Στα πρόθυρα του χάους



Print Friendly
57
από Βασίλης Βιλιάρδος
Ενώ έχει ξεκινήσει η διαδικασία κατάρρευσης της Ευρωζώνης η Ελλάδα, προσπαθώντας να αποφύγει την επίσημη χρεοκοπία του δημοσίου, δρομολογεί τη χρεοκοπία του ιδιωτικού τομέα, παράλληλα με τη λεηλασία και των δύο – αδυνατώντας να κατανοήσει πως έτσι κινδυνεύει να μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος..
«Οι περισσότεροι θα έχουν καταλάβει πλέον πως όταν δεν πτωχεύει επίσημα (στάση ή αναβολή πληρωμών) μία χρεοκοπημένη χώρα, τότε χρεοκοπούν επί πλέον οι Πολίτες της – οι οποίοι αναλαμβάνουν ακούσια την πληρωμή των χρεών της. Στη συνέχεια, αφού λεηλατηθεί τόσο η δημόσια, όσο και η ιδιωτική περιουσία της από τους δανειστές της, συνήθως ακολουθεί η επίσημη χρεοκοπία της – οπότε μετατρέπεται σταδιακά σε ένα αποτυχημένο κράτος«..

Ανάλυση

Οι βασικές θέσεις του βιβλίου του κ. Stieglitz με τον τίτλο «Το Ευρώ: Πώς μπορεί ένα κοινό νόμισμα να απειλήσει το μέλλον της Ευρώπης» είναι οι εξής:
(α)  Για να βελτιωθεί το ευρώ, θα πρέπει η Ελλάδα και η Γερμανία να φύγουν από αυτό. (β) Αν δεν γίνει το (α), θα πρέπει να δημιουργηθούν δύο ευρώ, το ισχυρό και το αδύναμο. (γ) Αν δεν γίνουν τα (α) και (β), πρέπει να φορολογηθούν τα εμπορικά πλεονάσματα. (δ) Το χρέος ευρωπαϊκών χωρών με διαφορετικό ρίσκο να μπει όλο σε κοινά ευρωομόλογα. Τελευταία πρόταση είναι τα ελλείμματα προϋπολογισμού των χωρών της Ευρωζώνης να υπερβαίνουν το 3%, ανάλογα με τη δημοσιονομική συγκυρία.
Η δική μας θέση όσον αφορά το ευρώ είναι το ότι, δεν πρόκειται να επιβιώσει, εάν η Ευρωζώνη δεν ενωθεί τραπεζικά, δημοσιονομικά και πολιτικά  – ενώ η Ελλάδα δεν έχει άλλη λύση, μετά τα τέλη του 2014, από την ονομαστική διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους της, έτσι ώστε να καταστεί εφικτή μία αντίστοιχη διαγραφή του ιδιωτικού.
Φυσικά δεν φτάνει μόνο αυτό σήμερα, αφού χρειάζεται επί πλέον ένα ευρωπαϊκό Marshall Plan – η διεξαγωγή δηλαδή δημοσίων επενδύσεων με κεφάλαια της Ευρώπης, χωρίς τις οποίες δεν πρόκειται να επιστρέψει ποτέ η οικονομία μας σε πορεία ανάπτυξης(ενώ χωρίς ανάπτυξη, δεν πρόκειται να λυθεί κανένα πρόβλημα).
Παράλληλα βέβαια απαιτείται εκ μέρους μας η δρομολόγηση των σωστών διαρθρωτικών αλλαγών – ενώ συμφωνούμε σε κάποιο βαθμό με το συμπέρασμα για την Ελλάδα του κ. Οικονομίδη, ο οποίος ασκεί κριτική στις προτάσεις του κ. Stieglitz με αντίστοιχο άρθρο του (πηγή). Σύμφωνα με τον Έλληνα οικονομολόγο, απαιτούνται τα εξής:
(1) Μείωση του δημόσιου τομέα, (2) Μείωση φορολογίας (3)Σταθερό και ευνοϊκό επενδυτικό κλίμα, καθώς επίσης γρήγορη εκδίκαση δικαστικών υποθέσεων. Αν δεν γίνουν αυτά, η πιθανή αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας θα είναι μόνο μια υποσημείωση στη συνεχιζόμενη κρίση.
 Περαιτέρω, ειδικά όσον αφορά την άποψη του κ. Stieglitz περί εξόδου τόσο της Ελλάδας, όσο και της Γερμανίας από την Ευρωζώνη,υπενθυμίζουμε μέρος από ένα παλαιότερο άρθρο μας που αφορούσε την Ελλάδα και τη Γερμανία («Τα παράσιτα της ευρώ-οικογένειας», από τις 3.12.2013), σύμφωνα με το οποίο τα εξής (ας σημειωθεί πως τότε μπορούσε ακόμη η Ελλάδα να τα καταφέρει, χωρίς διαγραφή των χρεών της – αφού αρκούσε μία λογική αναδιάρθρωση τους, με τα επιτόκια της ΕΚΤ):

ΤΑ ΠΑΡΑΣΙΤΑ

Πρέπει να κατανοήσουμε άμεσα σαν Πολίτες ενός Έθνους ότι, ο μοναδικός τρόπος για να εξαπατηθεί κανείς, είναι να θέλει ο ίδιος να εξαπατήσει – διαφορετικά δεν συμβαίνει ποτέ κάτι τέτοιο (πάντοτε υπάρχουν εξαιρέσεις).
