ΤΟ ΠΕΡΙΦΗΜΟ ΧΑΡΤΑΚΙ ΤΟΥ ΤΣΟΡΤΣΙΛ-ΜΟΙΡΑΣΤΗΚΕ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΗ ΤΟΥ ’44; (Β)
Tου ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ*
Όσο κι αν θα φανεί περίεργο τους ισχυρισμούς του- ότι στις 9 Οκτωβρίου 1994 συμφώνησε με τον Στάλιν να μοιράσουν τα Βαλκάνια- τους διαψεύδει ο ίδιος ο Τσόρτσιλ. Στο προσωπικό του αρχείο, ως πρωθυπουργού της Μ. Βρετανίας, υπάρχει ένα υπόμνημα προς τον Στάλιν με ημερομηνία 11 Οκτωβρίου 1944 που είναι πραγματικός καταπέλτης ενάντια στα όσα ισχυρίζεται στα απομνημονεύματά του. Το υπόμνημα αυτό, αν και γράφηκε, δεν στάλθηκε ποτέ στον Στάλιν, αλλά αυτό δεν έχει καμιά σημασία για το ζήτημα που εξετάζουμε. Σημασία έχει τί σκεφτόταν και τί θεωρούσε δεδομένο ο Βρετανός πρωθυπουργός όταν το έγραφε.
Όπως, μάλιστα, προκύπτει από αυτό το ντοκουμέντο δεν θεωρούσε ότι είχε φτάσει σε κανενός είδους συμφωνία με τον Σοβιετικό ηγέτη για το μοίρασμα των Βαλκανίων.
Ο ΤΣΟΡΤΣΙΛ ΑΥΤΟΔΙΑΨΕΥΔΕΤΑΙ
Ας αφήσουμε, όμως, τον ίδιο τον Τσόρτσιλ να μιλήσει[1]:
«Από: Τσόρτσιλ
Προς: Στάλιν
Υπόμνημα
Μόσχα, 11 Οκτωβρίου 1944
Θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να έχουν η Βρετανία και η Ρωσία στα Βαλκάνια κοινή πολιτική που θα είναι επίσης αποδεκτή από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το γεγονός ότι η Βρετανία και η Ρωσία συνδέονται με εικοσαετή συμμαχία, καθιστά ιδιαίτερα επιτακτικό το να είμαστε γενικά σύμφωνοι και να συνεργαζόμαστε εύκολα, με εμπιστοσύνη και για πολύ καιρό. Αντιλαμβάνομαι πως ό,τι κι αν κάνουμε εδώ, αυτό δεν μπορεί να είναι τίποτε περισσότερο από διακανονισμούς προκαταρτικής φύσεως έναντι των τελικών αποφάσεων που θα χρειαστεί να πάρουμε όταν συγκεντρωθούμε και οι τρεις μας στο τραπέζι της νίκης. Παρ' όλα αυτά, ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να καταλήξουμε σε μια συνεννόηση και σε μερικές περιπτώσεις σε συμφωνίες που θα μας βοηθήσουν να αντεπεξέλθουμε σε άμεσες καταστάσεις ανάγκης και που θα θέσουν τα θεμέλια για μια μακρόχρονη παγκόσμια ειρήνη.
Εκείνα τα ποσοστά που έγραψα, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια μέθοδος με την οποία μπορούμε νοερά να δούμε κατά πόσο είμαστε κοντά ο ένας στον άλλον και ακολούθως να αποφασίσουμε για τα αναγκαία μέτρα που θα μας οδηγήσουν σε πλήρη συμφωνία. Όπως είπα αν αυτά υποβάλλονταν υπό τον έλεγχο υπουργείων εξωτερικών και διπλωματών σε όλο τον κόσμο, θα θεωρούνταν ωμά και ακόμη πωρωμένα. Δεν θα μπορούσαν, λοιπόν, ν' αποτελέσουν βάση για οποιοδήποτε δημόσιο έγγραφο. Τουλάχιστον όχι προς το παρόν. Μπορούν όμως να είναι ένας καλός οδηγός για να κατευθύνουμε τις υποθέσεις μας. Αν κανονίσουμε καλά αυτές τις δουλειές, θα μπορέσουμε, πιθανώς, να παρεμποδίσουμε εμφυλίους πολέμους και πολύ αιματοχυσία και διαμάχη στις εν λόγω χώρες. Γενικά οι αρχές μας ορίζουν να επιτραπεί σε κάθε χώρα να έχει το είδος της κυβέρνησης που επιθυμεί ο λαός της. Βεβαίως και δεν θέλουμε να επιβάλουμε σε οποιαδήποτε βαλκανική χώρα μοναρχικό ή δημοκρατικό πολίτευμα....»..
