Νεοθωμανισμός, στον δρόμο για το νέο Σουλτανάτο (μέρος B΄)



Του Γιώργου Ρακκά από το Άρδην τ. 104 
Σε ό,τι αφορά στο εσωτερικό της χώρας, το νεοθωμανικό κατεστημένο διολισθαίνει προς τον καθαρό ολοκληρωτισμό. Ο Ερντογάν θα επιδιώξει συνταγματική μεταρρύθμιση και εγκαθίδρυση ενός προεδρικού, εξαιρετικά συγκεντρωτικού μοντέλου. Στον αγώνα για την εξασφάλιση της αυξημένης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, την οποία το κόμμα του δεν διαθέτει, χρησιμοποιεί κυρίως δύο εργαλεία: Μια στρατηγική συμμαχία με την ηγεσία του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP), με την οποία έχουν έλθει κοντά στο πλαίσιο του πολέμου εναντίον των Κούρδων. Τη δίωξη των βουλευτών του HDP, με σκοπό τη διενέργεια επαναληπτικών εκλογών και την ενίσχυση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κυβερνώντος κόμματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτή την προσπάθεια η μία εξέλιξη ευνοεί την άλλη, καθώς, όσο εντείνεται ο αγώνας εναντίον του κουρδικού στοιχείου, άλλο τόσο διευρύνεται η επιρροή του Ερντογάν στις τάξεις των εθνικιστών, τόσο στην ηγεσία όσο και στη βάση του κόμματος.
Ενδεικτικό περιστατικό της ανοιχτής συμμαχίας του προεδρικού μεγάρου και της ηγεσίας του MHP, είναι η παρέμβαση της… αστυνομίας για τη ματαίωση ενός έκτακτου συνεδρίου, οργανωμένου από την εσωκομματική αντιπολίτευση των Εθνικιστών, προκειμένου να καταγγελθεί η φιλοερντογανική στροφή του Μπαχτσελί. Λίγες μέρες μετά, η ασυλία των Κούρδων βουλευτών θα αρθεί με τις σύμφωνες ψήφους της κοινοβουλευτικής ομάδας του MHP (1)…
Δεύτερον, με την έξωση του Νταβούτογλου, ο Ερντογάν ολοκληρώνει τις εσωκομματικές εκκαθαρίσεις. Πλέον, σε αυτό το μέτωπο, ο δρόμος για την ολοκλήρωση του νεοθωμανικού καθεστώτος είναι ανοιχτός: Ο νέος πρωθυπουργός, Μπιναλί Γιλντιρίμ, θεωρείται όχι μόνον αχυράνθρωπος του προέδρου, αλλά και ένας από τους πιο ένθερμους οπαδούς του ερντογανικού φαραωνισμού. Σύμφωνα με τον Μουσταφά Ακιόλ, δημοσιογράφο στη Χουριέτ: «Ο Γιλντιρίμ θήτευσε ως υπουργός μεταφορών και έχτισε ένα προφίλ πετυχημένου διαχειριστή μεγάλων κατασκευαστικών έργων, νέων αυτοκινητοδρόμων, τρένων υψηλής ταχύτητας, τούνελ, αεροδρομίων και γεφυρών» (2). Η ανάδειξή του σε πρωθυπουργό δίνει νέα ώθηση στη διαπλοκή του κράτους και του κατασκευαστικού τομέα και, μέσω αυτής, στην ανάδυση μιας νέας οικονομικής ελίτ, προσκολλημένης στο προεδρικό μέγαρο.
Τρίτον, στο κοινωνικό πεδίο, ενισχύονται σε όλες τις δυνατές εκφράσεις οι τάσεις προσωπολατρίας και ένα πολιτικό κλίμα τυφλής προσήλωσης στη βούληση του νεο-Σουλτάνου. Δεν είναι μόνον η ισχυροποίηση των Οθωμανικών Εστιών, ταγμάτων εφόδου που πρόσκεινται στο Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και επιδίδονται σε έναν μαχητικό ισλαμοφασισμό στους δρόμους των μεγάλων πόλεων της χώρας· είναι και ένα διάχυτο κλίμα απόλυτης υποταγής στη βούληση του Προέδρου, που εκδηλώνεται μέσα από δημόσιες τοποθετήσεις αξιωματούχων και προσωπικοτήτων της δημόσιας ζωής. Ενδεικτικό αυτού του κλίματος, είναι ένα άρθρο του δημάρχου της Άγκυρας, Μελίχ Γκοκτσέκ, που δημοσιεύτηκε στην φιλοερντοαγνική εφημερίδα Αναντολού το οποίο τιτλοφορούνταν, «Η υποταγή στον ηγέτη είναι καθήκον» και έγραφε μεταξύ άλλων πως «η έννοια του ηγέτη και της απόλυτης υποταγής σε αυτόν είναι κομμάτι της πίστης μας και της κρατικής μας παράδοσης… ο ηγέτης μπορεί να κάνει λάθη, η υποταγή όμως στη βούλησή του πρέπει να είναι δεδομένη» (3).
