Γιατί η μετάβαση στη δραχμή αποτελεί μονόδρομο


                      03/04/2016 

Η αρνητική αντιμετώπιση του εθνικού μας νομίσματος από την  πλειονοψηφία των Ελλήνων,  μπορεί να δικαιολογηθεί, μόνο,   αν πιστεύουν πρώτον, ότι  η σωτηρία μας είναι εντός των Μνημονίων και δεύτερον ότι οι δανειστές μας πασκίζουν για τη σωτηρία μας, την ανάπτυξή μας και την ταχεία έξοδό μας από την κρίση.Θεωρώ και τις δύο αυτές υποθέσεις αυταπόδεικτα αστήρικτες και θα πρόσθετα και παρανοϊκές. Αλλά, αν έτσι είναι

τότε η  μοναδική λύση στο ελληνικό δράμα βρίσκεται εκτός Μνημονίων και τότε  το εθνικό μας νόμισμα εμφανίζεται, πράγματι, ως μονόδρομος. Την παράλογη απέχθεια των Ελλήνων  προς το εθνικό τους νόμισμα, θα την αποδώσω  στην απεριόριστη  εξουσία των  ΜΜΕ, και στη δυνατότητά τους να μεταβάλλουν την πραγματικότητα,   δημιουργώντας μέσω της επανάληψης,   εσφαλμένες εντυπώσεις και πεποιθήσεις. Ωστόσο, αυτή φαίνεται να τελειώνει, αφού η τελευταία ευρωπαϊκή έρευνα δίνει 44% υπέρ της δραχμής και μόνον 42% υπέρ του ευρώ, ενώ ταυτόχρονα περισσότερο από 60% των Ελλήνων πιστεύουν ότι τα αποτελέσματα του ευρώ ήταν βλαβερά για την Ελλάδα.

ΜΕΡΟΣ Ι. Στον μνημονιακό αστερισμό δεν υπάρχει ελπίδα σωτηρίας

Το πόσο ουτοπική είναι η υπόθεση προσμονής θετικών αποτελεσμάτων, από την εφαρμογή των Μνημονίων τώρα και στο διηνεκές, προκύπτει  από την μέχρι σήμερα τραυματική  εξαετή  εμπειρία από αυτά, αλλά και από το σύνολο των  λογικών προβλέψεων για το μέλλον.

Α. Οι συνέπειες των Μνημονίων  μέχρι σήμερα

Η εφαρμογή των Μνημονίων επιδείνωσε όλους ανεξαιρέτως τους βασικούς οικονομικούς, κοινωνικούς και ψυχολογικούς δείκτες, έτσι που να είναι αυτόχρημα φαιδρές όλες οι κατά καιρούς διαβεβαιώσεις  κυβερνητικών, που  δήθεν διαπιστώνουν success stories, άμεση έξοδο στις αγορές, καταγραφή θετικών αναπτυξιακών ρυθμών και άλλα παρόμοια.

Ενδεικτικά θα υπενθυμίσω κάποιες κραυγαλέες περιπτώσεις  καθολικής επιδείνωσης  στην Ελλάδα και εν συνεχεία θα αναφερθώ σε προβλέψεις για τις εξελίξεις στο μέλλον.  Από τα μέχρι τώρα αποτελέσματα προκύπτει, αναμφίβολα, ότι  οι μαχαιριές στην οικονομία και κοινωνία της χώρας στόχευσαν με ακρίβεια στο σύνολο των ζωτικών διαρθρώσεων και λειτουργιών της, έτσι που η ανόρθωσή της να αποτελεί όνειρο θερινής  νυκτός.  Σε πρόσφατη δήλωση ο πρόεδρος των Ελλήνων βιομηχάνων είπε  ότι θα χρειαστούν  γύρω στα100δις ευρώ για να ξανασταθεί στα πόδια της η οικονομία. Τα θεωρώ ανεπαρκή, γιατί η οικονομία μας έχει διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη. Αυτή η καταστροφή που συνεχίζεται, και μάλιστα με εντεινόμενους ρυθμούς, είναι παρανοϊκό να υποστηρίζεται ότι αποβλέπει  στη σωτηρία μας.

*Μακροοικονομικά δεδομένα[1].

Στην αρχή της κρίσης το χρέος  αντιπροσώπευε περίπου 100%  του τότε ΑΕΠ, και ήταν βιώσιμο.  Σήμερα, και παρά το αποτυχημένο, επειδή ανεπίτρεπτα αργοπορημένο “κούρεμα”, το ποσοστό  του χρέους  έχει περίπου διπλασιαστεί, στο  ΑΕΠ. Και συνεχίζει να σκαρφαλώνει  ακάθεκτο έτσι που  σε απόλυτους αριθμούς, από 324 δις ευρώ το 2014,  θα  φθάσει το 2016 στα 337,6  αντίστοιχα.  Για την περίοδο  2007-2015 διαπιστώνεται δραματική και χωρίς προηγούμενο, για οικονομία σε ειρήνη, πτώση του κατά κεφαλή ΑΕΠ κατά 27,6%, που αντιστοιχεί σε 70 δις ευρώ και  σε απώλεια εισοδήματος, για κάθε Έλληνα πολίτη, ίση με 6.100 ευρώ το χρόνο. Το ελληνικό κατά κεφαλή ΑΕΠ αναλογούσε στο 84,4% του αντίστοιχου Μ.Ο. των κρατών-μελών της ΕΕ, και τώρα εκτιμάται μόνο στο 53,6%[2]. Η επίσημη  ανεργία  έφθασε στο 27%, ενώ  η ανεπίσημη  αγγίζει εφιαλτικά ύψη, αν ληφθεί υπόψη και η σημαντική υποχώρηση της πλήρους απασχόλησης προς όφελος αβέβαιων και ανασφαλών μορφών της. Πριν από την έναρξη της κρίσης η ανεργία ήταν μόνον 7.8%. Η ιδιωτική κατανάλωση, που αποτελεί την ατμομηχανή της οικονομικής ανάπτυξης έχει δραματικά συρρικνωθεί  κατά περίπου 47 δισεκατομμύρια ευρώ. Ούτε και οι φετινές γιορτές  μπόρεσαν να την ανακάμψουν,  αφού ο τζίρος έπεσε κατά 8% σε σχέση με  τον αντίστοιχο περυσινό, και σε σύγκριση με την έναρξη της κρίσης κατά περίπου 50%[3].  Εικόνα πανωλεθρίας εμφανίζει η επένδυση, δημόσια και ιδιωτική, αφού οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου από 57,2 δις ευρώ πριν από την κρίση,  ελαχιστοποιήθηκαν  στα 18,7 δισεκατομμύρια ευρώ.  n

Μισθοί και συντάξεις έχουν καταποντιστεί. Και στον χώρο των επιχειρήσεων η τελευταία έκθεση της Price Water House Coopers (PwC) που αφορά σε 2.824 ελληνικές επιχειρήσεις με έσοδα άνω των 10 εκατ. ευρώ, καταλήγει στο εφιαλτικό συμπέρασμα ότι  το 40%, περίπου, από  αυτές είναι υπερδανεισμένες, χωρίς καμιά  πιθανότητα επιβίωσης.  Ο δείκτης των αυτοκτονιών[4], έχει  αυξηθεί, από 3,35 ανά 100.000 για την περίοδο 2003-2010 σε 4,56 το 2012 αντίστοιχα. Όπως θα ήταν αναμενόμενο, το 44% των Ελλήνων κατακλύζονται  από αρνητικά συναισθήματα, όπως φόβο, ανασφάλεια, αγωνία, απογοήτευση, αγανάκτηση  και θυμό. Αλλά  και η υγεία των Ελλήνων με  χαμηλά εισοδήματα  εμφανίζει τάση επιδείνωσης, αφού το  25% αδυνατεί να εξασφαλίσει  τα φάρμακα και τη θεραπεία που  έχει ανάγκη. 42% των ερωτηθέντων αντιμετωπίζουν χρόνια νοσήματα[5]. Η πιο καταστρεπτική, γιατί γενικά μη αντιστρέψιμη εξέλιξη της κρίσης είναι, αναμφίβολα, η μαζική φυγή εγκεφάλων, προς αναζήτηση καλύτερης τύχης. Το κόστος αυτής της φυγής εκτιμάται στο αστρονομικό ποσό των 170 δισεκατομμυρίων ευρώ[6].

*Δημοσιονομικά.και χρηματοπιστωτικά

Η φοροκαταιγίδα, στην οποίαν κατέφυγαν οι προηγούμενες και η παρούσα κυβέρνηση, απέβλεπε στην ικανοποίηση των ολοένα πιο απάνθρωπων απαιτήσεων των δανειστών. Λησμόνησαν, ωστόσο, ότι σε περίοδο  συνεχώς μειούμενων εισοδημάτων, η φοροκαταιγίδα είναι καταδικασμένη να καταλήξει σε αποτελέσματα διαμετρικά αντίθετα από τα επιδιωκόμενα, καθώς  ολοένα μεγαλύτερο ποσοστό των φορολογουμένων βρίσκεται σε αντικειμενική αδυναμία εκπλήρωσης των  υποχρεώσεών του. Έτσι, ενώ το 2009 τα δηλωθέντα εισοδήματα φυσικών προσώπων  ήταν 100,3 δις ευρώ,  το 2014 δεν ήταν παρά μόνο 73 αντίστοιχα.
Αναφορικά, με το σύνολο των φορολογικών εσόδων της χώρας, αυτά  ήταν το 2009 51.266 δις ευρώ και το 2015 εκτιμάται ότι θα είναι μόνο 43.162 αντίστοιχα. Το κράτος αδυνατεί   να εκπληρώσει  τις υποχρεώσεις του. Και σε αυτόν  τον κρανίου τόπο, κάποιοι αναζητούν πρωτογενές πλεόνασμα, που  για το 2015 αναγγέλλεται της τάξεως  του 4,3 δις ευρώ[7] και, φυσικά, βουτηγμένο στο αίμα. Ωστόσο, ο τραγικός τρόπος δημιουργίας του, ουδόλως εμποδίζει το κουαρτέτο, αλλά  και την Κυβέρνηση να το εξαγγέλλει θριαμβευτικά.   Οι φόροι, που πληρώθηκαν το 2014 έφθασαν στο, όντως, αδιανόητο ποσοστό του 53,3% των εισοδημάτων των πολιτών. 

Κάτω από αυτές τις δραματικά ανθυγιεινές συνθήκες πως  να υποστηριχθεί, σοβαρά, η ανάκαμψη της οικονομίας; Να πάμε και στην τραγωδία των καταθέσεων, που τελικά οδήγησε στα capital controls[8]. Το διαθέσιμο χρήμα  έχει μειωθεί από 262 δις  ευρώ το 2009  σε  153 τώρα. Ακόμη, η  Ελλάδα  έχει, ουσιαστικά, μείνει χωρίς τράπεζες. Πράγματι, αφού από την αρχή της κρίσης χάθηκαν 3.500 καταστήματα και 50.000 θέσεις εργασίας εντός και εκτός της χώρας, τελικά η  αξία τους μηδενίστηκε, και από περίπου 215 δις ευρώ σταθμισμένο ενεργητικό, τελικά,  καταληστεύτηκαν  από ξένα funds, που τις  άρπαξαν για το εξευτελιστικό ποσό των 750 εκατομμυρίων ευρώ, και έτσι χάθηκαν και τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ που δανείστηκαν οι Έλληνες για την ανακεφαλαιοποίησή τους.

Β. Οι προοπτικές για το μέλλον

Παρά  τα συντρίμμια, που έφερε η  εσφαλμένη πολιτική των Μνημονίων, οι αρμόδιοι τολμούν να υπόσχονται  ότι το μέλλον μας θα είναι καλύτερο. Δυστυχώς, όμως, θα είναι χειρότερο, και μάλιστα στο διηνεκές. Ιδού μερικά συντριπτικά στοιχεία όχι μόνο για την παρούσα, αλλά και για τις επερχόμενες γενιές αρχίζοντας με  τις  προβλέψεις   της παγκόσμιας έκθεσης του 2015 από την εταιρία PROGNOS ΑG[9]. Σύμφωνα με αυτές, και με την υπόθεση ότι  η Ελλάδα θα παραμείνει  στην Ευρωζώνη, το χρέος στο ΑΕΠ, αναμένεται να αναρριχηθεί στο 245%  του ΑΕΠ το 2022,  ενώ παράλληλα και μέχρι το 2020 η οικονομία θα συρρικνώνεται με ετήσιο ρυθμό 0,8%. Υπολογίζεται, εξάλλου ότι η ανεργία θα χρειασθεί 25 χρόνια για να πέσει κάτω από το 10% του ενεργού πληθυσμού και μόνο το 2034 η Ελλάδα θα επιστρέψει στο επίπεδο που βρισκόταν πριν από την κρίση.
Για το 2016 προβλέπεται, ακόμη, συνέχιση της πτώσης των εσόδων του Κράτους, κυρίως από την άμεση φορολογία, αλλά και πτώση  δραματική των εσόδων κοινωνικής ασφάλισης που θα περιοριστούν στα 19 δισεκατομμύρια ευρώ από 26 που ήταν αντίστοιχα πριν από την κρίση. Δεκάδες  πολίτες, που έπρεπε να είναι στην εντατική,  δεν μπορούν να εξασφαλίσουν κρεβάτι στα νοσοκομεία. Για το 2016 αναμένεται περαιτέρω πτώση του κατά κεφαλή εισοδήματος, που θα φθάσει συνολικά στο 30% και η επίσημη ανεργία θα ανέλθει  σε 30% επίσης. Σε πείσμα της αφανισμένης οικονομίας μας, οι δανειστές απαιτούν μέχρι το 2018,   επιπλέον 7,5 δις ευρώ. Τέλος, συχνά, ακούμε διαβεβαιώσεις της μορφής, ότι αξίζει να υποστούμε και αυτήν την τελευταία θυσία, για να βγούμε από την επιτήρηση. Αυτές είναι εντελώς παραπειστικές, εφόσον η αλήθεια είναι ότι  θα είμαστε, αναγκαστικά,  υπό  επιτήρηση ώσπου να  αποπληρώσουμε το 75% του χρέους.

