ΤΕΤΑΡΤΗ 30-12-2015
ΤΡΙΖΕΙ ΤΟ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ Ε.Ε.
ΤΟ ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ 2015 ΜΑΣ ΑΦΗΣΕ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΕΝΟΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΥ, ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ
Το 2015 ήταν μια χρονιά δραματικών εξελίξεων στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Ελλά δα. Εκείνο που τη σφράγισε ήταν η μετατροπή, με κάποια χρονική υστέρηση, της οικονομικής κρίσης σε πολιτική κρίση στις χώρες της περιφέρειας. Ο κύκλος που άνοιξε με τα κινήματα των πλατειών και των Αγανακτισμένων οδήγησε στην ανάδειξη της πρώτης αριστερής κυβέρνησης, τον Ιανουάριο του 2015, στην Ελλάδα και, πιο πρόσφατα, σε κλονισμό του αστικού, δικομματικού συστήματος σε Πορτογαλία και Ισπανία. Οι πολύ πυκνές ανατροπές του τελευταίου εξάμηνου διαμηνύουν ότι ο κύκλος αυτός φτάνει στο τέλος του, αφήνοντας σαν κληρονομιά, εκτός από την πικρή γεύση των προδομένων ελπίδων, μια πολύ πλούσια πολιτική πείρα, πολύτιμη για τον καινούργιο κύκλο των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων του επόμενου διαστήματος.
Αυτό που πρώτα απ' όλα διδάσκει η ελληνική περιπέτεια ήταν ότι η ανάδειξη μιας αριστερής κυβέρνησης σε οποιαδήποτε μεμονωμένη χώρα της Ε.Ε. θα την φέρει από την πρώτη κιόλας μέρα σε σύγκρουση με τις κυρίαρχες δυνάμεις της, με πρώτη τη Γερμανία. Ήταν απολύτως προβλέψιμο ότι οι δυνάμεις αυτές θα επιχειρούσαν ένα μεταμοντέρνο πραξικόπημα, όχι με τανκς όπως ο Πινοτσέτ, αλλά με τα υπερόπλα του χρέους και της τραπεζικής ασφυξίας. Η κυνική προειδοποίηση του Σόιμπλε “θα σας γδάρουμε ζωντανούς και θα ανεμίζουμε το τομάρι σας στους Podemos” μιλάει από μόνη της για το ποιόν αυτής της ιμπεριαλιστικής λυκοσυμμαχίας.
Απέναντι σ' αυτήν την πραγματικότητα, η αναζήτηση “έντιμου συμβιβασμού” αποτελεί ασυγχώρητη για ενήλικους πολιτική αφέλεια. Οποιαδήποτε κυβέρνηση με αναφορά στα εργατικά-λαϊκά συμφέροντα οφείλει να δημιουργήσει το δικό της ζωτικό χώρο οικονομικής ανεξαρτησίας (συναλλαγματικά αποθέματα, έλεγχος των τραπεζών και του κράτους), τις δικές της εσωτερικές και διεθνείς συμμαχίες. Με δυο λόγια, οφείλει να αντιτάξει τη δική της δύναμη στη δύναμη των αντιπάλων της, προκειμένου να κερδίσει χρόνο μέχρις ότου δημιουργηθούν, και με το δικό της θετικό παράδειγμα, ανατροπές στους κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς και άλλων χωρών, που θα της επιτρέψουν να σταθεί γερά στα πόδια της και να δρομολογήσει πραγματικά ριζοσπαστικές αλλαγές. Αντί γι αυτό, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ παρέδωσε και τα τελευταία υπολείμματα του δικού της “ζωτικού χώρου” (συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγματικών αποθεμάτων) και σύρθηκε στην κρίσιμη αναμέτρηση εντελώς απροετοίμαστη, χωρίς στοιχειώδεις εφεδρείες.
Το δεύτερο, κεφαλαιώδες δίδαγμα από το περιπετειώδες 2015 ήταν ότι αυτή η κατάκτηση του αναγκαίου ζωτικού χώρου δεν είναι, τελικά, νοητή χωρίς έξοδο από τη νομισματική και πολιτική φυλακή της ευρωζώνης. Αυτό το μεγάλο και δύσκολο άλμα απαιτεί μια πειστική εναλλακτική λύση, που δεν αφορά μόνο τη διαχείριση των “τεχνικών”, νομισματικών προβλημάτων, ούτε καν μόνο μια ριζοσπαστικά καινούργια οικονομική πολιτική, αλλά ένα συνολικό πρόγραμμα για τον συνολικό μετασχηματισμό της χώρας, της παραγωγικής της δομής, του πολιτικού συστήματος, των γεωπολιτικών ερεισμάτων και της διεθνούς θέσης της.
