Ο άνθρωπος με το τρίφυλλο

του Γιάννη Λαζάρου

Τα έπεα και οι πράξεις του απίθανου υποτακτικού των Γερμανών είναι τέτοια και τέτοιες, που ούτε ένας άνθρωπος σε βαριά μαστούρα δεν θα έκανε. Οι τελευταίες ικμάδες λογικής εκτελέστηκαν στην εκδήλωση για τα εγκαίνια του Μουσείου Μπελογιάννη όπου σύσσωμος ο συρφετός των χαραμοφάηδων με ένα γαρύφαλλο στο χέρι πήγαν άρον- άρον ο καθείς για τους δικούς του σκοπούς.
Αφού και οι αλαλάζοντες «ζει, ζει, ο Μπελογιάννης ζει»  δεν έχουν καταλάβει πως όχι απλά δεν «ζει» αλλά τον σκότωσαν διαχρονικά οι ίδιοι, τότε όλος αυτός ο συρφετός βρίσκει εύφορο έδαφος για τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που πίστευε και γι' αυτά που εκτελέστηκε ο Μπελογιάννης. 
Με το να αναλύσεις αυτά που είπαν οι πανηγυράκιδες  με πρώτο βιολί το διορισμένο στην πρωθυπουργία υβρίδιο της πολιτικής, θα προσβάλλεις νήπια που δεν περπατάνε ακόμη, όμως το γιατί αλλά και η πίκρα πλανάται ακόμη στον εγκέφαλο λίγων οι οποίοι δεν ενδίδουν στην σκουληκιασμένη κατάσταση που επέβαλαν οι «τιμώντες» τον Μπελογιάννη. 
Όλα στην κιμαδομηχανή στην υπηρεσία των αφεντικών που «τίμησαν» τον Μπελογιάννη. Δεν τους φτάνει η απόλυτη κατοχή με την επιβολή στην πολιτική σκηνή ό,τι πιο σάπιου γέννησε αυτή η κοινωνία, θέλουν να τα πετάξουν όλα στον σκουπιδοτενεκέ, θέλουν όλα να εξευτελιστούν. Ο ρόλος του υπαλλήλου των Γερμανών πρωθυπουργού στον εξευτελισμό της αριστεράς και των αξιών της είναι ενεργός ακόμη με καταπληκτικά αποτελέσματα τουλάχιστον στην Ευρώπη. Πρέπει και τα σύμβολα να εκμηδενιστούν. Πρέπει όλα να γίνουν ρημαδιό στο μυαλό των επερχόμενων γενεών. Γιατί; Φοβούνται ακόμη κάτι; Μπορεί ένα σύμβολο σαν το γαρύφαλλο να κάνει ανθρώπους να αντιδράσουν απέναντι στον ολοκληρωτισμό και τα όργανά τους τύπου Τσίπρα; 
Μπορεί ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο να εμπνεύσει ακόμη; Υπάρχει ακόμη θέση στο μυαλό και στην καρδιά των ανθρώπων για Μπελογιάννηδες; 
Τα τελευταία πενήντα τουλάχιστον χρόνια το «ζει» χρησιμοποιήθηκε περισσότερο ως άλλοθι για την ενδοτικότητα απέναντι στην λαίλαπα της απολιτίκ πολιτικής χρησιμοποιούμενο πιο πολύ ως συγκινησιακό μέσο για τους σκοπούς του κάθε χρήστη. Άσχετα αν αυτό αφορούσε τον Μπελογιάννη ή το Πολυτεχνείο ή όποια μορφή και αγώνα μπορεί στο παρελθόν να ενέπνεε. Τι μπορεί να εμπνεύσει σήμερα το «ζει» από χρήστες τύπου Κατρούγκαλων, παπάδων με ράσα, Βούτσηδων, Τσίπριδων, Δραγασάκηδων, Λεβέντηδων, Κουτσουμπαίων (εδώ χρειάζεται βαριά μορφή ναρκωτικού για την ανάλυση); 
Πώς αφού «ζει» ο Μπελογιάννης τουλάχιστον ουδείς από τους χρήστες δεν αγαπά την Ελλάδα όχι όσο ο ίδιος ομολόγησε στην απολογία του αλλά μια στάλα έτσι για να υπάρχει  στον ορίζοντα; 
Πώς γίνεται να σε σκοτώνουν για τη λευτεριά και ο σκλαβωμένος να φωνάζει πως «ζεις» ψωνίζοντας με πλαστικό χρήμα που του επέβαλαν οι κατακτητές το πανό που έχει τη μορφή σου με το γαρύφαλλο; 
Αυτοί που πρόδωσαν και εκτέλεσαν τον Μπελογιάννη είναι από τότε στην πρώτη γραμμή εξουσίας, εξ' άλλου γι' αυτό τον εκτέλεσαν για να μην γίνει αυτός και οι ιδέες του εξουσία. Εκείνο που παραμένει ανεξερεύνητο είναι το αν η μαστούρα που τους διακατέχει προέρχεται από την γλύκα της ή από την επιθυμία να ξεχνάνε κατά περιόδους τα εγκλήματα που διαπράττουν απέναντι σε λαούς. 
Η περίπτωση των άνοων που μαζεύτηκαν να «τιμήσουν» τον Μπελογιάννη δεν εμπίπτει σε καμία από τις προαναφερθείσες κατηγορίες διότι απλά εκτελούν και εντολές εκτός από ανθρώπους. 
Θα ισχυριστεί κάποιος πως αφού δεν είναι μαστουρωμένοι τα κάνουν όλα εν πλήρη συνειδήσει. Ναι, αλλά εν πλήρη συνειδήσει λειτουργεί ο έχων συνείδηση. Αυτοί τα κάνουν εν πλήρη ασυνειδησία αφού στερούνται συνείδησης. 
Η έλλειψη συνείδησης έσπειρε πολύ πόνο στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, πόνο που αν ο Μπελογιάννης «ζούσε» θα ήταν άγνωστος. Η φυσική εξόντωση του Μπελογιάννη (λέγεται και εκτέλεση) ενέπνευσε για το ο «Μπελογιάννης ζει» και γέμισε τις καρδιές πολλών ανθρώπων με ελπίδα για το αύριο. 
Τελικά αυτές δεν ήταν καρδιές, ήταν καφενεία με ανοιγμένα παράθυρα να φύγουν τα ντουμάνια, αφού για μια ψιλοβόλεψη χώρεσαν και τον Μπελογιάννη και το ΕΣΠΑ και το πλαστικό χρήμα, μα πάνω απ' όλα τους εκφραστές της προδοσίας τους οποίους ο Μπελογιάννης πολέμησε γενναία.- 