Β. Παντελώς αδικαιολόγητες  οι υποθέσεις ότι τα Μνημόνια θα σώσουν την Ελλάδα

Η Ελλάδα είναι τελειωμένη αν παραμείνει στη φαρμακερή αγκαλιά του κουαρτέτου. Η πραγματικότητα αυτή, αναγνωρίζεται εδώ και καιρό από εκπροσώπους  διεθνών οργανισμών, αλλά και  από πολυάριθμους οικονομολόγους-ερευνητές, όχι όμως από τις ελληνικές κυβερνήσεις.

Πράγματι, η αποτελεσματικότητα  προγραμμάτων, που περιστρέφονται γύρω από την  εσωτερική υποτίμηση, την ελαχιστοποίηση των μισθών, και τον ανθυγιεινό πανικό εναντίον του πληθωρισμού,  αμφισβητήθηκε, σχεδόν από την αρχή της εφαρμογής τους. Εντελώς, ενδεικτικά  αναφέρομαι στις επόμενες δηλώσεις/αναγνωρίσεις  σφαλμάτων:

-Η πιο σημαντική ομολογία του ότι το ελληνικό πρόγραμμα ήταν, εξαρχής, εσφαλμένο και ανίκανο να έχει θετική έκβαση, προέρχεται από τον, κατά κάποιο τρόπο πατέρα του, τον πρ. επικεφαλής οικονομολόγο του ΔΝΤ OlivierBlanchard, που στις αρχές του 2013,  δήλωσε ότι “η εκτίμηση των πολλαπλασιαστών δεν ήταν ορθή, με αποτέλεσμα να αναμένεται πολλαπλάσια  ύφεση  αυτής που αρχικά επιδιωκόταν”[10]. Αλλά, υπάρχει και δεύτερη πρόσφατη και συντριπτική έκθεση του ΔΝΤ[11]στην οποία αναγνωρίζεται  το έγκλημα, που διαπράχθηκε  εναντίον της Ελλάδας, με την  ομολογία:”Δεν υπολογίσαμε την αναδιάρθρωση χρέους-Παραβιάσαμε το καταστατικό”.  
Είχαν προηγηθεί ανάλογες αντιδράσεις, από την κυρία Christine Lagarde, τον πρώην Γενικό Διευθυντή του ΔΝΤDominique Strauss–Kahn,  τον καθηγητή Assoka Monti, το γνωστό οικονομολόγο Martin Wolf και εντελώς πρόσφατα με επιστολή τους  προς ΗΠΑ και ΕΕ, 15 Νομπελίστ  ζητούν να εφαρμοστούν πολιτικές που να εξασφαλίσουν ανάπτυξη στην Ελλάδα. Η έκθεση αφήνει αιχμές για το εσφαλμένο πρόγραμμα που επιβλήθηκε στην Ελλάδα από  την Τρόϊκα.  .
Πως αντέδρασαν οι ελληνικές κυβερνήσεις τότε και τώρα; Η απάντηση, όσο απίστευτη και αν είναι, είναι  ότι απλώς δεν αντέδρασαν, αλλά δέχθηκαν πειθήνια την περιφρονητική δήλωση/προτροπή του Γερμανού ΥΠΟΙΚ ότι   “το πρόγραμμα είναι άριστο, αλλά οι ανίκανοι Έλληνες δεν το εφαρμόζουν σωστά, και δεν έχουν παρά να εξακολουθήσουν τις μεταρρυθμίσεις”. Ένα ειδεχθές έγκλημα που κατάστρεψε ένα ολόκληρο έθνος, και παραμένει χωρίς τιμωρία, αλλά και χωρίς αλλαγή της εξαρχής λανθασμένης πολιτικής. 

Έγινε, τελικά, πιστευτή   αυτή η  εκδοχή του Γερμανού ΥΠΟΙΚ, που διαψεύδει το ΔΝΤ; Μα φυσικά  όχι, και μια από τις πολλές αποδείξεις είναι η απάντηση του  ίδιου υπουργού Οικονομίας της Γερμανίας στον πρ. Έλληνα υπουργό Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη,  όταν   του επέστησε την προσοχή ότι  “αυτό το πρόγραμμα  δεν θα επιτύχει”,  απάντησε με κυνισμό; ” Το γνωρίζω”[12].

Και να συνεχίσω με τον γνωστό Γερμανό οικονομολόγο Hans Werner Sinn του Ινστιτούτου ΙFO και σύμβουλο τουWolfgang Schäuble , ο οποίος   δήλωσε :[13] “Η Ελλάδα θα επανέλθει σε δύο χρόνια στη σημερινή κατάσταση, και τότε θα βγει από την Ευρωζώνη με διπλό νόμισμα”, δεδομένου ότι “το συμφωνημένο πρόγραμμα θα ναυαγήσει, και θα χρειαστεί και τέταρτο Μνημόνιο”. Και  εμείς, ως “πρόβατα για σφάξιμο” τι άραγε περιμένουμε;

* Οι  δανειστές, φυσικά, δεν θέλουν το καλό μας,  και αν και αυταπόδεικτο, ιδού μερικές κραυγαλέες αποδείξεις:

α) Αφού εξόντωσαν μισθωτούς και συνταξιούχους, οι δανειστές προχωρούν αδίστακτα στον αφανισμό των αγροτών και των επιχειρηματιών, που κατόρθωσαν, μέχρι στιγμής να επιβιώσουν. Η χαριστική βολή στην οικονομία μας που πνέει τα λοίσθια.

β)Απελευθερώνεται η πρόσβαση  των λεγόμενων funds (άλλως, κοράκια ), που θα αγοράζουν τα κόκκινα δάνεια των δανειοληπτών, που δεν μπορούν να τα ξεπληρώσουν στο 5%-50% της αξίας τους. Εξανεμίζονται, έτσι,  περιουσίες της τάξεως των 100 δισεκατομμυρίων ευρώ , που εκπροσωπούν τους  κόπους και τα όνειρα  ζωής περίπου 420.000 νοικοκυριών, και πολλά  από αυτά θα πυκνώσουν τις τάξεις των αστέγων.

γ) Με  συνοπτικές διαδικασίες προχωρεί το αναίσχυντο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. 14 αεροδρόμια, ουσιαστικά, χαρίστηκαν σε Γερμανούς, και αγνοήθηκε πολυτελώς το 72% του ΟΧΙ των Επτανησίων σε σχετικό δημοψήφισμα. Είναι, παράλληλα, έκδηλη η ανυπομονησία των δανειστών για την επιτάχυνση της εκποίησης της χώρας, προτού καταρρεύσει πλήρως η χώρα.   Τι είδους ανάπτυξη μπορεί, άραγε, να γίνει όταν δεν θα υπάρχει πια τίποτε για να αναπτυχθεί;

δ) Οι δανειστές έχουν το θράσος (και γιατί όχι, αφού γίνονται ασμένως αποδεκτά όσα παράλογα μας ζητούν )  να απαιτήσουν  από τη Γενική Γραμματεία εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών την πλήρη καταγραφή  με κάθε λεπτομέρεια, κάθε στοιχείου που βρίσκεται στην κατοχή των 10 εκατομμυρίων Ελλήνων. Και αυτά για αρπαγή.

Συμπέρασμα Μέρους Ι

Παρανοϊκό να πιστεύει κανείς  ότι το περιεχόμενο των Μνημονίων αποβλέπει στη σωτηρία μας. Πού είναι λοιπόν το αίσθημα αυτοσυντήρησής  μας;

Μέρος ΙΙ. Υπάρχει ελπίδα μόνον αν επανέλθουμε στο εθνικό μας νόμισμα   

Δεν θα επεκταθώ σε τεχνητής φύσης λεπτομέρειες για το πως θα πρέπει να γίνει αυτή η μετάβαση, αλλά θα παραπέμψω στην πράγματι εξαιρετική εισήγηση του καλεσμένου μας καθηγητή Gerard Lafay με τίτλο “Έξοδος από το ευρώ”, που πιστεύω ότι πρέπει να έχει μια όσο γίνεται  ευρύτερη κυκλοφορία. Να σας πληροφορήσω ακόμη ότι ο  καθηγητής  Gerard Lafay  έχει εκδώσει ένα βιβλίο για την Ελλάδα, που μόλις κυκλοφόρησε στο Παρίσι, με άρθρα Ελλήνων και Γάλλων υπέρ της επανόδου στο εθνικό μας νόμισμα, είναι αυτό και το συνιστώ σε  όσους διαβάζουν γαλλικά. Θα  αναφ, αναφερθώ απλώς,  στο  τι σημαίνει κυρίαρχο εθνικό νόμισμα και τι μπορούμε λογικά να αναμένουμε από την πιθανότητα εισαγωγής του.

Α. Που έγκειται η σπουδαιότητά του

Συχνά, όσοι είναι εναντίον μιας νέας δραχμής αμφισβητούν τις  δυνατότητές της με το επιχείρημα “τι περισσότερο θα κάνει η δραχμή που δεν το κατορθώνει το ευρώ”; Είναι, φυσικά, τραγικά λανθασμένη αυτή η άποψη. “Όχι μόνο επειδή το ευρώ είναι δανειζόμενο χρήμα, που μας δίνεται με το σταγονόμετρο, και συνεπώς δεν μπορεί να στηρίξει τις αναπτυξιακές ανάγκες μιας κατεστραμμένης οικονομίας, όχι μόνο γιατί η ΕΚΤ μπορεί να διακόψει  την παροχή του όποτε και για οποιανδήποτε αιτία το αποφασίσει, προκαλώντας μας ασφυξία, όπως το βιώσαμε ήδη. Αλλά, και επειδή  το χρήμα, εκτός από το ότι  είναι μέτρο αξίας, μέσο ανταλλαγής και μέσο εξόφλησης υποχρεώσεων, αποτελεί επιπλέον και  ισχυρότατο μέσο κατεύθυνσης  της οικονομίας.
Το ευρώ κατασκευάστηκε ως  ουδέτερο νόμισμα, ως  νόμισμα φάντασμα ή νόμισμα ατελές και γι’ αυτό δεν έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει τα πραγματικά μεγέθη της ευρωπαϊκής οικονομίας.  Είναι, απλώς, προγραμματισμένο για να εξασφαλίζει στα κράτη-μέλη της ΕΕ νομισματική ισορροπία, αδιαφορώντας για την πορεία των πραγματικών οικονομικών μεγεθών.  Οι σχετικές προδιαγραφές των εμπνευστών του, που ήταν πανικόβλητοι στη σκέψη  του πληθωρισμού, στους κόλπους της Ευρωζώνης, κατασκεύασαν  ένα νόμισμα   απολύτως  θωρακισμένο εναντίον του πληθωρισμού, αλλά φευ όχι και εναντίον της ύφεσης.
Το Σύμφωνο Σταθερότητας  απαιτεί από τα κράτη-μέλη την τήρηση όρων, όχι μόνον εξωπραγματικών, αλλά και βλαβερών, δεδομένου ότι καταλήγουν σε στραγγαλιστική λιτότητα,  σε μόνιμο περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας, σε  υψηλή ανεργία, αλλά και σε κραυγαλέες ανισότητες. Πρόκειται για τους  μη παρεμβατικούς  οικονομολόγους, που πιστεύουν στην αυτορρύθμιση των αγορών κτλ., σε αντίθεση με τούς  παρεμβατικούς που επικρατούν το 1936 με τον  J.M. Keynes.  Οι παρεμβατικοί, λοιπόν, οικονομολόγοι αναγνωρίζουν, ως τον  κυρίαρχο ρόλο του χρήματος, τη δυνατότητα επηρεασμού της οικονομίας.  
Κάθε μορφή ή βαθμός  οικονομικού προγραμματισμού,  για  να καταλήξει σε συνθήκες  ισορροπίας  οφείλει να εξασφαλίσει   κατευθυντήριο ρόλο στο χρήμα, καθώς και στη νομισματική πολιτική.  Π.χ. η αναπτυξιακή προσπάθεια χρειάζεται  κατάλληλη νομισματική πολιτική, με  επαρκή ρευστότητα, ακόμη και  κάποιο ποσοστό ελεγχόμενου πληθωρισμού, μέχρι το σημείο που η  επιπλέον προσθήκη ποσότητας χρήματος   δεν επηρεάζει το επίπεδο  των τιμών, διότι εξαντλείται στη σταδιακή απορρόφηση της ανεργίας. Η πραγματοποίηση της πλήρους απασχόλησης σηματοδοτεί το σημείο, πέραν του οποίου η προσθήκη ποσότητας χρήματος αυξάνει τις τιμές, σύμφωνα με τη θεωρία του J.M. Keynes, αλλά όχι πριν.
Εξάλλου, στις ιδιότητες του χρήματος, ο Keynes προσθέτει και αυτήν της προφύλαξης, αναμένοντας στο μέλλον καλύτερες ευκαιρίες. Η σπουδαιότητα του χρήματος έγκειται στο γεγονός ότι από την ποσότητά του εξαρτάται η ένταση της οικονομικής δραστηριότητας, ο ρυθμός ανάπτυξης, ο τρόπος κατανομής του εισοδήματος  και ο όγκος της απασχόλησης. Είναι, συνεπώς, σαφές ότι η ισχύς ανήκει σε αυτούς που δημιουργούν το χρήμα και σε αυτούς που το ελέγχουν. Το χρήμα είναι δύναμις. Και  αναφέρω  τη σχετική ρήση του M.A. Rothschild׃ “Αφήστε με ελεύθερο να εκδίδω και να ελέγχω τα χρήματα ενός έθνους και δεν με ενδιαφέρει ποιού”.