Στα πλαίσια αυτά, όσο δεν θέλουμε να πληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας, ισχυριζόμενοι ανόητα πως το χρέος δεν είναι βιώσιμο, παρά το ότι γνωρίζουμε πως αυτό που απαιτείται από τους δανειστές μίας χώρας δεν είναι η εξόφληση των δανείων αλλά η εξυπηρέτηση τους(πληρωμή των τόκων ύψους περί τα 6 δις € σήμερα, καθώς επίσης «ανακύκλωση» των χρεολυσίων, όπου με νέα δάνεια αποπληρώνονται τα παλαιά), θα μας πάρουν «ακόμη και τα παντελόνια μας» – σε εξευτελιστικές τιμές.
Η μέθοδος, ο τρόπος καλύτερα που θα συμβεί αυτό, φαίνεται ολοκάθαρα στο παράδειγμα του «Αστέρα Βουλιαγμένης» – παρά το ότι ίσως τελικά αποφευχθεί η εκποίηση του συγκεκριμένου «φιλέτου», επειδή ανήκει εν μέρει στη Εθνική Τράπεζα, ενώ είναι πολύ «χτυπητό». Ειδικότερα, το συγκρότημα αξίζει περί τα 2 δις €, κινδυνεύοντας να πουληθεί μόλις 300 εκ. €, με δώρο έναν πολύ μεγαλύτερο συντελεστή δόμησης – οπότε στο 10% περίπου της πραγματικής του αξίας.
Εάν υποθέσουμε λοιπόν ότι, η συνολική ακίνητη περιουσία του δημοσίου αξίζει γύρω στα 300 δις €, με «αναγωγή» στον Αστέρα θα πουληθεί στο 10% της τιμής της – ήτοι περί τα 30 δις €, τα οποία θα οδηγηθούν εξ ολοκλήρου στην εξυπηρέτηση ενός χρέους ύψους 320 δις €, οπότε θα μειωθεί μόλις στα 290 δις €.
Επομένως, θα εκποιήσουμε ακίνητα αξίας 300 δις € έναντι ενός χρέους 320 δις € και θα μείνουμε χρεωμένοι με ακόμη 290 δις € – στα οποία θα προστεθούν έξοδα «μεταβίβασης» (μισθοί, προμήθειες κλπ.), οπότε θα παραμείνουν τα 320 δις € χρέος, χωρίς όμως να διαθέτουμε πια καθόλου ακίνητη περιουσία. Εάν αυτό δεν είναι το «άκρον άωτο» της ανοησίας ενός λαού, τότε πως θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς;
Το ίδιο θα συμβεί και με τις κοινωφελείς, με τις στρατηγικές και με τις κερδοφόρες επιχειρήσεις του δημοσίου, όπως διαπιστώσαμε από το παράδειγμα του ΟΠΑΠ – όπου, σύμφωνα με τα ΜΜΕ, εμείς δανείσαμε την εταιρεία που τον αγόρασε.
Τα δε ακίνητα του δημοσίου που πουλήθηκαν από το ΤΑΙΠΕΔ έναντι 300 εκ. €, παρά την πολύ υψηλότερη αξία τους, με δάνειο από ελληνικές τράπεζες και την υποχρέωση (δώρο) να πληρώνει το κράτος ενοίκια 600 εκ. € για τα επόμενα χρόνια, είναι ένα ακόμη παράδειγμα της συλλογικής ανοησίας μας – οφειλόμενο προφανώς στην άρνηση μας να «τιμήσουμε» τις υποχρεώσεις μας.
Όσον αφορά την ιδιωτική περιουσία, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά δηλαδή, η ληστεία θα πραγματοποιηθεί μέσω της καταστροφικής φορολογικής πολιτικής, των πλειστηριασμών, καθώς επίσης μέσω των μεθοδεύσεων που περιγράψαμε στο άρθρο μας «Η παγίδα των γενοσήμων» – ενώ οι Έλληνες αφενός μεν θα πληρώσουν πολύ περισσότερα από όσα οφείλουν, αφετέρου θα μείνουν χρεωμένοι με τα ίδια ακριβώς ποσά, παρά τη λεηλασία και την εξαθλίωση τους.
Ολοκληρώνοντας την εισαγωγή μας, υπάρχει μία και  μοναδική δυνατότητα να εκδιώξουμε τους εισβολείς, ανακτώντας την εθνική μας ανεξαρτησία, την αξιοπρέπεια και την ελευθερία μας: Να εξυπηρετούμε το χρέος μας, να πληρώνουμε δηλαδή τις συμβατικές υποχρεώσεις μας. καταρτώντας ένα δικό μας επιχειρησιακό σχέδιο εξόδου από την κρίση (business plan), το οποίο θα αναλάβουν να εφαρμόσουν οι ικανότεροι των Ελλήνων (όχι οι ανεπαρκέστεροι, οι ανικανότεροι και οι ιδιοτελέστεροι).
Γνωρίζουμε φυσικά ότι τόσο στην Ελλάδα, όσο και αλλού, δεν γίνεται ποτέ κανείς συμπαθής, όταν επιμένει στην πληρωμή των χρεών και όχι στη διαγραφή τους – επιμονή που δεν προέρχεται φυσικά από μία δήθεν ηθική ή από καλοσύνη, αλλά από μία καθαρά «ωφελιμιστική σκοπιά».
Όμως, ο σκοπός των αναλύσεων μας δεν είναι η συμπάθεια των Ελλήνων, αλλά το ορθολογικό, το σωστό και η αλήθεια – όπου, εάν δεν έχουμε μάθει ακόμη πως τα ανταλλάγματα της διαγραφής χρέους, όπως τεκμηριώθηκε από το PSI, είναι πολλαπλάσια της ωφέλειας, θα καταστραφούμε, θα εξαθλιωθούμε και θα υποδουλωθούμε στο διηνεκές.