http://www.stontoixo.com/

Η ΡΩΣΙΑ ΣΤΡΙΜΩΧΝΕΙ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΑΥΘΑΔΕΙΑ...

Τρίτη, 28 Μαρτίου 2017


ΠΕΦΤΟΥΝ ΑΠΑΝΩΤΕΣ ΟΙ…
 ΡΩΣΙΚΕΣ «ΣΦΑΛΙΑΡΕΣ» ΣΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ


Δραματικές οι νέες εξελίξεις για την Τουρκία

Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης
Πλήρης και εντυπωσιακή αλλαγή των τουρκικών αισθημάτων προς την μεγάλη «φίλη» Ρωσία, φέρνουν οι σημαντικές νέες εξελίξεις με τον εμπορικό πόλεμο που άρχισε μεταξύ των δυο χωρών, αλλά κυρίως με τις σημαντικότατες εξελίξεις στην Συρία.


Χαρακτηριστικό είναι πως όλο και πιο πολλοί Τούρκοι αρθρογράφοι επισημαίνουν ότι η Ρωσία τελευταία κινείται άκρως εχθρικά προς την Τουρκία, με αποκορύφωμα την τελευταία στρατιωτική συμμαχία με τους Κούρδους της Συρίας που στρέφεται ανοιχτά κατά της Άγκυρας.

Όπως αναφέρεται η Ρωσία με σταδιακά βήματα κτίζει ένα μέτωπο με τους Κούρδους κατά της Τουρκίας.


Συγκεκριμένα μέσα στου τελευταίους έξι μήνες έχουν γίνει τα εξής βήματα από πλευράς Ρωσίας:
Στις 6 Σεπτεμβρίου του 2016 ρωσική στρατιωτική αποστολή προσγειώνεται στην κουρδική βάση του Hmeymim της Συρίας, όπου αρχίζουν οι πρώτες σημαντικές επαφές Ρώσων και Κούρδων.