Β. Τι μπορούμε να επιτύχουμε με τη νέα δραχμή

Από αυτές τις απεριόριστες  δυνατότητες του χρήματος έχει δραματική ανάγκη η κατεστραμμένη ελληνική οικονομία, για να αρχίσει σχεδόν από το μηδέν την ανασυγκρότηση της παραγωγικής της βάσης, για να αναγεννήσει το διαλυμένο κράτος Πρόνοιας, για να περιορίσει τις χωρίς προηγούμενο ανισότητες κατανομής της, για να επικεντρωθεί στις μεταρρυθμίσεις από τις οποίες έχει  πράγματι ανάγκη και όχι σε αυτές που συνίστανται στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, και στη δημιουργία συνθηκών ζούγκλας στην αγορά εργασίας, για να αποκτήσουν και πάλι οι Έλληνες αυτοεκτίμηση και αξιοπρέπεια, για να ξαναγίνουν κυρίαρχοι  της χώρας τους. Και, τελικά, για   να πληρώσουν το χρέος τους, μέσω της ανάπτυξης και όχι της συρρίκνωσης της οικονομίας τους, όταν αυτό πάψει να είναι λερναία Υδρα, και βέβαια αφού  συμψηφιστεί με τα χρέη των Γερμανών από το κατοχικό δάνειο και από τις καταστροφές  της κατοχής.

Με την εκτύπωση  του εθνικού μας νομίσματος, και χωρίς πανικό απέναντι σε έναν ελεγχόμενο  πληθωρισμό, που  περιορίζει το  χρέος και είναι επιθυμητός,  θα αρχίσει η ανασυγκρότηση.  Και  ας  εγκαταλείψουμε, όσο πιο γρήγορα γίνεται,  τις ουτοπίες, που άλλοτε οραματίζονται συρροή ξένων επενδύσεων, που δήθεν εξασφαλίζουν  την ανάπτυξη και άλλοτε διαπιστώνουν δήθεν την έναρξή της. Στο σημείο μηδέν που βρίσκεται η Ελλάδα, οι ξένοι προσελκύονται μόνον για να συμμετάσχουν στο γενικό ξεπούλημα.

 Να επισημάνω, ακόμη,  την άμεση ανάγκη μιας κυβέρνησης, οικουμενικής ή σωτηρίας, που να θέσει τέρμα στην εφαρμογή της κατά συρρ οή  εγκλημάτων εναντίον του ελληνικού λαού και να επικεντρωθεί  στην προσπάθεια εξεύρεσης του λιγότερου οδυνηρού τρόπου, για τη μετάβαση της χώρας στο εθνικό της νόμισμα.

Το τελικό συμπέρασμα της εισήγησής μου είναι μια  ευχή: δηλαδή, αυτό το τόσο ηθελημένα παρεξηγημένοGREXIT, που χρησιμοποιείται, ως Αρμαγεδδών, να γίνει όσο πιο γρήγορα γίνεται η αρχή της αναγέννησης της Ελλάδας.   

- See more at: http://www.drachmi5.gr/politiki-apopseis/giati-i-metavasi-sti-drahmi-apotelei-monodromo#sthash.i5utMiYf.dpuf

Le Figaro: Στη Συρία, ο Πούτιν δίδαξε τις «δειλές δημοκρατίες» της Δύσης»

3-4-2016



Παρίσι, 1η Απριλίου.   TASS  Ivan Batyrev /. Η  Ρωσία, υπό την ηγεσία του Προέδρου  Vladimir Putin«δίδαξε ένα μάθημα» τις δυτικές δυνάμεις, διασφαλίζοντας την απελευθέρωση της Παλμύρα, στη Συρία και υπερασπίστηκε εκεί  τις θρησκευτικές μειονότητες από την τρομοκρατική οργάνωση  του «ισλαμικού κράτους» (ISIS, απαγορευμένη οργάνωση  στη Ρωσία). Τη γνώμη αυτή εξέφρασε  ένας Γάλλος δημοσιογράφος ο Ivan Riufol′ την Παρασκευή στην εφημερίδα Le Figaro στο  άρθρο του  με τίτλο «Το Μάθημα  του Πούτιν στις δειλές δημοκρατίες».


Η Απελευθέρωση της Παλμύρα
 "Ευχαριστώ πρέπει να πούμε σε ποιον;  "Ευχαριστώ στον Πούτιν", γράφει ο ίδιος, σημειώνοντας ότι "χάρη στις Αεροπορικές επιδρομές  της Ρωσικής Αεροπορίας εναντίον των θέσεων   του ισλαμικού κράτους (ISIS)  ο Συριακός στρατός (του Προέδρου) Μπασάρ Άσαντ μπόρεσε να απελευθερώσει την Κυριακή την  Palmyra".

«Οι Ρώσοι, που βρίσκονταν μακριά από το πεδίο της μάχης, προσέφεραν  τη δυνατότητα να μας επιστραφεί    αυτή την αρχαία πόλη, είναι οι κερδισμένοι σε αυτήν την συμβολική απελευθέρωση, συνεχίζει ο συγγραφέας. Εκθέτει την αδυναμία των Ηνωμένων Πολιτειών και των Γάλλων  Συμμάχων  τους που απουσίαζαν από την απελευθέρωση της πόλης. Το  Δίδαγμα που συνάγεται από τη στρατηγική του Πούτιν είναι απλό: μόνο με την δύναμη θα υποχρεώσουμε  να υποχωρήσει η  ισλαμιστική ιδεολογία, η οποία σέβεται  μόνο τέτοια γλώσσα».

Όπως αναγνωρίζει ο δημοσιογράφος της Le Figaro, για τον Ρώσο Πρόεδρο, σίγουρα, υπάρχουν αρκετοί επικριτές, πολλοί  από τα οποίους , προσπαθούν  να εξηγήσουν τα γεγονότα, "είναι πάντα έτοιμοι να μιλήσουν  αφειδώς με  άγνοια για το  Κοράρι, για τον μετριοπαθή  ισλαμισμό ή για την σύγχρονη έννοια του  « μοντέρνου Σαλαφισμού». Σαν κι αυτούς, ο Riufol παρατηρεί, «τις παραμονές της πτώσης της Κωνσταντινούπολης τον 15ο αιώνα πολλά φωτεινά μυαλά ήταν επίσης έτοιμα να υπακούσουν τον  κατακτητή».

«Οι Ρώσοι δεν χαραμίζουν τα λόγια τους για να κάνουν δήλώσεις  στον αντιχριστιανικό εχθρό,  ότι θα τον καταστρέψουν. Όταν μιλάει ο Francois Hollande (ο Γάλλος Πρόεδρος),  για την «καταστροφή του  ISIS», είναι τόσο πειστικός  που αντλεί την οργή του ISIS, και υπόσχεται αποκαλυπτικά ότι θα κρατήσει τον λόγο του. Καμία στιγμή  σιωπής ή τα κεράκια  στην πλατεία της  Δημοκρατίας στο Παρίσι δεν θα βοηθήσουν  να εξαλειφθούν οι στρατιώτες του Κορανίου, που είναι αρκετοί  στη Συρία, και στη Γαλλία. Εναντίον τους χρειάζεται  ένας ανελέητος αγώνας, "-γράφει το  δημοσίευμα.

Η λιγοψυχία της Δύσης

Είναι ένα σήμα ύπνωσης  των Φιλελεύθερων Δημοκρατιών: βλέπουν τα θύματα μόνο μεταξύ των Μουσουλμανικών μειονοτήτων στο έδαφος τους  και δεν ΑΝΗΣΥΧΟΥΝ καθόλου για τα  βάσανα των Χριστιανών στα εδάφη του Ισλάμ», - γράφει Riufol, προσθέτοντας ότι, παρά τις όλες τις απελπισμένες εκκλήσεις από τους Ιρακινούς Χριστιανούς και τους Εβραίους να τους προστατεύσουν  από το "νέο ναζισμό" που αντιπροσωπεύεται από τον ISIS,   η «Γαλλία, από το 2014, έχει εκδώσει 72% λιγότερες  θεωρήσεις για χριστιανούς πρόσφυγες από το Ιράκ.


“Στο πλαίσιο αυτών των δειλών ο σώζων εαυτών σωθείτω, αλλά υπάρχει και ο Πούτιν” συνεχίζει ο δημοσιογράφος της “Le Figaro”. Ο Ρώσος Πρόεδρος, γράφει, “τουλάχιστον έχει μια σαφή κατανόηση του ποιος είναι ο εχθρός και με ποιον τρόπο θα τον αντιμετωπίσει”. “Αν δεν είχε υποστηρίξει ο Άσαντ της θρησκευτικές μειονότητες των Χριστιανών και των Yezidis θα είχαν σκοτωθεί ή θα είχαν εκδιωχθεί από την Συρία. Αν δεν είχε πάει από μόνος του να χτυπήσει του Ισλαμιστές, που γλύτωσαν από τον Barack Obama και από την ασυνέπεια της Γαλλικής διπλωματίας υπό την ηγεσία του Laurent Fabius, που αντικατέστησε τον Ζαν-Μαρκ Αιρώ, η Παλμύρα δεν θα είχε ελευθερωθεί”, καταλήγει ο Συγγραφέας.


Η αντίσταση της Ρωσίας απέναντι στους Τρομοκράτες Σαλαφιστές εξευγενίζει αυτή την Χώρα που είναι πιστή στις ρίζες της πέρα από αυτές τις Δημοκρατίες που έχουν χάσει την μνήμη τους και υπακούουν. Τα ήθη και τα μαθήματα που διδάσκουν είναι μόνο αιτία  για να υποχωρούν άτακτα. Αλλά οι ηττημένοι  δεν γράφουν ιστορία”.



http://tass.ru

Ναγκόρνο Καραμπάχ: Ο Πούτιν αποφάσισε να "κοντύνει" τον Ερντογάν;

3-4-2016

Η αναζωπύρωση των εχθροπραξιών Αρμένιων και Αζέρων στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, κάθε άλλο παρά τυχαία μπορεί να θεωρηθεί τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή...

Image


της ΙΩΑΝΝΑΣ ΗΛΙΑΔΗ


Παρατηρητές που γνωρίζουν καλά την περιοχή εκτιμούν πως η Ρωσία ανοίγει νέο μέτωπο στην Τουρκία, με την ανοχή των ΗΠΑ.  Φαίνεται ότι ο Πούτιν έχει αποφασίσει να "κοντύνει" τον Ερντογάν χτυπώντας τον ακριβώς εκεί που...

πονάει: στην ηγεμονική του εικόνα. 

Το Ναγκόρνο Καραμπάχ έχει ένα συμβολισμό. Είναι η περιοχή που έχει "σπάσει τα μούτρα της" η Τουρκία και δεν κατάφερε να αποδειχθεί κυρίαρχη στις τουρκογενείς περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. 

Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το Ναγκόρνο Καραμπάχ έγινε πηγή διαμάχης ανάμεσα στην Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν, η οποία έφτασε στο αποκορύφωμά της με τον Πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Από την κατάπαυση πυρός που συμφωνήθηκε το 1994, το μεγαλύτερο μέρος του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και διάφορες περιοχές του Αζερμπαϊτζάν γύρω του (συνολικά περίπου το 14% του εδάφους του Αζερμπαϊτζάν) παραμένουν υπό τον έλεγχο των Αρμενίων αυτονομιστών του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. 

Η περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ εχει ιδιαίτερη σημασία τόσο για την Ρωσία όσο και για την Τουρκία. Πολύ μεγαλύτερη σημασία, από όσο έχει η Συρία, στην οποία ήδη συγκρούστηκαν. 

Το Αζερμπαϊτζάν είναι η μεγάλη φιλότουρκη - τουρκογενής δημοκρατία της περιοχής, Οι Αζέροι είναι Τούρκοι, στην καταγωγή και στη συνείδηση. Η διαχείριση της εικόνας που τίθεται για την Τουρκία είναι πολύ πιο βαθιά, καθώς, σε αντίθεση με την Συρία και τους Άραβες συμμάχους της, οι Αζέροι έχουν το "ομόαιμο" πέραν του "ομόθρησκου" με την Τουρκία.

Η Τουρκία λοιπόν καλείται τώρα να διαχειριστεί τη δημόσια ηγεμονική της εικόνα στην περιοχή.

Σε μια περιοχή που βρίσκεται στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας, η οποία προασπιζόμενη την ομόθρησκη Αρμενία στον προηγούμενο πόλεμο, είχε δηλώσει πως τα αρμενικά σύνορα είναι και ρωσικά.

Το τραύμα στην εικόνα της Τουρκίας ήταν τεράστιο και η ταπείνωσή της ισχυρή.

Η αναζωπύρωση των εχθροπραξιών, δείχνει να είναι πόλεμος δι' αντιπροσώπων μεταξύ Πούτιν και Ερντογάν, αλλά εάν γιγαντωθεί, δεν αποκλείεται να εμπλακούν και οι δυο μεγάλες δυνάμεις και να οδηγηθούμε σε μια αναμέτρηση Ρωσίας - Τουρκίας στην περιοχή, εκτιμούσαν αναλυτές.

Ο χρόνος θα δείξει...