Ως προς την εξωτερική στάση της χώρας, ενισχύεται η τάση απομάκρυνσης από τη Δύση και ιδιαίτερα την Ε.Ε.: Ήδη, ο Ερντογάν κατήγγειλε τη συμφωνία Ε.Ε. και Τουρκίας για το προσφυγικό, χρεώνοντάς την σε μονομερείς ενέργειες του Αχμέτ Νταβούτογλου και βάζοντας έτσι στον πάγο την ευρωτουρκική προσέγγιση, η οποία φάνηκε να διέρχεται μια νέα θερμή φάση κατά τους τελευταίους μήνες. Με την εμπρηστική στάση του Ερντογάν απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο το ενδεχόμενο να χορηγηθεί βίζα στην Τουρκία και έτσι να επιτραπεί η ελεύθερη κυκλοφορία των Τούρκων πολιτών στις ευρωπαϊκές χώρες –εξέλιξη που θα αποτελούσε ένα αποφασιστικό βήμα για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Την ίδια στιγμή, επιταχύνεται περισσότερο η στροφή προς την Ανατολή και τον Νότο και η περαιτέρω προσέγγιση με χώρες του μουσουλμανικού τόξου. Σε αυτή την εξέλιξη συμβάλλει και ο εντεινόμενος ρωσοτουρκικός ανταγωνισμός, με τις συνακόλουθες κυρώσεις που επιβάλλει ο Πούτιν στις εισαγωγές τουρκικών προϊόντων, καθώς αυτό ενισχύει τη στροφή της τουρκικής οικονομίας προς την Κεντρική Ασία, χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής.
Ήδη, από τον Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους, ο Ερντογάν θα επιδιώξει ενίσχυση των δεσμών οικονομικής συνεργασίας με το Κατάρ, προκειμένου να καλύψει το κενό που άφησαν πίσω τους οι ρωσικές κυρώσεις: Νέα επενδυτικά σχέδια καταρτίζονται προς αυτή την κατεύθυνση, που θέλουν την Τουρκία να εισάγει φυσικό αέριο από το Κατάρ και να εξάγει στο εμιράτο αγροτικά προϊόντα, μηχανολογικό εξοπλισμό, οχήματα και υφάσματα. Επίσης, η Τουρκία προσβλέπει στα Κρατικά Επενδυτικά Κεφάλαια (SWF) του Κατάρ, προκειμένου να αναβαθμίσει τις ξένες επενδύσεις στους κλάδους της ενέργειας, των μεταφορών και, βεβαίως, στον κτηματομεσιτικό τομέα και τις κατασκευές (4).
H στροφή προς τις αγορές της Κεντρικής Ασίας, της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής έχει μια παράδοξη επίδραση στη σύνθεση των τουρκικών εξαγωγών, που, με τη σειρά της, οδηγεί στην αναβάθμιση του ρόλου της πολεμικής βιομηχανίας (και, άρα, του στρατού) στο εσωτερικό – παράγοντας που επίσης ευνοεί τον ραγδαίο εκμιλιταρισμό του καθεστώτος (ιδιαίτερα αν συνυπολογίσουμε τις γενικές εκκαθαρίσεις που εξαπολύει στο βόρειο Κουρδιστάν εναντίον του κουρδικού λαού).
Μπορεί υπό το βάρος των ρωσικών κυρώσεων, αλλά και της εντεινόμενης ύφεσης των ευρωπαϊκών οικονομιών, οι τουρκικές εξαγωγές να συρρικνώθηκαν (μείωση κατά 8,4% ή 4,2 δισ.$ το πρώτο τετράμηνο του 2016, σε σχέση με το προηγούμενο), ωστόσο η πολεμική βιομηχανία αποτέλεσε θαυμαστή εξαίρεση. Κατά την ίδια περίοδο, οι εξαγωγές της αυξήθηκαν κατά… 23% σε σχέση με πέρυσι, από τα 460 εκ.$ στα 556εκ.$. Σημασία βέβαια δεν έχει το μέγεθος, που προς το παρόν δεν αρκεί για την ανάσχεση των καθοδικών τάσεων, αλλά η δυναμική: Οι τούρκικες εξαγωγές της πολεμικής βιομηχανίας θα αυξηθούν κατά… 98% την τελευταία πενταετία (!), από 832 εκ.$ το 2009 στα 1,65$ το 2014. Η ενίσχυση της πολεμικής βιομηχανίας στο μερίδιο των εξαγωγών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε ανοίγματα της Τουρκίας σε νέες αγορές, που προτιμούν τα φθηνότερα τουρκικά προϊόντα από τα δυτικά. Το Πακιστάν, το Αζερμπαϊτζάν και οι υπόλοιπες κεντρασιατικές χώρες είναι οι καλύτεροι πελάτες της πολεμικής βιομηχανίας, μετά τις χώρες της Δύσης, που αγοράζουν τις μισές από τις τουρκικές εξαγωγές. Στη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική αυξημένο μερίδιο εμφανίζουν η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, το Κουβέιτ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, η Τυνησία και η Ιορδανία· στη δε υποσαχάρια Αφρική αναβαθμίζονται οι συναλλαγές με το Ντζιμπουτί, την Αιθιοποία, το Μάλι και την Κένυα (5).
