Το κουαρτέτο, οι αγρότες και το προσφυγικό σφίγγουν σαν τανάλια μια κυβέρνηση που παραπαίει
Του Γιώργου Καραμπελιά από τη Ρήξη φ. 120
Δεν χρειάζεσαι να είσαι μετεωρολόγος για να δεις κατά πού φυσάει ο άνεμος (Μπομπ Ντίλαν), ούτε να έχεις το προ-ορατικό χάρισμα του… Μίκη Θεοδωράκη για να διακρίνεις πως η κυβέρνηση πνέει τα λοίσθια.
Φωτογραφία: Από την “κηδεία της κυβέρνησης” που πραγματοποίησαν διαδηλωτές αγρότες στο Ρέθυμνο
Ο διχασμός
Όπως είχαμε διαπιστώσει ήδη από πέρσι τον Φεβρουάριο, αυτή η κυβέρνηση χαρακτηρίζεται από μια βασική αδυναμία: Δεν μπορεί να κυβερνήσει, ενώ είναι ικανότατη στην παραγωγή παρόλας και παραμυθιών, εξ ου και η ανάγκη να αναβαπτίζεται διαρκώς στην κολυμβήθρα των εκλογικών «αναμετρήσεων». Και δεν μπορεί να κυβερνήσει για δύο λόγους. Ο πρώτος, προφανής διά γυμνού οφθαλμού – πρόκειται για ένα συνονθύλευμα ανικάνων, μπαρόβιων και εραστών των τσιπουράδικων. Ο δεύτερος και κυριότερος, διότι διχάζεται ανάμεσα σε μια φαντασιακή, δήθεν αριστερή ιδεοληψία (ευρωπαϊστικού χαρακτήρα όμως, δηλαδή της φαντασίωσης ότι οι ίδιοι είναι «αριστεροί», σε μια χώρα που βρέχεται από τη Βόρεια Θάλασσα ή τον Ατλαντικό και δεν γειτονεύει με την Τουρκία και τα Σκόπια) και την υλική και ταξική της πραγματικότητα – φλαμπουράρηδων, τσακαλώτων και άλλων εκπροσώπων των ανώτερων παρασιτικών μεσοστρωμάτων, που επιτάσσει τον συμβιβασμό και την υποταγή.
Το εκκρεμές ανάμεσα στις δύο αυτές υποστάσεις της την ιδεολογική φαντασίωση και την ταξική της πραγματικότητα, έχει ως αποτέλεσμα τη μηδενική παραγωγή κυβερνητικού έργου και την ακινησία, διότι, όχι απλώς η «αριστερά» αγνοεί τι ποιεί η «δεξιά», αλλά αλληλοακυρώνονται. Είναι “θεωρητικώς” κατά των μνημονίων, αλλά υπογράφουν μνημόνια, είναι “υπέρ” των αγροτών, αλλά τους στραγγαλίζουν, είναι υπέρ των ανοικτών συνόρων και δημιούργησαν ένα τεράστιο προσφυγικό ζήτημα, αλλά τώρα φέρνουν το ΝΑΤΟ και τους Τούρκους για να ελέγχουν αυτά τα… ανοικτά σύνορα. Το αποτέλεσμα είναι μια αδιάκοπη παλινωδία, μια αφάνταστη λεξιλαγνεία, μία …. γενικευμένη ιλαροτραγωδία.
