“Σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται.
Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα,
ραγιάδες έχεις, μάννα γή, σκυφτούς για το χαράτσι,
κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,
των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.
Και δημοκόποι Κλέωνες και λογοκόποι Ζωίλοι,
Και Μαμμωνάδες βάρβαροι, και χαύνοι λεβαντίνοι•
Λύκοι, κοπάδια, οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι
Κι οι χαροκόποι αδιάντροποι, και πόρνη η Ρωμιοσύνη!”
Κωστής Παλαμάς

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου 
Πολύ ενδιαφέρουσα η συζήτηση για το “μακεδονικό”. Το θέμα έχει μεγάλη σημασία, όχι εξαιτίας αυτής καθ’ εαυτής της ονομασίας, αλλά γιατί αφορά την άσκηση πολιτικής από την Αθήνα, αν υπερασπίζεται την κυριαρχία και τα συμφέροντα του ελληνικού λαού. Σχετίζεται επίσης με την, επί εθνικής βάσεως θεμελιωμένη, κρατική συνοχή του ελληνικού λαού, είτε ζει στα Δωδεκάνησα, είτε στην ‘Ηπειρο.
Αλλά μήπως είναι μόνο αυτό; Η Ελλάδα ξόδεψε τεράστια ποσά, που συνέβαλαν ουσιαστικά στην καταστροφή της, για να αμυνθεί από την Τουρκία, που την απειλεί επισήμως με πόλεμο σε περίπτωση επέκτασης των χωρικών υδάτων της, ασκείται ετησίως στην κατάληψη ενός ή περισσοτέρων νησιών και κατέχει μεγάλο μέρος της κυπριακής επικράτειας από όπου εκδίωξε 250.000 ‘Ελληνες. Απειλεί εμμέσως πλην σαφώς με εξαφάνιση το κυπριακό κράτος, μη αναγνωρίζοντάς το. Να υπενθυμίσουμε, σε όσους θέλουν πολύ να το ξεχάσουν, ότι η Ελλάδα έχει, εκτός από ζωτικό συμφέρον και ηθική υποχρέωση, νομική υποχρέωση προστασίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Κάποιος μπορεί να πει ότι η τουρκική απειλή είναι θεωρητική, δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Αλλά και μόνο η ύπαρξή της περιορίζει εκ των πραγμάτων τους βαθμούς στρατηγικής ελευθερίας του ελληνικού κράτους. Γι’ αυτό την υπέθαλψαν επί δεκαετίες Ουάσιγκτων, Λονδίνο και άλλοι.
Ισχύει και το αντίστροφο. Το Αιγαίο, όπου γεννήθηκε ένας από τους μεγαλύτερους πολιτισμούς της ανθρωπότητας, στο Ιωνικό Δωδεκάπολο (και τη Θράκη), είναι από τα σημαντικότερα “στρατηγικά οικόπεδα” παγκοσμίως, προέκταση των Στενών. Είναι “στρατηγικό φιλέτο”, που μια χώρα στην κατάσταση της Ελλάδας, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να βελτιώσει τη θέση της σε άλλα “μέτωπα”, στη θεωρητική περίπτωση που αποκτούσε ανεξάρτητη και σοβαρή ηγεσία.
Τι ακριβώς γίνεται τώρα εκεί; Η Αθήνα αποδέχτηκε την εξαίρεση Καστελόριζου από τις ρυθμίσεις για τη ΝΑΤΟική δύναμη, παρά το γεγονός ότι συνιστά ελληνικό έδαφος, άρα και εκεί μπορούν να αποβιβαστούν πρόσφυγες ή μετανάστες, δεν χρειάζεται να πάνε στη Μυτιλήνη. Κύριος Οίδε τι άλλο περιέχουν οι “ρυθμίσεις”.
Στα νησιά του Αιγαίου, για την άμυνα των οποίων η Ελλάδα καταστράφηκε σχεδόν οικονομικά, τώρα ασκούν μέρος της κυριαρχίας διάφορες πολυεθνικές ΜΚΟ, ενώ, όπως συζητείται και ίσως αποφασισθεί, έως τη δημοσίευση του άρθρου, θα προστεθούν Τούρκοι παρατηρητές.   Γιατί δεν εγκαθίστανται ‘Ελληνες και Ευρωπαίοι παρατηρητές στα τουρκικά παράλια; Γιατί δεν το ζητάει η κυβέρνηση της Αθήνας; (η προηγούμενη, “εθνικόφρων” και όχι “αριστερή” εκείνη, έδωσε σε Τούρκους τις μαρίνες των νησιών).