Η αφετηρία της ευρωπαϊκής υπερχρέωσης
Η Ευρωζώνη βυθίστηκε στην κρίση χρέους λόγω του ότι υποχρεώθηκε σε μεγάλες ζημίες από τις Η.Π.Α. – οι οποίες μετέφεραν τα οικονομικά προβλήματα τους στην ήπειρο μας. Αυτό δρομολογήθηκε ως εξής:
(α)  αφενός μεν μέσω της Lehman Brothers, η χρεοκοπία της οποίας κόστισε τεράστια ποσά σε πολλές χώρες της ΕΕ (κυρίως στη Γερμανία),
(β)  αφετέρου μέσω των ενυπόθηκων αμερικανικών δανείων χαμηλής εξασφάλισης (sub primes) – τα οποία, «διαμαρτυρόμενα» (επισφάλειες), οδήγησαν αρκετές τράπεζες της Ευρώπης στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Πολλά ευρωπαϊκά κράτη (Ιρλανδία, Ισπανία, Γερμανία κοκ.), αναγκάσθηκαν στη συνέχεια να χρεωθούν για να διασώσουν τις τράπεζες τους – με αποτέλεσμα να βυθιστούν και τα ίδια στην κρίση. Μόνο η Γερμανία έχασε από τις Η.Π.Α. πάνω από 500 δις € – αδυνατώντας ακόμη να συνέλθει.
Σαν να μην έφτανε αυτό το ΔΝΤ, ο μοναδικός πελάτης του οποίου το 2007 ήταν η Τουρκία και κινδύνευε να κλείσει, κατάφερε να εισβάλλει στην Ευρωζώνη με τη βοήθεια της (ενδοτικής πιθανότατα) κυβέρνησης της Ελλάδας – μέσω του πλέον ανόητου και όχι πιο αδύναμου κρίκου της νομισματικής ένωσης.
Ήταν η μοναδική δυνατότητα άλλωστε που είχε στη διάθεση του για να επιβιώσει και να κερδοσκοπήσει, αφού καμία χώρα της Ασίας ή της Νοτίου Αμερικής δεν θέλει πλέον ούτε να το δει στα μάτια της – μετά τα απίστευτα εγκλήματα που διέπραξε όπου εισέβαλλε, καταληστεύοντας, λεηλατώντας και εγκληματώντας, στην υπηρεσία των τοκογλύφων-εντολέων του.
Συμπερασματικά λοιπόν, η ευρωπαϊκή οικογένεια βυθίστηκε στην κρίση χρέους με υπαιτιότητα των Η.Π.Α. – έχοντας κάνει παράλληλα (Γερμανία) το τεράστιο, θανάσιμο ίσως λάθος, να επιτρέψει στουςοικονομικούς δολοφόνους (ΔΝΤ) να εγκατασταθούν εντός της.
Όσον αφορά την Ελλάδαη αιτία της κρίσης ήταν η απίστευτη πολιτική διαφθορά, καθώς επίσης η ενδοτικότητα των πολιτικών κομμάτων των τελευταίων δεκαετιών, τα οποία διέφθειραν δυστυχώς μεγάλο μέρος του πληθυσμού – με αποτέλεσμα να οδηγηθεί η πατρίδα μας στα νύχια του ΔΝΤ και να χαθούν τεράστια ποσά, πολλαπλάσια του σημερινού δημοσίου χρέους μας.
Για παράδειγμα, μόνο από την κατάρρευση των τιμών των ακινήτων κατά 40%, χάθηκαν περί τα 400 δις €, από το χρηματιστήριο 200 δις €, ενώ από την πτώση των μισθών και λοιπών εισοδημάτων χάνονται πάνω από 40 δις € ετήσια.
Εάν δε συμπεριλάβουμε το κόστος της ανεργίας, της χρεοκοπίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τους υπερβολικούς φόρους ή τις απώλειες των τραπεζών, των δημοσίων οργανισμών, των ομολογιούχων του δημοσίου και άλλων, σαν αποτέλεσμα του PSI, θα διαπιστώσουμε ότι οι ζημίες της Ελλάδας είναι στην κυριολεξία ανυπολόγιστες.
Η ευρωπαϊκή οικογένεια
Όπως γνωρίζουμε ο μεγαλύτερος κίνδυνος, η σημαντικότερη απειλή καλύτερα για τη συνοχή μίας οικογένειας εμφανίζεται συνήθως, όταν προκύπτουν οικονομικά προβλήματα – όπου, αντί να γίνει μία από κοινού προσπάθεια για την ορθολογική τους επίλυση, επιλέγεται συχνά το διαζύγιο.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, προηγείται η «εκτόξευση» κατηγοριών εκατέρωθεν και η ενοχοποίηση του ενός από τον άλλο, όσον αφορά τις αιτίες που οδήγησαν στην «οικονομική στενότητα» και στην κρίση.
Έπεται συνήθως η αμοιβαία αποφυγή των ευθυνών και η εκτός ορίων εχθρότητα, η οποία οδηγεί τελικά στη διάλυση της οικογένειας – με αποτέλεσμα να ολοκληρώνεται το δράμα χωρίς κανέναν κερδισμένο, εάν όχι με πολύ μεγάλες ζημίες για όλους σχεδόν τους συμμετέχοντες (συμπεριλαμβανομένου του συγγενικού «περίγυρου»).