Κάτι περισσότερο. Μια τέτοια ριζική αλλαγή πορείας δεν μπορεί να έρθει εύκολα και ανώδυνα, στηριγμένη σε μια πλειοψηφία “του 99% απέναντι στο 1%” μιας πολύ μικρής “ολιγαρχίας”, όπως ονειρεύονταν οι δυνάμεις που ηγεμόνευσαν στα κινήματα τύπου Πλατειών και Occupy Wall Street. Η ελληνική πείρα, ιδιαίτερα στη μεγάλη μάχη του δημοψηφίσματος, έδειξε ότι σε στιγμές κορύφωσης της σύγκρουσης, το κοινωνικό σώμα τείνει να διαιρεθεί όχι με όρους “99%-1%”, αλλά, σε χοντρές γραμμές και αρκετά σχηματικά και απλουστευτικά, με όρους “τριών τρίτων”: το ένα τρίτο, των πιο αποφασισμένων εργατικών-λαϊκών δυνάμεων θα στηρίζει τη ρήξη μέχρι το τέλος, ενώ το ένα τρίτο των αστικών και τμήματος των μικροαστικών δυνάμεων θα πολώνεται γύρω από την ευρωπαϊκή και εσωτερική αντίδραση (αυτό ήταν το μπλοκ του “Μένουμε Ευρώπη”) και το υπόλοιπο ένα τρίτο θα ταλαντεύεται ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα και θα κερδηθεί, τελικά, όχι με επιχειρήματα, αλλά με τη δύναμη.
Για να κερδηθεί η αναπόφευκτη, σκληρή σύγκρουση (στο χείλος της οποίας βρεθήκαμε τον περασμένο Ιούλιο) χρειάζεται ένας πολιτικός φορέας που δεν θα τρέμουν τα πόδια του, με καθαρό, σε γενικές γραμμές, σχέδιο για το λαό και τη χώρα, με οργανικούς δεσμούς εμπιστοσύνης με τις πιο μάχιμες λαϊκές δυνάμεις. Ένας φορέας που θα κάνει πολιτική με άλλους όρους από τις αστικές δυνάμεις- όχι μόνο με όρους “επικοινωνίας”, τηλεοπτικών εμφανίσεων και εκλογικών εκστρατειών. Η “κρατικοποίηση” του ΣΥΡΙΖΑ και η σεχταριστική περιχαράκωση του ΚΚΕ στέρησαν από τις λαϊκές δυνάμεις το πολιτικό εργαλείο που είχαν τόσο ανάγκη το περιπετειώδες πρώτο εξάμηνο της περασμένης χρονιάς, με τα γνωστά αποτελέσματα.
Κρίσιμο ζήτημα για τη ριζοσπαστική, ανατρεπτική Αριστερά αναδεικνύεται η πλήρης πολιτική και ιδεολογική ανεξαρτησία της από τη χρεοκοπημένη σοσιαλδημοκρατία. Η υποτελής, έναντι των Σοσιαλιστών, πολιτική του Γαλλικού ΚΚ εδώ και δεκαετίες (κυβερνητικοί συνασπισμοί, τακτικές συμμαχίες στο δεύτερο γύρο των εκλογικών αναμετρήσεων) έφερε το ιστορικό αυτό κόμμα στο αξιοθρήνητο σημείο που βρίσκεται σήμερα, χαρίζοντας στην εθνικιστική-λαϊκιστική Ακροδεξιά της Λεπέν τη δυνατότητα να εμφανίζεται ως η μόνη δύναμη “εναντίον του πολιτικού κατεστημένου”. Πολύ φοβούμαστε ότι η επιλογή του Αριστερού Μπλοκ και του ΚΚ Πορτογαλίας να στηρίξουν την ανάδειξη κυβέρνησης των Σοσιαλιστών δεν θα έχει, επίσης, θετικά αποτελέσματα. Ας ελπίσουμε ότι οι Podemos και η Ενωμένη Αριστερά της Ισπανίας θα αποφύγουν αυτή την παγίδα.
Παρά το οδυνηρό πλήγμα που δέχθηκε η Αριστερά, στην Ελλάδα και ευρύτερα στην Ευρώπη, από την ταπεινωτική, μνημονιακή συνθηκολόγηση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, θα ήταν μοιραίο λάθος να πιστέψει κανείς ότι οι λαϊκές δυνάμεις υπέστησαν μια στρατηγική, ιστορική ήττα. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε τις πιο ριζοσπαστικές δυνάμεις της Αριστεράς σε έναν μακρόχρονο πολιτικό αφοπλισμό. Θα τις καταδίκαζε να μετεωρίζονται ανάμεσα σε μια “θεωρητική” ενδοσκόπηση- αγρανάπαυση και στη διάχυσή τους στα όποια, αποσπασματικά κινήματα αναπτύσσονται κάτω από την πίεση των ίδιων των κοινωνικών προβλημάτων, χωρίς προοπτική ενοποίησης και συνολικής σύγκρουσης με προοπτική νίκης.