Ο εθνομηδενισμός οδηγεί σε κοινωνική αναλγησία

3-4-2016



«salus patriae suprema lex esto»
Ο εθνομηδενισμός οδηγεί σε κοινωνική αναλγησία και εθνοπροδοσία
του Γιώργου Καραμπελιά από το Άρδην τ. 103 που κυκλοφορεί 
Στο παρελθόν, στην ελληνική παράδοση, μέχρι και την περίοδο του «πατριωτικού» ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου της δεκαετίας του ’80, η κοινωνική ευαισθησία ήταν πάντα συναρτημένη με τον πατριωτισμό και την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων –τουλάχιστον από την… Επανάσταση του ’21 και μετά. Πιο πρόσφατα, στην Κατοχή, το ΕΑΜ εξέφρασε ακριβώς αυτήν τη σύνθεση των παραμέτρων της ελληνικής ιδιοπροσωπίας: Κοινωνική δικαιοσύνη και ελεύθερη πατρίδα ήταν οι δύο βασικοί πυλώνες της ιδεολογίας του. Επιγενέστερα, ακόμα και η Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου θα συνδυάζει την κοινωνική πολιτική με την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων στο Kυπριακό. Όπως έχουμε επαναλάβει πολλές φορές, ακόμα και η μήτρα των εθνικομηδενιστικών ρευμάτων στην Αριστερά, το ΚΚΕ εσωτερικού, είχε παρ’ όλα αυτά ως σύμβολό του την ελληνική σημαία μαζί με το σφυροδρέπανο. Βέβαια στο ιδεολογικό πεδίο, ιδιαίτερα στην Αριστερά, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, αυτή η προτεραιότητα ήταν υπονομευμένη από την υποταγή της πατριωτικής συνιστώσας στη δήθεν «κοινωνική», ωστόσο κουτσά στραβά, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και το Νταβός του Ανδρέα Παπανδρέου με τον Τουργκούτ Οζάλ, εμφανιζόταν μία συστοίχιση των δύο αυτών διαστάσεων.
Όμως, από τη δεκαετία του 1990 –και, ακόμα περισσότερο εκείνη του 2000–, στην παράδοση της ανανεωτικής Αριστεράς ιδιαίτερα, καθώς και του αριστερισμού, που αποτέλεσαν και τα συστατικά στοιχεία του ΣΥΡΙΖΑ στη συνέχεια, η κοινωνιοκεντρική αντίληψη και ο πατριωτισμός άρχισαν να παίρνουν, οριστικά, διαζύγιο μεταξύ τους. Η ανανεωτική Αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ θα ταυτιστούν σταδιακά με τις εθνομηδενιστικές αντιλήψεις, ιδιαίτερα στον χώρο των πανεπιστημίων, της νεολαίας και της διανόησης. Αντίθετα, ο πατριωτισμός στο εσωτερικό των αριστερών κομμάτων και σχηματισμών συρρικνωνόταν διαρκώς. Στο ΠΑΣΟΚ θα κυριαρχήσει ο σημιτικός εθνομηδενισμός και θα περιθωριοποιηθούν οι πατριωτικές φωνές (Χαραλαμπίδης, Τσοβόλας, Παπαθεμελής), ενώ και στον χώρο του Συνασπισμού και του ΣΥΡΙΖΑ επίσης, οι πατριωτικές φωνές (Αλαβάνος, Λαφαζάνης, Γλέζος) είτε θα σιγήσουν είτε θα προσαρμοστούν στην κυρίαρχη εθνομηδενιστική αντίληψη. Τόσο ώστε, ο Λαφαζάνης και ο Αλαβάνος, να υπογράψουν κείμενο υπεράσπισης της Μαρίας Ρεπούση! Όσοι επιμέναμε στην παραδοσιακή σύνθεση κοινωνιοκεντρισμού, οικολογίας και πατριωτισμού είχαμε γίνει μειοψηφία και, μάλιστα, η κυρίαρχη τάση ήταν να εκδιώκονται και να αποβάλλονται οι πατριωτικές φωνές από τις κοινωνικές κινητοποιήσεις και η οικολογική ευαισθησία να ταυτίζεται με τον αντιπατριωτισμό.
Αυτή η εξέλιξη, η οποία κατέστη ηγεμονική στις δεκαετίες 1990 και 2000, απέκοψε ουσιαστικά, και στο επίπεδο των λαϊκών στρωμάτων, τον πατριωτισμό από την Αριστερά. Σε πατριωτική κατεύθυνση έμεναν περισσότερο τμήματα της λαϊκής Δεξιάς ή της Εκκλησίας, ενώ ο εθνομηδενισμός της Αριστεράς συναγωνιζόταν εκείνον της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς. (Καθόλου τυχαία, με το σχέδιο Ανάν θα συνταχθεί ο Σημίτης και οι περί αυτόν, η Μπακογιάννη και ο Μητσοτάκης, ο Συνασπισμός και ο Κωνσταντόπουλος, ενώ θα αντιδράσουν οι μικρές δυνάμεις της πατριωτικής Αριστεράς και της λαϊκής Δεξιάς.)
Αντίθετα εμείς, στο Άρδην, ξεκινούσαμε πάντα από τη διαπίστωση πως η ελληνική κοινωνία είναι μια κοινωνία εξαρτημένη από τις παλιές αποικιοκρατικές δυνάμεις της Δύσης και ταυτόχρονα απειλείται κατ’ εξοχήν από τον τουρκικό επεκτατισμό. Γι’ αυτό και θεωρούσαμε πάντοτε πως ήταν πρωταρχική η εμμονή στην πατριωτική διάσταση, διότι χωρίς ανεξάρτητη πατρίδα δεν μπορεί να υπάρχει ούτε κοινωνική δικαιοσύνη, ούτε δημοκρατικά δικαιώματα, ούτε… προστασία του περιβάλλοντος. Έτσι, για είκοσι τουλάχιστον χρόνια, από το 1993 και μετά, όταν καταρρέει το ανατολικό στρατόπεδο και κυριαρχεί η αμερικανοκεντρική παγκοσμιοποίηση, θέτουμε ως κεντρικό πολιτικό ζήτημα της χώρας το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας, γι’ αυτό και συμμετέχουμε ενεργά σε όλους τους μεγάλους αγώνες, για την υπεράσπιση της κατακρεουργούμενης Γιουγκοσλαβίας, για τη συμπαράσταση στους μόνους αυθεντικούς συμμάχους μας στην Τουρκία, τους Κούρδους και στον Οτσαλάν, προπαντός δε για την απόρριψη του σχεδίου Ανάν στην Κύπρο. Στο ιδεολογικό πεδίο, κύρια μέριμνά μας γίνεται η αποδόμηση των εθνοαποδομητών και του εθνομηδενισμού που κυριαρχεί σταδιακά στον χώρο της διανόησης και της Αριστεράς. Παραδειγματική υπήρξε η αντίθεσή μας στο βιβλίο της Ρεπούση και γενικότερα στην αποδόμηση της ελληνικής ιστορίας, που απεργάζονται από κοινού οι ΜΚΟ του Σόρος και οι ψευδοαριστεροί.
Οι «συριζαίοι» αντίπαλοί μας και οι συνοδοιπόροι τους μας επέκριναν όλα αυτά τα χρόνια ως «εθνικιστές» και «εθνοπατριώτες», που εγκαταλείπουν δήθεν την κοινωνική προτεραιότητα προτάσσοντας την εθνική. Βέβαια, το πόσο ψευδής ήταν αυτή η ιδεολογική αντίληψη φάνηκε με το ξέσπασμα της κρίσης, όταν απεδείχθη ότι η ανεργία και η κατακρεούργηση των κοινωνικών δικαιωμάτων των Ελλήνων ήταν συνέπεια του αποικιακού χαρακτήρα των σχέσεών μας με τη Δύση. Γι’ αυτό εξάλλου και πρωτοστατήσαμε στις κινήσεις ενάντια στο μνημόνιο, με τους Αγανακτισμένους και τη «Σπίθα». Η κοινωνική κρίση στην Ελλάδα υπήρξε συνέπεια του παρασιτικού και εξαρτημένου χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας.
Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, ακόμα και ο ΣΥΡΙΖΑ, και ο νεαρός λαοπλάνος αρχηγός του, ενδύθηκαν πρόσκαιρα, μετά το 2012, τη λεοντή του πατριωτισμού. Άρχισαν να μιλάνε για «πατρίδα» και «πατριωτισμό», εξαπατώντας ακόμα και ένα τμήμα της εναπομείνασας πατριωτικής Αριστεράς. Εμείς δεν παρασυρθήκαμε από αυτά τα απατηλά λόγια, αλλά εξακολουθούσαμε να υπενθυμίζουμε –έστω και εάν φανήκαμε για ένα διάστημα μονότονοι και ιδεοληπτικοί– πως ο εθνομηδενιστής, του οποίου το ιδεολογικό σύμπαν κινείται σε έναν «μεταεθνικό κόσμο», και του οποίου η πατρίδα βρίσκεται στο Λονδίνο του Τσακαλώτου και του Παππά ή την Αμερική του Βαρουφάκη, δεν μπορεί να γίνει πατριώτης, ούτε μπορεί να υπερασπιστεί αυθεντικά τα κοινωνικά δικαιώματα του ελληνικού λαού, τα οποία προϋποθέτουν ακριβώς την εθνική ανεξαρτησία.
Για να το κάνουμε πιο λιανά, σε μια χώρα που αποτελεί παρασιτικό εξάρτημα της Δύσης και απειλείται άμεσα από τον τουρκικό επεκτατισμό, η εθνική πατριωτική αντίληψη είναι προϋπόθεση και για οποιαδήποτε κοινωνιοκεντρική πολιτική. Και αυτό φάνηκε πολύ καθαρά μετά την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Άνθρωποι που δεν αγαπάνε την πατρίδα τους δεν μπορούν και να αγαπάνε τον λαό της. Άνθρωποι που θεωρούν τους Έλληνες «Ελληνάρες», «εθνικιστές», «καθυστερημένους», «θρησκόληπτους», δεν μπορούν να τους υπερασπιστούν απέναντι στους «πολιτισμένους» Αμερικανούς, Γερμανούς ή Ολλανδούς πολιτικούς και επιχειρηματίες, που σαν τον Σάυλοκ απαιτούν ένα κομμάτι σάρκας από τους Έλληνες, και ακόμα λιγότερο μπορούν να αντισταθούν στον Ερντογάν που θέλει να παγιώσει και de jure την κατοχή της Κύπρου. Γι’ αυτό και εν τέλει οι δήθεν αντιμνημονιακοί και κοινωνιοκεντρικοί ψευδοαντικαπιταλιστές γλείφουν με τόση επιμέλεια τις μπότες της Μέρκελ και της Λαγκάρντ και εφαρμόζουν το χειρότερο μνημόνιο εις βάρος του ελληνικού λαού.
Εξάλλου, αφού διάβηκαν τον Ρουβίκωνα του μνημονίου, τον Ιούλιο του 2015, ξεδιπλώνουν με τη μεγαλύτερη αναισχυντία και την εθνομηδενιστική ιδεολογία τους. Δηλώσεις του Φίλη για τους Ποντίους, αλλαγή των βιβλίων της ιστορίας από την Αναγνωστοπούλου, ανακήρυξη του εθνομηδενιστή (και πρόεδρου του σημιτικού ΟΠΕΚ) Λιάκου σε υπεύθυνο για τη μεταρρύθμιση της παιδείας (!), απόλυτη αδιαφορία για τις συνέπειες του προσφυγικού και μεταναστευτικού κύματος στην ελληνική κοινωνία. Και επειδή όλα πρέπει να πηγαίνουν μαζί, ακολουθεί η προσπάθεια οριστικού ενταφιασμού του κυπριακού ελληνισμού, με ένα νέο σχέδιο Ανάν, στο οποίο πρωταγωνιστούν ανενδοίαστα.
Τι έχουν να χάσουν πλέον; Τα λαϊκά στρώματα, που τους πίστεψαν και τους ψήφισαν προς στιγμήν, τα έχουν ήδη απολέσει, καθώς και ένα μεγάλο μέρος της ίδιας της κομματικής τους βάσης  – ιδιαίτερα εκείνους που κάτι πίστευαν από τις εξαγγελίες τους. Επομένως, μια και δεν έχουν πουθενά αλλού να στηριχθούν, θα πρέπει να στηριχθούν αποκλειστικά στις ξένες καγκελαρίες και να γίνουν οι πιστότεροι τοποτηρητές των συμφερόντων των αφεντικών τους. Γι’ αυτό εξάλλου και αυτοί τους ανταμείβουν: Καμιά άλλη κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια δεν είχε τόσο μεγάλη στήριξη από Αμερικανούς και Ευρωπαίους, διότι ως γνωστόν οι αποστάτες είναι πάντοτε προτιμότεροι ακόμα και από τους ομοϊδεάτες. Αυτά που κάνει ο Κατρούγκαλος στο ασφαλιστικό, ο «μαρξιστής» των λονδρέζικων σαλονιών και της Μπλακ Ροκ, Τσακαλώτος, η Χριστοδουλοπούλου στο μεταναστευτικό, δεν μπορούσαν να τα κάνουν ούτε κατά διάνοιαν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή ο Αντώνης Σαμαράς. Και ήταν έτοιμοι από καιρό: Η εθνομηδενιστική ιδεολογία τούς είχε προετοιμάσει για να είναι οι καλύτεροι υπηρέτες των ξένων και μάλιστα με εκσυγχρονιστικό πασπάλισμα για δικαιώματα των μειονοτήτων, αντιρατσισμό, υπέρβαση των «εθνικών στερεοτύπων» και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Και όσο χάνουν τη λαϊκή στήριξη, τόσο πιο επικίνδυνοι γίνονται, γιατί το μόνο που τους απασχολεί είναι το να κρατηθούν στην εξουσία με κάθε τίμημα. Γιατί ξέρουν πως, αν απομακρυνθούν από αυτή –την εξουσία– δεν έχουν κανένα μέλλον και καμία τύχη. Θα αποσυντεθούν πολύ χειρότερα και από το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ. Γι’ αυτό και είναι ιδιαίτερα επικίνδυνοι για κάθε είδους υποταγή, για κάθε είδους προδοσία.