Στην περίπτωση της «νομισματικής μας οικογένειας» το ισχυρότερο μέλος της, η Γερμανία, επιμένει αφενός μεν να γευματίζει από το φαγητό των άλλων, επειδή δεν μπορεί ή δεν θέλει να χορτάσει αρκούμενη στο δικό της, αφετέρου να «χαριεντίζεται» με τρίτους – αγοράζοντας τα προϊόντα που έχει ανάγκη από άλλους και όχι από τους εταίρους της, στους οποίους όμως θέλει να πουλάει τα δικά της.
Άλλες φορές πάλι «κάνει δίαιτα» (περιορισμός της εσωτερικής κατανάλωσης μέσω της μείωσης των πραγματικών μισθών των εργαζομένων της), για να μην αναγκασθεί να αγοράσει πιο πολλά εμπορεύματα – προτιμώντας να «απορροφάει» τη ρευστότητα και να αποταμιεύει τα χρήματα της, αδιαφορώντας εντελώς για τους άλλους.
Η Ελλάδα τώρα επιμένει να μην θέλει να πληρώσει το φαγητό της ξανά και ξανά – παρά το ότι της χαρίσθηκε ένα μεγάλο μέρος του προηγούμενου κόστους του, αν και με πολύ αυστηρές προϋποθέσεις. Ισχυρίζεται δε πονηρά ότι αδυνατεί να το κάνει, κατηγορώντας τους άλλους πως την καταδικάζουν στην πείνα (χρεοκοπία), επειδή δεν της παρέχουν δωρεάν φαγητό.
Η κυβέρνηση της όμως ψεύδεται ασύστολα, όσον αφορά την αδυναμία πληρωμής, εφαρμόζοντας συνειδητά την ακριβώς αντίθετη οικονομική πολιτική, από αυτήν που θα έπρεπε, εις βάρος των πολιτών της – απλά και μόνο για να διατηρήσει το πελατειακό της υπόβαθρο και να παραμείνει στην εξουσία, κυρίως για να αποφύγει την τιμωρία(επειδή τα δύο κόμματα που κυβερνούν είναι αυτά που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία, λόγω της τεράστιας διαφθοράς στο εσωτερικό τους).
Αυτό γίνεται δε με την ανοχή, εάν όχι με την ενεργό συμμετοχή του ΔΝΤ,σκοπός του οποίου δεν είναι η εξυγίανση των οικονομικών της Ελλάδας – αλλά η είσπραξη των απαιτήσεων των εντολέων του, η «κλοπή» του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου της πατρίδας μας, καθώς επίσης η παραμονή του στην Ευρώπη, με απώτερο στόχο τη λεηλασία των υπολοίπων χωρών της.
Επίλογος
Η ευρωπαϊκή οικογένεια έχει αποδεχθεί ορισμένους κανόνες συμβίωσης – χωρίς τους οποίους καμία κοινότητα δεν μπορεί να επιβιώσει. Μέχρι στιγμής όμως, η μοναδική χώρα που τηρεί επακριβώς τους κανόνες, αν και όχι αδιάλειπτα,  είναι η Γαλλία – παρά τα προβλήματα που της προκαλεί η αχόρταγη Γερμανία από τη μία πλευρά, αλλά και πολλές άλλες χώρες από την άλλη (Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα κλπ.).
Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από το διάγραμμα που ακολουθεί, στο οποίο φαίνεται καθαρά ότι «το γαλλικό ευρώ», άρα η οικονομική πολιτική που ακολουθεί η Γαλλία, δεν είναι ούτε υπερτιμημένο, όπως το ισπανικό (το ελληνικό, το ιταλικό κλπ.), ούτε υποτιμημένο (όπως το γερμανικό) – αφού διατηρεί τον πληθωρισμό στο 1,9%, όπως προβλέπει η σύμβαση της Ευρωζώνης, ενώ δεν υιοθετεί «κουτοπόνηρα» το μισθολογικό «dumping» της Γερμανίας και δεν γκρεμίζει το κοινωνικό κράτος.

.
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη τιμών ανά χώρα σε σύγκριση με τον στόχο της ΕΚΤ (μαύρη διακεκομμένη γραμμή), όπου η Γαλλία κινείται βάση στόχου..
Εάν τώρα η κατάσταση συνεχίσει ως έχει, με τα δύο «παράσιτα» να μην θέλουν να σεβαστούν κανέναν απολύτως κανόνα, με τη Γερμανία και την Ελλάδα δηλαδή, η οικογένεια, εάν θέλει να διατηρήσει τη συνοχή των υπολοίπων μελών της, έχει μία και μοναδική επιλογή: να τα πετάξει αμέσως έξω. Να διώξει δηλαδή τόσο τη Γερμανία, όσο και την Ελλάδα, μέχρι να αποφασίσουν (εάν) να συμμορφωθούν και να επιστρέψουν.
Αυτό θα έκανε άλλωστε η οποιαδήποτε άλλη λογική και συνετή οικογένεια,η οποία θα ήθελε προφανώς να αποφύγει την ολοκληρωτική της διάλυση – γεγονός που θα προκαλούσε πολύ μεγαλύτερα δεινά στην ίδια, στον περίγυρο της, αλλά και στα παράσιτα.
Φυσικά η Ευρώπη οφείλει να πετάξει έξω και το ΔΝΤ, το τρίτο και μεγαλύτερο παράσιτο δηλαδή, όσο το δυνατόν γρηγορότερα γίνεται,πριν είναι πολύ αργά για όλα της τα κράτη – προτού καταλήξουν «τροφή στο πιάτο» των Η.Π.Α..
Υστερόγραφο: Είμαστε ανέκαθεν εναντίον της επιστροφής στη δραχμή, όχι λόγω του νομίσματος, αλλά επειδή θεωρούμε ακόμη εφικτή και απαραίτητη την ένωση της ηπείρου μας. Γνωρίζουμε βέβαια πως η υιοθέτηση του εθνικού νομίσματος δεν θα σήμαινε σε καμία περίπτωση τη συντέλεια του κόσμου – πως θα μπορούσαμε δηλαδή να επιβιώσουμε, αν και με μεγάλες δυσκολίες.
Το πρόβλημα της Ελλάδας όμως δεν είναι το ευρώ, αλλά το κομματοκεντρικό, διεφθαρμένο και ανίκανο κράτος  – το οποίο έχει στερήσει την εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την Πολιτεία, χωρίς την οποία δεν υπάρχει καμία ελπίδα εξόδου από την κρίση είτε με ευρώ, είτε με δραχμή, είτε με οποιοδήποτε άλλο νόμισμα.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια έχουμε την άποψη πως η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να έχει έτοιμο ένα εναλλακτικό σχέδιο επιστροφής στη δραχμή, για ώρα ανάγκης – πόσο μάλλον όταν τόσο η ελευθερία, όσο και η εθνική κυριαρχία, «βαραίνουν» πολύ περισσότερο στη ζυγαριά, από το νόμισμα μίας χώρας.
Ολοκληρώνοντας, οφείλουμε να αναφερθούμε στη σημασία των τόκων, όπου σήμερα μας προσφέρεται ένα επιτόκιο της τάξης του 2,3% (ενδεχομένως θα μπορούσαμε να διαπραγματευθούμε ακόμη και το βασικό της ΕΚΤ, ήτοι 0,25%), από τις χώρες της Ευρωζώνης – ορισμένες εκ των οποίων δανείζονται με άνω του 4%. Ο μαθηματικός τύπος του διπλασιασμού του χρέους είναι  «72 : Επιτόκιο = Χρόνια».
Στα πλαίσια αυτά, εάν το επιτόκιο είναι 6%, τότε το χρέος διπλασιάζεται (εάν δεν εξοφλούνται τα τοκοχρεολύσια) σε δώδεκα χρόνια – τετραπλασιάζεται σε 24 και οχταπλασιάζεται σε 36. Εάν το επιτόκιο είναι 2%, τότε διπλασιάζεται σε 36 χρόνια αντί σε 12, οπότε η διαφορά είναι πολύ σημαντική.
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το δημόσιο χρέος, εάν δεν εξυπηρετείται, σε μικρομεσαία κράτη εκτός Ευρωζώνης, αυξάνεται με πολύ ταχύτερο ρυθμό – αφού το επιτόκιο δανεισμού τους είναι πολύ υψηλότερο. Αποτελεί λοιπόν έναν από τους λόγους, για τους οποίους οι μικρές χώρες εκτός νομισματικής ένωσης, δεν επιβιώνουν με δημόσιο χρέος πάνω από το 50% του ΑΕΠ τους.

Analyst.gr – Η γνώση είναι δύναμη

Η αυτοκτονία της Ελλάδας







Επειδή δεν βλέπουμε πλέον καμία δυνατότητα επιβίωσης του σημαντικότερου οικονομικού εγχειρήματος στην παγκόσμια ιστορία, της Ευρωζώνης, με ένοχο του εγκλήματος τη Γερμανία, δεν καταλαβαίνουμε γιατί δεν διαλύεται – πόσο μάλλον όταν διαφορετικά κινδυνεύει τόσο η ΕΕ, όσο και η ειρήνη..
«Το ΑΕΠ εξακολουθεί να βυθίζεται σε ολοένα και χαμηλότερα επίπεδα, αφού θα διαμορφωθεί στα 175 δις € (χάθηκαν σωρευτικά 62,4 δις €), στην ιδανική περίπτωση που η ύφεση θα κλείσει στο -0,3% «μόλις» – ενώ οι φόροι, ειδικά οι έμμεσοι, έχουν φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο αναλογικά με το ΑΕΠ της χώρας, από τότε που ξεκίνησε η περιπέτεια των μνημονίων.
Τα περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων (μετοχές, ακίνητα, καταθέσεις) περιορίζονται συνεχώς, ενώ οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα εξακολουθούν να υποχωρούν – φτάνοντας στα 974 € μικτά κατά μέσον όρο, από 1.267 € στο τέλος του 2009. Εάν αφαιρεθούν δε οι επί πλέον φόροι σε σχέση με το 2009, τότε οι μέσοι μισθοί έχουν μειωθεί πολύ περισσότερο – όταν την ίδια στιγμή το δημόσιο χρέος θα υπερβεί το 180% στο τέλος του έτους, διαμορφούμενο κατά 50 δις € υψηλότερο σε απόλυτα νούμερα από το 2009, παρά τις διαγραφές άνω των 120 δις € που προηγήθηκαν το 2012!
Ακόμη χειρότερα, το ιδιωτικό χρέος έχει εκτοξευθεί στα ύψη, από μηδαμινό σχεδόν το 2009, ενώ τα περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων που ευρίσκονται στην άλλη πλευρά του ισολογισμού κατέρρευσαν – με τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις απέναντι στο δημόσιο να έχουν φτάσει στα 90 δις € από 35 δις € το 2009, καθώς επίσης με το δείκτη των κόκκινων δανείων απέναντι στις τράπεζες να υπολογίζεται στο 45,1% ως προς το ΑΕΠ (πάνω από 108 δις €), από μόλις 7,7% το 2009.
Την ίδια στιγμή οι τράπεζες, παρά τις αλλεπάλληλες αυξήσεις κεφαλαίων που κόστισαν τεράστια ποσά στους φορολογουμένους, αυξάνοντας τα ελλείμματα και το χρέος, ευρίσκονται ξανά στα όρια της χρεοκοπίας – αδυνατώντας ως εκ τούτου να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία της χώρας, ενώ αυτή τη φορά μάλλον θα διασωθούν εκ των έσω (Bailin).   
Σε γενικές γραμμές πάντως, η υπαγωγή της Ελλάδας στην Τρόικα κόστισε μόνο στους Πολίτες της πάνω από 1 τρις € μέχρι σήμερα, έναντι δανείων του δημοσίου χαμηλότερων από 300 δις € – ενώ δεν φαίνεται κανένα φως στην άκρη του τούνελ, παρά τους αιματηρούς συμβιβασμούς του πληθυσμού που δυστυχώς δεν κατανόησε έγκαιρα ότι, επρόκειτο για ένα εκ προμελέτης έγκλημα εις βάρος του .      
Κλείνοντας, οι γεννήσεις περιορίσθηκαν στα 92.984 άτομα το 2015 από 117.933 το 2009, ενώ οι θάνατοι αυξήθηκαν στους 121.785 το ίδιο έτος, από 108.316 το 2009 – γεγονός που σημαίνει ότι, από 9.617 Έλληνες που γεννιόντουσαν περισσότεροι από όσους πέθαιναν το 2009, το 2015 πεθαίνουν 28.801 περισσότεροι από όσους γεννιούνται. Εάν προσθέσει κανείς εδώ αυτούς που μεταναστεύουν, ο αφελληνισμός της πατρίδας μας δεν είναι καθόλου σχήμα λόγου – αλλά μία τρομακτική πραγματικότητα.
Συμπερασματικά λοιπόν το μέλλον της αποικίας δεν διαγράφεται καθόλου θετικό, όσο αισιόδοξος και αν θέλει να είναι κανείς. Αντίθετα, είναι περισσότερο σκοτεινό από ποτέ, με την έννοια πως οι προοπτικές της Ελλάδας επιδεινώνονται με γεωμετρικό ρυθμό, οπότε αυτοκτονεί – ενώ οι Πολίτες της έχουν πλέον σκύψει το κεφάλι, συνθηκολογώντας με την κατοχή της χώρας, καθώς επίσης με τη δική τους εξαθλίωση«.
.

Ανάλυση

Ενώ δεν υπάρχει κανένας ελληνικός ή/και διεθνής οργανισμός που να αμφισβητεί τα παραπάνω δεδομένα, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα είναι καταδικασμένη να μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος εάν δεν ληφθούν άμεσα ριζικά μέτρα (διαγραφή μεγάλου μέρους του δημοσίου και του ιδιωτικού χρέους, ευρωπαϊκό επενδυτικό σχέδιοMarshall κλπ.), η πολιτική της ηγεσία, ένθεν κακείθεν, φαίνεται πως έχει χάσει εντελώς την επαφή της με την πραγματικότητα.
Το γεγονός αυτό μας οδηγεί δυστυχώς στο να δίνουμε δίκιο σε αυτούς που θεωρούν ότι, για τους επαγγελματίες της πολιτικής στην Ελλάδα, η εξουσία αποδεικνύεται αυτοσκοπός, αυτονομημένος από κάθε κοινωνική ή/και πατριωτική επιδίωξη – αφού, μεταξύ άλλων, δεν έχουν τον παραμικρό δισταγμό ή την ντροπή να ασκούν την εντελώς αντίθετη πολιτική, από αυτήν που εκάστοτε επαγγέλλονται. Συμμαχούν δε ακόμη και με το διάβολο είτε για να κυβερνήσουν, είτε για να παραμείνουν «γαντζωμένοι» στην εξουσία – χωρίς κανένα απολύτως σχέδιο διακυβέρνησης της χώρας τους.
Ανεξάρτητα τώρα από αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα, οι εξελίξεις στην Ευρώπη επιταχύνονται – αφενός μεν λόγω της προοπτικής εξόδουτης Βρετανίας από την ΕΕ, αφετέρου επειδή όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι προειδοποιούν για το ενδεχόμενο διάλυσης της νομισματικής ένωσης, το οποίο έχουμε επισημάνει πολλές φορές, πρόσφατα λόγω της Ιταλίας. Η εξαιρετικά προβληματική ιταλική οικονομία δεν θα είναι βέβαια η αιτία, αλλά μία από τις αφορμές της διάλυσης – αφού υπεύθυνη για τις καταστροφικές συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί είναι αναμφισβήτητα η Γερμανία, με την πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα που ακολουθεί. Ειδικότερα τα εξής:
Η γερμανική διαστροφή
Το δεύτερο τρίμηνο του 2016 το ΑΕΠ της Γερμανίας αυξήθηκε με μεγαλύτερο ρυθμό, από αυτόν που αναμενόταν – σε πραγματικό και εποχιακά εκκαθαρισμένο ποσοστό της τάξης του 0,4% από 0,7% το πρώτο τρίμηνο, αυξημένο όμως κατά 1,8% σε σχέση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο του προηγουμένου έτους. Το συγκεκριμένο ποσοστό δεν είναι βέβαια εντυπωσιακό, αλλά πολύ ισχυρό, συγκρινόμενο ακόμη και με αυτό των Η.Π.Α. – όπου ήταν 0,3% και 0,2% αντιστοίχως.
Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι, ο αριθμός των νέων θέσεων εργασίας, παρά το ότι αυξανόταν συνεχώς κατά 1% την προηγούμενη περίοδο, είχε μία ακόμη πιο ανοδική πορεία – με τις τιμές καταναλωτή να κλιμακώνονται κατά 1,7%, κάτι που αποτελεί έναν σχεδόν ιδανικό συνδυασμό. Όσον αφορά δε όλους τους υπόλοιπους οικονομικούς δείκτες, εξελίσσονται επίσης πολύ θετικά – ενώ το μοναδικό μειονέκτημα της χώρας είναι το ότι, η ανάπτυξη της στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις εξαγωγές (μερκαντιλισμός).
Με δεδομένο τώρα το ότι, στις εξαγωγές οφείλεται το 0,8% της αύξησης του ΑΕΠ κατά 0,4%, η εσωτερική κατανάλωση της χώρας θα πρέπει να μειώθηκε κατά 0,4% – οπότε τα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία(γράφημα), εις βάρος φυσικά των ελλειμμάτων των άλλων κρατών, συμπεριλαμβανομένων των εταίρων της στην Ευρωζώνη.
44
Επεξήγηση γραφήματος: Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας ως ποσοστό επί του ΑΕΠ της – φαίνεται καθαρά πως ήταν ελλειμματικό μεταξύ των ετών 1991 και 2000, έχοντας έκτοτε, όπου υιοθέτησε το ευρώ, μία σταθερή πλεονασματική πορεία..
Περαιτέρω, το πλεόνασμα της Γερμανίας πλησιάζει στο ασύλληπτο ποσόν των 300 δις € ή στο 10% του ΑΕΠ της – κάτι που συμβαίνει σε μερικές μόνο οικονομίες μικρών σχετικά κρατών, όπως η Ολλανδία και η Ελβετία στην Ευρώπη. Προφανώς η επιτυχία αυτή οφείλεται στη χαμηλή συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ, η οποία καθιστά τη γερμανική οικονομία εξαιρετικά ανταγωνιστική – εις βάρος φυσικά των υπολοίπων βιομηχανικών χωρών, όπως η Ιταλία, η Μ. Βρετανία και η Γαλλία στην Ευρώπη.
Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται απέναντι σε ποιά κράτη έχει η Γερμανία πλεονάσματα – εξάγοντας τους φυσικά ανεργία και ύφεση, καθώς επίσης αυξάνοντας τα ελλείμματα και τα δημόσια χρέη τους.
45
Επεξήγηση γραφήματος:Απέναντι σε ποιές χώρες η Γερμανία έχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της από τον Απρίλιο του 2015 έως το Μάρτιο του 2016, σε δις € (συνολικά 263 δις €). Η.Π.Α. Μ. Βρετανία, Γαλλία, Αυστρία, Σουηδία, Ιταλία, Δανία, Ελβετία, Λουξεμβούργο, Ισπανία, Ασία, Αυστραλία, Αφρική.
.
.
Συνεχίζοντας, το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, λόγω του οποίου η Γερμανία απομυζεί τις υπόλοιπες χώρες, είναι το υποτιμημένο ευρώ– η υποτίμηση του οποίου οφείλεται στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης, η οποία ξέσπασε το 2010, με αφετηρία την Ελλάδα.
Εάν υπολογίσει δε κανείς πως μόνο το τελευταίο έτος η Γερμανία κέρδισε 263 δις €, θα κατανοήσει πως τα δάνεια που ενέκρινε στη χώρα μας,χωρίς να δώσει φυσικά χρήματα αλλά μόνο εγγυήσεις, ενώ είναι κάτω από το 30% των συνολικών (κάτω από 100 δις €), την ωφέλησαν στο πολλαπλάσιο – πόσο μάλλον όταν, λόγω της οικονομικής της ισχύος, έχει εξελιχτεί πλέον στο μεγαλύτερο πιστωτή της Ευρώπης.
Ένας τέτοιος κυρίαρχος πιστωτής όμως εξελίσσεται σταδιακά σε μία δύναμη οικονομικής κατοχής – ειδικά εάν απαιτεί, όπως στην περίπτωση της Πορτογαλίας και της Ελλάδας, εμπράγματες εγγυήσεις για τα δάνεια του, εξαγοράζοντας παράλληλα σε εξευτελιστικές τιμές τα υλικά περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών του.
Ως εκ τούτου, δεν είναι παράδοξο που αυξάνονται οι αντιδράσεις εναντίον του ευρώ, από εκείνα τα μέλη της Ευρωζώνης που πολύ σωστά το θεωρούν ως το βασικό όπλο της Γερμανίας εναντίον των χωρών τους – ενώ ακόμη και οι Η.Π.Α., επειδή είναι ελλειμματικές απέναντι στη Γερμανία λόγω του συνδυασμού της υψηλής ισοτιμίας του δολαρίου με τη χαμηλή του ευρώ, αρχίζουν πλέον να βλέπουν θετικά τη διάλυση της Ευρωζώνης.
Η ενδεχόμενη αποχώρηση της Βρετανίας πάντως, η οποία έχει το δεύτερο υψηλότερο έλλειμμα απέναντι στη Γερμανία (54 δις €) μετά τις Η.Π.Α.,οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πρόθεση της να βλάψει την Ευρωζώνη μέσω της ΕΕ – εναλλακτικά να επιδιώξει τη μείωση του ελλείμματος της, μέσω της υποτίμησης της στερλίνας.