Από αυτό το υπόμνημα προκύπτουν τα εξής:
α) Ο Τσόρτσιλ μιλά δυνητικά και σε χρόνο μέλλοντα για το ενδεχόμενο συμφωνίας. «Θα μπορούσαμε να καταλήξουμε... ακολούθως να αποφασίσουμε... Τα ποσοστά μπορούν να είναι ένας καλός οδηγός... αν κανονίσουμε καλά αυτές τις δουλειές...» κ.ο.κ. Αν όμως η συμφωνία είχε επιτευχθεί- όπως ο ίδιος λέει στα απομνημονεύματά του στις 9 Οκτωβρίου του 1944, δεν θα είχε κανένα λόγο δύο μέρες μετά να εκφράζεται κατ' αυτόν τον τρόπο.
β) Κάνει λόγο για κοινή πολιτική στα Βαλκάνια ανάμεσα στη Βρετανία και τη Ρωσία που θα έπρεπε να είναι αποδεκτή από τις ΗΠΑ. Όπως, όμως, έχουμε προαναφέρει από πουθενά δεν προκύπτει ότι οι ΗΠΑ ενημερώθηκαν και έδωσαν συγκατάθεση- τότε ή αργότερα- στον χωρισμό των Βαλκανίων σε σφαίρες επιρροής.
γ) «Αντιλαμβάνομαι- λέει ο Τσόρτσιλ- πως ό,τι κι αν κάνουμε εδώ, αυτό δεν μπορεί να είναι τίποτε περισσότερο από διακανονισμούς προκαταρτικής φύσεως έναντι των τελικών αποφάσεων που θα χρειαστεί να πάρουμε όταν συγκεντρωθούμε και οι τρεις μας στο τραπέζι της νίκης». Συνεπώς αναγνωρίζει ότι τίποτα απ' όσα θα αποφασίζονταν στην Μόσχα δεν θα μπορούσε να έχει την ισχύ τελειωτικής συμφωνίας. Βέβαια προσθέτει ότι θα ήταν δυνατή η κατάληξη σε κάποιες συμφωνίες αλλά ο χρόνος που χρησιμοποιεί για να μιλήσει για αυτές είναι μέλλοντας: «Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε- σημειώνει- να καταλήξουμε σε μια συνεννόηση και σε μερικές περιπτώσεις σε συμφωνίες...». Άρα δεν είχαν καταλήξει ακόμη, και επομένως αποδεικνύεται πως είναι παραμύθια ο ισχυρισμός ότι υπήρξε συμφωνία στις 9 του Οκτώβρη.
δ) Για τα ποσοστά καταρχήν προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του και στη συνέχεια με όσα προσθέτει επιβεβαιώνει την ανυπαρξία συμφωνίας. «Δεν είναι- λέει- τίποτα περισσότερο από μια μέθοδος με την οποία μπορούμε νοερά να δούμε κατά πόσο είμαστε κοντά ο ένας στον άλλον και ακολούθως να αποφασίσουμε για τα αναγκαία μέτρα που θα μας οδηγήσουν σε πλήρη συμφωνία».Αν είχε επιτευχθεί συμφωνία ο Τσόρτσιλ δεν θα είχε κανένα λόγο να εξηγεί τη σημασία που είχαν ταποσοστά. Όταν ένα θέμα είναι συμφωνημένο και τελειωμένο δεν υπάρχει ανάγκη να εξηγήσεις στον συνομιλητή σου τις προθέσεις που είχες όταν το έθετες. Έχει κι αυτός καταλάβει ό,τι κατάλαβες κι εσύ, και γι’ αυτό το λόγο συμφώνησε μαζί σου. Σε τέτοια ζητήματα κανείς δεν συμφωνεί χωρίς να έχει καταλάβει περί τίνος πρόκειται.