Ευτυχώς για την ελληνική Αριστερά, η ζωή συνεχίζεται και μας τραβάει από το μανίκι, χωρίς να λογαριάζει τη δική μας μελαγχολία. Παρά την υστέρηση και τις οπισθοχωρήσεις του υποκειμενικού παράγοντα, η αντικειμενική πραγματικότητα στην Ελλάδα και συνολικά στην Ε.Ε. δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί στο προβλέψιμο μέλλον. Οικονομικά, η Ε.Ε. τείνει να εγκλωβιστεί σε μια δεκαετία “στασιμο-αποπληθωρισμού”, τύπου Ιαπωνίας, με καχεκτική ανάπτυξη, μαζική ανεργία, εργασιακή επισφάλεια και έκρηξη ανισοτήτων, αλλά και με τους κινδύνους μιας νέας μεγάλης κρίσης, τύπου 2008, στον ορίζοντα. Τα ρήγματα στο εσωτερικό της εκτείνονται πλέον όχι μόνο μεταξύ κέντρου και περιφέρειας, αλλά και μέσα στον ίδιο τον ηγεμονικό γαλλογερμανικό άξονα, ενώ η προοπτική δημοψηφίσματος στη Βρετανία με το ερώτημα του Brexit, ίσως και μέσα στο 2016, αναστέλλει τις διεργασίες για πιο σφιχτή ενοποίηση. Παράλληλα, το προσφυγικό αναδεικνύει τη γενική άνοδο των εθνικισμών, που απειλεί να διαλύσει τη Σένγκεν και την ίδια την Ε.Ε.
Σ' αυτό το φόντο, η Ελλάδα, σε πείσμα της μεγάλης οπισθοχώρησης του περασμένου καλοκαιριού, εξακολουθεί να αποτελεί τον αδύναμο κρίκο της γερμανικής Ε.Ε. Στη χώρα μας συμπυκνώνονται με τον πιο εκρηκτικό τρόπο όλες οι αντιθέσεις, οικονομικές, πολιτικές και γεωπολιτικές, που διατρέχουν αυτό το αντιδραστικό οικοδόμημα. Στο οικονομικό πεδίο, το τρίτο Μνημόνιο οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια σε πλήρες αδιέξοδο. Τα βαρύτατα μέτρα που έχουν ήδη δρομολογηθεί, με κυριότερα το ασφαλιστικό και το φορολογικό, συμπιέζουν ταυτόχρονα τα εργατικά και τα μικροαστικά στρώματα, υπονομεύοντας όλα τα κοινωνικά στηρίγματα αυτής της ήδη ασταθούς κυβέρνησης. Παράλληλα, η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως σάκος του μποξ από τις κυρίαρχες δυνάμεις της Ε.Ε. όπως διαμηνύει η διαχείριση του προσφυγικού, καθώς τίθεται υπό αμφισβήτηση ακόμη και ο έλεγχος των εθνικών συνόρων. Η ενίσχυση της Τουρκίας του Ερντογάν ως προμαχώνα του ΝΑΤΟ εναντίον της Ρωσίας και βασικού δεσμοφύλακα της Δύσης εναντίον των προσφύγων προμηνύει μόνο αρνητικές εξελίξεις για τα εθνικά θέματα και το Κυπριακό.
Όλες οι μεγάλες ανατροπές στη σύγχρονη ιστορία συνέβησαν όταν μπλέχτηκαν σε έναν αξεδιάλυτο Γόρδιο Δεσμό το κοινωνικό πρόβλημα με το εθνικό και το δημοκρατικό, κι όταν υπήρχε ένας πολιτικός φορέας έτοιμος να τον κόψει. Στην Ελλάδα του 2016 ο πρώτος όρος θα είναι εδώ. Για τον δεύτερο – τη δημιουργία ενός μεγάλου κοινωνικού και πολιτικού μετώπου ανατροπής των μνημονίων και της λιτότητας, με σοσιαλιστικό ορίζοντα, που αποτελεί λόγο ύπαρξης της Λαϊκής Ενότητας, παρά το βήμα που έχει γίνει με τη ΛΑ.Ε, έχουμε ακόμη πολλά, πάρα πολλά να κάνουμε. Είμαστε ακόμα στην αρχή και στο σχοινί! Καλή μας χρονιά!
http://www.iskra.gr/index.php Α.Θ.