Ελπίζω, έστω κατόπιν εορτής, αυτοί  που θεωρούν «προδότη» του αντιμνημονιακού αγώνα τον Τσίπρα, να αρχίσουν να καταλαβαίνουν πως όσοι αντιπαραθέτουν κοινωνικά δικαιώματα και πατριωτισμό, ή θέτουν τον πατριωτισμό σε δεύτερη μοίρα στην Ελλάδα, θα εισπράττουν αναπόφευκτα έναν ΓΑΠ ή έναν Τσίπρα.  Εδώ, σε αυτόν τον τόπο, είσαι πριν απ’ όλα ή πατριώτης ή εθνομηδενιστής και μετά οτιδήποτε άλλο. Αυτό σε τελική ανάλυση επικαθορίζει και τα υπόλοιπα.
Το κυρίαρχο πρόσημο του νέου πολιτικού πόλου θα είναι ο πατριωτισμός
Θυμούμαστε ότι όταν εγκαινιάστηκε η μεταπολίτευση, ο Ανδρέας Παπανδρέου κατόρθωσε να εκφράσει την κοινωνική πλειοψηφία των Ελλήνων με μια διττή συνθηματολογία: «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» και «κοινωνική δικαιοσύνη». Μια συνθηματολογία που «έπιανε» και εξέφραζε την ελληνική ιδιαιτερότητα, όπως εξάλλου και η κοινωνική συμμαχία πάνω στην οποία τη θεμελίωνε: στους «μη προνομιούχους Έλληνες».
Ωστόσο, και παρά τα «πατριωτικά» και τριτοκοσμικά συνθήματα του ΠΑΣΟΚ, η μεταπολίτευση σφραγίστηκε από την προτεραιότητα των «κοινωνικών» αιτημάτων και την υποτίμηση τελικώς της εθνικής διάστασης. Αυτό φαίνεται καθαρά και από τη στάση όλου του πολιτικού κόσμου απέναντι στην τουρκική εισβολή και την κατοχή της Κύπρου. Όλοι αποδέχονταν το status quo που είχε δημιουργήσει η εισβολή και όλοι εν τέλει συνηγορούσαν στον διάλογο με τους εισβολείς. Θα λέγαμε μάλιστα πως η μεταπολίτευση οικοδομήθηκε ακριβώς πάνω στην αποδοχή αυτού του ακρωτηριασμού, όπως εν μέρει είχε συμβεί μετά το 1922. Γι’ αυτό και σταδιακώς τα «πατριωτικά» αιτήματα και χαρακτηριστικά της ελληνικής πολιτικής ζωής άρχισαν να υποχωρούν και μετά τη «δεκαετία της παγκοσμιοποίησης», τη δεκαετία του 1990, υποχώρησαν μέχρις εξαφανίσεως.
Και οι βασικές παράμετροι της διεθνούς και εσωτερικής πολιτικής της χώρας οδηγούσαν ακριβώς στην υπέρβαση του εθνικού παράγοντα και την αναβάθμιση της ατομικής, αν όχι και ατομικιστικής ευημερίας. Στην Ευρώπη, για τριάντα ή σαράντα χρόνια, μέχρι την κρίση του 2008, θα ενισχύεται η στρατηγική της υπέρβασης των εθνικών ταυτοτήτων, η οποία θα καταστεί κυρίαρχη στην Ελλάδα από τον Σημίτη μέχρι τον ΓΑΠ. Η ελληνική Αριστερά σε όλες της τις συνιστώσες –άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο– θα εγκαταλείψει το πεδίο του πατριωτισμού προς όφελος του δικαιωματισμού και της προώθησης της λογικής των «κινημάτων», των μειονοτήτων, της προτεραιότητας του ατομικού έναντι του συλλογικού. Έσχατη και κυρίαρχη έκφραση αυτής της εξέλιξης υπήρξε ο εθνομηδενισμός.
Με την οικονομική κρίση που άνοιξε το 2010, και την έσχατη πολιτική μορφή της, τον Σύριζα, ολοκληρώνεται η ανατροπή των θεωριών περί μιας υπερεθνικής και ισότιμης Ευρώπης, προς την κατεύθυνση της μεταβολής της Ελλάδας σε αποικία χρέους, ενώ μέσα από το προσφυγικό-μεταναστευτικό αναδεικνύεται η νέα γεωπολιτική πραγματικότητα και οι κίνδυνοι τους οποίους εγκυμονεί. Στην Ευρώπη, η παλιά ανέξοδη ευρωπαϊστική φρασεολογία έχει αντικατασταθεί από την ενίσχυση του εθνικού, ακόμη και του εθνικιστικού λόγου, από την Πολωνία και την Ουγγαρία μέχρι το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, και την απειλή εξόδου της Αγγλίας από την Ε.Ε. Στα ανατολικά μας, η Τουρκία, μέσα σε σαράντα χρόνια, μεταβλήθηκε σε σημαντική περιφερειακή δύναμη, ενώ ο αραβικός κόσμος, από πυλώνα της στρατηγικής του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, έχει μεταβληθεί σε μια ανεξάντλητη πηγή πολέμων, εμφύλιων σπαραγμών, προσφύγων και μεταναστών. Επιπλέον, στο εσωτερικό πεδίο, η μεταπολιτευτική παρασιτική ευημερία έχει οδηγήσει σ’ έναν γερασμένο πληθυσμό, σε δημογραφική κρίση και καταστροφή του παραγωγικού ιστού.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το τέλος της μεταπολίτευσης, που σηματοδοτεί η υπό αποχώρηση κυβέρνηση Τσίπρα, ανοίγει τον δρόμο σε μια νέα ιστορική περίοδο, όπου τα αιτήματα και οι διεκδικήσεις της κοινωνικής δικαιοσύνης θα απορροφηθούν, ή μάλλον θα εκφραστούν, ολοκληρωτικά μέσα από το αίτημα και τη διεκδίκηση της εθνικής επιβίωσης. Η «μετά-μεταπολιτευτική» περίοδος θα σφραγιστεί από την αγωνία του ελληνισμού να επιβιώσει – είναι πολύ χαρακτηριστική η διαρκής αναζωπύρωση της οικονομικής κρίσης και τα επαναλαμβανόμενα μνημόνια που μεταβάλλουν την Ελλάδα σ’ ένα «οικονομικό Ιράκ ή Συρία της Ευρώπης»: δηλαδή μια χώρα που δεν κατορθώνει να εξέλθει από την κρίση και, σε μια καθοδική σπείρα, επαναλαμβάνει τη μνημονιακή τραγωδία χωρίς τέλος.
Υπό αυτές τις συνθήκες, όπως προείπαμε, η κοινωνική διεκδίκηση απορροφάται στρατηγικά από εκείνην της εθνικής επιβίωσης. Και εδώ βρίσκεται το απίστευτο, το αβυσσαλέο κενό των πολιτικών και πνευματικών ελίτ της χώρας. Καμία πολιτική δύναμη, ούτε καν οι φασίστες της Χ.Α., δεν προτάσσει στην πραγματικότητα την ανάγκη της εθνικής σωτηρίας ως το κεντρικό διακύβευμα της περιόδου, το δε μεγαλύτερο χάος και η μεγαλύτερη σύγχυση κυριαρχούν στον χώρο της Αριστεράς και της λεγόμενης κεντροαριστεράς. Εδώ, ακόμα και οι πατριωτικές εξάρσεις προσλαμβάνουν έναν οικονομίστικο και ψευδοταξικό χαρακτήρα, που εμμένει στη διασφάλιση της ευημερίας αδυνατώντας να κατανοήσει πως, σ’ αυτήν τη νέα εποχή, η σωτηρία της πατρίδας θα καταστεί ο υπέρτατος νόμος. (salus patriae suprema lex esto) και τα κοινωνιοκεντρικά αιτήματα θα εκφράζονται ως αναγκαία συνιστώσα του πατριωτισμού.
Και όμως, όπως είχε συμβεί τηρουμένων των αναλογιών και στην περίοδο 1940-1944, οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας και κατ’ εξοχήν η Αριστερά είναι ανέτοιμες για κάτι τέτοιο. Ας θυμηθούμε τι συνέβη με την κατάρρευση της Ευρώπης του Μεσοπολέμου και της φρασεολογίας της ταξικής πάλης που χαρακτήριζε την ελληνική κομμουνιστική Αριστερά. Θα χρειαστεί ένας βίαιος επανακαθορισμός της τακτικής της προς μία εθνικοαπελευθερωτική κατεύθυνση, την οποία όμως, κατά βάθος, αυτή η ίδια δεν θεωρούσε πρωτεύουσα, αλλά παράγωγη της σύγκρουσης της σοβιετικής πατρίδας με τον ναζισμό – για να ηγηθεί σε έναν εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα για τον οποίο όμως δεν διέθετε τα πολιτικά και ιδεολογικά εργαλεία ώστε να τον ολοκληρώσει αποτελεσματικά.
Άραγε και στη νέα αυτή ιστορική περίοδο, όπου τα αιτήματα δεν αφορούν απλώς μια απελευθέρωση, αλλά την ίδια την εθνική επιβίωση, θα συμβεί κάτι ανάλογο; Δηλαδή, θα τον διεξαγάγουν, τσάτρα πάτρα και κουτσά στραβά, δυνάμεις που δεν έχουν καν συνείδηση του τι διακυβεύεται στην πραγματικότητα; Έχουμε πολλές φορές μιλήσει για την πανουργία της ιστορίας, η οποία αναθέτει συχνά τα ιστορικά αιτήματα που τίθενται από τη συγκυρία σε δυνάμεις που δεν έχουν συνείδηση γι’ αυτά. Πρόκειται όμως για τη συνταγή μιας τελικής αποτυχίας, ιδιαίτερα όταν τα ζητήματα είναι τόσο περίπλοκα όσο σήμερα.
Μόνο όσοι θέτουν ως άξονα του προβληματισμού τους την απόλυτη προτεραιότητα, στη σημερινή συγκυρία, της εθνικής διάστασης των αντιθέσεων, μπορούν και να κατανοήσουν το τι ακριβώς συμβαίνει και ποια ακριβώς βήματα χρειάζονται να γίνουν. Το γεγονός ότι, στη διάρκεια του 2015, το Άρδην υπήρξε η μόνη δύναμη που κατανόησε, ακόμα και στις λεπτομέρειές τους, την εξέλιξη των γεγονότων, οφείλεται αποκλειστικά στο ότι είναι η μόνη πολιτική δύναμη η οποία θέτει ως προτεραιότητα την εθνική επιβίωση και κατά συνέπεια μπορεί από αυτήν τη σκοπιά να κατανοεί τις εξελίξεις. Ίσως δε και η πρότερη «μαρξιστική» παιδεία μας, πάνω στον χαρακτήρα της κύριας αντίθεσης, μας βοήθησε αποτελεσματικά. Ταυτόχρονα όμως, τα ισχνά μεγέθη μας και η αδυναμία ακόμα και συντρόφων μας να κατανοήσουν αυτή την πραγματικότητα, καταδεικνύουν και τη δυσκολία του εγχειρήματος.
Πάντως, για να περάσουμε στη μεγάλη εικόνα: με τον έναν ή άλλον τρόπο, με πλήρη συνείδηση ή ψαχουλευτά, στην ιστορική περίοδο που ανοίγεται, οι πατριωτικές αντιλήψεις και δυνάμεις δεν διεκδικούν έναν μειοψηφικό και περιθωριακό ρόλο στο πολιτικό σκηνικό, αλλά διεκδικούν αντίθετα έναν ρόλο πρωταγωνιστικό, ως του ηγεμονικού και πολιτικού πόλου του ελληνισμού, στη διάρκεια του πρώτου μισού του εικοστού πρώτου αιώνα.
Στη νέα ιστορική περίοδο, είτε θα κατορθώσουμε να εκφράσουμε, μαζί με την πλειοψηφία των Ελλήνων, ένα αίτημα εθνικής επιβίωσης και κατά συνέπεια και κοινωνικής ισορροπίας –μια και μόνο οι λαϊκές και παραγωγικές τάξεις μπορούν να εκφράσουν πραγματικά αυτό το αίτημα απέναντι στις μεταπρατικές και ξενόδουλες ελίτ της χώρας–, είτε ο ελληνικός κόσμος θα αποσυντεθεί δραματικά.
Έχουμε ήδη εισέλθει σε αυτήν τη νέα ιστορική περίοδο και αυτό που απαιτείται από εμάς είναι να μην αφήσουμε να επαναληφθεί ο «καημός της ρωμιοσύνης», δηλαδή το ανολοκλήρωτο και αδιέξοδο όλων των προηγούμενων ιστορικών προσπαθειών, διότι αυτήν τη φορά δεν θα υπάρξει άλλη ιστορική ευκαιρία.