Άρα ο Τσόρτσιλ δίνει αυτές τις επεξηγήσεις γύρω από τα ποσοστά γιατί δεν υπάρχει καμιά συμφωνία και προφανώς γιατί ο ίδιος αντιλήφθηκε ότι ο Στάλιν με την στάση του απέρριψε την πρόταση με τα ποσοστά ή τουλάχιστον την αγνόησε μη δίνοντας σημασία. Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί γιατί ο Βρετανός Πρωθυπουργός απολογείται. Άλλωστε την μη ύπαρξη συμφωνίας την παραδέχεται με την φράση «... και ακολούθως να αποφασίσουμε για τα αναγκαία μέτρα που θα μας οδηγήσουν σε πλήρη συμφωνία». Δηλαδή δεν είχαν συμφωνήσει στις 11 Οκτωβρίου ούτε για την σημασία που είχαν τα ποσοστά ούτε και για τα αναγκαία μέτρα που θα οδηγούσαν σε πλήρη συμφωνία.
Τέλος οι εξηγήσεις που δίνει στη συνέχεια ο Τσόρτσιλ, ότι δεν θέλει να επιβάλει το πολίτευμα σε καμιά βαλκανική χώρα κι ότι αυτές πρέπει να έχουν το είδος της κυβέρνησης που επιθυμεί ο λαός τους, δεν μπορούν να σημαίνουν τίποτε άλλο παρά μόνο προσπάθεια να ξεπεραστούν τυχόν επιφυλάξεις της σοβιετικής πλευράς- που ο ίδιος θεωρούσε ότι υπάρχουν ή του είχαν εκφραστεί ανοικτά- ούτως ώστε να γίνει συζήτηση και προσπάθεια προσέγγισης πάνω στην πολιτική των ποσοστών. Μ' άλλα λόγια ο Βρετανός πρωθυπουργός επιδιώκει με πιο ήπιο τρόπο να επαναφέρει στο τραπέζι των συζητήσεων την πρόταση που είχε κάνει δυο μέρες πριν για χωρισμό τωνΒαλκανίων σε σφαίρες επιρροής. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι σημειώνει πως τα ποσοστά«μπορούν να είναι ένας καλός οδηγός» αλλά και από την φράση «Αν κανονίσουμε καλά αυτές τις δουλειές...». Άλλη εξήγηση δεν μπορεί να υπάρξει. Γεγονός που αποδεικνύει περίτρανα την μη επίτευξη συμφωνίας στις 9 Οκτωβρίου και πως ο Στάλιν είχε απορρίψει με τον τρόπο του την πρόταση για μοίρασμα της βαλκανικής σε σφαίρες επιρροής.
Συμπερασματικά οφείλουμε να πούμε ότι απ' αυτό το υπόμνημα του Τσόρτσιλ προς τον Στάλιν αποδεικνύεται ατράνταχτα ότι στις 9 Οκτωβρίου του 1944 όχι μόνο δεν επιτεύχθηκε καμιά συμφωνία αλλά και ότι η στάση της Σοβιετικής ηγεσίας ήταν απορριπτική απέναντι στις βρετανικές προτάσεις. Το πότε και αν τελικά επιτεύχθηκε συμφωνία μένει να το βρουν όσοι ισχυρίζονται την ύπαρξη της αναμασώντας όσα ο Τσόρτσιλ λέει στα απομνημονεύματά του που, όμως, με δικά του γραπτά έρχεται να διαψεύσει.
Στο προσωπικό αρχείο του Τσόρτσιλ υπάρχει επίσης ένα ακόμη αποκαλυπτικό στοιχείο που αποδεικνύει ατράνταχτα ότι στη Μόσχα, τον Οκτώβρη του '44, δεν επιτεύχθηκε καμιά συμφωνία για μοίρασμα των Βαλκανίων σε σφαίρες επιρροής. Στις 12 Οκτωβρίου του 1944 ο βρετανός πρωθυπουργός στέλνει στον υπουργό του, επί των εξωτερικών, Α. Ήντεν υπόμνημα όπου του εξηγεί τη σημασία και τον χαρακτήρα που έχουν για την Βρετανική πολιτική τα περίφημα ποσοστά.
