Η ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ
Το νέο σύστημα καταστολής που εφαρμόζεται στην Ελλάδα της κρίσης έχει προχωρήσει σε μεθόδους που ξεφεύγουν από την κλασική κρατική βία. Μπορεί στις τόσες διαδηλώσεις αυτά τα χρόνια οι διαδηλωτές να ανέπνευσαν τόνους καρκινογόνου αερίου από τα δακρυγόνα, μπορεί πολλά κεφάλια να έσπασαν. Η τρομοκράτηση με “προληπτικές προσαγωγές” και βασανιστήρια διαδηλωτών αντιφασιστικών συγκεντρώσεων στην ΓΑΔΑ να συνέβησαν, αλλά αυτά δεν είναι παρά πάγιες τακτικές αυταρχικών καθεστώτων.
Το παιχνίδι έπρεπε να μεταφερθεί και σε άλλο επίπεδο, όπως και έγινε. Η κυβέρνηση επικοινωνιακά και ψυχολογικά έχει ανάγκη την δημιουργία κλίματος φόβου. Πρώτα είχαμε “το πραξικόπημα που δεν έγινε“, τις συνεχείς απειλές περί εκτροπής, αλλά και την κατασκευή ενός εσωτερικού εχθρού (εύκολα επιλέχθηκαν οι μετανάστες) που απαιτεί περισσότερη αστυνομία στους δρόμους και επιχειρήσεις “σκούπα”.
Πυροβολισμοί έπεσαν στα γραφεία της ΝΔ και μάλιστα μια σφαίρα εξοστρακίστηκε στο γραφείο του Σαμαρά. Επικοινωνιακά το σκηνικό έπεσε στο κενό. Την προηγούμενη Κυριακή 20/1, πληροφορηθήκαμε για τοποθέτηση βόμβας στο Mall στο Μαρούσι. Η σύνδεση αυτών των τυφλών χτυπημάτων σε δημόσιους χώρους και οι τηλεοπτικές εκπομπές που στήθηκαν, είχαν ως μόνο σκοπό την καλλιέργεια μιας ατμόσφαιρας ανασφάλειας. Στο ενδιάμεσο υπήρξαν και επιθέσεις με γκαζάκια σε σπίτια δημοσιογράφων. Προσπεράστηκε, αφού δεν έκανε το γκελ που περίμεναν στην κοινή γνώμη, που οι ίδιοι στήνουν απέναντι από τους τηλεοπτικούς δέκτες.
Ο λόγος που παίζεται το παιχνίδι της “τρομοκρατίας” είναι απλός. Βρισκόμαστε σε μια ακόμη περίοδο ευθείας επίθεσης σε κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα, τα οποία δεν είναι η πρώτη, αλλά έχουν προηγηθεί ουκ ολίγα σφαγεία. Η αυξανόμενη φτωχοποίηση ανεβάζει περισσότερο την θερμοκρασία στο “καζάνι που βράζει”, με το σημείο βρασμού να έχει ξεπεραστεί προ πολλού. Πρακτικά αυτό σημαίνει, περισσότερη οργή και απελπισία, άρα πιθανή μη συμμόρφωση “με το καλό” προς τις οικονομικές πολιτικές.
Πριν είχαμε και αστείες σπασμωδικές κινήσεις “νόμου και τάξης”, με επίθεση σε κτίρια που τελούσαν υπό κατάληψη, καθώς στιγματίστηκαν με την media-κή πρόνοια, ως εστίες ανομίας (sic). Σ’ αυτόν τον ορυμαγδό αυταρχισμού, φερέφωνα, μέλη της κυβέρνησης και “υπεύθυνοι πολίτες” πιέζουν για την υιοθέτηση του δόγματος “καταδικάζω την βία απ’ όπου κι αν προέρχεται“, ενός εξουσιαστικού λόγου που προσπαθεί με το ζόρι να πείσει πως η βία του κράτους είναι δικαιολογημένη, ότι κι αν συμβαίνει και να αποπροσανατολίσει, από τον πραγματικό λόγο επιβολής της.
Μέσα στο περιβάλλον πολιτικής αστάθειας, η κυβερνητική βία έχει περισσότερο ως στόχο να διαλύσει το συλλογικό αίσθημα, με το να γίνει σκληρή και υπερβολική, ώστε να κάνει τις πιθανές ομάδες που θα εναντιωθούν στις αντιλαικές πολιτικές, απλά σύνολα ατόμων και στην συνέχεια μονάδες, μοναχικές και φοβισμένες.
Τα παιχνίδια με τον τρόμο βέβαια είναι επικίνδυνα, αλλά είναι το ύστατο καταφύγιο για ένα καθεστώς ώστε να επιβάλει πολιτικές εξαθλίωσης, όπως βέβαια και να δικαιολογήσει τα αυξανόμενα μέτρα καταστολής και την περιστολή ελευθεριών. Σ’ αυτό το παιχνίδι έχει συμμάχους ως χρήσιμους ηλίθιους, τους ελληναράδες που μέσα στην γενικότερη συντηρητικοποίηση, αγαπάνε όλο και περισσότερο την “τάξη”, ενώ οι πιο αντιδημοκρατικοί βρίσκουν την ευκαιρία να εκφράσουν απέχθεια σε εργατικά\συνδικαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Έχουμε βέβαια και έναν υπουργό, τον Δένδια, που τον μόνο που τον ενδιαφέρει στην πραγματικότητα είναι η αξοιοποίηση της “τρομοκρατίας” για την προσωπική του προβολή. Μέσα σε όλα αυτά έχει παίξει πολλάκις το σενάριο παρέμβασης του στρατού, είτε δια στόματος βουλευτών, είτε από Φαήλους, είτε και από διάφορες πένες.
Αυτό που θέλουν να εμπεδώσουμε, είναι πως η αστυνομία θα είναι πανταχού παρούσα και η στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας είναι ο απώτερος σκοπός. Ο φόβος που καλλιεργούν τα “τρομοκρατικά σενάρια” εξυπηρετεί αυτό και μόνον αυτό: Την αμφισβήτηση των ίδιων των δημοκρατικών θεσμών, την πολιτική πόλωση και την χειραγώγηση πιθανών κοινωνικών αναταραχών απέναντι στα οικονομικά προγράμματα που καταπατάνε το ίδιο το δικαίωμα στην ζωή. Κι όλα αυτά με την ευγενική χορηγεία των ΜΜΕ.