Προσφυγικό: Ένα γεωπολιτικό μνημόνιο

3-4-2016




Του Γιώργου Ρακκά από το Άρδην τ. 103
Το ξέσπασμα της προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης στην χώρα μας, από τις αρχές του 2015 κι έπειτα έμελλε να λειτουργήσει ως ένα «πολιτικό εργαστήριο» καθώς και ως «τελική κρίση» σε σχέση με τα έμπρακτα αποτελέσματα της ιδεολογίας του κοσμοπολίτικου ανθρωπισμού και των «ανοιχτών συνόρων».
Για πρώτη φορά στο τιμόνι της χώρας, βρέθηκε ένα κόμμα κι ένας άνθρωπος που o πυρήνας της σκέψης τους απηχούσε πραγματικά αυτές τις αντιλήψεις –όσο κι αν είχαν λειανθεί στον βωμό της συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ, καθώς και εξαιτίας των «γενικών αναγκαιοτήτων» που επέβαλε ο μετασχηματισμός από ένα μικρό κοινοβουλευτικό κόμμα ριζοσπαστικού ευρωκεντρικού εκσυγχρονισμού, σ’ ένα κόμμα εξουσίας.
Οι προγραμματικές αναφορές του ΣΥΡΙΖΑ στο ζήτημα, ήδη από το 2012, θα έπρεπε να μας είχαν προϊδεάσει, ότι, δοθέντων των δραματικών εξελίξεων στο γεωπολιτικό πεδίο της ευρύτερης περιοχής, ενδεχόμενη άνοδός του στην κυβέρνηση κυοφορούσε εκ των πραγμάτων τον κίνδυνο διολίσθησης της μεταναστευτικής και προσφυγικής κρίσης που ούτως ή άλλως αντιμετώπιζε η χώρα σε ένα ναρκοθετημένο αδιέξοδο.
Μέσα στην «αντιμνημονιακή» πρεμούρα της εποχής, όμως, σχεδόν κανείς δεν διατηρούσε την οξυδέρκεια να διαπιστώσει εκείνο που κατά τα άλλα παρήλαυνε μπροστά στα μάτια του: Η τοποθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ για το μεταναστευτικό εισηγούνταν ένα απόλυτο Laissez-passer που ισοδυναμούσε με de facto κατάργηση κάθε έννοιας συνόρου της ελληνικής επικράτειας, και καθιέρωνε μέριμνες δυνάμει νομιμοποίησης όλων των ανθρώπων που θα εισέρχονταν στην χώρα μας. Η ουσία του τότε προγράμματος (το οποίο εισηγήθηκε ο ΣΥΝ ως κύριος κορμός του εκλογικού μετώπου) βρίσκονταν σε δύο αναφορές ως προς την προτεινόμενη πολιτική νομιμοποίησης:
Θέσπιση ενός πρόσθετου τύπου άδειας, που θα λέγεται «άδεια προς αναζήτηση εργασίας», με την οποία θα εφοδιάζεται αυτομάτως κάθε ενδιαφερόμενος (είτε με αίτηση προς τις αρμόδιες ελληνικές αρχές είτε με αίτηση στο ελληνικό προξενείο της χώρας προέλευσης) και θα αποκτά αυτοδικαίως το δικαίωμα παραμονής στην ελληνική επικράτεια για ένα χρόνο, με στόχο να αναζητήσει δουλειά.
Αποσύνδεση της ανανέωσης της άδειας παραμονής από την ύπαρξη ορισμένου αριθμού ενσήμων, για να μην μεταπίπτουν εργαζόμενοι μετανάστες, μαζικά και άδικα, από το καθεστώς της νομιμότητας στο καθεστώς της παρανομίας, εξαιτίας της απροθυμίας των εργοδοτών τους να καταβάλουν τις προβλεπόμενες από τη νομοθεσία ασφαλιστικές εισφορές (1).
Τι θα σήμαινε όμως η εφαρμογή μιας τέτοιας πολιτικής, σε συνδυασμό με άλλα μέτρα που προέβλεπε το πρόγραμμα, όπως η διευκόλυνση της οικογενειακής επανένωσης, η ακραία σχετικοποίηση των κριτηρίων απόδοσης Ιθαγένειας, η μαζική χορήγηση ταξιδιωτικών εγγράφων για την προώθηση αυτών των ανθρώπων στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε., είναι πολύ εύκολο πλέον να το φανταστεί κανείς: Η δυστοπία ενός «έθνους των περαστικών», συνωστισμένου στον προθάλαμο της Ευρώπης.
Διότι προφανώς, η κατάργηση οποιασδήποτε οριοθέτησης που να προσδιορίζει το περιεχόμενο των εννοιών «ανεξάρτητη χώρα» και «κυρίαρχος λαός» θα οδηγούσε στην έκπτωση της ελληνικής κοινωνίας σε μια εθνο-πολιτισμική βαβέλ· και βέβαια, δεν αποτελεί αντισταθμιστικό μέτρο η έμμεση αμφισβήτηση του «Δουβλίνο ΙΙ» δια της μαζικής χορήγησης ταξιδιωτικών εγγράφων, καθώς ήδη κάτι τέτοιο είχε προσπαθήσει να κάνει ο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία, και σταμάτησε όταν ο Σαρκοζί τον απείλησε με διακοπή της συνθήκης Σέγκεν.
Τρία χρόνια μετά, ο σκληρός πυρήνας αυτής της αντίληψης έμελλε να υλοποιηθεί εμμέσως και πλαγίως, όταν το δίδυμο Δρίτσα-Χριστοδουλοπούλου αποποιήθηκαν κάθε ευθύνη φύλαξης των ελληνικών συνόρων, και μετέβαλαν τις αρμόδιες αρχές σε υπηρεσίες συνδρομής των δουλεμπορικών κυκλωμάτων που δρούσαν στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου. Πράξη, την οποία επικρότησε έμμεσα και ο πρωθυπουργός της χώρας, αμφισβητώντας με δηλώσεις του την ύπαρξη των θαλάσσιων συνόρων της στο Αιγαίο –γνωρίζοντας πολύ καλά ότι την ίδια στιγμή αυτά αμφισβητούνται από τον… τουρκικό επεκτατισμό (!).
Σήμερα, ζούμε τις πρώτες άμεσες συνέπειες αυτής της πολιτικής, όπου στην ουσία έθεσε το κράτος στην υπηρεσία των δουλεμπόρων και του τουρκικού επεκτατισμού: Τα δουλεμπορικά κυκλώματα ανθούν και έχουν στήσει μια μεγα-επιχείρηση στις ανατολικές όχθες του Αιγαίου, κυριολεκτικά πάνω στα πτώματα των πνιγμένων που προσπαθούν να εισέλθουν στην χώρα μας· νησιά όπως η Κως και η Μυτιλήνη έχουν «γονατίσει» στην κυριολεξία από το διαρκές πέρασμα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων· απειλούμαστε από τις γειτονικές χώρες με σφράγισμα των βορείων συνόρων της χώρας, αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο να εγκλωβιστούν εδώ εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι· τα θαλάσσια σύνορα της χώρας μας με την Τουρκία αποδομήθηκαν και για πρώτη φορά μετά την κήρυξη της ελληνικής ανεξαρτησίας τελούν υπό καθεστώς συνδιαχείρισης από δυνάμεις οι οποίες τα… αμφισβητούν!
Απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα, ο ΣΥΡΙΖΑ (και οι ΑΝΕΛ, οι οποίοι πλέον έχουν μεταβληθεί ολοκληρωτικά στην ελαφρολαϊκή του συνιστώσα) επιστρατεύουν μισές αλήθειες για να συγκαλύψουν μια αμείλικτη πραγματικότητα: Γι’ αυτή την κατάσταση, λένε, φταίει η Ευρώπη που κωφεύει στις εκκλήσεις της Ελλάδας και δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα στη σωστή, ανθρωπιστική του βάση. Είναι γνωστό, βέβαια, ότι οι δυτικο-ευρωπαϊκές χώρες θέλουν την Ελλάδα να παίζει ρόλο «εξωτερικής μεθορίου» στην προοπτική μιας Ευρώπης-Φρούριο και μεθοδεύουν σταδιακά την απόδοση αυτού του ρόλου στην χώρα μας. Αυτό, εντούτοις, αποτελεί δεδομένο και κάθε κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να πολιτεύεται βάσει των δεδομένων που της θέτει η ίδια η πραγματικότητα. Γι’ αυτό και στην πραγματικότητα, δεν είναι οι «κακοί ξένοι» οι οποίοι δημιούργησαν το προσφυγικό/μεταναστευτικό αδιέξοδο στην χώρα μας, αλλά η ίδια η ελληνική κυβέρνηση που τους επέτρεψε να το δημιουργήσουν. Και ως προς αυτό, είναι απολύτως σαφές και ξεκάθαρο ότι βρισκόμαστε μπροστά σε άμεσα, και πρακτικά αποτελέσματα των λογικής των «ανοιχτών συνόρων», του ριζικού κοσμοπολιτισμού, και του εθνομηδενισμού ο οποίος συστηματικά διακινούνταν τα τελευταία χρόνια στην χώρα μας από έναν πολιτικό αστερισμό που είχε ως βαρυτικό κέντρο τον ΣΥΡΙΖΑ και δορυφόρους ομάδες από τον αντι-εξουσιαστικό χώρο και την άκρα αριστερά.
Εν τοις πράγμασι, λοιπόν, η ιδεολογία τους λειτούργησε ως «οργανική ιδεολογία» των… δουλεμπόρων, του ΝΑΤΟ, του τουρκικού επεκτατισμού και της… Ευρώπης-φρούριο. Με την ίδια θεαματική αντιστροφή σημαίνοντος και σημαινόμενου, ως προς τα «ανθρωπιστικά» και ψευδο-διεθνιστικά κίνητρα των εν λόγω τοποθετήσεων, που ίσχυσαν κατά το παρελθόν κατά τους βομβαρδισμούς που εξαπέλυσε το ΝΑΤΟ εναντίον της Γιουγκοσλαβίας, κατά την αμερικάνικη επέμβαση στο Αφγανιστάν, το Ιράκ κ.ο.κ.
Που βρίσκονται τα βαθύτερα αίτια αυτής της θεαματικής αντιστροφής, που ξεκίνησε, υποτίθεται, ως ευαίσθητη και ρομαντικά α-εθνική τοποθέτηση, για να καταλήξει σε κρατική πολιτική αυτο-υπονόμευσης μιας ολόκληρης χώρας, που απειλεί με ακραία σχετικοποίηση την εθνική μας ανεξαρτησία, με απόλυτη διάλυση την κοινωνική συνοχή, και οριστική αποδόμηση τη λαϊκή κυριαρχία;
Το ζήτημα είναι πολύ απλό: Στον πλανήτη γη, και όχι στον «ουρανό των καθαρό ιδεών» σημασία έχει ποιος κάνει τι και γιατί. Κοινώς: Το τι σημαίνει για μια αδύναμη από κάθε άποψη χώρα σαν την Ελλάδα να αμφισβητήσει τα ίδια της τα σύνορα, να σχετικοποιήσει την εθνική της συνοχή, να μεταβάλει την κοινωνική της σύνθεση, μεταβαλλόμενη σε βαβέλ εξαθλιωμένων. Όχι, δεν ζούμε ούτε στην κομμουνιστική ούτε σε μια αντιεξουσιαστική ουτοπία. Ζούμε το 2015 σ’ έναν πλανήτη που βαίνει μια μεταιχμιακή περίοδο ακραίας αποσταθεροποίησης, την οποία εκμεταλλεύονται παγκόσμιες ή περιφερειακές δυνάμεις για να υφαίνουν σχέδια κυριαρχίας.
Και είναι αυτοί οι συσχετισμοί που κρίνουν το περιεχόμενο μιας άποψης, και όχι οι «καλές προθέσεις», με τις οποίες σπέρνεται ο δρόμος για την κόλαση. Που έχει την ίδια απόσταση, όση έχει και αυτή η «ουτοπία» με την πραγματικότητα. Με λίγα λόγια, όλη αυτή η «no border» ιδεολογία, ήταν και είναι ακραία απολίτικη, καθώς επιμένει να αγνοεί τους πραγματικούς συσχετισμούς δύναμης και ισχύος που ορίζουν την μοίρα της ευρύτερής μας περιοχής. Και ταυτόχρονα φέρει μέσα της μια ριζική αποτυχία στο να συλλάβει το πραγματικό περιεχόμενο των ίδιων αρχών τις οποίες επικαλείται –κύρια την κοινωνική δικαιοσύνη, τον πλουραλισμό και την δημοκρατία: Μπορούν να πραγματωθούν άραγε αυτές οι αρχές στην πολιτιστική βαβέλ ενός φτωχού και εξαθλιωμένου πλήθους;
Εξ άλλου, πέραν όλων των άλλων, οι κύριοι εκφραστές αυτής της «ουτοπίας», ο σκληρός, εθνομηδενιστικός πυρήνας του ΣΥΡΙΖΑ, υπήρξαν αρκετά ρεαλιστές ως προς την σύμπραξη σε υπαρκτά σχέδια σχετικοποίησης της εθνικής μας κυριαρχίας –μέσα από ευρωπαϊκά προγράμματα, Μη-κυβερνητικές οργανώσεις, προγράμματα σύμπραξης με τον τουρκικό επεκτατισμό κ.ο.κ. για να πιστέψουμε ότι πρόκειται για ονειροπόλους αφελείς. Ή τουλάχιστον, η αφέλειά τους ήταν αρκετά βολική στο να τους επιτρέπει ταυτοχρόνως να βόσκουν ανενόχλητοι στα λιβάδια των αρχουσών τάξεων με το αζημίωτο!
eidomenh
Η δεύτερη πράξη του δράματος
Όλα τούτα, προφανώς, δεν έχουν γίνει αντικείμενο αναστοχασμού στο πλαίσιο μιας συζήτησης για το πώς φτάσαμε ως εδώ. Διότι αυτή η συζήτηση δεν έχει καν ανοίξει, καθώς σύσσωμο το πολιτικό σύστημα –πλην των ναζί της Χρυσής Αυγής, πράγμα που είναι πολύ επικίνδυνο– επί της ουσίας συναινεί στην πολιτική της κυβέρνησης. Όχι γιατί, για παράδειγμα, η Νέα Δημοκρατία ή άλλα κόμματα εξουσίας που προέρχονται από την δεξιά απηχεί στην ιδεολογία των «ανοιχτών συνόρων». Αλλά διότι πέραν τούτου, ο τρόπος με τον οποίον διαχειρίζεται η χώρα μας τα προσφυγικά και τα μεταναστευτικά κύματα που εισέρχονται σε αυτήν, αποτελεί ρητή απαίτηση των μεγάλων δυτικών δυνάμεων. Επομένως, αποτελεί προϋπόθεση για οποιοδήποτε κόμμα εξουσίας να ευθυγραμμιστεί, πλέον, με αυτήν την απαίτηση –πράγμα που δεν ίσχυε μάλλον πριν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ωστόσο σήμερα αποτελεί αδήριτη πραγματικότητα.
Υπό αυτήν την έννοια, η δημόσια αξιολόγηση των κυβερνητικών πεπραγμένων ενταφιάζεται ενώ ταυτόχρονα, η δημόσια συζήτηση εκβιάζεται να περάσει στην φάση Β΄ μιας πορείας κρατικής/κοινωνικής αποδιάρθρωσης, η οποία τείνει να γίνει προδιαγεγραμμένη.
Γι’ αυτό και τώρα, στιγμή που υπάρχει ξεκάθαρα απειλή ολικού αποκλεισμού της Ελλάδας στα Βόρεια της σύνορα, και άρα κίνδυνος εγκλωβισμού δεκάδων ή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων στο εσωτερικό της χώρας, κράτος και κοινωνία καλείται να υλοποιήσει μια επιβαλλόμενη από τα έξω πολιτική υποτιθέμενης «φιλοξενίας». Το πραγματικό περιεχόμενο της οποίας, είναι να μεταβάλει σημεία σε όλη την χώρα σε ανοιχτά στρατόπεδα συγκέντρωσης των εγκλωβισμένων.
Τα οποία, μάλιστα, προωθούνται υπό την ίδια την ανθρωπιστική λεοντή –μόλο που στην ουσία αποτελούν μορφές ανοιχτής προσωποκράτησης (ας τα πούμε «γκέτο») ανθρώπων που προέρχονται από διαφορετικές χώρες, και δεν επιθυμούν να παραμείνουν στην χώρα μας.
Με το «έτσι θέλω» λοιπόν, η κυβέρνηση, ως ιμάντας μεταβίβασης των εντολών που έρχονται από τις Βρυξέλλες, ορίζει τοποθεσίες για τα περίφημα κέντρα μετεγκατάστασης και τα «Hot Spots» (Κως, Σχιστό, Διαβατά, Μυτιλήνη, Λέρος και Σάμος). Τα οποία θα φιλοξενήσουν ανθρώπους, οι οποίοι από εδώ και στο εξής θα εισέρχονται στην χώρα, την στιγμή που τα σύνορά της θα φυλάνε αυτοί που… δημιούργησαν την ανθρωπιστική κρίση στην χώρα μας (Τουρκία) και αυτοί που παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο να τη μεταβάλουν σε αποθήκη ψυχών (Γερμανία)!
Και όλα αυτά δίχως οι ιθύνοντες να έχουν το παραμικρό σχέδιο ή ιδέα πόσους καλούνται να φιλοξενήσουν και για πόσο. Καθώς επί της ουσίας μιλάμε όχι μόνον για τους 50.000 πρόσφυγες που αναλογούν στην χώρα μας, βάσει του καταμερισμού της Ε.Ε., αλλά και για όσους δεν είναι πρόσφυγες, και θα εγκλωβιστούν στην χώρα μας, μιας και η προοπτική επαναπροώθησης σε μια χώρα που συστηματικά κατευθύνει τα δουλεμπορικά δίκτυα μετακίνησης τους προς τα εμάς, είναι απολύτως γελοία.
Δεν είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς ότι αυτή η πολιτική είναι εξ υπαρχής ναρκοθετημένη, και ότι θα έχει σοβαρότατες συνέπειες. Ας εξηγήσουμε γιατί; Πόσο βιώσιμη και ομαλή είναι η αναγκαστική συνύπαρξη σε άθλιες υποδομές 3.000 ή 5.000 ανθρώπων, που προέρχονται από τόσο διαφορετικές χώρες μεταξύ τους, όσο είναι η Συρία, το Αφγανιστάν, το Ιράν, το Ιράκ, το Μαρόκο και η Λιβύη; Ήδη στην Ειδομένη πήραμε μια πρόγευση αυτής της κατάστασης, καθώς σύντομα επικράτησε κλίμα αντιπαλότητας, καβγάδες για την σίτιση, εντάσεις οι οποίες μάλιστα έφτασαν σε σύρραξη που είχε και νεκρό.
Δεύτερον, τι θα σημάνει μια ενδεχόμενη αδυναμία ή καθυστέρηση στις υποχρεώσεις του ελληνικού κράτους για παροχή σίτισης ή υγειονομικής περίθαλψης;  Και εδώ, πιλότος είναι τα όσα συνέβησαν στην Μυτιλήνη, στην Κω, και την Ειδομένη, όπου πραγματοποιήθηκαν σποραδικές εξεγέρσεις των εγκλωβισμένων. Ή μήπως είναι «ανθρωπιστικό» το να επιστρατεύονται κάθε φορά τα ΜΑΤ για να αποκαταστήσουν την ομαλότητα της «φιλοξενίας» (sic!);
Τρίτον, τι θα γίνει με την ικανοποίηση των λατρευτικών αναγκών αυτών των ανθρώπων; Θα στηθούν τζαμιά δίπλα σε κάθε «κέντρο φιλοξενίας»; Και πως αυτό θα συμβαδίσει με τις πραγματικότητες των κατά τόπους κοινωνιών;
Ακόμα, δε, κι αν δεν υπήρχε η πολιτισμική και θρησκευτική παράμετρος που αποτρέπει ή δυσχεραίνει δραματικά την συνύπαρξη μεταξύ ντόπιων και προσφύγων/μεταναστών, καθώς και των μεταναστευτικών/προσφυγικών ομάδων μεταξύ τους, τι είδους ενσωμάτωση, έστω  και προσωρινή, μπορεί να υπάρξει στο πλαίσιο μιας κατεστραμμένης οικονομίας, όπου ανακύπτουν προβλήματα «κοινωνικού αυτοματισμού» ακόμα και μεταξύ των ντόπιων κοινωνικών ομάδων;
Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Είναι η αποτυχία αυτής της πολιτικής, που καταρτίζεται και καθοδηγείται από ανθρώπους ανίκανους, που θα δημιουργήσει σοβαρότατο πρόβλημα κοινωνικής και πολιτισμικής συνοχής στην ελληνική κοινωνία. Και αυτή ακριβώς η κατάσταση θα τροφοδοτήσει την γενίκευση κρουσμάτων ξενοφοβίας και σε δεύτερο χρόνο ρατσισμού, πράγμα που θα ενισχύσει τα γκέτο, την εθνοθρησκευτική περιχαράκωση κ.ο.κ. Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο που λειτουργεί εν είδει κοινωνικού και πολιτισμικού αυτοματισμού. Τον έχουμε δει ήδη να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας, στον Άγιο Παντελεήμονα Αχαρνών. Ο οποίος αποτέλεσε το «πολιτικό εργαστήριο» μέσα στο οποίο επωάστηκε η Χρυσή Αυγή και καθιερώθηκε ως πανεθνική κοινοβουλευτική δύναμη.
Πραγματικά, όμως, το πάθημα δεν έχει γίνει μάθημα σε κανέναν: Όπως και με το ασφαλιστικό ή το ευρώ, ή εν τέλει κάθε άλλο ζήτημα που όρισε τις μοίρες αυτής της χώρας την τελευταία εικοσαετία, η δημόσια συζήτηση πραγματοποιείται με καθυστέρηση… 10ετίας!
Η αποδόμηση από τα πάνω
Η πολιτική της κυβέρνησης στις δύο της φάσεις, διάλυση των συνόρων, και εγκαθίδρυση μη-βιώσιμων μαζικών μηχανισμών εγκατάστασης, δημιουργεί de facto τις συνθήκες ενός «γεωπολιτικού μνημονίου από τα κάτω». Επιτρέπει την βίαιη μεταβολή της πληθυσμιακής, εθνοπολιτισμικής σύνθεσης της ελληνικής κοινωνίας και δυναμιτίζει την ενότητα της ελληνικής πολιτείας στην πιο ουσιαστική της βάση: Οποιαδήποτε μορφή συλλογικής συνύπαρξης θεμελιώνεται πάνω σε μια συμφωνία για τους κοινούς κανόνες που τις διέπει – αυτό που ο Κορνήλιος Καστοριάδης ονόμαζε «φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας». Στον βαθμό που η τελευταία θρυμματίζεται, δεν νοείται ούτε η συλλογικότητα του «έθνους», και παύει να ισχύει η ενιαία και αδιαίρετη αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Ακόμα και αυτή η έννοια του λαού κατακερματίζεται σε ένα πλήθος εθνο-πολιτισμικών φατριών – μια κοινωνική μορφή οργάνωσης που θυμίζει τα «μιλιέτ» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Προφανώς, η αναλογία δεν γίνεται τυχαία, διότι μια τέτοια μορφή οργάνωσης της κοινωνίας, απαιτεί μια εξουσία που θα ορθώνεται από πάνω της και θα την αστυνομεύει. Και ήδη, ο Νταβούτογλου στο περίφημο «Στρατηγικό Βάθος» ορίζει αυτό ακριβώς το μοντέλο ως πρότυπο οργάνωσης των Βαλκανίων, της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής, στο πλαίσιο μιας νέας pax-ottomanica.
Ωστόσο, οι κίνδυνοι του προσφυγικού αδιεξόδου δεν περιορίζονται μόνο σε αυτό το «μνημόνιο από τα κάτω». Την ίδια στιγμή η Δύση, παρεμβαίνει στο ελληνικό προσφυγικό αδιέξοδο, συντονίζεται με αυτές τις εξελίξεις, και επιβάλει μια αντίστοιχη διαδικασία «από τα πάνω». Αυτή, δεν συνίσταται μόνο στο γεγονός ότι το ελληνικό κράτος απλώς λειτούργησε ως «ιμάντας μεταβίβασης» μιας πολιτικής φιλοξενίας που εκπονήθηκε στις Βρυξέλλες και επιβλήθηκε στην χώρα μας. Προχωράει και παρακάτω, οργανώνοντας ένα νέο «στυλ πολιτικής διακυβέρνησης» που αρμόζει σε χώρα περιορισμένης ευθύνης: Έτσι, τόσο το πρόγραμμα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, όσο και τα αντίστοιχα που εκπονεί η Ε.Ε. (και τα οποία αφορούν όχι μόνο στο συγκεκριμένο ζήτημα, αλλά εν γένει, κάθε κοινωνική πολιτική που υλοποιείται με ευρωπαϊκούς πόρους) είναι έτσι σχεδιασμένο ώστε να παρακάμπτει την ελληνική πολιτεία!
Οι πόροι για τους μηχανισμούς φιλοξενίας των προσφύγων/μεταναστών καθώς και τις άλλες δράσεις ανθρωπιστικής ανακούφισης διοχετεύονται απευθείας στην τοπική αυτοδιοίκηση, υπό την ρητή προϋπόθεση ότι η τελευταία θα τα αξιοποιήσει μεταβιβάζοντάς τα σε… μη-κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες αναλαμβάνουν εξ ολοκλήρου την εκτέλεσή τους. Με αυτόν τον τρόπο, τεχνηέντως, αποφεύγεται κάθε δυνατότητα παρέμβασης και ελέγχου του ελληνικού κράτους πάνω στην πολιτική φιλοξενίας, δηλαδή, αποτρέπεται κάθε δυνατότητα δημοκρατικού της ελέγχου. Και επί της ουσίας, ο μηχανισμός των ΜΚΟ λειτουργεί ως παράλληλη εκτελεστική εξουσία στην χώρα μας, η οποία εντέλλεται όχι από τον κυρίαρχο λαό, αλλά από την Νέα Υόρκη (ΟΗΕ) και τις Βρυξέλλες (Ε.Ε.)!
Δηλαδή, η ραχοκοκαλιά μιας αποικιακής διοίκησης έχει ήδη στηθεί de facto και… de jure στην χώρα μας: Τα σύνορα τα φυλούν οι Τούρκοι και οι Γερμανοί υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ. Την κοινωνική πολιτική την εκτελούν μη-κυβερνητικές οργανώσεις, με την τοπική αυτοδιοίκηση να παίζει απλώς ρόλο θησαυροφύλακα των πόρων· και η ελληνική πολιτεία περιορίζει τις αρμοδιότητές της μόνο στο πεδίο της φορολογίας, της ρύθμισης του αστικού δικαίου μεταξύ των κατοίκων αυτής της χώρας, και της… αστυνόμευσης.
Έτσι, «ανεπαισθήτως», που θα έλεγε και ο Καβάφης, έχει συντελεστεί ο υποβιβασμός της ελληνικής πολιτείας, από ελεύθερη και κυρίαρχη πολιτείας στο πλαίσιο ενός ανεξάρτητου κράτους, σε απλή διοίκηση. Ή, όπως κωδικοποίησε τις εξελίξεις ο Δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης, που εμφανίστηκε με τον Δήμαρχο της Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη σε πρόσφατη εκδήλωση στην Αθήνα υπό τον τίτλο «Μεγα-Πόλεις» ως κατ εξοχήν εκπρόσωποι αυτού του νέου, αποικιακού μοντέλου διακυβέρνησης: «Τα εθνικά σύνορα εξαφανίζονται, οι πόλεις αναδύονται» (2)…
Αντί επιλόγου: Οι πελταστές της αποδόμησης
Αν η ελληνική κυβέρνηση προκαλεί με τις πράξεις και τις παραλήψεις της την αποδόμηση της Ελλάδας «από τα κάτω», ενώ οι μεγάλοι υπερεθνικοί οργανισμοί την ολοκληρώνουν «από τα πάνω», υπάρχει και η συνιστώσα που εν τοις πράγμασι λειτουργεί ως παράγοντας φίμωσης και ευθυγράμμισης των… κινημάτων με αυτές τις διαδικασίες αποικιοποίησης. Είναι όλος αυτός ο «no-border» χώρος, που ξεκινάει από την νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, περνάει από τους διαγραμμένους της και κομμάτια της άκρας αριστεράς, και καταλήγει στη μεγαλύτερη μερίδα του αντιεξουσιαστικού χώρου.
Ένας χώρος, ο οποίος την ίδια στιγμή που συμβαίνουν όλα αυτά, και απειλείται η χώρα με ανθρωπιστική καθίζηση, αναλαμβάνουν δράση πιέζοντας… να ανοίξουν ολοσχερώς τα σύνορα στο Αιγαίο και τον Έβρο. Το γεγονός, βέβαια, ότι την ίδια στιγμή οι χώρες που συνορεύουν στα βόρεια της χώρας μεθοδεύουν το κλείσιμο των συνόρων με φράκτες, ένταση της στρατιωτικοποίησης κ.ο.κ. λίγο φαίνεται να τους απασχολεί ή να θίγει την ευαισθησία τους περί «ανοιχτών συνόρων».
Γιατί το ζήτημα για αυτούς, δεν είναι ούτε καν το να υπάρξει τελικά ένας ασφαλής δίαυλος των προσφύγων και των μεταναστών προς την Ευρώπη, όπου εξάλλου επιθυμούν να πάνε. Το ζήτημα είναι να καταπέσουν τα δικά μας σύνορα, να καταλυθεί το ελληνικό κράτος, να αποεθνικοποιηθεί η δική μας κοινωνία. Γιατί το πρόβλημα για αυτούς δεν είναι ο σωβινισμός, η ακροδεξιά, και όλα τα παρελκόμενά τους – που στο κάτω κάτω της γραφής επωάζονται εξ αντανακλάσεως από αυτήν ακριβώς την δραστηριότητα ριζικής αντιπαλότητας με τον ελληνικό λαό. Είναι εν γένει η πραγματικότητα του έθνους, ως υπαρκτό, ζωντανό αυτεξούσιο και δημοκρατικό υποκείμενο.
Το γεγονός ότι το ίδιο πρόβλημα έχουν και οι άρχουσες τάξεις αυτής της χώρας, που έχουν αποφασίσει να προσχωρήσουν (με το αζημίωτο) φυσικά, ως ντόπιοι παράγοντες του νέου αποικιακού σχεδίου, δεν φαίνεται να τους απασχολεί καθόλου.
Ούτε το ότι η δράση τους επιταχύνει την εισαγωγή της γενικευμένης πολιτιστικής αντιπαράθεσης στην χώρα μας – που θα σημάνει την εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος ακραίας ανελευθερίας στην ελληνική κοινωνία, που θα σαρώσει εν τοις πράγμασι κάθε δημοκρατική, κοινωνική και πολιτική κατάκτηση του λαού μας. Διότι πέρα από τις πολιτικές διακηρύξεις και τα συνθήματα, και εδώ αναμφίβολα ο Μαρξ διατηρεί αυτούσια την επικαιρότητά του, σημασία σε τελευταία ανάλυση έχει «το κοινωνικό είναι» των ανθρώπων. Και αυτή η μερίδα των global μεσαίων και μεγάλων αστών, γιατί αυτή είναι πλέον ξεκάθαρα η κοινωνική φυσιογνωμία που κυριαρχεί σε αυτούς τους χώρους, έχουν αποφασίσει, με αμιγώς ταξικά κριτήρια, ότι το μέλλον τους εγγράφεται μέσα στο νέο αποικιακό σχέδιο, και όχι έξω από αυτό.
Υπάρχει άραγε μέσα σε αυτόν τον εφιάλτη μια τρίτη άποψη που να διατηρεί τις ελπίδες να υπερβούμε από το αδιέξοδο, περισώζοντας τις εθνικές, δημοκρατικές, και κοινωνικές μας ελευθερίες; Υπάρχει η δυνατότητα να αμφισβητήσουμε τον κυρίαρχο παροξυστικό εθνομηδενισμό, και τον σωβινισμό που εξ αντακλάσεως αυτός προκαλεί; Η απάντηση είναι θεωρητικά, τουλάχιστον, ναι, ωστόσο θα πρέπει να προσθέσουμε ότι αυτή η προοπτική είναι εξαιρετικά δύσκολη.
Για να αρθρώσουμε έναν δημοκρατικό λόγο πάνω στο προσφυγικό αδιέξοδο, που να μην χαρίζει τον ανθρωπισμό στις δυνάμεις που επιδιώκουν την αποδόμηση της χώρας, και την πατρίδα στην άκρα δεξιά, θα πρέπει πρώτα και πάνω από όλα να πολιτικοποιήσουμε το προσφυγικό/μεταναστευτικό αδιέξοδο. Να το θέσουμε στις σωστές του διαστάσεις: Το δημιουργεί η Τουρκία, το υλοποιούν οι δουλέμποροι, το παροξύνει η Ευρώπη, το επιτρέπει η ελληνική κυβέρνηση. Αυτοί είναι ο στόχος, και όχι οι πρόσφυγες ή οι μετανάστες – ένα τέχνασμα στην λογική του «αποδιοπομπαίου τράγου» που επιστρατεύει η άκρα δεξιά για να αποπολιτικοποιήσει την κοινωνική δυσαρέσκεια σε τυφλό μίσος.
Η φιλοξενία είναι ζητούμενο, αλλά στο μέτρο του δυνατού και του εφικτού – που ακούστηκε οικοδεσπότης να γκρεμίζει το σπίτι του, για να υποδεχθεί τους φιλοξενούμενους. Και εξάλλου όσο η επίκληση του ανθρωπισμού τίθεται ανταγωνιστικά ως προς την βιωσιμότητα και τις ελευθερίες της ελληνικής κοινωνίας, θα είναι το μακρύ χέρι της υποδούλωσής μας, όπως συνέβη και με άλλες χώρες και λαούς της ευρύτερης γειτονιάς μας. Και το πρόσχημα, ώστε να μεταβληθεί μια ολόκληρη χώρα σε ανοιχτό στρατόπεδο συγκέντρωσης εγκλωβισμένων, με τίμημα την μεταβολή του τόπου μας σε no man’s land κατά τον 21ο αιώνα της γενικευμένης αποσταθεροποίησης…
Περιοδικό Άρδην – Εφημερίδα Ρήξη