Γράφει ο Τσόρτσιλ:
«Από: Τσόρτσιλ
Προς: Ήντεν
Υπόμνημα
12 Οκτωβρίου 1944
Το σύστημα των ποσοστών δεν έχει σκοπό να προσδιορίσει τον αριθμό αυτών που θα συμμετάσχουν στις επιτροπές για τις διάφορες βαλκανικές χώρες, αλλά να εκφράσει το πνεύμα με το οποίο η βρετανική και η σοβιετική κυβέρνηση προσεγγίζουν τα προβλήματα αυτών των χωρών, έτσι ώστε να αποκαλύψουν κατά ένα κατανοητό τρόπο τις σκέψεις τους ο ένας στον άλλον. Δεν έχει σκοπό να είναι τίποτε περισσότερο από ένας οδηγός και, βεβαίως, δεν εκθέτει με κανένα τρόπο τις Ηνωμένες Πολιτείες, ούτε αποπειράται να δημιουργήσει κανένα άκαμπτο σύστημα σφαιρών επιρροής...».
Και ο Τσόρτσιλ τελειώνει το υπόμνημα ως εξής: «Πρέπει να τονιστεί ότι αυτή η ευρεία αποκάλυψη των βρετανικών και σοβιετικών αντιλήψεων για τις χώρες που αναφέρονται τα παραπάνω είναι μόνο ένας προσωρινός οδηγός για το άμεσο μέλλον, δηλ. για όσο διάστημα διαρκεί ο πόλεμος, και ότι το θέμα θα επανεξεταστεί από τις μεγάλες δυνάμεις όταν συναντηθούν στην τράπεζα της ανακωχής ή της ειρήνης για να κάνουν τη γενική ρύθμιση των πραγμάτων στην Ευρώπη»[2].
Τα σχόλια περιττεύουν.
Το κείμενο του Τσόρτσιλ μιλάει από μόνο του. Αν είχε επιτευχθεί συμφωνία για μοίρασμα των Βαλκανίων ο βρετανός πρωθυπουργός δεν θα έλεγε στον υπουργό του ότι τα ποσοστά δεν πάνε να δημιουργήσουν ένα άκαμπτο σύστημα σφαιρών επιρροής αλλά ούτε και θα βρισκόταν στην ανάγκη να του εξηγήσει (σ.σ. ο Ήντεν ήταν παρών στη συνάντηση της Μόσχας, στις 9/10/1944) τη σημασία των ποσοστών. Δεν μπορεί κανείς νοήμων να δεχτεί ότι ο βρετανός υπουργός εξωτερικών δεν καταλάβαινε την σημασία των συμφωνιών που η χώρα του έκλεινε με άλλες χώρες. Επίσης, εάν στις 9 Οκτωβρίου τα Βαλκάνια είχαν χωριστεί σε σφαίρες επιρροής ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και την Βρετανία- και αυτός ο χωρισμός αφορούσε την σφαίρα της πολιτικής και των μεταπολεμικών κοινωνικών συστημάτων στις βαλκανικές χώρες υπερβαίνοντας τα στρατιωτικά δεδομένα του πολέμου εκείνης της χρονικής στιγμής- ο Τσόρτσιλ δεν θα μιλούσε για προσωρινό οδηγό που θα είχε ισχύ μόνο για το διάστημα διάρκειας του πολέμου.
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ
Εκείνο που μένει να εξετάσουμε είναι τί πραγματικά συζητήθηκε στη Μόσχα, τον Οκτώβρη του 1944, ανάμεσα στον Στάλιν και τον Τσόρτσιλ σχετικά με την Ελλάδα που μας αφορά άμεσα. Πριν όμως περάσουμε σ' αυτό οφείλουμε να σημειώσουμε, συγκεντρωμένα, ορισμένα στοιχεία που είναι απαραίτητο να μην τα ξεχνάμε. Ο Βρετανός Πρωθυπουργός πηγαίνοντας στη Μόσχα είχε στις βαλίτσες του: Τη συμφωνία του Λιβάνου, τη συμμετοχή των υπουργών της ΕΑΜικής αντίστασης στην κυβέρνηση Παπανδρέου, τη συμφωνία της Γκαζέρτας με την υπαγωγή όλων των ανταρτικών δυνάμεων- και συνεπώς του ΕΛΑΣ- στις διαταγές του Σκόμπυ αλλά και βρετανικά στρατεύματα σε ελληνικό έδαφος αφού η απόβασή τους είχε ξεκινήσει από τις αρχές Οκτωβρίου στις ακτές της Πελοποννήσου. Συνεπώς- όσον αφορά το ελληνικό ζήτημα- υπερείχε έναντι της Σοβιετικής Ένωσης κατά κράτος.