Δεν διαθέτουν τον χρόνο ώστε να γίνει σχετικά ομαλά η μετάλλαξή τους, γι’ αυτό και κυριαρχεί ο διχασμός. Και επειδή ο χρόνος τρέχει, τα προβλήματα συσσωρεύονται σε τέτοιο βαθμό και η εναλλακτική λύση αναζητείται πλέον μεταξύ αποικίας και απόλυτης καταστροφής, το παιχνίδι παίρνει τέλος και ο ηθοποιός εξέρχεται. Και αυτό παρότι σε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις (τέσσερις, αν συνυπολογίσουμε και τις ευρωεκλογές του 2014), οι Έλληνες έδειξαν εμπιστοσύνη στον Τσίπρα. Πάντα είχαν αδυναμία στους λαοπλάνους και τους απατεώνες –ιδίως τους νεαρούς–, από την εποχή του Αλκιβιάδη. [Βέβαια εκείνος, ο Αλκιβιάδης, ήταν μαθητής του Σωκράτη και ο Τσίπρας των σφαιριστηρίων, αλλά δεν μπορεί κανείς να τα έχει όλα. Εξάλλου, εάν σήμερα τον Σωκράτη έχει αντικαταστήσει ο Πελεγρίνης, γιατί όχι και ο Τσίπρας τον Αλκιβιάδη; O tempora, o mores.]
Σενάρια…
O κύκλος οδηγείται στο τέλος του: Από τη μία πλευρά το κουαρτέτο και από την άλλη οι αγρότες και το προσφυγικό, σφίγγουν σαν τανάλια μια κυβέρνηση που παραπαίει και αναζητά, παρά τους παλικαρισμούς, τον δρόμο προς την έξοδο.
Η ομιλία του Τσίπρα στις 10 Φεβρουαρίου, στο υπουργικό συμβούλιο, προοιωνίζεται όντως το τέλος της «ενάρετης» (κατά Τσακαλώτο) διαδρομής στα σαλόνια της εξουσίας. Οι δε κορώνες κατά των καναλιών και κατά των διαπλεκομένων, πέραν του ότι αποτελούν άσφαιρα πυρά (διότι θα ακολουθήσουν μακρόχρονοι δικαστικοί αγώνες, ασφαλιστικά μέτρα κ.λπ.), έχουν σαφώς πολιτικάντικο χαρακτήρα ώστε να συγκρατήσουν τους βουλευτές και τους εναπομείναντες συριζαίους ψηφοφόρους για τις επερχόμενες «μάχες» ενάντια στα διαπλεκόμενα και στο μνημόνιο, που οι ίδιοι έχουν… υπογράψει!
Το αδιέξοδο είναι πασίδηλο. Θα ήταν ικανοί, θεωρητικά, από την εξουσιομανία τους, ώστε να διατηρήσουν τους θώκους τους όσο το δυνατόν περισσότερο, να προσχωρούσαν ακόμα και στην εκδοχή grexit αλά Σόιμπλε, αν δεν φοβόντουσαν το ειδικό δικαστήριο και τον Κορυδαλλό, ειδικά με τους γεωπολιτικούς κινδύνους που θα δημιουργούσε ένα grexit σήμερα. Εξάλλου, η “επαναστατική”-πραξικοπηματική πτέρυγα, αλά Ζωή, έχει εξέλθει του κόμματος.
Εάν ο Τσίπρας ήθελε όντως να παραμείνει στην εξουσία και να ολοκληρώσει τη διαπραγμάτευση, θα ήταν υποχρεωμένος να κάνει σημαντικές παραχωρήσεις στους αγρότες και τους ελεύθερους επαγγελματίες και να διευρύνει, παράλληλα, τις τάξεις των πληττόμενων από το συνταξιοδοτικό, στους μισθωτούς του δημόσιου τομέα και τους ήδη συνταξιούχους. Έτσι, όμως, θα έστρεφε εναντίον του και τις τελευταίες κοινωνικές και εκλογικές εφεδρείες που διαθέτει, δηλαδή το δημόσιο και τους συνταξιούχους. Αντ’ αυτού, φαίνεται να προκρίνει μια στρατηγική σύγκρουσης μέχρι το τέλος, με τους αγρότες, θεωρώντας πως αυτούς, ούτως ή άλλως, τους έχει χάσει· και αν μεν αντέξει στο μπρα ντε φερ –όπερ και απίθανο– να επιβάλει το συνταξιοδοτικό του Κατρούγκαλου. Στην περίπτωση –όπερ και πιθανότερο– που δεν αντέξει αυτήν τη σύγκρουση, μετά την κάθοδό τους στην Αθήνα, έχει δύο πιθανές λύσεις: Είτε την οικουμενικά στηριζόμενη κυβέρνηση τεχνοκρατών, που είναι η νουνεχέστερη λύση, είτε μια ακόμα φυγή προς τις εκλογές, ώστε τουλάχιστον να διατηρηθούν ως αξιωματική αντιπολίτευση και να αφήσουν την καυτή πατάτα του μνημονίου στα χέρια του Μητσοτάκη και του Άδωνι, που γνωρίζει από μνημόνια!
Η «οικουμενική» επιλογή συμβαδίζει με το στενό συμφέρον των περισσότερων βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ ώστε να συνεχισθεί η παρούσα κοινοβουλευτική περίοδος και επομένως η παρουσία τους στη Βουλή, διότι, μετά τις επόμενες εκλογές, θα απουσιάσουν από αυτή και μάλλον οριστικά. Και το ίδιο συμβαίνει με την μάζα των άρτι διορισθέντων στον κρατικό μηχανισμό κομματικών στελεχών. Για την πλειοψηφία των βουλευτών, προπαντός, η «οικουμενική», αποτελεί την ιδανική λύση, διότι και την έδρα τους διατηρούν και η ευθύνη για την ψήφιση και εφαρμογή των μνημονιακών μέτρων μετακυλίεται στις πλάτες περισσοτέρων κομμάτων.
Από την άλλη πλευρά όμως, για τον Τσίπρα και τη στενή παρέα των συν αυτώ, η παραδοχή της ήττας και η αποδοχή της «οικουμενικής» υπονομεύει τον ίδιο τον ηγετικό τους ρόλο στον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι βέβαιο πως πιθανή παραίτηση της κυβέρνησης και αποδοχή οικουμενικού σχήματος, θα οδηγήσει σε ανάδειξη των «συναινετικών» Δραγασάκη-Σταθάκη-Χουλιαράκη κ.λπ. ως διαχειριστών της οικουμενικής επιλογής. Παράλληλα δε το κύρος του Τσίπρα θα πληγεί ανεπανόρθωτα, με το να βρίσκεται στη Βουλή, ως αποτυχημένος πρωθυπουργός, εκδιωχθείς από την εξουσία, όπως είχε γίνει με τον ΓΑΠ, με την κυβέρνηση Παπαδήμου. Κατά συνέπεια, το συμφέρον του, αρχικώς, είναι να παραμείνει στην εξουσία με κάθε τίμημα. Αλλά αν δεν μπορέσει να τα βγάλει πέρα με τους αγρότες, να προχωρήσει σε εκλογές ως βαλλόμενος από τα «συμφέροντα» και το κουαρτέτο, έτσι ώστε και να απεκδυθεί της ευθύνης εφαρμογής του μνημονίου, να παραμείνει επικεφαλής στη «νέα μάχη» και να διατηρήσει σε διψήφιο ποσοστό την εκλογική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ, που διαφορετικά θα συρρικνωθεί σε μονοψήφια ποσοστά!
Οι βουλευτές λοιπόν, ιδιαίτερα της επαρχίας και οι «άσημοι», καθώς και τα κομματικά/κρατικά στελέχη, θα προκρίνουν συνέχιση της ζωής της παρούσας Βουλής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ενώ η ηγετική-κομματική ομάδα θα επιλέξει αυτό που ξέρει να κάνει, εκλογές, για να διατηρήσει τον έλεγχο του κόμματος. Ποιος άραγε θα κερδίσει;
Στην τελική επιλογή, πάντως, θα συμμετάσχουν, ίσως καθοριστικά, και άλλοι παράγοντες, οι Αμερικανοί –που θέλουν να τελειώνουν με το Κυπριακό και τα Σκόπια–, οι Γερμανοί, που θέλουν λύσεις στο προσφυγικό, που μόνο ο Τσίπρας μπορεί να τους προσφέρει κ.λπ. Πάντως η κυβέρνηση αυτή, με την παρούσα μορφή και σύνθεση, έχει τελειώσει, σε λιγότερο από πέντε μήνες μετά τη συγκρότησή της.