H διπλωματική κινητικότητα των Τούρκων στο ισραηλοπαλαιστινιακό μέτωπο είναι επίσης χαρακτηριστική για τον ρόλο που επιθυμεί να αναλάβει ο Ερντογάν στην ευρύτερη περιοχή. Στα τέλη Φεβρουαρίου, οι ισραηλινές εφημερίδες ανέφεραν πρόοδο στις ισραηλοτουρκικές διαπραγματεύσεις γύρω από μια πρόταση που κατέθεσε η τουρκική πλευρά, για την έμμεση άρση του εμπάργκο στη Γάζα. Σύμφωνα με αυτήν, προβλέπεται η κατασκευή ενός τεχνητού λιμένα στα ανοιχτά, ο οποίος θα τελεί υπό τουρκικό έλεγχο και θα αναλάβει τη διακίνηση των προϊόντων από και προς τη Γάζα. Η μεταφορά των προϊόντων θα γίνεται μέσω μιας γέφυρας που θα τελεί υπό ισραηλινό έλεγχο. Η Χαμάς χαιρέτισε τις εξελίξεις, ωστόσο οι οργανώσεις που πρόσκεινται στην παλαιστινιακή αρχή της Δυτικής Όχθης τις αντιμετώπισαν με επιφύλαξη και σκεπτικισμό, καθώς πιστεύουν ότι η πρόταση πραγματοποιείται στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδιασμού Τουρκίας και Κατάρ για τη σταδιακή αποκοπή της Γάζας από την υπόλοιπη Παλαιστίνη και τη μεμονωμένη διευθέτηση του καθεστώτος της, μέσω της εγκαθίδρυσης ενός προστατευόμενου εμιράτου. Ορθώς, οι κοσμικές παλαιστινιακές οργανώσεις διαγιγνώσκουν πίσω από αυτά τα σχέδια την πρόθεση να διασπαστεί η ενότητα του παλαιστινιακού μετώπου (6).
Όλες αυτές οι εξελίξεις καθιστούν σαφές ότι η σουλτανοποίηση της Τουρκίας αποτελεί μια εξέλιξη η οποία δεν αφορά μόνον στο εσωτερικό της χώρας· άρρηκτα δεμένη με αυτήν τη διαδικασία είναι και η προσπάθεια του Ερντογάν να προσαρμόσει την εξωτερική πολιτική της χώρας του σε ένα είδος σύγχρονου σουλτανάτου, που θα επιδιώξει να εκφράσει όλον τον μουσουλμανικό σουνιτικό κόσμο.
Η αυταρχικοποίηση στο εσωτερικό αποτελεί εξάλλου μέρος ενός ευρύτερου ρεύματος ενίσχυσης των φονταμενταλισμών στους κόλπους του σουνιτικού κόσμου, εξέλιξη η οποία θα λάβει νέα ορμή έπειτα από τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη. Οι τελευταίες, δε, εξελίξεις, αναφορικά με το φονταμενταλιστικό μπλοκ, αφήνουν ένα μεγάλο κενό, το οποίο η Τουρκία σπεύδει να καλύψει: Το ισλαμικό χαλιφάτο κλυδωνίζεται υπό την προέλαση του Άσαντ· την ίδια στιγμή, η Σαουδική Αραβία είναι υπερβολικά ταυτισμένη με τους Δυτικούς ώστε να παίξει ανοιχτά ρόλο εκπροσώπησης του μπλοκ σε διεθνές επίπεδο· το δε Κατάρ είναι πολύ μικρό για να ανταπεξέλθει από μόνο του σε έναν τέτοιο ρόλο. Η δυνατότητα, επομένως, που υφίσταται για την Τουρκία είναι αντικειμενική και διατηρεί ρεαλιστικό βάθος –πράγμα που αποτελεί γεγονός, σε πείσμα όσων θέλουν να προβάλλουν τις τελευταίες εξελίξεις στη γειτονική χώρα ως αποκλειστική απόρροια της δικτατορικής παράνοιας του νέου Σουλτάνου.