Περαιτέρω, η Γερμανία θα μπορούσε να ανατιμήσει το δικό της ευρώ, οπότε να πάψει να απομυζεί τους εταίρους της, καθώς επίσης τον υπόλοιπο πλανήτη, αυξάνοντας την εσωτερική της κατανάλωση – μέσω της αύξησης των μισθών, της διενέργειας δημοσίων επενδύσεων, της μείωσης της φορολογίας κοκ. (εσωτερική ανατίμηση, σε αντιστοιχία με την εσωτερική υποτίμηση που η ίδια απαιτεί από τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου).
Εν τούτοις, όπως διαπιστώθηκε παραπάνω (μείωση της εσωτερικής ζήτησης στο δεύτερο τρίμηνο κατά 0,4%), η κυβέρνηση της κάνει ακριβώς το αντίθετο – θέλοντας προφανώς να κερδίσει ακόμη περισσότερα, εις βάρος όλων των άλλων και αδιαφορώντας εντελώς για τη βιωσιμότητα της Ευρωζώνης. Από την άλλη πλευρά τα εξής:
Η ιδιαιτερότητα της νομισματικής ένωσης
Σε μία χώρα με ομοσπονδιακά κρατίδια που είναι δημοσιονομικά ενωμένα, όπως συμβαίνει σήμερα με την ίδια τη Γερμανία, τα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Βαυαρίας, για παράδειγμα, απέναντι στο Βερολίνο, δεν ενδιαφέρουν κανέναν. Στην πραγματικότητα, τα ελλείμματα του Βερολίνου φαίνονται στην υπερχρέωση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων του, απέναντι στη Βαυαρία – λόγω της οποίας μεταφέρονται τα κάθε είδους περιουσιακά τους στοιχεία στη Βαυαρία.
Όταν τώρα ως αποτέλεσμα της μεταφοράς αυτής αυξάνεται η ανεργία στο Βερολίνο, τότε οι εργαζόμενοι εγκαθίστανται στη Βαυαρία – ενώ οι μισθοί αυτών που μένουν στο Βερολίνο μειώνονται και οι τιμές των ακινήτων τους επίσης. Επειδή όμως τα κοινωνικά συστήματα αφορούν ολόκληρη τη χώρα, μεταφέρονται μέσω αυτών πλεονάσματα της Βαυαρίας στο Βερολίνο – οπότε τελικά εξισορροπεί το σύστημα και δεν διαλύεται.
Σε μία νομισματική ένωση όμως όπως η Ευρωζώνη, η οποία δεν είναι ενωμένη πολιτικά, δημοσιονομικά και τραπεζικά όπως η ομοσπονδιακή Γερμανία, η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική. Αν και οι εργαζόμενοι μπορούν βέβαια να εγκαταλείψουν τις ελλειμματικές χώρες εγκαθιστάμενοι στις πλεονασματικές, για παράδειγμα οι Έλληνες στη Γερμανία, δεν είναι τόσο εύκολο – αφού υπάρχουν οι δυσκολίες της γλώσσας, οι θεσμικές διαφορές, τα πατριωτικά συναισθήματα, ο ρατσισμός των χωρών υποδοχής, η μειωμένη προθυμία κινητικότητας κοκ., λόγω των οποίων δεν ισορροπεί εύκολα η αγορά εργασίας.
Εκτός αυτού η Ευρωζώνη δεν έχει ένα ομοσπονδιακό κοινωνικό σύστημα, οπότε δεν μπορούν να μεταφερθούν τα πλεονάσματα του ενός κράτους στο άλλο – γεγονός που σημαίνει ότι, έχει ημερομηνία λήξης, αφού δεν μπορεί να δέχονται επ’ αόριστον κράτη όπως η Ιταλία, η Γαλλία και η Ελλάδα πολιτικές που αυξάνουν την ανεργία και μειώνουν τους μισθούς, καταστρέφοντας παράλληλα το βιομηχανικό τους ιστό.Τέτοιου είδους πολιτικές μοιάζουν με τη συλλογική τους αυτοκτονία – οπότε είναι αδύνατον να μην οδηγήσουν στη διάλυση της Ευρωζώνης.
Επίλογος
Λογικά όλα όσα ελληνικά πολιτικά κόμματα τάσσονται υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, θα πρέπει να πιστεύουν ακόμη ότι, θα ακολουθήσει σύντομα η πολιτική, δημοσιονομική και τραπεζική ένωση της – διαφορετικά δεν θα είχε απολύτως κανένα νόημα η επιμονή τους αυτή.
Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο, θα έπρεπε τόσο η Γερμανία, όσο και τα υπόλοιπα κράτη, να συμφωνούν με αυτήν τη διαδικασία – ενώ η αλλαγή πορείας της Γερμανίας, με την έννοια πως θα προωθούσε την «εσωτερική ανατίμηση» για να ισορροπήσει η νομισματική ένωση, αφενός μεν δεν διακρίνεται καθόλου στον ορίζοντα, αφετέρου δεν υπάρχει πλέον χρόνος για να έχει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Ως εκ τούτου, η Ελλάδα απλά αυτοκτονεί παραμένοντας μέλος της Ευρωζώνης – όπως επίσης πολλές άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία. Αυτό δεν σημαίνει πως είμαστε εναντίον του κοινού νομίσματος, πόσο μάλλον της ΕΕ – αλλά, αντίθετα, ότι δεν βλέπουμε καμία απολύτως δυνατότητα επιβίωσης του σημαντικότερου οικονομικού εγχειρήματος στην παγκόσμια ιστορία, με ένοχο του εγκλήματος τη Γερμανία.

Analyst.gr – Η γνώση είναι δύναμη


Print Friendly