Ο…αντίπαλος
Του Θανάση Νικολαΐδη
ΕΣΤΗΣΑΝ τον κόσμο τους, ζουν στον κόσμο τους. Καταπώς το γούσταραν, κατά κόμμα, «ιδεολογία» και συμφέρον. Ατομικό που κατέστη συλλογικό, χωρίς διχογνωμίες και αντιρρήσεις. Κι απλώθηκε η πλεονεξία τους σ’ ένα κοινοβούλιο που κουβαλάει την ιστορία του, για να το μουντζώνουν δυσαρεστημένοι. Οι πολιτικοί μας στα έδρανα της πλεονεξίας και της σιγουριάς, με ...
νόμους που σοφίστηκαν, ενέκριναν και υπέγραψαν.
ΑΠΟ μέρα σε μέρα και χωρίς «αντίπαλο», δυνάμωσε η συντεχνία τους, το θράσος περίσσεψε, κι ούτε καν σκέψη για λιγότερο ελκυστικό το «επάγγελμα». Κόλλησε το μυαλό στα προνόμια, το σώμα τους στο έδρανο και όλα με βούλα και υπογραφή, νομότυπα, με ρέγουλα και…συνταγματικά. Πάνω αυτοί με τα προνόμιά τους, κάτω ο κόσμος με τα προβλήματα και τα άγχη του. Αυτοί αλαζόνες καβαλάρηδες της εξουσίας κι εμείς απέναντι. Με κάποιους, βέβαια, (πολλούς) βολεμένους να στέλνουν στους πολιτικούς μήνυμα παντοτινής φιλίας και αφοσίωσης. Με την ψήφο ανταλλάξιμη σταθερά του ρουσφετιού. Στα πλαίσια της αμοιβαιότητας των «αισθημάτων», που δημιουργεί διεφθαρμένους πολίτες και πολιτικούς.
ΔΕΝ είχαν αντίπαλο-έτσι νόμισαν κι ήταν το λάθος τους. Ωστόσο, είδε το χάλι της Ελλάδας τριγύρω του ο κόσμος, έψαξε για ενόχους και τους βρήκε στους πολιτικούς! Δεν είναι οι μόνοι είναι οι…καλύτεροι. Και στάθηκε απέναντί τους ο μέσος πολίτης, με κάποιους σε θέση μάχης. Όχι γιατί άγιασε ξαφνικά, αλλά το’ χει…συνήθεια να ψάχνει για ενόχους. Στους απέναντι και σπάνια στα «φίλια τμήματα».
ΚΑΙ το’ λεγαν πολλοί πως θα’ ρθει η ώρα να «κυνηγούν» πολιτικούς και κάποιοι να τρώνε ξύλο. Δεν το σκέφθηκαν τα παλικάρια μας σκυμμένα στα προνόμια, κι όταν σήκωσαν το βλέμμα στην πλατεία, ήταν αργά. Η μάζα ξύπνησε και κάποιοι τους ορμάνε. Κακώς, χίλιες φορές κακώς, και η δημοκρατία «θέλει δουλειά πολλή». Κι αν στα «Ιουλιανά» του ’65 και της Αποστασίας, παρά την προδοσία και τις προκλήσεις, ούτε ένας βουλευτής κακοποιήθηκε, είναι αδιανόητο να τραμπουκίζουν, σήμερα, πολίτες γρονθοκοπώντας (και) τη δημοκρατία.
ΔΕΝ είναι φύσει αντίπαλος ο πολιτικός. Κατέστη «αντίπαλος» με τα καμώματά του. Κι αν το’ θελε να εκτονώσει τον πολίτη και να σιάξει το κλίμα, υπάρχει λύση. Είναι στο χέρι του-ποτέ δεν είναι αργά. Τι, λοιπόν, να κάνει; Είναι απλό, απλούστατο. Να καταργεί τα προνόμιά του. Ένα-ένα και χωρίς φόβο και πάθος. Γρήγορα, μεθοδικά και με την ίδια επιμέλεια που τα θέσπισε. Τότε το κλίμα θα εκτονωθεί, ο «αντίπαλος» θα μαλακώσει και ο τραμπούκος δεν θα τον περιμένει στη γωνιά.