Έτσι, η συνάντηση της Μόσχας δεν έκανε τίποτε άλλο από το να επιβεβαιώσει μια ντε φάκτο διαμορφωθείσα κατάσταση. Στα πρακτικά της συνάντησης Στάλιν- Τσόρτσιλ, στις 9/10/1944 διαβάζουμε[3]:
«Ο πρωθυπουργός (σ.σ. Ο Τσόρτσιλ δηλαδή) δήλωσε ότι υπάρχουν δύο χώρες για τις οποίες οι βρετανοί αισθάνονται ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η μία είναι η Ελλάδα. Δεν ανησυχεί πολύ για τη Ρουμανία. Αυτή είναι ρωσική υπόθεση και η συνθήκη που έχει προτείνει η σοβιετική κυβέρνηση, είναι λογική και δείχνει μεγάλη πολιτική δεξιότητα προς το συμφέρον της γενικής ειρήνης στο μέλλον. Αλλά στην Ελλάδα η κατάσταση είναι διαφορετική. Η Βρετανία οφείλει να είναι η ηγετική δύναμη στη Μεσόγειο και ελπίζει ότι ο στρατάρχης Στάλιν θα τον αφήσει να έχει τον πρώτο λόγο στην Ελλάδα, ακριβώς όπως ο στρατάρχης Στάλιν στη Ρουμανία. Βεβαίως η Βρετανική κυβέρνηση θα διατηρεί επαφή με τη σοβιετική κυβέρνηση.
Ο στρατάρχης Στάλιν (σ.σ. είπε πως) κατανοεί ότι η Βρετανία υπέφερε πάρα πολύ όταν είχαν κοπεί οι επικοινωνίες της στη Μεσόγειο από τους Γερμανούς. Για τη Βρετανία ήταν σοβαρό θέμα αν οι μεσογειακοί δρόμοι δεν βρίσκονται στα χέρια της. Συμφώνησε με τον πρωθυπουργό ότι η Βρετανία πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο στην Ελλάδα».
Αυτή ήταν η συμφωνία της Μόσχας όσον αφορά την Ελλάδα. Στην ουσία δεν έγινε τίποτε περισσότερο από το να επιβεβαιωθεί και από τις δύο πλευρές μια κατάσταση που ήδη είχε διαμορφωθεί. Ακόμη πρέπει να σημειώσουμε τα εξής:
α) Η Μεσόγειος ανέκαθεν είχε στρατηγική σημασία για την Βρετανία. Από' κει περνούσαν οι θαλάσσιοι δρόμοι της προς τις αποικίες της στην ανατολή.
β) Η Σοβιετική Ένωση εκείνη την περίοδο δεν είχε στόλο στη Μεσόγειο και φυσικά σε καμιά περίπτωση δεν ήταν σε θέση να ανταγωνιστεί στο χώρο αυτό τα Βρετανικά συμφέροντα.
γ) Η αντιχιτλερική συμμαχία, όσο διαρκούσε ο πόλεμος και για τις ανάγκες νικηφόρας έκβασης του απέναντι στον κοινό εχθρό, δεν ήταν δυνατό να διατηρηθεί σε βάρος των συμφερόντων των μελών της, ιδιαίτερα δε των συμφερόντων της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ που από άποψη διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων ήταν σε πολύ πλεονεκτικότερη θέση από την Σοβιετική Ένωση. Δηλαδή σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε π.χ. αυτή η συμμαχία να έχει αντιαποικιακό χαρακτήρα. Ήταν μια συμμαχία ετερόκλητων ταξικών συμφερόντων που βεβαίως δε αναιρούσε τις ταξικές διαφορές των δυνάμεων που την αποτελούσαν αλλά και που αυτές δεν ήταν δυνατόν να εκφράζονται με τον συνήθη τρόπο, όπως συνέβαινε εν καιρώ ειρήνης. Συνεπώς η ΕΣΣΔ δεν μπορούσε να έρχεται σε ευθεία ανοικτή σύγκρουση με τα βρετανικά αποικιακά συμφέροντα, εφόσον πρωτεύουσα σημασία έδινε στον πόλεμο κατά του φασισμού. Όφειλε επομένως να ανέχεται- αφού δεν μπορούσε να πράξει αλλιώς- αυτά τα συμφέροντα και να αναζητεί άλλους, πέραν των γνωστών και συνηθισμένων, δρόμους αναίρεσής τους.