Το παραλήρημα ισχύος που καθημερινά εξαπολύεται από το μεγαλύτερο προεδρικό μέγαρο στον κόσμο, σελτζουκικής αρχιτεκτονικής, κόστους 615 εκ. $, χωρητικότητας 1.105 δωματίων, που εκτείνονται συνολικά στα 300.000 τ.μ., δεν είναι μόνον προσωπικό.
Αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα ενός ολόκληρου κόσμου μέσα στην τουρκική κοινωνία, που ισχυροποιήθηκε σταδιακά, δημογραφικά, και κατόπιν πολιτικά και οικονομικά καθ’ όλη τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Πλέον, εξαιτίας και της άνισης δημογραφικής πραγματικότητας μεταξύ της μουσουλμανικής Ανατολίας και των κοσμικότερων παραλίων, που έχουν υιοθετήσει τρόπους ζωής και ρυθμούς γεννητικότητας ευρωπαϊκής κοπής, αυτός ο κόσμος τείνει να καταστεί κυρίαρχος στο εσωτερικό της χώρας.
Βεβαίως, καθώς ο οθωμανισμός του 21ου αιώνα, που πλέον εμφανίζει ολοένα και περισσότερες αναλογίες με τον παλαιό οθωμανισμό, τείνει να καταστεί πραγματικότητα, πυκνώνουν οι αντισυσπειρώσεις και οι αντικαθεστωτικές τάσεις μέσα στις πιο κοσμικές μερίδες της τουρκικής κοινωνίας, στις πολιτιστικές και εθνικές μειονότητες (Κούρδοι, αλεβίτες κ.ο.κ.). Το γεγονός αυτό προκαλεί μια παροξυστική πόλωση: Στην αντίπερα όχθη ενισχύονται όλες οι αντικαθεστωτικές τάσεις: Το κουρδικό κίνημα ενισχύεται εν μέσω της καταστολής, η ριζοσπαστικοποίηση των αλεβιτών εντείνεται και, επίσης, ολοένα και περισσότερες φωνές, του πνευματικού κόσμου τείνουν να χειραφετηθούν από την ιστορική τύφλωση του κεμαλισμού και του οθωμανισμού· ολοένα και περισσότερες φωνές, έρχονται να υποστηρίξουν ότι το πρόβλημα εκδημοκρατισμού της χώρας είναι δομικό, έλκει τις ρίζες του στις ιδρυτικές γενοκτονίες που διέπραξαν οι θεμελιωτές της σύγχρονης Τουρκίας, καθώς και στην πρότερη αντιδραστική φύση της οθωμανικής εξουσίας. Ίσως αυτός να είναι και ο βαθύτερος λόγος που το κατεστημένο του νεο-Σουλτάνου έχει εξαπολύσει ένα όργιο λογοκρισίας και διώξεων στα πανεπιστήμια της χώρας.
Ποιο μπορεί να είναι το συμπέρασμα από όλα αυτά; Οι επόμενοι μήνες θα είναι ιδιαίτεροι κρίσιμοι, καθώς κυοφορούνται αλλαγές στην πολιτική σημαντικών παραγόντων που θα επηρεάσουν και την μετεξέλιξη της Τουρκίας: Οι αμερικάνικες προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, η εντεινόμενη πολιτική κρίση εντός της Ε.Ε. είναι οι κυριότερες ανεξάρτητες μεταβλητές αυτής της εξίσωσης. Πέραν όμως αυτού, ένα είναι βέβαιο: Με τον τρόπο που πολιτεύεται ο Ερντογάν στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, ολοένα και περισσότερο επανέρχεται στη συνείδηση της διεθνούς κοινής γνώμης η εικόνα της Τουρκίας ως «φυλακής των λαών». Και αυτό το γεγονός αποτελεί ένα ευνοϊκό σημείο αφετηρίας για να αναπτυχθεί μια πολιτική ανάσχεσης του επεκτατικού και αυταρχικού παραληρήματος: Ένα μέτωπο εντός κι εκτός της Τουρκίας, των δυνάμεων και των λαών που απειλούνται κατ’ εξοχήν από αυτόν. Αρκεί να το επιθυμεί κανείς, και αρκεί να μη στηρίζει την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία στους λιγότερο ή περισσότερο συνδεδεμένους με το τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής μουσουλμάνους βουλευτές – όπως συμβαίνει σήμερα με τον Αλέξη Τσίπρα…

Δεν υπάρχουν σχόλια: