Νέας Δραχμής πρέπει να είναι εθνική επιλογή που θα αποφασιστεί από την ελληνική κυβέρνηση. Για την υλοποίηση αυτής της επιλογής απαιτείται ένα καλά μελετημένο, σ’ όλες τις λεπτομέρειές του, εθνικό σχέδιο. Σημασία έχει η προετοιμασία που θα έχει γίνει και η αποφασιστικότητα με την οποία αυτό θα εφαρμοστεί. Ούτε δισταγμοί επιτρέπονται ούτε πισωγυρίσματα.  
Η ΙΣΟΤΙΜΙΑ  
Η εισαγωγή-κυκλοφορία της Νέας Δραχμής μπορεί – και πρέπει – να γίνει με ισοτιμία ένα προς ένα, δηλαδή μία Νέα Δραχμή προς ένα ευρώ. Η ισοτιμία αυτή με απόφαση της κυβέρνησης θα «κλειδώσει», δηλαδή θα διατηρηθεί αμετάβλητη για απροσδιόριστο χρόνο, που οπωσδήποτε θα καλύπτει όλη τη μεταβατική περίοδο σταθεροποίησης της οικονομίας (από τρία μέχρι πέντε χρόνια), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στη συνέχεια θα υπάρξει υποτίμηση του νέου εθνικού νομίσματος. Η Νέα Δραχμή δε θα είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμη στα χρηματιστήρια συναλλάγματος του εξωτερικού και έτσι δε θα μπορεί να δεχτεί υποτιμητικές-κερδοσκοπικές επιθέσεις. Για το λόγο αυτό δεν απαιτούνται συναλλαγματικά αποθέματα με τα οποία θα στηριχτεί η δραχμή προκειμένου να μην υποστεί μεγάλη υποτίμηση, κατά το μεταβατικό στάδιο. Η ελληνική κυβέρνηση, δηλαδή, δε θα χρειάζεται να σπαταλάει το συνάλλαγμα της χώρας από τις εξαγωγές αγαθών, τον τουρισμό κ.λπ. για να αγοράζει δραχμές, σε μια απέλπιδα προσπάθεια, όπως έχει αποδειχθεί σε πολλές άλλες περιπτώσεις διεθνώς, προκειμένου να στηρίξει την επιθυμητή ισοτιμία του εθνικού νομίσματος. Όσοι υποστηρίζουν ότι δεν μπορούμε να βγούμε από την Ευρωζώνη επειδή δεν έχουμε τα συναλλαγματικά αποθέματα για να στηρίξουμε την ισοτιμία της δραχμής είναι κρυφοί θιασώτες του κατοχικού ευρώ. Η Ελλάδα δε θα έχει ποτέ, με τις σημερινές συνθήκες, τόσο υψηλά συναλλαγματικά αποθέματα για να στηρίξει την ισοτιμία του εθνικού νομίσματός της, αν αυτό δεχτεί κερδοσκοπική επίθεση στις διεθνείς αγορές, άρα δε θα μπορεί, σύμφωνα με αυτή τη λογική, να βγει από το ευρωσύστημα.  
Με την εισαγωγή-κυκλοφορία της Νέας Δραχμής μισθοί, συντάξεις, δάνεια και οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών θα μετατραπούν στο νέο νόμισμα με ισοτιμία ένα προς ένα. Έτσι μισθός ή σύνταξη 1.000 ευρώ θα γίνει 1.000 δρχ., δάνειο 100.000 ευρώ θα γίνει 100.000 δρχ., η τιμή μιας τηλεόρασης 300 ευρώ θα γίνει 300 δρχ., κ.ο.κ. Ειδικότερα για τα δάνεια, όσα λέγονται από τους εθελόδουλους οπαδούς του ευρωμονόδρομου, ότι ενώ μισθοί και συντάξεις θα πληρώνονται σε δραχμές τα δάνεια θα πρέπει να πληρωθούν σε ευρώ, αποτελούν άθλια προπαγάνδα για την τρομοκράτηση του λαού. Κανένας λόγος να συμβεί κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Με αυτό τον τρόπο μετάβασης δε θα υπάρξουν πληθωριστικές πιέσεις από την εισαγωγή του εθνικού νομίσματος στην ελληνική οικονομία. Περίπτωση υποτίμησης της δραχμής σε σχέση με άλλα διεθνή νομίσματα θα προκύπτει μόνο όταν το ευρώ υποτιμάται έναντι των νομισμάτων αυτών.  
Αν υπάρξει σωστή προετοιμασία, με έτοιμες τις μήτρες των χαρτονομισμάτων-κερμάτων και έχει γίνει η προμήθεια του απαραίτητου ειδικού χαρτιού, τότε πολύ σύντομα θα κυκλοφορήσουν, σε επαρκή ποσότητα, τα χαρτονομίσματα της Νέας Δραχμής. Οι λογαριασμοί των δημοσίων υπαλλήλων, μετά από δεκαπέντε ημέρες και των συνταξιούχων, μετά από ένα μήνα, θα πιστωθούν, ηλεκτρονικά, στο νέο εθνικό νόμισμα. Το ίδιο θα γίνει και με τους ιδιωτικούς υπαλλήλους που πληρώνονται μέσω τραπεζικών λογαριασμών. Έτσι θα υπάρχει ικανή ρευστότητα για πραγματοποίηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών (κάρτες, πάγιες εντολές κ.λπ.). Για ένα σχετικά μικρό μεταβατικό διάστημα μέχρι να κυκλοφορήσουν σε ικανή ποσότητα οι δραχμές, σε φυσική μορφή, οι συναλλαγές με χαρτονομίσματα, στην εσωτερική αγορά, θα γίνονται είτε σε ευρώ είτε σε δραχμές, πάντα με ισοτιμία ένα προς ένα. Μετά το τέλος του μεταβατικού χρονικού διαστήματος όλες οι συναλλαγές στο εσωτερικό της χώρας θα γίνονται μόνο σε δραχμές. Σημειώνεται ότι στην εσωτερική αγορά κυκλοφορούν (Μάιος 2015) περίπου 35 δισ. ευρώ.  
ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ – ΕΠΙΤΟΚΙΑ  
Όλες οι καταθέσεις, ιδιωτών και επιχειρήσεων, παραμένουν σε ευρώ και θα αποτελούν καταθέσεις σε συνάλλαγμα. Έτσι οι έλληνες πολίτες, από την πρώτη στιγμή, δε θα ανησυχούν ότι θα υπάρξει οποιαδήποτε μείωση της περιουσίας τους από μια υποτιθέμενη υποτίμηση της Νέας Δραχμής. Υποτίμηση δε χρειάζεται και δεν πρέπει να υπάρξει.
Στην αρχή οι υπάρχοντες λογαριασμοί καταθέσεων θα παραμείνουν ως έχουν. Μόλις ένας λογαριασμός πιστωθεί ή χρεωθεί με δραχμές, σε ηλεκτρονική ή φυσική μορφή, από μισθό, σύνταξη, κατάθεση, ανάληψη κ.λπ., η τράπεζα θα υποχρεούται να ανοίξει για τον πελάτη της ένα δεύτερο λογαριασμό σε συνάλλαγμα στον οποίο θα μεταφερθεί το υπόλοιπο του λογαριασμού σε ευρώ. Οι κάρτες των ΑΤΜ, οι πιστωτικές – χρεωστικές κάρτες, οι πάγιες εντολές και η αποπληρωμή δανείων θα παραμείνουν συνδεδεμένες με τους σημερινούς λογαριασμούς, που προοδευτικά θα γίνονται δραχμικοί.  
Όπως είπαμε και προηγουμένως, μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα, μέχρι να κυκλοφορήσουν τα νέα χαρτονομίσματα, όλες οι συναλλαγές στο εσωτερικό της χώρας θα γίνονται μόνο σε δραχμές. Για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές δεν απαιτείται μεταβατικό διάστημα και από την πρώτη στιγμή θα γίνονται στο νέο εθνικό νόμισμα. Κάθε ανάληψη από λογαριασμό σε ευρώ, για δαπάνες στην εσωτερική αγορά, θα μετατρέπεται από την τράπεζα σε δραχμές. Έτσι, αν κάποιος θέλει να σηκώσει π.χ. 600 δραχμές για να αγοράσει ένα ψυγείο, αλλά έχει λογαριασμό μόνο σε ευρώ, η τράπεζα, από το λογαριασμό των ευρώ, θα του δίνει 600 δραχμές, αφού το ψυγείο θα αγοραστεί σε δραχμές. Οι συναλλαγές με τις πιστωτικές – χρεωστικές κάρτες θα γίνονται όπως και σήμερα, μόνο που η κάρτα θα χρεώνεται, από την πρώτη στιγμή, σε δραχμές.
ΠΛΗΡΩΜΕΣ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ  
Η πληρωμή των υποχρεώσεων ιδιωτών και επιχειρήσεων στο εξωτερικό, π.χ. για την εισαγωγή προϊόντων, θα γίνεται σε συνάλλαγμα, είτε από αυτό που θα διαθέτουν οι ενδιαφερόμενοι στους λογαριασμούς τους είτε από τη μετατροπή Νέων Δραχμών σε ευρώ, δολάρια κ.λπ. μέσω των τραπεζών. Το ίδιο θα γίνεται και για τα δάνεια που έχουν επιχειρήσεις ή ιδιώτες σε τράπεζες του εξωτερικού.  
Όσοι θέλουν να ταξιδέψουν εκτός Ελλάδος θα εφοδιάζονται με τουριστικό συνάλλαγμα με αντίστοιχο τρόπο. Οι ενδιαφερόμενοι είτε θα σηκώνουν από το λογαριασμό τους σε συνάλλαγμα το ποσό που χρειάζονται είτε θα δίνουν δραχμές και θα παίρνουν ευρώ, πάντα με ισοτιμία ένα προς ένα. Ανάλογη διαδικασία θα ακολουθούν και οι γονείς που θέλουν να στείλουν φοιτητικό συνάλλαγμα στο εξωτερικό. Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις θα υπάρχει ένα ανώτατο πλαφόν, όπως συνέβαινε πριν την καθιέρωση του ευρώ, προκειμένου να μην καταστρατηγείται η απαγόρευση της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων. Καμιά ανησυχία δεν πρέπει να υπάρχει για την επάρκεια συναλλάγματος. H χώρα διαθέτει το αναγκαίο συνάλλαγμα για να πληρώνει όλες τις εισαγωγές της, καμιά έλλειψη σε αγαθά και υπηρεσίες από το εξωτερικό δε θα υπάρξει. Το Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών το 2009 παρουσίαζε έλλειμμα 18 δις., ενώ το 2014 παρουσίασε πλεόνασμα 1.8 δις. ευρώ. Η βελτίωση του Ισοζυγίου οφείλεται στην εσωτερική υποτίμηση των τελευταίων πεντέμισι ετών. Γι’ αυτό λέμε ότι υποτίμηση δε χρειάζεται και δεν πρέπει να γίνει. Η υποτίμηση έχει γίνει ήδη και είναι η εσωτερική υποτίμηση, δεν απαιτείται και νομισματική υποτίμηση.  
«ΚΛΕΙΔΩΜΑ» ΙΣΟΤΙΜΙΑΣ  
Η κεντρική τράπεζα μπορεί να ορίσει σταθερή την ισοτιμία του εθνικού νομίσματος της χώρας με την προϋπόθεση ότι αυτό δεν είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμο στα διεθνή χρηματιστήρια, δεν αποτελεί δηλαδή συνάλλαγμα. Οι παλιότεροι θα θυμούνται ότι για πολλά χρόνια υπήρχε σταθερή ισοτιμία ενός δολαρίου προς 30 δραχμές. Σήμερα το βουλγαρικό λέβα βρίσκεται σε σταθερή ισοτιμία με το ευρώ (1,9558 λέβα ανά ευρώ). Η ελβετική κεντρική τράπεζα, το 2011, προκειμένου να αναχαιτίσει την υποτίμηση του φράγκου, έθεσε ανώτατη τιμή στην ισοτιμία 1,22 φράγκα ανά ευρώ. Τον Ιανουάριο 2015, λόγω της υποτίμησης του ευρώ, οι Ελβετοί κατήργησαν το πλαφόν της ισοτιμίας, με αποτέλεσμα να ανατιμηθεί το φράγκο (ένα φράγκο προς ένα ευρώ). Το κινεζικό γιουάν βρίσκεται σε σταθερή ισοτιμία με το δολάριο και οι Αμερικανοί πιέζουν την κινεζική κυβέρνηση να το ανατιμήσει προκειμένου να μειωθεί το αμερικανικό έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο χωρών. Αντίθετα, στις 11 Αυγούστου 2015 η κινεζική κυβέρνηση έκανε μια μικρή (2%) υποτίμηση του γιουάν προκειμένου να διατηρήσει το ρυθμό αύξησης των εξαγωγών της. Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν ότι σταθερή ισοτιμία μπορεί να υπάρξει.  
Το «κλείδωμα» της ισοτιμίας τρομάζει τους δανειστές. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι σε non paper του ΔΝΤ, με τίτλο «Η Ελλάδα μετά την αποχώρηση από το ευρώ», που αποκάλυψε το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel (26-4-15), το Ταμείο απορρίπτει το «κλείδωμα» της ισοτιμίας του νέου εθνικού νομίσματος με το ευρώ. Στο non paper το ΔΝΤ τάσσεται υπέρ της υποτίμησης της δραχμής με το γνωστό δογματικό επιχείρημα για αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Ορισμένοι από τους υποστηρικτές της υποτίμησης επικαλούνται το παράδειγμα της Αργεντινής, που επίσης είχε «κλειδωμένη» την ισοτιμία του πέσο με το αμερικανικό δολάριο και χρεοκόπησε. Πρόκειται για τελείως διαφορετική περίπτωση. Η Αργεντινή είχε εθνικό νόμισμα, το πέσο, και το συνέδεσε σε σταθερή σχέση, επί μία δεκαετία, με το δολάριο, χωρίς άλλες προϋποθέσεις, ενώ η οικονομία της παρέμενε ανοικτή στις διεθνείς χρηματαγορές, με τη σύναψη δανείων σε συνάλλαγμα. Αυτό έγινε από μια κυβέρνηση όργανο του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και του ΔΝΤ.  
Η εισαγωγή της δραχμής, με ισοτιμία ένα προς ένα σε σχέση με το ευρώ, και στη συνέχεια το «κλείδωμά» της είναι απαραίτητη προϋπόθεση ώστε η μετάβαση να γίνει ομαλά και χωρίς πληθωριστικές πιέσεις στην ελληνική οικονομία, εφόσον βεβαίως ληφθούν και όλα τα υπόλοιπα μέτρα που καταγράφονται στο σχέδιο που παρουσιάζεται σ’ αυτό το βιβλίο. Με τον τρόπο αυτό καταρρέει και το γελοίο επιχείρημα των ευρωλάγνων ότι αυτοί που υποστηρίζουν την επιστροφή στη δραχμή είναι όσοι έχουν βγάλει τα λεφτά τους στο εξωτερικό και αναμένουν την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος για να αγοράσουν φτηνά τις περιουσίες των Ελλήνων. Η σταθερή «κλειδωμένη» ισοτιμία, μία Νέα Δραχμή προς ένα ευρώ, δεν προσφέρει κανένα πλεονέκτημα σε όσους έχουν χρήματα στο εξωτερικό. Τα ευρώ που τυχόν θα φέρουν και τα οποία θα μετατραπούν σε ισόποσες δραχμές θα έχουν την ίδια αγοραστική αξία που έχουν και σήμερα.  
*Το κείμενο αυτό, δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ στις 28.8.2015 και αποτελεί σύντμηση ενός κεφαλαίου από το βιβλίο «Η Επανάσταση του Grexit – Το Σχέδιο» του Νίκου Ιγγλέση, που κυκλοφορεί από 31 Αυγούστου 2015 από τις Εκδόσεις Λιβάνη

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΟΧΙ ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ



Εκτύπωση
Παρ. 4/9/15 
Tης ΜΑΡΙΑΝΝΑΣ ΤΣΙΧΛΗ*
Η ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΜΑΧΗ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΚΥΒΕΥΜΑ ΤΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών ήταν καταιγιστικές. Το εκκωφαντικό λαϊκό ΟΧΙ της 5ηςΙουλίου, η ταχύτατη μνημονιακή μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ και της ηγετικής του ομάδας και η ψήφιση του τρίτου μνημονίου, οι μαζικές ρήξεις που ακολούθησαν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, η συγκρότηση της κίνησης της Λαϊκής Ενότητας, αλλά και η απομάκρυνση από το ΣΥΡΙΖΑ και άλλων ρευμάτων και αντιλήψεων πέρα από την Αριστερή Πλατφόρμα ανοίγουν μία περίοδο με νέες δυνατότητες. Το νέο μνημόνιο και τα μέτρα που το συνοδεύουν εξακολουθούν να αναπαράγουν στις αντιφάσεις της αστικής στρατηγικής, ενώ και το νέο μνημόνιο θα προσκρούσει στη μη βιωσιμότητα του χρέους στο βαθμό στον οποίο δεν προβλέπει καμία περικοπή του, και εξακολουθεί να μην είναι βιώσιμο. Τα δεδομένα αυτά δημιουργούν προϋποθέσεις αναπαραγωγής της αστάθειας και επανεμφάνισης της κρίσης πολιτικής εκπροσώπησης, που αυτή τη φορά φαίνεται να συμπεριλαμβάνει  και το ΣΥΡΙΖΑ. Η δυναμική του ΟΧΙ που εκφράστηκε τόσο μέσα από το εύρος του, αλλά και από την ταξική πόλωση που αντανακλούσε η κοινωνικοταξική του σύνθεση, αλλά και η μαζικότητα των συγκεντρώσεων για την υποστήριξη του ΟΧΙ αποτελούν δείκτες των δυνατοτήτων για το άνοιγμα ενός νέου κύκλου ριζοσπαστικοποίησης. Όμως, οι δυναμικές που χαρακτηρίζουν αυτή την περίοδο παραμένουν αντιφατικές και η εξέλιξή τους θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό από το εάν το ρεύμα του ΟΧΙ και ιδιαίτερα το υποσύνολο εκείνο που μπορεί να συστρατευθεί στην κατεύθυνση του «ΟΧΙ μέχρι τέλους» θα μπορεί να βρει πολιτική έκφραση.
Το κεντρικό διακύβευμα αυτής της περιόδου είναι εάν θα μπορέσει στη μάχη των επικείμενων εκλογών να εκφραστεί και να πετύχει επαρκή πολιτικά και εκλογικά αποτελέσματα το κοινωνικοπολιτικό ρεύμα που μπορεί να συσπειρωθεί γύρω από την κατεύθυνση του ΟΧΙ μέχρι τέλους. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη και ο κίνδυνος να αποτυπωθεί σημαντική αναντιστοιχία ανάμεσα στις διαθέσεις των λαϊκών μαζών και στο πολιτικό και εκλογικό αποτέλεσμα και τη σύνθεση της νέας βουλής είναι υπαρκτός. Εάν το ρεύμα αυτό δεν μπορέσει να επιτύχει την επαρκή πολιτική και κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση, θα πρόκειται για μία σημαντική υποχώρηση σε σχέση με τα πολλαπλά ρήγματα σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο που άνοιξαν την πενταετή περίοδο της εφαρμογής των μνημονίων. Ρήγματα που ξεκίνησαν με τις παρατεταμένες λαϊκές κινητοποιήσεις της περιόδου 2010 – 2012, οδήγησαν στην μαζική στροφή προς τα αριστερά και την αποσταθεροποίηση του μεταπολιτευτικού κομματικού συστήματος, στην ανάδειξη μίας κυβέρνησης με αριστερό ρεφορμιστικό πρόσημο και στην ταξική σύγκρουση που αποκρυσταλλώθηκε στο ΟΧΙ στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Μία ενδεχόμενη υποχώρηση θα έχει μακροπρόθεσμες πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις, που θα διαμορφώνουν τον κίνδυνο της ανάλωσης και αντιστροφής της κοινωνικοπολιτικής δυναμικής του ΟΧΙ και της μεσοπρόθεσμης σχετικής σταθεροποίησης του πολιτικού σκηνικού. Σε αυτή την περίπτωση, θα διευρυνθεί η απογοήτευση, αλλά και ο κίνδυνος της διοχέτευσης της λαϊκής δυσαρέσκειας σε αντιδραστικές πολιτικές κατευθύνσεις.
Αυτή η επιδίωξη καθορίζει την πολιτική των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών, του αστικού πολιτικού προσωπικού, ακόμα και της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Η προσπάθεια πολιτικής οριοθέτησης του ρεύματος του ταξικού όχι και της εξόδου από την Ευρωζώνη, είναι και ο λόγος που τα ιμπεριαλιστικά κέντρα αλλά και το αστικό πολιτικό προσωπικό επεδίωξαν να διεξαχθούν οι εκλογές με τόσο εσπευσμένο τρόπο για να μην υπάρξει επαρκής χρόνος συγκρότησης ενός μετώπου γύρω από τους άξονες του μεταβατικού προγράμματος που θα πλαισιώνεται από ένα μεγάλο εύρος ρευμάτων και  αντιλήψεων και θα έχει μεγάλη κοινωνικοπολιτική δυναμική. Αυτός είναι επίσης ο λόγος που το σύνολο του πολιτικού συστήματος, συνεπικουρούμενο από τα ΜΜΕ, στοχοποιεί και επιτίθεται στη Λαϊκή Ενότητα και στα ρεύματα που διαφοροποιούνται από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, στο βαθμό που αντιλαμβάνονται ότι τα ρεύματα αυτά μπορούν να αποτελέσουν πυρήνα μίας τέτοιας έκφρασης.
Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται, είναι εάν μπορεί σήμερα να συγκροτηθεί μία μετωπική συσπείρωση δυνάμεων, η οποία θα μπορεί με μαζικό και λαϊκό τρόπο να απευθυνθεί σε αυτό το κοινωνικό ρεύμα, προβάλλοντας ότι υπάρχει μία εναλλακτική και άμεσα εφικτή διέξοδος από την κρίση προς όφελος των εργαζόμενων τάξεων. Λαμβάνοντας υπόψη την κρισιμότητα της συγκυρίας, όλες οι πολιτικές δυνάμεις και αντιλήψεις που αναφέρονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στην κατεύθυνση του ΟΧΙ μέχρι τέλους, πρέπει να δώσουν συγκεκριμένες απαντήσεις, χωρίς υπεκφυγές που θα παραπέμπουν τα ερωτήματα σε χρόνο μετά τις εκλογές.
Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Η περίοδος της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, οι διαδοχικές πολιτικές και προγραμματικές διολισθήσεις του ΣΥΡΙΖΑ, με αποκορύφωμα την εξευτελιστική μετατροπή του λαϊκού ΟΧΙ σε ΝΑΙ και την ψήφιση του τρίτου μνημονίου, αποτέλεσαν τους καταλύτες της παταγώδους κατάρρευσης των καταστατικών μύθων πάνω στους οποίους συγκροτήθηκε η πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ:
  • Ο μύθος περί ισχυρής διαπραγμάτευσης και διεργασιών ανατροπής της λιτότητας που θα βρουν ανταπόκριση στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, που βασιζόταν μεταξύ άλλων στην εκτίμηση ότι υπάρχουν ακόμα και αστικές κοινωνικό πολιτικές δυνάμεις που θέλουν το τέλος της λιτότητας ειδικά στις χώρες του Νότου. Η πραγματικότητα απέδειξε ότι οι αστικές τάξεις των χωρών της Ευρωζώνης αντιμάχονταν λυσσαλέα μία τέτοια εξέλιξη και συνασπίζονταν γύρω από την κόκκινη γραμμή της συνέχειας της αποπληρωμής του ελληνικού δημόσιου χρέους, με τη συνεπαγόμενη συνέχεια και επέκταση των πολιτικών της λιτότητας, ως όρο για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.
  • Ο μύθος ότι μπορούν να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης οι υποτιθέμενες αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας, στο βαθμό που οι ΗΠΑ ακολουθούν μία αντικυκλική πολιτική και θα μπορούσαν να επιδράσουν μέσα στην Ε.Ε. για την στήριξη της Ελλάδας. Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης προς την τελική συμφωνία, αποδείχθηκε ότι την ίδια στιγμή που στο επιφαινόμενο οι ΗΠΑ μπορεί να εμφάνιζαν μία πιο ανεκτική στάση, το ΔΝΤ θέτει τις πιο αυστηρές προϋποθέσεις σε εκείνα τα πεδία (εργασιακά, μείωση του κόστους εργασίας, μείωσης της φορολογίας του κεφαλαίου) που αφορούν στρατηγικές αντιλήψεις της αμερικάνικης αστικής τάξης για τη συγκρότηση της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας σε διεθνές επίπεδο.
  • Ο μύθος ότι οι κυρίαρχες τάξεις στην ΟΝΕ και ειδικά αυτές που έχουν κερδίσει το μεγαλύτερο μερίδιο από το σχηματισμό της θα εκβιάζονταν από μία  απειλή εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, γιατί κάτι τέτοιο θα συμπαρέσυρε το σύνολο της Ευρωζώνης. Η στάση των ελίτ των αστικών τάξεων και ειδικότερα της γερμανικής απέδειξαν ότι κάτι τέτοιο πολύ απέχει από την πραγματικότητα. Αφενός γιατί οι οικονομικές επιπτώσεις μίας ενδεχόμενης εξόδου της Ελλάδας από την ΟΝΕ θα ήταν καταρχήν περιορισμένες, αφ’ ετέρου γιατί  ένα ενδεχόμενο περικοπής του ελληνικού χρέους, ή αμοιβαιοποίησής του, θα δημιουργούσε προσδοκίες για μία αντίστοιχη αντιμετώπιση όχι μόνο από τις αστικές τάξεις των άλλων κρατών, αλλά και από τα λαϊκά στρώματα σε σχέση με το ιδιωτικό χρέος. Εκτός από τις πολιτικές επιπτώσεις, αυτό θα είχε και άμεσες οικονομικές επιπτώσεις κυρίως στη Γερμανία. Η οποία από την μία πλευρά αποσπά σημαντικά οικονομικά οφέλη αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ κατ’ έτος, λόγω του ότι τα κρατικά ομόλογα έχουν αρνητικά επιτόκια, ενώ τα τραπεζικά και άλλα επιχειρηματικά ομόλογα πολύ χαμηλά επιτόκια, ενώ από την άλλη πλευρά σε περίπτωση αμοιβαιοποίησης του χρέους θα σήκωνε το βάρος της εγγύησης του αξιόχρεου του συνόλου των κρατών στο εσωτερικό της Ευρωζώνης.
Ήταν αυτές οι παραδοχές που οδήγησαν στη στρατηγική κατάρρευση του σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ, ενός σχεδίου που από πλευράς της ηγετικής του ομάδας στόχευε στη διαμόρφωση μίας νέας αριστερής σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα του μνημονίου. Στην κατάρρευση του σχεδίου ΣΥΡΙΖΑ εκτός από τα δομικά στοιχεία της πολιτικής και της φυσιογνωμίας του έπαιξαν υποβοηθητικό ρόλο και οι στοχευμένες επιλογές της ηγετικής ομάδας, όπως η επιλογή της άσκησης πολιτικής διά του αστικού κράτους, χωρίς κανένα βαθμό ενεργοποίησης των λαϊκών μαζών, η συνεργασία με τμήματα του σημιτικού «εκσυγχρονιστικού» πολιτικού και τεχνικού προσωπικού και κυρίως η επιλογή Παυλόπουλου για την Προεδρεία της Δημοκρατίας που κατά τη γνώμη μας , ήταν ενταγμένη σε μία στρατηγική θεσμικού εγκλωβισμού της αριστεράς και θωράκισης του αστικού κράτους απέναντι στο ενδεχόμενο εξόδου από την Ευρωζώνη. Τα όσα έχουν αποκαλυφθεί τις τελευταίες εβδομάδες για την προετοιμασία Παυλόπουλου - Στουρνάρα, ώστε να ανατρέψουν ενδεχόμενη επιλογή της κυβέρνησης για ρήξη με τους δανειστές μετά το δημοψήφισμα, μέσω της μη υπογραφής από τον ΠτΔ διατάγματος για την κυκλοφορία ειδικών χρεωστικών σημειωμάτων IOU, και άλλων μέτρων στην κατεύθυνση ανατροπής της κυβέρνησης εφ όσον επέμενε στο όχι του δημοψηφίσματος είναι ενδεικτικά.
Ταυτόχρονα, επιβεβαιώθηκε ότι η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, του συγκερασμού αντιθετικών πολιτικών τάσεων, με στοιχείο συνοχής την διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας, το πολιτικό πρόγραμμα σε δεξιά κατεύθυνση με αποδοχή της συμμετοχής στο Ευρωενωσιακό πλαίσιο, η άσκηση πολιτικής κυρίως γύρω από το ζήτημα των εκλογών και μέσω του προσώπου του αρχηγού και κύκλων εμπιστοσύνης που αξιοποιούν τους μηχανισμούς – του κράτους ή του κόμματος- λόγω της προβολής στα ΜΜΕ,  χρεοκόπησαν.
Η ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση αποτελούσε μία αμυντική έκφραση λαϊκών συμφερόντων, δε συγκροτούσε κάποιο εναλλακτικό σχέδιο της αστικής τάξης για την απόσβεση της λαϊκής δυσαρέσκειας μέσα από την άσκηση μίας πιο φιλολαϊκής πολιτικής, ήταν όμως μία λύση που υπό προϋποθέσεις γινόταν ανεκτή από την ελληνική αστική τάξη και τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, ενώ ταυτόχρονα, οι πολιτικές και προγραμματικές κατευθύνσεις της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ είχαν εγγεγραμμένο ως βασικό – όχι όμως βέβαιο – ενδεχόμενο την τελική μνημονιακή προσαρμογήΣυνακόλουθα, δεν υπήρχε η δυνατότητα σταθεροποίησης του ΣΥΡΙΖΑ στο κέντρο της πολιτικής σκηνής για μακρό χρονικό διάστημα. Με το πέρασμα του χρόνου, ιδιαίτερα μετά τη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη, γινόταν όλο και πιο καθαρό ότι η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ θα ολοκλήρωνε τη μνημονιακή προσαρμογή, την οποία θα ακολουθούσαν σημαντικές ρήξεις στο εσωτερικό του κόμματος, αλλά και σημαντικές αποστοιχίσεις του κοινωνικού δυναμικού που υποστήριξε πολιτικά το ΣΥΡΙΖΑ από το 2012 και μετά. Σήμερα, η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται στο σύνολό της.

ΜΕ ΠΟΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
Από την άλλη πλευρά, η κατάρρευση της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ απέδειξε, με πιο καθαρό τρόπο από ότι η περίπτωση της Κύπρου το 2013, ότι δεν μπορεί να υπάρξουν δυνατότητες άσκησης στοιχειωδώς φιλολαϊκής πολιτικής μέσα στο πλαίσιο της ΟΝΕ και της ΕΕ. Η ΕΕ, και το θεσμικό της πλαίσιο, αποτελούν τη δύναμη κρούσης των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων για την επιβολή, διεύρυνση και σταθεροποίηση του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος στα κράτη – μέλη, αλλά και γενικότερων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, εφόσον αποτελεί ένα συνασπισμό των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων κάτω από την ιμπεριαλιστική ηγεμονία της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Μ. Βρετανίας, που προϋπάρχει της ανόδου του νεοφιλελευθερισμού στην Δυτική Ευρώπη. Έτσι δεν πρέπει να ταυτίζουμε το ευρύτερο σχέδιο των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων για την συγκρότηση ενός ενιαίου οικονομικού χώρου που συνδυάζεται με τα πολιτικά χαρακτηριστικά του Ευρωενωσιακού ιμπεριαλιστικού συνασπισμού με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές της Ε.Ε. Ωστόσο είναι αναμφίβολο, ότι η Ε.Ε. και ακόμα περισσότερο η συγκρότηση της Ευρωζώνης έπαιξε καίριο ρόλο στην επιβολή του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος στην Δ. Ευρώπη και μετασχηματίστηκε και η ίδια μέσα από την διαδικασία αποδιάρθρωσης κεκτημένων και δικαιωμάτων των εργαζόμενων τάξεων στα δυτικο ευρωπαϊκά κράτη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κάθε προσπάθεια για τη λήψη μέτρων σε φιλολαϊκή κατεύθυνση – έστω και με τόσο ελάχιστη κοινωνική αντανάκλαση όσο το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης – θα προσκρούει εξαρχής στους ασφυκτικούς όρους που διαμορφώνει η ένταξη της Ελλάδας στην ιμπεριαλιστική ολοκλήρωση της ΕΕ και της ευρωζώνης.
Ειδικά η διαμόρφωση της ΟΝΕ, ενέτεινε τις διαδικασίες της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, της νεοφιλελεύθερης απορύθμισης και επαναρύθμισης στο έπακρο και διαμόρφωσε νέους ποιοτικούς όρους για την αστική επίθεση απέναντι στις εργαζόμενες τάξεις αλλά και για την ένταση της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας και της ανισόμετρης ανάπτυξης μεταξύ των κρατών. Η συγκρότηση της ΟΝΕ, είχε σα στόχο την εμβάθυνση του ενιαίου οικονομικού χώρου, με την άρση των όποιων προστατευτικών φραγμών, με βασικότερο αλλά όχι αποκλειστικό την διακύμανση των συναλλαγματικών ισοτιμιών μέσω της υποτίμησης ή και της ανατίμησης των εθνικών νομισμάτων. Η άρση των φραγμών που προστάτευαν τα λιγότερο παραγωγικά κεφάλαια των διαφορετικών κρατών ή και επιμέρους κλάδων, δημιουργούσαν πιέσεις εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης στα λιγότερο παραγωγικά κεφάλαια και στροφή σε ένα συγκεκριμένο καταμερισμό εργασίας, κυρίως όμως καθιστούσαν - και στα πιο αναπτυγμένα αλλά και στα λιγότερο αναπτυγμένα κράτη - το συντελεστή των μισθών και την εσωτερική υποτίμηση τον κύριο παράγοντα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας ειδικά για τις χώρες με την πιο αδύναμη παραγωγική δομή, την μικρότερη ποιοτική εξειδίκευση και την χαμηλότερη συγκέντρωση κεφαλαίου. Η ΟΝΕ, διαμορφώνοντας έναν ενιαίο οικονομικό χώρο για κεφάλαια με διαφορετικά επίπεδα παραγωγικότητας, με αποκλίσεις στους ρυθμούς και στην ποιότητα της συσσώρευσης κεφαλαίου, μεσοπρόθεσμα ενέτεινε τις παραγωγικές και οικονομικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών στο εσωτερικό της, διαμορφώνοντας, σε συνδυασμό με την γενικότερη κρίση του νεοφιλελευθερισμού, τις συνθήκες μίας καταστροφικής κρίσης.
Πρόκειται για μία στρατηγική επιλογή των κυρίαρχων τάξεων, που είχε τεράστιες κοινωνικές επιπτώσεις και πρέπει να είναι απόλυτα σαφές ότι όλη την τελευταία περίοδο η κυρίαρχη αντίθεση μεταξύ των δυνάμεων του κεφαλαίου και της εργασίας στην Ελλάδα, συμπυκνώνεται στην παραμονή ή όχι στην ΟΝΕ και της συνακόλουθης σύγκρουσης με το θεσμικό πλαίσιο και τις πολιτικές της ΕΕ. Οι δυνάμεις του κεφαλαίου, τα αστικά κόμματα και το σύνολο των  ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους συνασπίζονται γύρω από αυτή την κατεύθυνση χωρίς καμία ρωγμή όλη την πενταετία του μνημονίου, ακόμα και με δεδομένο ότι αυτή η κατεύθυνση διαμορφώνει τους όρους για τη διαλυτοποίησή τους (ΠΑΣΟΚ), ή τη σημαντική τους οριοθέτηση (ΝΔ). Το εύρος και η αποφασιστικότητα αυτού του συνασπισμού έγινε απολύτως καθαρό τις ημέρες πριν από το δημοψήφισμα. Κατ΄ αντιστοιχία, αναγκαίος άξονας για ένα πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση προς όφελος των εργαζόμενων τάξεων, είναι η τοποθέτηση στην αντίπερα όχθη αυτής της στρατηγικής, η κατεύθυνση της άμεσης εξόδου από την ΟΝΕ και της σύγκρουσης και ρήξης με τις πολιτικές και το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ. Αυτή είναι και η διαχωριστική γραμμή που σήμερα καθορίζει την ταξική θέση που παίρνουν οι πολιτικού σχηματισμοί και το αν η πολιτική τους στρατηγική μπορεί ή όχι να ενσωματωθεί σε μία εναλλακτική αστική διαχείριση.
Όλα τα παραπάνω αναδεικνύουν την αναγκαία κατεύθυνση για τις δυνάμεις της αριστεράς, ιδιαίτερα των επαναστατικών και ριζοσπαστικών ρευμάτων της. Είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ αναγκαία η διαμόρφωση όρων για τη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση ρευμάτων, αντιλήψεων και αγωνιστών σε ένα αριστερό, ριζοσπαστικό κοινωνικοπολιτικό μέτωπο, το οποίο θα έχει ως πεδίο προγραμματικής συμφωνίας εκείνο το πλαίσιο που έρχεται σε σύγκρουση με τους βασικούς πυλώνες της αστικής στρατηγικής όπως αυτή διαμορφώνεται την τελευταία πενταετία. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο πρέπει να αποσαφηνίζονται τα εξής:
  1. Ότι το αναγκαίο πρόγραμμα περιλαμβάνει α) κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων, β) στάση πληρωμών και διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, γ) την έξοδο από την ΟΝΕ και την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, δ) κρατικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών επιχειρήσεων, ε) σύγκρουση και ρήξη με τις πολιτικές της ΕΕ.
  2. Ότι το πλαίσιο αυτό είναι μεταβατικό. Αποτελεί δηλαδή ένα πλαίσιο συνεκτικών στόχων – κρίκων που μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα από ένα πολιτικό υποκείμενο που θα εκφράζει μία ταξική κοινωνική συμμαχία των στρωμάτων που πλήττονται από την κρίση. Τα στρώματα που μπορούν να συγκροτήσουν μία τέτοια κοινωνική συμμαχία σε μία χώρα του αναπτυγμένου καπιταλισμού, όπως η Ελλάδα, αποτέλεσαν τον πυρήνα του ταξικού ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου: εργατοϋπάλληλλοι, νεολαία, αγροτικά στρώματα, κατώτερα στρώματα της νέας μικροαστικής τάξης. Ταυτόχρονα, όμως, αποτελεί ένα πλαίσιο στόχων, η εφαρμογή των οποίων θα αναδιατάξει το συσχετισμό δύναμης και θα διαμορφώσει δρόμους για συνολικότερες ανατροπές σε σοσιαλιστική κατεύθυνση.
  3. Ότι η εφαρμογή αυτού του πλαισίου δεν μπορεί να καταστεί εφικτή μόνο με την κατάληψη του κυβερνητικού κέντρου από ένα πολιτικό σχηματισμό της αριστεράς. Η κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας αποτελεί μόνο πλευρά της διαπάλης για την κατάκτηση συνολικά της πολιτικής εξουσίας. Η επιβολή ενός τέτοιου προγράμματος απαιτεί ευρύτερες συγκρούσεις και ρήξεις, την αποδοχή από μεγάλα τμήματα των εργαζόμενων τάξεων της αναγκαιότητας κοινωνικής οργάνωσης στη βάση του μεταβατικού προγράμματος, αλλά και τις ανάλογες ιδεολογικές και πολιτικές πρακτικές μέσα στους εργασιακούς και κοινωνικούς χώρους. Απαιτεί με άλλα λόγια τη συγκρότηση ενός αντιηγεμονικού μπλοκ που θα διαμορφώνει όρους αποδιοργάνωσης και κρίσης της ηγεμονικής στρατηγικής της αστικής τάξης. Κάτι τέτοιο μπορεί να περνάει μόνο μέσα από τη διαρκή πολιτική και κοινωνική κινητοποίηση των μαζών που θα πρέπει να αποτελεί κεντρικό σημείο της κατεύθυνσης και της φυσιογνωμίας ενός αριστερού κοινωνικοπολιτικού μετώπου.
Η ρήξη πολλαπλών και σημαντικών ρευμάτων και αντιλήψεων με τον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με την πολιτική στρατηγική του (τα οποία δεν περιορίζονται στην Αριστερή Πλατφόρμα που συγκρότησε τον αρχικό πυρήνα της Λαϊκής Ενότητας, αλλά αντίθετα συμπεριλαμβάνουν και πολλά και διαφορετικά ρεύματα) είναι δείκτης ότι σήμερα μπορούν να διαμορφωθούν οι πολιτικοί όροι για τη συγκρότηση μίας πολιτικής συμμαχίας που μπορεί να αποτελέσει τη μαγιά για τη συγκρότηση ενός τέτοιου μετώπου. Ταυτόχρονα, σε ένα τέτοιο μέτωπο είναι αναγκαία η παρουσία και η συγκροτημένη παρέμβαση των αντικαπιταλιστικών πολιτικών δυνάμεων και ρευμάτων, ώστε να διευρύνεται και να σταθεροποιείται στο εσωτερικό του η επιρροή των επαναστατικών αντιλήψεων και ιδεών. Συστατικές δυνάμεις μίας τέτοιας πολιτικής συμμαχίας σήμερα θα μπορούσαν να είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η ΜΑΡΣ, οι δυνάμεις που διαφοροποιήθηκαν από το ΚΚΕ οι δυνάμεις που ήρθαν σε ρήξη με το ΣΥΡΙΖΑ και συγκρότησαν τη Λαϊκή Ενότητα, οι υπόλοιπες δυνάμεις που διαφοροποιούνται και συγκρούονται με την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ (αριστερά των 53, δυνάμεις προερχόμενες από το ΚΚΕ εσ., τις συσπειρώσεις, πλειοψηφία της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ κ.ο.κ.).

ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ
Στο εσωτερικό του χώρου της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής αριστεράς, αλλά και από το ΚΚΕ, την τελευταία περίοδο εκφράστηκαν τοποθετήσεις που επιχειρούν να αιτιολογήσουν μία – σε μεγάλο βαθμό προειλημμένη – πολιτική επιλογή, με την άσκηση μίας αρκετά επιθετικής πολιτική κριτικής στα προγραμματικά και φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά της Λαϊκής Ενότητας, η οποία δεν επιβεβαιώνεται από την πραγματικότητα.
Καταρχήν πρέπει να αποσαφηνίσουμε ότι το βασικό κριτήριο στο οποίο θα πρέπει κανείς να στηρίζει οποιαδήποτε εκτίμηση για τα χαρακτηριστικά ενός εγχειρήματος είναι το στοιχείο του προγράμματος. Το κατά πόσο δηλαδή κάθε συγκεκριμένη προγραμματική πρόταση έρχεται σε σύγκρουση με τους βασικούς άξονες της στρατηγικής του ελληνικού κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών, αν παίρνει σαφή θέση στην κυρίαρχη αντίθεση όπως διαμορφώνεται στην περίοδο και αν κατ’ ακολουθία μπορεί να ενσωματωθεί στο πλαίσιο μίας εναλλακτικής αστικής διαχείρισης.
Στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως διαμορφώθηκε μετά το 2012 και ειδικά με το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, δεν υπήρχε η δυνατότητα έκφρασης ουσιαστικών συμφερόντων των λαϊκών τάξεων, και γιατί τα μέτρα τα οποία δήλωνε ότι θα εφαρμόσει θα είχαν πολύ μικρές επιπτώσεις ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων στην Ελλάδα της οξύτατης καπιταλιστικής κρίσης, αλλά και διότι ακόμα και ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό από τις ευρωπαϊκές και την ελληνική αστική τάξη. Ένα πρόγραμμα παραμονής στην ευρωζώνη αντικειμενικά δεν αφήνει περιθώρια σε όλη αυτή τη συγκυρία για την έκφραση έστω και υποτελών πτυχών των συμφερόντων των λαϊκών στρωμάτων. Τόσο γιατί οι ευρωπαϊκές αστικές τάξεις δεν κάνουν καμία παραχώρηση, αλλά και περαιτέρω γιατί  η συγκρότηση της ΟΝΕ και ειδικά η εξέλιξη της μετά την κρίση, καθιστά ως μόνο παράγοντα σταθεροποίησης της ανταγωνιστικότητας των πιο δομικά αδύνατων οικονομιών την εσωτερική υποτίμηση και μία νέα θέση στο διεθνή καταμερισμό εργασίας, που παράγει θύλακες φτωχοποίησης, ταυτόχρονα με θύλακες υψηλής κερδοφορίας του κεφαλαίου. Ήταν ακριβώς αυτό το πολιτικό πρόγραμμα, σε συνδυασμό με τα ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά της ηγετικής ομάδας και των στρωμάτων που διαχρονικά εκπροσωπούσε πολιτικά Ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ, που καθιστούσαν ως κύριο ενδεχόμενο την διολίσθηση προς τη μνημονιακή προσαρμογή.
Αντίθετα, το προγραμματικό πλαίσιο που διαμορφώνεται στο πλαίσιο της κίνησης της Λαϊκής Ενότητας, έχει αριστερά, ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και κινείται σε ανάλογη κατεύθυνση με το μεταβατικό πρόγραμμα. Από το ίδιο το περιεχόμενό του αποδεικνύεται ότι δεν ισχύουν οι κριτικές ότι αποτελεί πρόταση φιλολαϊκής, αντιμνημονιακής διαχείρισης στα πλαίσια της ΕΕ και της ευρωζώνης, ή προγραμματικό πλαίσιο παραγωγικής ανασυγκρότησης για μία άλλη, κοινωνικά δικαιότερη καπιταλιστική ανάπτυξη. Αντίθετα, στη συγκεκριμένη συγκυρία, που δεν υπάρχουν μερίδες της αστικής τάξης, οι οποίες συγκροτούνται σε κοινωνική δύναμη, που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, αλλά και κανένα περιθώριο κοινωνικών συμβιβασμών και παραχωρήσεων στα λαϊκά στρώματα, ένα τέτοιο πλαίσιο δεν είναι ενσωματώσιμο και φέρει αντικειμενικά ριζοσπαστικούς και αντικαπιταλιστικούς προσδιορισμούς. Ένα τέτοιο πλαίσιο συνιστά ένα εντελώς επαρκές πεδίο προγραμματικής συμφωνίας και η εμβάθυνσή του θα αποτελεί διαρκές πεδίο διαπάλης.
Πρόκειται για σεκταριστική, αριστερίστικη τύφλωση που διαστρεβλώνει το προγραμματικό πλαίσιο της Λαϊκής Ενότητας και το ρόλο που αναλαμβάνει στην πολιτική σκηνή ως ο μόνος εκφραστής του ταξικού όχι του δημοψηφίσματος αλλά και της πολιτικής στρατηγικής της άμεσης εξόδου από την Ευρωζώνη και της σύγκρουσης με το θεσμικό πλαίσιο της Ε.Ε. Η πλειοψηφία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ επέλεξε να μην εμπλακεί στη διαπάλη για τη συγκρότηση όλων αυτών των ρευμάτων σε μία μετωπική συσπείρωση με αντιφατικά, αλλά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και αντικαπιταλιστικούς προσδιορισμούς. Επέλεξε το δρόμο της «επαναστατικής καθαρότητας», της συγκρότησης συμμαχιών μόνο με όσους συμφωνούν πολιτικά στο σύνολο του πολιτικού πλαισίου, του στρατηγικού στόχου, αλλά ακόμα και στη μεθοδολογία για την επίτευξη του στρατηγικού στόχου. Είναι η ίδια αντίληψη  που καταλήγει στην αδυναμία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς να παίξει πολιτικό ρόλο και να ανατρέψει τους συσχετισμούς, σε μία περίοδο που συντελείται πραγματική κοσμογονία στο πολιτικό επίπεδο.
Η ΛΑΕ, μέσα και από το πρόγραμμα της και την πολιτική της παρουσία (χαρακτηριστική η τοποθέτηση του Π. Λαφαζάνη στην παρουσίαση της προγραμματικής της διακήρυξη) έχει ωςκυρίαρχο στρατηγικό στοιχείο την άμεση έξοδο από την Ευρωζώνη. Έχει επίγνωση ότι μία τέτοια κίνηση θα έχει σαν αποτέλεσμα την σύγκρουση με το ευρωενωσιακό πλαίσιο, και σε αυτή την περίπτωση η ΛΑΕ προτάσσει την εφαρμογή του αριστερού ριζοσπαστικού προγράμματος καλώντας μέσω δημοψηφίσματος το λαό σε αποχώρηση και από την Ε.Ε. Προφανώς αυτό το πρόγραμμα, δεν έχει σχέση με το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά συνιστά τομή και ρήξη σε σχέση με αυτό. Και αυτή η τομή δεν αφορά μόνο στην Αριστερή Πλατφόρμα, που εξέταζε το ενδεχόμενο εφαρμογής του μεταβατικού προγράμματος με πιο διαυγή τρόπο μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ και πήρε την αποφασιστική πρωτοβουλία ρήξης με αυτόν στη βάση ενός εντελώς διαφορετικού προγράμματος, αλλά και για άλλες τάσεις που αποδεσμεύονται από το ΣΥΡΙΖΑ (πλειοψηφία της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ), ή συνεργάζονται με την ΛΑΕ, και προέρχονται από την αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν έθεταν θέμα εξόδου από την Ευρωζώνη, όπως η κίνηση για το ανοιχτό όχι, ή η Αριστερή Ριζοσπαστική Κίνηση, και οι οποίες τροποποιήσαν την θέση τους με βάση την εμπειρία της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, τη στάση του ιμπεριαλιστικού μηχανισμού της Ε.Ε. αλλά και την ταξική σύγκρουση του δημοψηφίσματος.
Για αυτό και επειδή η ΛΑΕ, είναι η μόνη που μπορεί να εκφράσει σήμερα την ταξική πλευρά μιας άλλης ριζικά διαφορετικής στρατηγικής στην πολιτική σκηνή, δέχεται συντονισμένη επίθεση από όλο τον αστικό συνασπισμό. Δεν είναι μόνο, όπως προαναφέραμε, ότι οι εκλογές έγιναν εσπευσμένα για να εκκαθαριστούν οι αριστερές τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ από την πολιτική σκηνή, αλλά και οι επιθέσεις στο πρόσωπο του Π. Λαφαζάνη, και της Ζ. Κωνσταντοπούλου, οι αναφορές για «λήσταρχους», δραχμιστές που προέρχονται από εμφανή και αφανή κέντρα εξουσίας. Πρόθυμα σε αυτές τις επιθέσεις συμβάλλουν και αριστερές δυνάμεις όπως το ΚΚΕ, συνεχίζοντας τον πολιτικό κατήφορο που αναδείχθηκε με τη στάση του στο δημοψήφισμα.
Απαντώντας με θετικό τρόπο στο ερώτημα εάν η προγραμματική πρόταση αποτελεί επαρκές πεδίο πολιτικής συμφωνίας, το – επίσης κρίσιμο – ζήτημα που ακολουθεί είναι αυτό της φυσιογνωμίας και της δημοκρατικής συγκρότησης. Είναι σαφές ότι η πολιτική συνεργασία πρέπει να συγκροτείται με συγκεκριμένες εγγυήσεις δημοκρατικής λειτουργίας και εξασφάλισης της αυτοτέλειας των οργανώσεων και ρευμάτων που συμμετέχουν σε αυτή. Οι αναγκαίοι άξονες είναι: α) ελευθερία δημόσιας έκφρασης των ιδιαίτερων αντιλήψεων κάθε επιμέρους συνιστώσας που θα συμμετέχει στη συνεργασία, εφόσον δεν έρχονται σε συνολική σύγκρουση με το πλαίσιο πολιτικής συμφωνίας, β) πολυμέρεια και δημοκρατικοί όροι στην εκπροσώπηση της συνεργασίας, εξασφάλιση ότι ο δημόσιος λόγος και η παρουσία της συνεργασίας σε όλα τα επίπεδα δε θα μονοπωλείται, δ) ανοιχτό και δημοκρατικό πλαίσιο λήψης αποφάσεων για την προεκλογική δουλειά και παρουσία, συγκρότηση πανελλαδικού συντονιστικού της εκλογικής συνεργασίας με συμμετοχή των τάσεων που την απαρτίζουν, που θα θέτει τις βασικές κατευθύνσεις του πολιτικού σχεδιασμού και των πολιτικών πρωτοβουλιών, ε) μαζικός, λαϊκός λόγος και ζωντανή φυσιογνωμία της συνεργασίας στη δημόσια παρουσία της, με έμφαση στη νεολαία.
Είναι επίσης στοιχείο αποφασιστικής σημασίας η διαμόρφωση μίας φυσιογνωμίας και διαδικασιών που θα εμπλέκουν στο εγχείρημα της συνεργασίας ένα ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό δυναμικό. Είναι αναγκαίες οι διαδικασίες συγκρότησης μαζικών επιτροπών βάσης, με ανοιχτό κάλεσμα σε όλο εκείνο το πλατύ κοινωνικοπολιτικό δυναμικό που αποστρατεύεται από το ΣΥΡΙΖΑ και αναζητά ριζοσπαστικές διεξόδους πολιτικής έκφρασης. Αυτές οι επιτροπές θα πρέπει να οργανώνουν πολιτικές συζητήσεις, προωθώντας τόσο την όσμωση μεταξύ των διαφορετικών ρευμάτων και αντιλήψεων αλλά και ταυτόχρονα διαμορφώνοντας όρους και πεδία πολιτικής συζήτησης με ένα ευρύτερο κοινωνικό δυναμικό και ενισχύοντας τη σύναψη σχέσεων με αυτό.
Επιπλέον, ο δημόσιος λόγος της συνεργασίας θα πρέπει να έχει τέτοια χαρακτηριστικά που θα μπορούν να διεμβολίζουν τα κοινωνικά στρώματα στα οποία απευθύνεται η πολιτική κατεύθυνση του μεταβατικού προγράμματος. Με δεδομένο ότι η συνολική πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ χρεοκόπησε, το μόνο που δεν χρειάζονται τα στρώματα αυτά, αλλά και τα πολιτικά εγχειρήματα της ευρύτερης ριζοσπαστικής αριστεράς, είναι η φυσιογνωμία ενός ΣΥΡΙΖΑ που παραμένει συνεπής στις προγραμματικές του δεσμεύσεις. Με αυτή την έννοια, το εγχείρημα της Λαϊκής Ενότητας πρέπει να είναι απαλλαγμένο από τις κατευθύνσεις του αριστερού κυβερνητισμού, της φυσιογνωμίας της απεύθυνσης σε εθνικό ακροατήριο χωρίς ταξικό πρόσημο και ταξικές αναφορές, της αναπαραγωγής δομικών παθογενειών του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η φυσιογνωμία είναι αναγκαία προϋπόθεση, τόσο για την επιτυχία στην εκλογική μάχη, όσο και για τη διαμόρφωση πολιτικών όρων για την εμβάθυνση της πολιτικής συνεργασίας στην κατεύθυνση της συγκρότησης μίας μετωπικής συσπείρωσης που θα έχει δυναμική μεγαλύτερη από το άθροισμα των συνιστωσών της. Η οποία θα είναι ικανή να ανοίξει δρόμους για ευρείες ανασυνθέσεις στην αριστερά και το κυριότερο θα μπορεί να εκφράσει εκείνα τα στρώματα και τις μερίδες των λαϊκών τάξεων, όπως η νεολαία, οι αποκλεισμένοι και τα κατώτερα τμήματα της εργατικής τάξης, που ενώ κατ’ εξοχήν τα συμφέροντά τους μπορούν να εκπροσωπηθούν από το μεταβατικό πρόγραμμα φιλολαϊκής διεξόδου από την κρίση, είναι και αυτά που διατηρούν την μεγαλύτερη απόσταση από την πολιτική σκηνή και τις πολιτικές πρακτικές.
Το κοινωνικοπολιτικό δυναμικό του ΟΧΙ μέχρι τέλους δε χρειάζεται καθησυχασμό, αλλά καθαρές πολιτικές απαντήσεις. Άλλωστε, όλοι όσοι δουλέψαμε από κοινού πριν και μετά το δημοψήφισμα, έχουμε πλήρη επίγνωση των ερωτημάτων των μαζών, αλλά και του γεγονότος ότι η μάχη του δημοψηφίσματος και ο εξευτελιστικός συμβιβασμός που ακολούθησε έχουν ανεβάσει τα επίπεδα συνειδητότητας των εργαζόμενων τάξεων και έχουν βάλει τα ζητήματα της ΟΝΕ και της ΕΕ στην ημερήσια διάταξη, αλλά την ίδια στιγμή έχουν διαμορφώσει και όρους για την κυριαρχία της απογοήτευσης, της αποστράτευσης, της ατομικιστικής αναδίπλωσης. Σε αυτές τις συνθήκες, η διπλή γλώσσα σε επίπεδο δημόσιας έκφρασης μπορεί μόνο να πλήξει ένα εγχείρημα που για να αποκτήσει κοινωνικοπολιτικό έρεισμα πρέπει να απευθυνθεί στα πιο σκληρά πληττόμενα από την κρίση στρώματα και στη νεολαία που έχουν να κερδίσουν από την πολιτική κατεύθυνση του μεταβατικού προγράμματος. Ταυτόχρονα, σε επίπεδο παρουσίας και λόγου, πρέπει να αξιοποιηθεί εκείνο το δυναμικό που είχε ενεργή εμπλοκή στην κινηματική παρουσία της νεολαίας την τελευταία δεκαετία και μπορεί να απευθυνθεί στη νεολαία του 80% του ΟΧΙ.
Τα στοιχεία της φυσιογνωμίας μίας τέτοιας πολιτικής συμμαχίας θα αποτελούν διαρκές πολιτικό διακύβευμα, στο βαθμό που η συγκρότηση μίας διαδικασίας όσμωσης και συνύπαρξης μεταξύ τόσων διαφορετικών αντιλήψεων και ρευμάτων αντικειμενικά θα διαπερνάται από αντιφάσεις. Όμως, τόσο το προγραμματικό πλαίσιο, όσο και το γεγονός ότι σήμερα φαίνεται ότι κατοχυρώνονται πολιτικοί όροι στο επίπεδο της φυσιογνωμίας, αναδεικνύουν ότι μπορούν να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές, μίας διαδικασίας που θα αφήνει περιθώρια για ενίσχυση των ριζοσπαστικών αντιλήψεων και ιδεών για τη μεσοπρόθεσμη συγκρότηση, ενός ιστορικού συνασπισμού ο οποίος να μπορεί να εκφράσει τα συμφέροντα των λαϊκών τάξεων. Πρόκειται για μία δύσκολη διαδικασία, στο βαθμό που η κατάρρευση της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ και η προσχώρηση του στο μνημονιακό μπλοκ, απονομιμοποιεί την αριστερά, σπέρνει απογοήτευση, σταθεροποιεί σε ένα βαθμό την πολιτική σκηνή και συνδυάζεται με την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης εις όφελος του κεφαλαίου μέσα στους εργασιακούς χώρους. Γιατί αυτά τα πέντε χρόνια, υπήρξε μία αντιφατική κίνηση που αντιπαρέβαλλε τη στροφή προς τα αριστερά στην πολιτική σκηνή, με την αλλαγή των συσχετισμών στους χώρους εργασίας. Η εφαρμογή των μνημονίων, η αύξηση της ανεργίας, η μείωση των μισθών, η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου συνιστούσε ένα σύνολο ανατροπών  υπέρ του κεφαλαίου, που έβρισκε το αντίβαρό της στην αριστερή μετατόπιση στο πολιτικό επίπεδο που κυρίως εκφράστηκε με την εκλογική εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα στις 5 Ιουλίου. Φαινομενικά σήμερα αντιμετωπίζουμε το προσωρινό όριο αυτής της αριστερής μετατόπισης, στο βαθμό που η ΛΑ.Ε δεν είναι ακόμα έτοιμη, για να την εκφράσει στο σύνολο της. Αντιμετωπίζουμε επίσης την περαιτέρω ένταση της επίθεσης του κεφαλαίου μέσα στους εργασιακούς χώρους, η οποία προηγήθηκε της εβδομάδας του δημοψηφίσματος (με την εργοδοτική τρομοκρατία, τις απολύσεις, τις διαθεσιμότητες) και παροξύνθηκε  μετά την μνημονιακή σοσιαλφιλελεύθερη μετάλλαξη της κυβέρνησης Τσίπρα, που διευκολύνει μία οικονομική και ιδεολογική ρεβάνς από τα αστικά και εργοδοτικά στρώματα.
Για αυτό και τα εκλογικά αποτελέσματα της ΛΑΕ, έχουν μεγάλη σημασία, όμως ακόμα μεγαλύτερη έχει ο χαρακτήρας της και η συγκρότηση μετά τις εκλογές. Σήμερα δίνεται η ευκαιρία να τεθούν οι βάσεις μίας κοινωνικής συμμαχίας που μπορεί να επιβάλλει το μεταβατικό πρόγραμμα και του φορέα έκφρασης μίας τέτοιας συμμαχίας στο πολιτικό επίπεδο. Δίνεται ταυτόχρονα μία ιστορική ευκαιρία ανασύνθεσης της αριστεράς στην Ελλάδα σε πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση.  Χωρίς να ξεχνάμε ή να παραγνωρίζουμε τα στρατηγικά λάθη και τις πολιτικές ευθύνες όλων όσων σήμερα διαχωρίζονται από το ΣΥΡΙΖΑ, η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της ταξικής πάλης, της παταγώδους κατάρρευσης της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και της ύπαρξης αυθεντικών αριστερών τάσεων στο εσωτερικό του όλη την προηγούμενη περίοδο. Όμως, το σύνολο αυτών των δυνάμεων δεν μπορούν να κινηθούν αποκλειστικά στην τροχιά του παρελθόντος, απλά με μία ριζοσπαστική διόρθωση του προγράμματος. Θα έχουν να αντιμετωπίσουν ποικίλλες δυσκολίες με πρώτη τη φαινομενική και προσωρινή σταθεροποίηση της πολιτικής σκηνής, αλλά και το γεγονός ότι τροποποιείται ο πολιτικός τους ρόλος και τα πολιτικά καθήκοντα. Ο κορμός της ΛΑΕ προέρχεται από ρεύματα που αναπτύχθηκαν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, ενός πολιτικού σχηματισμού, που εκτοξεύθηκε εκλογικά τα πέντε τελευταία χρόνια, γιατί αποτέλεσε τον καταλληλότερο χώρο υποδοχής στρωμάτων που εκπροσωπούνταν από το ΠΑΣΟΚ. Αυτό διευκολύνθηκε από τον θολό, αντιφατικό και φιλο ΕΕ προσανατολισμό του. Για τη συνοχή αυτού του πολιτικού σχήματος στο οποίο συνυπήρχαν στην πραγματικότητα δύο συγκρουόμενα πολιτικά προγράμματα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο η προσδοκία της κυβερνητικής εξουσίας, αλλά και η ανοχή των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους, στην ηγετική ομάδα και κυρίως στο πρόσωπο του Α. Τσίπρα. Για την ΛΑΕ, αυτοί οι όροι εκλείπουν ως παράγοντες συνοχής, μεσοπρόθεσμα δεν υπάρχει ο στόχος της ανόδου στην κυβερνητική εξουσία, ενώ η ΛΑΕ, ως ένας πολιτικός χώρος που αντιστρατεύεται τη συνολική αστική στρατηγική θα έχει να αντιμετωπίσει τη σκληρή επίθεση των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους. Αν συνυπολογίσει κανείς την αποδιοργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ, η οργανική σχέση του οποίου με τις λαϊκές τάξεις ήταν χαμηλή, τις τάσεις εξατομίκευσης και κατακερματισμού που ενισχύονται στις συνθήκες ήττας ενός πολιτικού σχεδίου, η ΛΑΕ, ανάλογα και με τα εκλογικά αποτελέσματα πρέπει να κινηθεί μακροπρόθεσμα και σταθερά, στην πορεία μίας διαρκούς ανανέωσης και επαφής με πολιτικά ρεύματα αλλά κυρίως τις λαϊκές μάζες.  Την επόμενη περίοδο, πέρα από την μάχη για την πολιτική έκφραση του ΟΧΙ, θα δώσουμε και τη μάχη της διαμόρφωσης ενός πλατιού, αριστερού, ριζοσπαστικού μετώπου και την ανάπτυξη του ρεύματος που θα κινείται σε ριζοσπαστική κατεύθυνση με αντικαπιταλιστικούς προσδιορισμούς. Σε αυτή τη μάχη, αντλώντας συμπεράσματα από τις αντιπαραθέσεις των προηγούμενων χρόνων, με επίγνωση και αποτίμηση των εκτιμήσεων και των στρατηγικών που επιβεβαιώθηκαν, αλλά και εκείνων που έδειξαν τα όριά τους, η ΛΑΕ πρέπει να ξανασυναντήσει όλο το φάσμα των αντιλήψεων που αναφέρονται στην ριζοσπαστική αριστερά έχοντας αντλήσει απαντήσεις από το μόνο πεδίο στο οποίο επιλύονται οι αντιθέσεις, το πεδίο των μαζών.
* Μέλος της Πολιτικής Γραμματείας της ΑΡΑΣ και του Πολιτικού Συμβουλίου της Λαϊκής Ενότητας
ΑΠΟ ΙΣΚΡΑ Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΑ ΔΕΚΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ



Εκτύπωση
Παρ. 4/9/15 
ΜΕ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Του ΠΕΤΡΟΥ Ι. ΜΗΛΙΑΡΑΚΗ*
Το κείμενο τούτο γράφεται μετά τη συνταρακτική αλλά προδήλως αναμενόμενη είδηση, που πανικόβλητο «το όλο μνημονιακό σύστημα» επιχειρεί να υποβαθμίσει και που αφορά στην πλήρη ακύρωση των πάγιων προνοιών και κοινωνικών δικαιωμάτων  του ασφαλιστικού συστήματος.
Είναι προδήλως βέβαιον ότι έχει συγκροτηθεί «Επιτροπή Σοφών». Οι φωστήρες δε αυτοί της μνημονιακής λογικής και των μνημονιακών συμφερόντων δεν ανατρέπουν απλώς τα δεδομένα του ασφαλιστικού κοινωνικού συστήματος, αλλά κατ’ ουσίαν ακυρώνουν από τα θεμέλιά του αυτή τούτη την αποστολή του κοινωνικού αυτού Θεσμού, το οποίο με θυσίες έχει συγκροτήσει και διατηρήσει η κοινωνία.
Αυτή η ανατροπή των κοινωνικών δικαιωμάτων αδιστάκτως βέβαιον είναι ότι λαμβάνει χώρα λόγω των μνημονίων χάριν των οποίων και χάρις τα οποία  επιδιώκεται η: «με κάθε θυσία παραμονή μας στο ευρώ».
Το σχέδιο που επεξεργάζεται το μνημονιακό μπλοκ για να υλοποιηθεί αφορά τα εξής:
α) ότι ουδεμία σύνταξη θα υπερβαίνει τα 600 ευρώ το μήνα,
β) ότι ανάλογα με τις ανάγκες των Ταμείων η σύνταξη θα περικόπτεται μέχρι του ποσού των 150 ευρώ το μήνα, και
γ) ότι υπάρχει μια πιο επιεικής αναφορά για την κατώτατη σύνταξη, η οποία μπορεί να κυμαίνεται ανάμεσα στα 250 έως τα 600 ευρώ το μήνα. Για όλα αυτά υπεύθυνοι είναι: η πολιτική ηγεσία, το επικουρικό προσωπικό και κάθε εμπλεκόμενος φορέας που μονοσήμαντα υποστηρίζουν την παραμονή μας στο ευρωσύστημα.
Ωστόσο, άξια αναφοράς είναι τα εξής:
Την ίδια στιγμή επιμελώς δεν «επικοινωνείται» το υφιστάμενο δεδομένο ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση των28 κρατών-μελών λειτουργεί στο πλαίσιο της ενιαίας εσωτερικής αγοράς με δέκα (10) συνολικώς νομίσματα! Δεν επικοινωνείται δηλαδή ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση των 28 κρατών-μελών λειτουργεί με το ευρώ (1) και με άλλα 9 νομίσματα. Το όλο σύστημα οικονομίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση που αφορά πληρωμές, εσωτερικό και εξωτερικό εμπόριο, αναπτυξιακές διαδικασίες, κοινωνικές υπηρεσίες κλπ, λειτουργεί: 1) με τη λίρα Αγγλίας2) με την κορόνα Σουηδίας3) με την κορόνα Δανίας4) με την κορώνα (2) της Τσεχίας5) με το λέβα Βουλγαρίας6) με τοζλότυ Πολωνίας7) με τον νέο Λέι Ρουμανίας8) με το κούνα της Κροατίας 9) με το φιορίνι Ουγγαρίας και 10) με το ευρώ.
Υπ’ όψιν δε ότι οι Υπουργοί των Οικονομικών όλων των κρατών-μελών είτε έχουν ενταχθεί στο ευρωσύστημα, είτε όχι, συμμετέχουν στο Ecofin,  ενώ στο Eurogroup (άτυπο Όργανο) συμμετέχουν μόνο τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης. Επίσης το σύνολο των κεντρικών τραπεζών των κρατών-μελών είναι μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ).
Με τούτα τα δεδομένα καλό θα είναι να γίνει αναφορά και στα παρακάτω:
Εάν γίνει δεκτό πως το χρήμα είναι μα «τεχνητή κοινωνική συμβατικότητα» έχει δίκαιο οJ.K.Galbraith (3) ο οποίος αναφερόμενος στο πρωταρχικό ερώτημα «τι» είναι «χρήμα», υποστηρίζει ότι το ερώτημα είναι κατ’ αρχήν αναπάντητο και πως «η οικονομική θεωρία έχει ταλαντευθεί με το πέρασμα του καιρού στην εκτίμηση του χρήματος σαν αιτίας ή σαν αποτελέσματος (αιτιατού) των οικονομικών καταστάσεων».
Αλλά και στο επίπεδο της κοινωνιολογίας δεν έχει ακόμα διευκρινιστεί εάν το χρήμα είναι «φετίχ», προαπαιτούμενο ή επιφαινόμενο «κοινωνικής δύναμης». Ιδιαιτέρως στην οικονομική επιστήμη υπάρχει μια «έντονη διαφωνία» (4) γύρω από τον ορισμό του χρήματος.
Έτσι, πρέπει να διευκρινιστούν οι ιδιότητες του χρήματος, δηλαδή: πρώτον, ποιές ιδιότητες ακριβώς πρέπει να έχει ένα πράγμα για να ονομαστεί χρήμα και δεύτερον, ποιές είναι οι λειτουργίες του χρήματος.
Πάντως σε ό,τι αφορά τον αμιγώς οικονομικό χαρακτήρα του χρήματος, μερικές από τις δυσκολίες του «ορισμού» του, φαίνονται καθαρά αν κοιτάξουμε από κοντά την έννοιά του ως μέσου πληρωμών.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: Κέρματα, χαρτονομίσματα και καταθέσεις όψεως (5) σε εμπορικές τράπεζες είναι μέσα πληρωμών, αφού γίνονται αποδεκτά σε αντάλλαγμα αγαθών και χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων (π.χ. ομολογιών). Από την άλλη, καταθέσεις προθεσμίας σε εμπορικές τράπεζες (6) δεν μεταβιβάζονται με επιταγές και για το λόγο αυτό δεν θεωρούνται μέσο πληρωμής. Εντούτοις είναι «χρήμα». Θα πρέπει δε να διευκρινιστεί ότι άλλο είναι το «χρήμα» και άλλο είναι το «νόμισμα». «Χρήμα» για παράδειγμα είναι μια τραπεζική επιταγή την οποία όμως μπορεί να μην αποδεχθεί ο αντισυμβαλλόμενος. Το «νόμισμα» όμως είναι το χρήμα εκείνο το οποίο με βάση αυστηρό κανόνα της έννομης τάξης (αναγκαστική κυκλοφορία) υποχρεούται να αποδεχθεί ο αντισυμβαλλόμενος προκειμένου να μην καταστεί υπερήμερος. Πολύ σωστά πρώτος έδωσε τον ορισμό του χρήματος ο Αριστοτέλης (7) υποστηρίζοντας ότι: «και διά τούτο τούνομαι έχει νόμισμα, ότι ου φύσει αλλά νόμω εστί…»
Στην παρούσα ιστορική φάση πρέπει ο ελληνικός λαός να συνειδητοποιήσει ότι η Ελλάδα δεν είναι απλώς «εγκλωβισμένη», αλλά ευθέως παγιδευμένη εντός του ευρωσυστήματος. Θα πρέπει συνεπώς ο ελληνικός λαός στις εκλογές στις 20 Σεπτεμβρίου να αποφασίσει:
α) την πλήρη απόρριψη της δημοσιονομικής λιτότητας και των καταστροφικών για την κοινωνία πρωτογενών πλεονασμάτων,
β) τη ριζική αναδιοργάνωση του τραπεζικού συστήματος, το οποίο ως ο κύριος ιδιοκτήτης μπορεί να θέσει σε κοινωνικό έλεγχο με εθνικοποίηση και αναπροσανατολισμό αναπτυξιακής κατεύθυνσης και τέλος
γ) την προετοιμασία εξόδου από την ευρωζώνη.
Η  Η διαδικασία αυτή είναι απολύτως διαχειρίσιμη και είναι η μόνη που μπορεί να οδηγήσει σ’ ένα νέο οικονομικό μοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης, αναπτυξιακής διαδικασίας και κοινωνικής συνοχής. Σε τελευταία ανάλυση είναι και η μόνη που μπορεί να εγγυηθεί τις κοινωνικές υπηρεσίες, την κοινωνική πρόνοια και τα δικαιώματα των συνταξιούχων να επιβιώσουν.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Βλ. την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μελέτη του J.V.Overtveldt, The End of the Euro, The uneasy future of the European Union (2011) κυρίως σελ. 77 και επ.
(2) Σύμφωνα με το δελτίο ισοτιμιών η απόδοση στα ελληνικά της κορώνας της Τσεχίας αποδίδεται με «ωμέγα» σε αντίθεση με το νόμισμα, Νορβηγίας, Σουηδίας, Δανίας που αποδίδεται με «όμικρον»
(3) Βλ. J.K.Galbraith, Money (1995), σσ. 36-37 Π.Μηλιαράκης, Το Νομισματικό Σύστημα στα πλαίσια του Οικονομικού Δικαίου (1990), σ. 55 και επ.
(4) Βλ. M.Fleming, Νομισματική Θεωρία (στα ελληνικά, 1972), σ.17. Επίσης βλ. Π.Μηλιαράκης, Μακροσύστημα και Ευρωσύστημα (2009) σελ. 61 και επ.
(5) Για την έννοια των καταθέσεων «όψεως», βλ. έκδοση της Εθνικής Τράπεζας (ΕΤ), Καταθέσεις (1987), σ. 82 και επ.
(6) Για τις Τράπεζες και τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις, καθώς και για τις χρηματιστηριακές αγορές γενικώς, βλ. Γ.Χουφσμίντ (J.Juffshimid), Πολιτική Οικονομία των Χρηματιστηριακών Αγορών και Εναλλακτικές Στρατηγικές (στα ελληνικά 2006). Επίσης  βλ.  Π.Μηλιαράκης, Τραπεζικό Δίκαιο (1994), σ. 58 και επ., Σ.Ψυχομάνης, Τραπεζικό Δίκαιο (2001), σ.12 και επ.
(7) Βλ. Αριστοτέλης, Ηθικ. Νικομ. Ε. 8

*Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια Στρασβούργου και Λουξεμβούργου (E.C.H.R. /GC-EU).

ΠΑΝΑΓ. ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ: Η ΤΡΟΪΚΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΑΠΟ «ΧΟΥΝΤΑ»



Εκτύπωση
Παρ. 4/9/15 lafazanis_m
Η ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΕΤΩΠΟ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑ, ΤΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ, ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΥΠΟΤΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΒΑΛΕΙ ΤΗ ΧΩΡΑ ΣΕ ΤΡΟΧΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ Π. ΛΑΦΑΖΑΝΗ ΣΤΟ Ρ/Σ Alpha 989 ΚΑΙ ΤΟΥΣ Δ. ΒΕΡΥΚΙΟ ΚΑΙ Γ. ΜΕΛΙΓΓΩΝΗ
«Η τρόικα είναι πολύ χειρότερη από χούντα. Τώρα βέβαια έχουμε τέσσερις. Είναι πολύ χειρότερη, διότι καθορίζει και τις τελευταίες λεπτομέρειες της ζωής μας. Ακόμα και το πότε θα ανοίξουν τα φαρμακεία ή το αν θα ανοίγουν τα καταστήματα τις Κυριακές θα το καθορίζει η τρόικα. Έχουμε φτάσει σε σημείο τέτοιας νεοαποικιοποίησης, ώστε το προτεκτοράτο να μην παίζει κανένα ρόλο και να μην έχει καμία αξία. Εκεί έχουμε καταντήσει πλέον. Συνώνυμο ταπείνωσης και αναξιοπρέπειας. Αυτή, δυστυχώς, είναι η κατάσταση στην Ελλάδα».
Αυτό τόνισε, μεταξύ άλλων ο επικεφαλής της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ Παναγιώτης Λαφαζάνης, μιλώντας σήμερα το πρωί στο ραδιόφωνο του ALPHA και στους δημοσιογράφους Δήμο Βερύκιοκαι Γιώργο Μελιγγώνη.
Απαντώντας σε ερώτηση για τις  προεκλογικές δημοσκοπήσεις επισήμανε ότι «έχουν καταρρεύσει, όπως έχει καταρρεύσει και ένα συστημικό πολιτικό σκηνικό», ενώ πρόσθεσε πως «υπάρχουν πολλά συμφέροντα που θέλουν  να υποβαθμίζουν, να υποεκτιμούν και να χαμηλώνουν τη «Λαϊκή Ενότητα». Δεν μας ενοχλεί αυτό. Θα περάσουν οι μέρες, θα ανοίξουν οι κάλπες και τότε η πραγματικότητα θα φανεί. Για άλλη μια φορά, οι δημοσκοπήσεις θα τρίβουν τα μάτια τους».
“Αυτή την ώρα οι Έλληνες πολίτες είναι στην ουσία σκλάβοι. Σκλάβοι αδίστακτων κηδεμόνων και εκβιαστών, οι οποίοι δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να εξοντώνουν καθημερινά αυτή τη χώρα και τον ελληνικό λαό”, τόνισε σε άλλο σημείο ο Π. Λαφαζάνης.
Η ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ – τόνισε ο Π. Λαφαζάνης - “Είμαστε ένα μέτωπο δυνάμεων που θέλει να σταματήσει τη λιτότητα, το ξεπούλημα της χώρας, τις νεοφιλελεύθερες απορρυθμίσεις, τη φορολεηλασία, την εθνική υποτέλεια. Θέλουμε να βάλουμε τη χώρα σε μια νέα αναπτυξιακή τροχιά. Θέλουμε να εθνικοποιήσουμε τις τράπεζες, οι οποίες ξεζουμίζουν τον ελληνικό λαό και αποτελούν μια μεγάλη μαύρη τρύπα που απορροφούν δεκάδες δισ. ευρώ από τον φορολογούμενο πολίτη χωρίς να προσφέρουν τίποτα στην οικονομία”.
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση ο Π. Λαφαζάνης τόνισε ότι  “το νόμισμα αποτελεί ένα εργαλείο και ένα μέσο για να εφαρμόσουμε ένα προοδευτικό ανορθωτικό πρόγραμμα για τη χώρα. Αν μπορούσαμε εντός ευρωζώνης να εφαρμόσουμε αυτό το πρόγραμμα, δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα. Δυστυχώς, όμως, η ευρωζώνη έχει εξελιχθεί σε μια γερμανική οικονομική φυλακή, η οποία αποσυνθέτει και διαλύει τις κοινωνίες, ιδιαίτερα των πιο αδύναμων χωρών”.

Στη συνέχεια παραθέτουμε ολόκληρο το κείμενο της συνέντευξης:

Δημοσιογράφος: Ξεκινήσατε με αέρα στα πανιά σας, αλλά οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αυτό το οποίο είχε διαφανεί τις πρώτες μέρες, κάπου έχει μπει φρένο.
Παν. Λαφαζάνης: Νομίζω ότι δεν είναι καθόλου έτσι. Οι δημοσκοπήσεις δεν αξίζουν ούτε το χαρτί στο οποίο γράφονται. Οι δημοσκοπήσεις έχουν καταρρεύσει, όπως έχει καταρρεύσει και ένα συστημικό πολιτικό σκηνικό. Γιατί έχουν καταρρεύσει οι δημοσκοπήσεις;
Πρώτον, διότι δεν μπορούν να συλλάβουν τις διεργασίες που γίνονται στην κοινωνία και πέφτουν συνεχώς έξω. Έπεσαν έξω σε όλες τις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις και έπεσαν εντελώς έξω στο δημοψήφισμα. Εγώ βλέπω ότι ο φτωχός λαός και η νεολαία βλέπουν στις δημοσκοπήσεις ένα συστημικό κατασκεύασμα και δεν απαντούν στις ερωτήσεις, ενώ αν απαντήσουν, απαντούν ψεύτικα και ειρωνικά. Επομένως δεν συλλαμβάνουν το κοινωνικό γίγνεσθαι, δεν μπορούν να αποτυπώσουν τις τάσεις στην ελληνική κοινωνία.
Δεύτερον, οι δημοσκοπήσεις δυστυχώς εντάσσονται σε πολιτικές σκοπιμότητες. Αυτή τη στιγμή, αν καταδείξουν, έστω και στοιχειωδώς, αυτό το οποίο αντιπροσωπεύει η «Λαϊκή Ενότητα» και δεν το υποβαθμίσουν, τότε καταρρέει όλο το μνημονιακό σκηνικό. Όπως καταλαβαίνετε, υπάρχουν πολλά συμφέροντα που θέλουν  να υποβαθμίζουν, να υποεκτιμούν και να χαμηλώνουν τη «Λαϊκή Ενότητα». Δεν μας ενοχλεί αυτό. Θα περάσουν οι μέρες, θα ανοίξουν οι κάλπες και τότε η πραγματικότητα θα φανεί. Για άλλη μια φορά, οι δημοσκόποι θα τρίβουν τα μάτια τους.
Δημοσιογράφος: Η «Λαϊκή Ενότητα» έχει «μαγιά» σε ολόκληρη την επικράτεια;
Παν. Λαφαζάνης: Βεβαίως έχουμε «μαγιά» παντού. Έχουμε οργανωμένους πυρήνες παντού και έχουμε και απήχηση παντού. Χαράζουμε ένα μεγάλο αντιμνημονιακό δημοκρατικό και προοδευτικό ρεύμα στην κοινωνία, το οποίο δεν θέλει η Ελλάδα να ζει ταπεινωμένη και αναξιοπρεπής κάτω από τη μνημονιακή μπότα. Δεν θέλει να βλέπει την Ελλάδα να καταστρέφεται και να ερημώνει στο όνομα ότι, δήθεν, δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Ας μη γελιόμαστε, αυτή την ώρα οι Έλληνες πολίτες είναι στην ουσία σκλάβοι. Σκλάβοι αδίστακτων κηδεμόνων και εκβιαστών, οι οποίοι δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να εξοντώνουν καθημερινά αυτή τη χώρα και τον ελληνικό λαό.
Δημοσιογράφος: Το ζητούμενο είναι ποια είναι η εναλλακτική λύση.
Παν. ΛαφαζάνηςΑυτά που ακούω για εναλλακτική λύση είναι τρομαχτικά πράγματα. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση όταν ένας τόπος καταστρέφεται, ένας λαός εξοντώνεται και η νεολαία του παραδίδεται πρόσφυγας; Είναι δυνατόν να λέγονται τέτοια πράγματα; Αυτά τα πράγματα τα άκουγα και σε άλλες περιόδους. Στη δικτατορία έλεγαν ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» και «οι Αμερικάνοι και οι ισχυροί της Ευρώπης υποστηρίζουν τη χούντα».
Δημοσιογράφος: Παρομοιάζετε την τρόικα με χούντα;
Παν. ΛαφαζάνηςΗ τρόικα είναι πολύ χειρότερη από χούντα. Τώρα βέβαια έχουμε τέσσερις. Είναι πολύ χειρότερη, διότι καθορίζει και τις τελευταίες λεπτομέρειες της ζωής μας. Ακόμα και το πότε θα ανοίξουν τα φαρμακεία ή το αν θα ανοίγουν τα καταστήματα τις Κυριακές θα το καθορίζει η τρόικα. Έχουμε φτάσει σε σημείο νεοαποικιοποίησης, ώστε το προτεκτοράτο να μην παίζει κανένα ρόλο και να μην έχει καμία αξία. Εκεί έχουμε καταντήσει πλέον, συνώνυμο ταπείνωσης και αναξιοπρέπειας. Αυτή, δυστυχώς, είναι η κατάσταση στην Ελλάδα.
Είναι λοιπόν δυνατόν να λέγεται ότι δεν έχουμε εναλλακτική λύση; Ποια είναι η προοπτική αυτής της χώρας. Είμαστε ήδη σε μνημόνια τα πέντε τελευταία χρόνια και βαδίζουμε για άλλα τρία. Και στην Κατοχή, φαντάζομαι, τα ίδια θα έλεγαν. Υπάρχει μια γερμανική τάξη πραγμάτων σε όλη την Ευρώπη, άρα δεν έχουμε εναλλακτική λύση και να κάτσουμε στα αυγά μας.
Δημοσιογράφος: Σε σχέση με τις εναλλακτικές λύσεις, υπάρχει μία σύγχυση γύρω από τις θέσεις του κόμματός σας. Πολλοί σας περιγράφουν ως κόμμα της δραχμής, δηλαδή ότι το βασικό πρόταγμα της «Λαϊκής Ενότητας» είναι η επιστροφή στη δραχμή. Άλλα στελέχη σας εμφανίζονται να υποβαθμίζουν το θέμα του νομίσματος και να λένε ότι το νόμισμα είναι απλώς ένα εργαλείο και αν μπορεί να καταργηθεί η λιτότητα χωρίς δραχμή παραμένουμε στο ευρώ. Άλλοι λένε ότι το θέμα δεν είναι το τι θέλει η «Λαϊκή Ενότητα» και ο Παν. Λαφαζάνης, αφού το ευρώ θα διαλυθεί έτσι όπως πάνε τα πράγματα. Εν τέλει τι ακριβώς συμβαίνει με το θέμα του νομίσματος.
Όλα αυτά που λέτε είναι οι πολλές όψεις του ίδιο νομίσματος. Τα ίδια πράγματα λέγονται με άλλα λόγια. Βεβαίως δεν είμαστε κόμμα της δραχμής. Έλεος! Μπορεί ένα κόμμα να συγκροτείται στη βάση ενός νομίσματος; Αυτά τα κάνουν οι προπαγανδιστές της τρομοκρατίας και της τρομολαγνείας για να διαστρεβλώσουν, να λασπολογήσουν και να συκοφαντήσουν απέναντί μας, διότι είμαστε η μόνη απειλή στην μνημονιακή συναινετική τάξη πραγμάτων.
Είμαστε ένα μέτωπο δυνάμεων που θέλει να σταματήσει τη λιτότητα, το ξεπούλημα της χώρας, τις νεοφιλελεύθερες απορρυθμίσεις, τη φορολεηλασία, την εθνική υποτέλεια. Θέλουμε να βάλουμε τη χώρα σε μια νέα αναπτυξιακή τροχιά. Θέλουμε να εθνικοποιήσουμε τις τράπεζες, οι οποίες ξεζουμίζουν τον ελληνικό λαό και αποτελούν μια μεγάλη μαύρη τρύπα που απορροφούν δεκάδες δισ. ευρώ από τον φορολογούμενο πολίτη χωρίς να προσφέρουν τίποτα στην οικονομία.
Δημοσιογράφος: Εθνικοποίηση των τραπεζών σημαίνει και εθνικοποίηση των χρεών τους…
Παν. ΛαφαζάνηςΟι τράπεζες δεν έχουν χρέη. Αυτό το οποίο μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι οι τράπεζες δουλεύουν για ιδιοτελή συμφέροντα των τραπεζιτών και μια διαπλεκόμενη ολιγαρχία στην Ελλάδα. Δυστυχώς, δουλεύουν για να ζημιώνουν την ελληνική οικονομία και τον απλό φορολογούμενο διότι του απορροφούν δεκάδες δις. ευρώ κάθε τόσο για την ανακεφαλαιοποίησή τους. Εμείς θέλουμε οι τράπεζες, κάτω από δημόσια ιδιοκτησία και δημόσιο έλεγχο και προσανατολισμό, να δουλέψουν αποκλειστικά με αναπτυξιακά και κοινωνικά κριτήρια. Νομίζουμε ότι αυτό είναι που θα ωφελήσει τον ελληνικό λαό.
Επίσης θέλουμε να μην ξεπουληθούν οι στρατηγικοί τομείς της οικονομίας. Δεν είναι δυνατόν να ξεπουλάμε τα λιμάνια μας. Πείτε μου μία χώρα με οποιοδήποτε καθεστώς που να πουλάει τα λιμάνια της και μάλιστα να τα πουλάει σε ξένα κρατικά συμφέροντα με φωτογραφικό τρόπο. Όπως καταλαβαίνετε, δεν πρόκειται για ιδιωτικοποιήσεις αλλά για επανακρατικοποιήσεις, σε ξένα, όμως, κράτη. Αυτό θέλουμε να ανακόψουμε.
Από κει και πέρα, θεωρούμε ότι το νόμισμα αποτελεί ένα εργαλείο και ένα μέσο για να εφαρμόσουμε ένα προοδευτικό ανορθωτικό πρόγραμμα για τη χώρα. Αν μπορούσαμε εντός ευρωζώνης να εφαρμόσουμε αυτό το πρόγραμμα, δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα. Δυστυχώς, όμως, η ευρωζώνη έχει εξελιχθεί σε μια γερμανική οικονομική φυλακή, η οποία αποσυνθέτει και διαλύει τις κοινωνίες, ιδιαίτερα των πιο αδύναμων χωρών.
Δημοσιογράφος: Βλέπουμε ότι χώρες εκτός ευρωζώνης, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν ένα τέτοιο εγχείρημα, είναι πάρα πολύ διστακτικές. Κατά τα κρίσιμα εικοσιτετράωρα, ο Ρώσος ΥΠΕΞ Λαβρόφ είχε δηλώσει ότι η Ελλάδα οφείλει να πάρει τις όποιες αποφάσεις εντός ευρωζώνης. Από την άλλη, ο Τσίπρας δήλωσε χθες σχετικά με τον αγωγό, ότι από την πλευρά μας, εννοώντας εσάς προσωπικά, υπήρξαν υπερβολές και αυταπάτες.
Παν. Λαφαζάνης: Εγώ δεν έκανα προσωπική πολιτική. Ότι έκανα το έκανα βεβαίως με πρωτοβουλίες και πάθος, γνωρίζοντας ότι επιδιώκω να αλλάξω τον προσανατολισμό της χώρας και να μην είναι ευρωατλαντικό οικόπεδο και να ανοίξει σε άλλους ορίζοντες τις σχεσεις της. Αυτά τα έκανα με τόλμη και αποφασιστικότητα, σε πλήρη γνώση με τον πρωθυπουργό της χώρας και συλλογικά της κυβέρνησης. Δεν έκανα, λοιπόν, καμία ενέργεια μόνος μου.
Δεύτερον, αυτό το οποίο επετεύχθη και το πέτυχα με πρωτοβουλία μου είναι μια διακρατική συμφωνία για τον αγωγό με ρώσικο φυσικό αέριο, η οποία αποτελεί μια μεγάλη επιτυχία για τη χώρα. Είναι μια μεγάλη που θα αφορούσε και θα έπρεπε να μας αποφέρει τεράστια έσοδα κάθε χρόνο, ενεργειακά οφέλη και βεβαίως μια γεωστρατιγική αναβάθμιση.
Φοβάμαι ότι μετά τη νέα μνημονιακή συμφωνία, αυτή η υπόθεση μπορεί να πάει πίσω ή και να ναυαγήσει. Γνωρίζετε τις αντιδράσεις που υπήρξαν. Προσωπικά αντιμετώπιζα καθημερινά επιθέσεις και πιέσεις από την πλευρά των Αμερικανών και των αντιδραστικών κύκλων της ΕΕ για αυτόν τον αγωγό, τον οποίο θεωρούσαν casus belli. Και αυτό διότι ο αγωγός ήταν ένα δείγμα ανεξαρτησίας για τη χώρα, ήταν ένα δείγμα στροφής και νέου προσανατολισμού για όλες τις ευρωπαϊκές εξελίξεις.
Δημοσιογράφος: Πάντως είχε γίνει λόγος και για την προκαταβολή 5 δισ. που δεν ήρθε ποτέ.
Παν. ΛαφαζάνηςΒεβαίως υπήρχε θέμα προκαταβολής, αλλά για να υπάρξει προκαταβολή έπρεπε να συστήσουμε την κοινή εταιρία με τη ρωσική πλευρά, η οποία θα ήταν 50% ελληνική και 50% ρωσική, για την κατασκευή του αγωγού, πράγμα το οποίο είναι πολύ σημαντικό διότι χωρίς να βάλουμε εμείς ούτε ένα ευρώ θα είχαμε το 50% της διαχείρισης του αγωγού. Πρόκειται, δηλαδή, για μία πολύ θετική συμφωνία, η οποία δεν έχει προηγούμενο στα ευρωπαϊκά και, ενδεχομένως, τα παγκόσμια χρονικά.
Από κει και πέρα λοιπόν, αφού φτιάχναμε την εταιρία και μπαίναμε στη σύσταση εταιρίας για την κατασκευή του έργου και τη διαχείριση του, προφανώς θα μπορούσε και θα ερχόταν προκαταβολή έναντι των ωφελειών που θα είχε η εταιρία του δημοσίου που θα έμπαινε στο έργο.
Δημοσιογράφος: Αυτό το ποσό των 5 δισ. δεν το βγάλατε από το μυαλό σας…
Παν. ΛαφαζάνηςΔεν θα μπω σε λεπτομέρειες για το ποσό. Ελέχθησαν πολλά ποσά, αυτό θα το συζητούσαμε. Εν πάσει περιπτώσει, όπως λέει μία λαϊκή ρήση, «κάποιου του χαρίζανε ένα γάιδαρο και αυτός τον κοίταγε στα δόντια». Εδώ είχαμε ένα έργο με τεράστια οφέλη για τη χώρα μας, με μία τεράστια αναβάθμιση της χώρας μας και εμείς θα τα χαλάγαμε σε ένα δευτερεύον θέμα;
Δημοσιογράφος: Διαισθάνεστε ότι ο Αλ. Τσίπρας έκανε πίσω;
Παν. Λαφαζάνης: Εγώ δεν διαισθάνομαι τίποτα. Εγώ λέω ότι υπάρχει συμφωνία. Η συμφωνία αυτή είναι άκρως επωφελής για τη χώρα και για την περιοχή μας και μπορεί να υλοποιηθεί αποφασιστικά και σε όλα τα σημεία που έχουν συμφωνηθεί για να προχωρήσει αυτό το έργο, το οποίο έχει τεράστια σημασία όχι μόνο για τις δύο χώρες, Ελλάδα και Ρωσία, αλλά και για όλη την Ευρώπη.
Το δεύτερο, όσον αφορά τις δηλώσεις Λαβρόφ, εγώ δεν τα γνωρίζω, δεν ξέρω να υπάρχουν τέτοιες δηλώσεις. Αυτό το οποίο ξέρω είναι ότι μια χώρα η οποία θέλει να υπερασπίσει τα συμφέροντά της, την επιβίωση του λαού της, πρέπει αυτή η ίδια να προχωρήσει τολμηρά μπροστά για να ανοίξει δρόμους. Κι αν προχωράει μπροστά για να ανοίξει δρόμους για το μέλλον της και την προοπτική της θα βρει και διεθνή στηρίγματα και διεθνείς συμμάχους. Σε όλες τις δύσκολες στιγμές που πέρασε αυτή η χώρα, όταν ο ελληνικός λαός έμπαινε μπροστά για να ανοίξει καινούριους δρόμους, τα ίδια λέγονταν, δηλαδή «δεν θα βρούμε στηρίγματα, δεν θα βρούμε συμμάχους».
Οι σύμμαχοι δεν θα βγάλουν το φίδι από την τρύπα για μας. Αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνει. Εμείς πρέπει να προχωρήσουμε, εμείς πρέπει να μπούμε μπροστά. Βεβαίως θα βρούμε και συμπαραστάτες και συμμάχους. Έτσι ανοίγονται δρόμοι.
Όσο, όμως, καθόμαστε κάτω από τη μνημονιακή μπότα και τη γερμανική κηδεμονία και συμπεριφερόμαστε ως «προτεκτοράτο» του ενός και του άλλου, ως «μπανανία» η οποία δεν μπορεί να πάρει αποφάσεις, να καθορίσει το μέλλον της, δεν έχει δυνατότητα να σταθεί η ίδια στα πόδια της, τότε ποιος μπορεί να μας βοηθήσει, ποιος θα στηρίξει μια τέτοια χώρα, ποιος θα στηρίξει ένα λαό ο οποίος δεν μπαίνει μπροστά να αγωνιστεί. Μπαίνει, βεβαίως, ο ελληνικός μπροστά, αλλά δυστυχώς μετά από κάθε εκλογική μάχη, μετά από μεγάλες κινητοποιήσεις, ο λαός βλέπει ότι οι κυβερνήσεις που ανέδειξε για να τηρήσουν τη λαϊκή εντολή που έδωσε, κινούνται σε ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια τη λαϊκή ετυμηγορία. Όπως έγινε στις εκλογές, όπως έγινε και στο δημοψήφισμα.
Δημοσιογράφος: Μου κάνει εντύπωση αυτές τις μέρες, ότι δέχεστε κριτική και δυσπιστία στο πρόσωπό σας κυρίως από τα αριστερά. Από τη μία πλευρά είναι ο Περισσός και προσωπικά ο Δ. Κουτσούμπας, ο οποίος κάνει λόγο για «λαφαζανιές» δηλαδή ότι λέτε μπαρούφες και από την άλλη πλευρά είναι η στάση του Μανώλη Γλέζου, η οποία μου προκάλεσε μεγάλη έκπληξη γιατί όλοι πιστεύαμε ότι την Πέμπτη (3/9) θα ανακοίνωνε ότι θα έρθει στη «Λαϊκή Ενότητα». Προχθές [Τετάρτη 2/9], ο Αλέκος Φλαμπουράρης είπε: «ο Παναγιώτης είναι φίλος μου αλλά πρέπει να πω ότι ήταν πάντα παρα τω αρχηγώ».
Παν. Λαφαζάνης: Αν καθίσω να σχολιάσω το τι λέει ο καθένας, θα θέλαμε δέκα προεκλογικές εκστρατείες, διότι όλα τα βέλη στρέφονται τώρα σε βάρος της «Λαϊκής Ενότητας» και στο πρόσωπό μου. Το βλέπετε σε όλα τα πάνελ, σε όλες τις συζητήσεις, το επίκεντρο όλων των επιθέσεων είναι η «Λαϊκή Ενότητα». Βάλλεται η «Λαϊκή Ενότητα» από το ευρωπαϊκό αντιδραστικό κατεστημένο, από την εγχώρια κατεστημένη οικονομική και πολιτική τάξη. Ξέρουν όλοι ότι αν η «Λαϊκή Ενότητα» πάει ψηλά, διαλύεται το μνημονιακό σχέδιο για τη χώρα, διότι εμείς δεν είμαστε απλώς αντιμνημονιακή δύναμη αλλά όλοι ξέρουν ότι αυτά που λέμε τα εννοούμε και θα τα εφαρμόσουμε. Βαλλόμαστε και από ορισμένες πλευρές της Αριστεράς, αδικαιολόγητα, διότι σήμερα θα έπρεπε να υπάρχει ένα μεγάλο κοινό ενιαίο μέτωπο όλων των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων για να σπάσουμε το μνημονιακό τείχος και να ανοίξουμε προοδευτικούς δρόμους. Αυτό έπρεπε να ισχύει σήμερα και να είναι η βασική κατεύθυνση και ο βασικός προσανατολισμός.
Αυτό δείχνει ότι η «Λαϊκή Ενότητα» είναι η μόνη δύναμη που διαθέτει ρεαλιστική εναλλακτική λύση, η οποία έχει αρχή, μέση και τέλος. Η «Λαϊκή Ενότητα» είναι αυτή η δύναμη που ανοίγει ενωτικούς δρόμους στον προοδευτικό χώρο. Η «Λαϊκή Ενότητα» είναι η δύναμη αυτή που θίγει και ενοχλεί τα άνομα αυτά συμφέροντα που έχουν καθηλώσει τη χώρα και την έχουν φέρει σε αυτό το σημείο.
Γι’ αυτό εμείς δεν πτοούμαστε από τις επιθέσεις, προχωράμε αποφασιστικά και τολμηρά μπροστά και βεβαίως δεν θα απαντάμε σε όλες αυτές τις ιστορίες για αγρίους, ακόμα και σε προσωπικές κακεντρέχειες που αναφέρονται στο πρόσωπό μου, απρεπέστατες οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με ένα σοβαρό και υπεύθυνο πολιτικό αγώνα.
Από κει και πέρα, ο Μανώλης Γλέζος είναι μια εντελώς ξεχωριστή περίπτωση. Ο Μ. Γλέζος καταθέτει ελεύθερα και ευθαρσώς την άποψή του, η οποία είναι απολύτως σεβαστή. Τον τιμούμε τον Μ. Γλέζο, ο οποίος είναι ένα μεγάλο σύμβολο αντίστασης για την Ελλάδα, για την Ευρώπη και για τον κόσμο θα έλεγα. Ο Μ. Γλέζος θα κάνει τις επιλογές του. Εμείς είμαστε σε διάλογο μαζί του και πιστεύουμε ότι αυτές τις μέρες θα καταλήξει θετικά, συμπορευόμενος με τη «Λαϊκή Ενότητα». Αυτή είναι η πρόσκλησή μας, αυτή είναι διάθεσή μας και η επιθυμία μας. Ο Μ. Γλέζος θα κάνει αυτό που πιστεύει ότι είναι καλύτερο για τον ελληνικό λαό και τον τόπο και εμείς θα το σεβαστούμε απολύτως.
Δημοσιογράφος: Στους συντρόφους του ΚΚΕ, τί απαντά ο Π. Λαφαζάνης;
Παν. Λαφαζάνης: Θα έλεγα ότι ο δρόμος που ακολουθούν είναι πάλι λάθος, για άλλη μια φορά. Δεν αφουγκράζονται τι θέλει σήμερα ο αριστερός και προοδευτικός κόσμος και ο ελληνικός λαός. Αυτή τη στιγμή, ο ελληνικός λαός θέλει να απαλλαγεί από τη λεηλασία και τη ληστεία που υφίσταται. Εμείς πρέπει να μπούμε μπροστά αυτή την ώρα, σε αυτόν τον αγώνα, σε αυτό το μέτωπο. Αυτή είναι η αιχμή του αγώνα μας, αυτό είναι το διακύβευμα της συγκυρίας. Από κει και πέρα θα λυθούν και όλα τα άλλα θέματα. Δεν ταυτιζόμαστε με το ΚΚΕ, έχουμε μεγάλες ιδεολογικές και στρατηγικές διαφορές. Όμως, δεν έχουμε μόνο διαφορές, υπάρχει και η συγκυρία, υπάρχουν μεγάλα προβλήματα, υπάρχουν κατακτήσεις αιώνων του ελληνικού λαού και των εργαζομένων που διαλύονται, υπάρχει μία χώρα που ληστεύεται και ξεπουλιέται.
Η Αριστερά πρέπει να μπει στην πρώτη γραμμή για να αντισταθεί σε αυτή την κατάσταση και είναι η κατεξοχήν παράταξη που μπορεί και πρέπει να το κάνει. Εμείς αυτή την ενωτική πρόσκληση απευθύνουμε.
ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑ! ΝΑ ΣΤΗΡΙΞΟΥΜΕ ΜΙΣΘΟΥΣ, ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ, ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ Η ΣΚΛΑΒΙΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓ. ΛΑΦΑΖΑΝΗ ΣΤΟ Ρ/Σ «ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ 104,9 FM» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΠΕ-ΜΠΕ
«Η πρότασή μας είναι να τελειώσουμε με τα μνημόνια. Να τελειώσουμε με τη λιτότητα και να στηρίξουμε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες», τόνισε ο επικεφαλής της Λαϊκής Ενότητας, Παναγιώτης Λαφαζάνης  στον ραδιοσταθμό «Πρακτορείο 104,9 FM» του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Τα μνημόνια ακυρώνονται και οι εφαρμοστικοί τους νόμοι ακυρώνονται, με κανονικές, θεσμικές, κοινοβουλευτικές, δημοκρατικές διαδικασίες και αυτές έπρεπε να ακολουθήσει η κυβέρνησή μας και όχι να πάει σε ένα δρόμο, δυστυχώς ένα δρόμο καταστροφικό, να υπογράψει και ένα νέο, τρίτο μνημόνιο» είπε ο Π. Λαφαζάνης.
«Η Ελλάδα είχε εναλλακτική λύση, έχει εναλλακτική λύση και θα έχει εναλλακτική λύση απέναντι στα μνημόνια. Αλίμονο, εάν η σκλαβιά, θεωρείτο μονόδρομος. Αλίμονο εάν η υποταγή, η κηδεμονία, η νεοαποικιοποίηση ήταν ο μονόδρομος λαών και χωρών».
Σε ερώτηση εάν πιστεύει ότι η απελθούσα κυβέρνηση θα μπορούσε πιο εύκολα να κινηθεί σε αυτή την «εναλλακτική» λύση που προτείνει ο ίδιος, αντί της επιλογής που επιλέχθηκε, ο Π. Λαφαζάνης απάντησε:

«Καταρχήν, κανένας δρόμος και καμία επιλογή, εδώ που έχουμε φτάσει, δεν είναι εύκολος, ούτε εγώ έχω στο τσεπάκι μου τη μαγική συνταγή για να υποδεικνύω εύκολους δρόμους. Αν δεν ακολούθησε ο Αλέξης ο Τσίπρας μια εναλλακτική επιλογή απέναντι στο νέο μνημόνιο, το γιατί, θα τον ρωτήσετε πρώτα τον ίδιο. Κατά τη γνώμη μου, αυτός ο δρόμος, ο εναλλακτικός δρόμος προϋπέθετε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ θα έπρεπε να διακινδυνεύσει τη σύγκρουση με το κυρίαρχο κατεστημένο μπλοκ της ΕΕ και κυρίως το κατεστημένο της Γερμανίας. Μπροστά σε αυτό το δίλημμα η κυβέρνηση τελικά επέλεξε το μνημόνιο και όχι τη διακινδύνευση μιας σύγκρουσης με το ευρωπαϊκό κατεστημένο και  το ενδεχόμενο, μιας εναλλακτικής λύσης που μπορούσε να οδηγήσει κι έξω από την ευρωζώνη. Μπροστά σε αυτό το δίλημμα η επιλογή υπήρξε μνημόνιο. Κι αυτό ήταν, είναι ένα ιστορικό, ένα τραγικό λάθος για τη χώρα, διότι τα μνημόνια δεν έχουν τέλος. Με τα μνημόνια το μόνο που πετυχαίνει κανείς είναι να καταστρέφει όλο και περισσότερο αυτόν τον τόπο και να εξουθενώνει τον λαό μας χωρίς καμία ελπίδα και χωρίς καμία προοπτική» σημείωσε.

«Η έξοδος από την ευρωζώνη δεν είναι ένας ανθόσπαρτος δρόμος, αλλά πρέπει να σταματήσει η τρομοκρατία και η καταστροφολογία και η δαιμονολογία γύρω από την έξοδο» πρόσθεσε ο Π. Λαφαζάνης.

Ο επικεφαλής της Λαϊκής Ενότητας υπογράμμισε ότι πρέπει «να τελειώσουμε με τα μνημόνια και τη λιτότητα», να στηριχθούν «μισθοί, συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες», να ανακοπούν οι ιδιωτικοποιήσεις, να υποστηριχθούν οι στρατηγικές δημόσιες επιχειρήσεις και να ανασυγκροτηθούν, να στηριχθεί και να αξιοποιηθεί η δημόσια περιουσία, να προστατευτούν οι εργατικές κατακτήσεις, να σταματήσει η πολιτική υποτέλειας και υποδούλωσης», και να εγκαταλειφθεί η λογική της «φορολεηλασίας» που, όπως είπε, αντί να φέρνει έσοδα στο δημόσιο, φέρνει ύφεση, περισσότερα δημοσιονομικά προβλήματα  και «άρα νέα μέτρα σε έναν απέραντο φαύλο κύκλο».

«Αν μπορούσαν αυτά τα πράγματα να γίνουν εντός ευρώ εμείς δεν θα είχαμε καμία αντίρρηση, δεν έχουμε φετίχ με τα νομίσματα. Αλλά δυστυχώς η ευρωζώνη και το ευρώ δεν συνιστά απλώς ένα νόμισμα. Αυτό που αντιπροσωπεύει είναι ένα σκληρό μονεταριστικό νεοφιλελεύθερο αντικοινωνικό πρόγραμμα, που στην περίπτωση της Ελλάδας, εκφράζεται με νεοαποικιακά μνημονιακά προγράμματα», είπε ο Π. Λαφαζάνης και συνέχισε:
«Προκειμένου να εφαρμόσουμε το πρόγραμμά μας είμαστε υποχρεωμένοι να περάσουμε στο εθνικό μας νόμισμα, να ανακτήσουμε την εθνική νομισματική μας κυριαρχία και μαζί και την κυριαρχία μας, προκειμένου να τονώσουμε την οικονομία μας, να προσφέρουμε ρευστότητα στην ελληνική οικονομική δραστηριότητα για να μπούμε σε νέα τροχιά, για να μπούμε σε καινούργια αναπτυξιακή πορεία. Αν δεν τον κάνουμε αυτό, η μνημονιακή μπότα θα είναι πολλά χρόνια στη χώρα μας, χωρίς να μας δίνει καμία προοπτική».

ΑΠΟ ΙΣΚΡΑ Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2015