Πίσω από όλα αυτά κρύβεται όμως σοβαρότερο ερώτημα. Μπορεί οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση, ακόμα και η καλύτερη, όχι οι διαρκώς χειρότερες που έχουμε, να ασκήσει πολιτική προς ώφελος του ελληνικού λαού σε οποιονδήποτε τομέα, εντός του πλαισίου των αποικιακών συμφωνιών και Μνημονίων; Η απάντηση είναι χίλιες φορές ‘Οχι. Μόνο καταστροφές θα προετοιμάζει τέτοια κυβέρνηση (χωρίς ασφαλώς να σημαίνει αυτό ότι η διακοπή της μνημονιακής υποδούλωσης μπορεί να γίνει έτσι και ως έτυχε, χωρίς σχέδιο και σοβαρότητα και από το απόλυτα ανεπαρκές,και αν ακόμα το ήθελε, υπάρχον προσωπικό).
Καλές οι τηλεοπτικές συζητήσεις περί “μακεδονικού”, το ερώτημα όμως είναι πολύ σοβαρότερο. Το διατύπωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν έμαθε τη δολοφονία Λαμπράκη: “Ποιός κυβερνάει αυτή τηχώρα;”. Ποιός επηρεάζει καθοριστικά τη σύνθεση της εκάστοτε “ελληνικής κυβέρνησης” από το 2009 και μετά, αν όχι πολύ νωρίτερα; Αποφασίζονται στην Ελλάδα αυτά, από τους εδώ πολιτικούς;
Αν μου ζητούσε κάποιος να στοιχηματίσω τα (όλο και λιγότερα!) λεφτά μου, θα πόνταρα στο “’Οχι”. Αν η απάντηση είναι σωστή, ανακύπτει το ερώτημα “που αποφασίζονται;”. Εδώ δεν μπορεί κανείς να είναι απολύτως κατηγορηματικός. Το πρώτο επίπεδο είναι ασφαλώς το Βερολίνου-Βρυξελλών.
Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι τα πάντα εποπτεύει, επιτρέπει ή αποτρέπει, στην Ελλάδα και όλη την Ευρώπη, η “υπερατλαντική αρχή” και διάφοροι διεθνείς φίλοι της (την κυβέρνηση των ΗΠΑ ευχαρίστησε για τη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο, μην ξεχνάμε, ο εκ νέου “καταδυθείς” κ. Δραγασάκης). (1)
Γιατί, όπως εξήγησε με αφοπλιστική σκαιότητα ο Χόλμπρουκ στους Ευρωπαίους, μετά τα ‘Ιμια, “η Ευρώπη δεν έχει τηλέφωνο και διεύθυνση”. Και εκεί όμως είναι λίγο μπερδεμένα τα πράγματα. Γιατί λέμε Αμερική, αλλά οι σημερινές ΗΠΑ είναι σε μεγάλο βαθμό πεδίο σύγκρουσης αντιμαχόμενων δυνάμεων. Η Ελλάδα, σε τόσο δεινή θέση, θάπρεπε να τα μελετάει αυτά ενδελεχώς, αλλά μόνο τον παπαγάλο ξέρουμε να μιμούμαστε, με copy paste “σκεφτόμαστε”.
Είναι μεγάλη ντροπή για την ελληνική κυβέρνηση και κοινωνία, την ελληνική δημοσιογραφία, την ελληνοαμερικανική ηγεσία, το ελάχιστο ενδιαφέρον για τον Μπέρνι Σάντερς, που υπερασπίστηκε την Ελλάδα με τρόπο που δεν τόκανε κανείς ‘Ελληνας πολιτικός! Και θάχει πολύ μεγάλες αρνητικές συνέπειες για τη χώρα.
Η κατάσταση είναι πολύ δυσμενής. Κυρίως όμως εμείς είμαστε που θέλουμε να παραμένουμε δούλοι.

(1) Τον Σεπτέμβριο 2011, κανένας δεν ενδιαφερόταν για τον μελλοντικό πρωθυπουργό κ. Παπαδήμο, ούτε ήξερε ότι θα γίνει Πρωθυπουργός, όταν κάποιοι έψαχναν να βρουν και να διαβάσουν τις εκθέσεις που έγραφε στο λύκειο.

Αθήνα, 25 Μαρτίου 2016
www.konstantakopoulos.gr