δ) Η μέγιστη δύναμη που μπορούσε εκείνη την εποχή- δεδομένου ότι από το 1943 είχε διαλυθεί και η Κομμουνιστική Διεθνής- να αναιρεί τα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού, τόσο άμεσα όσο και μακροπρόθεσμα, ήταν το λαϊκό- εργατικό- κομμουνιστικό και αντιαποικιακό κίνημα της κάθε χώρας ξεχωριστά και όλων των χωρών μαζί ως σύνολο. Και η ΕΣΣΔ με τη στάση και δράση της σ' όλη την διάρκεια του πολέμου, με την προσφορά της για τη συντριβή του φασισμού βοηθούσε τα μέγιστα για την ανάπτυξη αυτών των κινημάτων παγκοσμίως. Όχι βέβαια ως η χώρα οδηγός- καθοδηγητής ή αρχηγός αυτών των κινημάτων αλλά ως μια μεγάλη δύναμη που επιδρούσε θετικά στο διεθνή συσχετισμό δυνάμεων υπέρ αυτών των κινημάτων.
Αν δούμε έτσι τα πράγματα, μέσα στο χρόνο και τον τόπο που εξελίχθηκαν τα γεγονότα του Β' Παγκοσμίου πολέμου, θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε την ουσία της σοβιετικής πολιτικής αλλά και το γεγονός ότι τα λάθη και οι υποχωρήσεις του ΕΑΜικού κινήματος στέρησαν από την ΕΣΣΔ δυνατότητες να διαπραγματευτεί σε άλλη βάση το ελληνικό ζήτημα, να εκμεταλλευτεί ουσιαστικά τις καμπές του πολέμου και να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά για τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, στιγμές και καταστάσεις κατά τις οποίες ο βρετανικός παράγοντας ήταν αδύνατος ή αναγκασμένος να κάνει σοβαρές υποχωρήσεις.
Αλλά ας δούμε το θέμα και διαφορετικά: Τι άλλο- απ' αυτό που είπε- μπορούσε να πει ο Στάλιν ή ο οποιοσδήποτε άλλος στη θέση του, στον Τσόρτσιλ, τον Οκτώβρη του 44, όταν ο τελευταίος ζητώντας να έχει τον πρώτο λόγο στην Ελλάδα είχε στα χέρια του μια ελληνική κυβέρνηση μαριονέτα στην οποία συμμετείχαν Εαμίτες υπουργοί, όταν είχε ήδη βρετανικά στρατεύματα στην χώρα, όταν οι αντάρτικες δυνάμεις- και φυσικά ο ΕΛΑΣ- ήταν υπό τις διαταγές του με τη θέλησή τους κι όταν στο πλευρό του είχε και τις ΗΠΑ;
ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΑΠΟ ΙΣΚΡΑ
[1] Γ. Ανδρικόπουλου: «1944 Κρίσιμη Χρονιά- 300 Ανέκδοτα έγγραφα από το προσωπικό αρχείο του Ουίνστον Τσόρτσιλ για την Ελλάδα.», τόμος Β', σελ. 160- 162
[2] Γ. Ανδρικόπουλου, στο ίδιο, τόμος Β', σελ. 179- 180
[3] Όπως υπάρχουν στο αρχείο του Βρετανού Πρωθυπουργού και δημοσιεύονται από τον Γ. Ανδρικόπουλο στο δίτομο έργο του «1944 Κρίσιμη Χρονιά...», τόμος Β' σελ. 141- 152
*Πηγή: ergatikosagwnas.gr
[Ο Εργατικός Αγώνας δημοσιεύει το 13ο μέρος της σειράς των ιστορικών δημοσιευμάτων στο Μεγάλο Δεκέμβρη με αφορμή την συμπλήρωση των 70 χρόνων από τότε. Στόχος είναι να δωθεί όσο το δυνατό ολοκληρωμένα το ιστορικό γεγονός αλλά και να απαντήσουμε σε μια σειρά διαστρεβλώσεις της ιστορίας του εργατικού - λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος που δεν εμφανίστηκαν μόνο στο παρελθόν αλλά με διάφορους τρόπους επανέρχονται και σήμερα]
[Στο επόμενο: Ο Δεκέμβρης και οι διεθνείς σχέσεις του ΚΚΕ]