Μια μέρα μετά, στις 18 Σεπτεμβρίου, στην ίδια κουρδική βάση προσγειώνεται και στρατιωτική αποστολή των δυνάμεων του Άσαντ. Όπως αποκαλύπτουν οι Τούρκοι, υπογράφεται μια συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ των τριών μερών αποτελούμενη από 6 άρθρα.


Αυτό το πόστερ βρίσκεται στην ρωσική πρεσβεία της Άγκυρας.

Στις 19 Οκτωβρίου του 2016 ρωσικές δυνάμεις και δυνάμεις του Άσαντ ενώνονται με τους Κούρδους στον κουρδικό θύλακα του Afrin.

Μια μέρα μετά, στις 20 Οκτωβρίου του 2016 οι Τούρκοι βομβαρδίζουν τους Κούρδους και η Άγκυρα αποφασίζει με κάθε μέσο να εισέλθει στην πόλη El Bab, σε μια προσπάθεια να αποκόψει την ένωση των Κούρδων ανατολικά και δυτικά.

Στις 21 Οκτωβρίου οι Ρώσοι υπογραφούν συμφωνία αναγνώρισης του PYD, δηλαδή του πολιτικού οργάνου των Κούρδων της Συρίας. Το Φεβρουάριο του 2017 μάλιστα ανοίγει διπλωματικό γραφείο του PYD στην Μόσχα.

Στις 24 Νοέμβριου έρχεται η πρώτη ανοιχτή σύγκρουση. Οι Ρώσοι βομβαρδίζουν τις τουρκικές δυνάμεις στα περίχωρα της El Bab. Τέσσερεις Τούρκοι στρατιώτες νεκροί. Το σοκ στην Άγκυρα ήταν πολύ δυνατό. 

Την ίδια μέρα οι συριακές δυνάμεις του Άσαντ από το Χαλέπι προελαύνουν νότια της El Bab. που την πλησίασαν σε ένα χιλιόμετρο. αποκόπτοντας τους Τούρκους από την Ράκκα των Τζιχαντιστών.

Στις 9 Φεβρουαρίου του 2017 πάλι οι Ρώσοι βομβαρδίζουν τουρκικές θέσεις στην El Bab. Αυτή την φορά τρεις Τούρκοι στρατιώτες πέφτουν νεκροί από τα ρωσικά πυρά.

Στις 11 Φεβρουαρίου συριακές δυνάμεις ενώνονται με τους Κούρδους στον κουρδικό θύλακα του Menbiç. και προτάσσονται απέναντι από τους Τούρκους.

Μετά από ένα μήνα, στις 10 Μαρτίου, προελαύνουν στον ίδιο κουρδικό θύλακα που είναι ο στόχος των Τούρκων και ρώσικες δυνάμεις, που επίσης ενώνονται απέναντι από τους Τούρκους.

Τέλος στις 20 Μαρτίου ρωσικός στρατός εισέρχεται στον κουρδικό θύλακα του Afrin, όπου δημιουργείται κοινό ρωσοκουρδικό αρχηγείο. Από εκεί πυρά εξαπολύονται στον τουρκικό έδαφος της επαρχίας Hatay. Ένας Τούρκος στρατιώτης πέφτει νεκρός.

Μετά από όλα αυτά, η περίφημη ρωσοτουρκική προσέγγιση που τόσο διαφημίστηκε από την Άγκυρα… «άνθρακας ο θησαυρός».


http://oimos-athina.blogspot.gr/

«Μέτωπο Νίκης»: Αυτή είναι η νέα πολιτική κίνηση της Ραχήλ Μακρή


cropped-21

Όταν λες αλήθεια δεν κάνεις ποτέ λάθος, ενώ κανένα ψέμα δεν αντέχει στο χρόνο», είπε ο Σοφοκλής 2.500 χρόνια πριν. Η Ραχήλ Μακρή μετουσίωσε αυτή τη φράση σε φιλοσοφία ζωής και την ακολουθεί πιστά με οποιοδήποτε κόστος. Αγέρωχη, δυναμική και με ένα σπάνιο αγωνιστικό φρόνημα μάχεται κατάφωρα κατά της πολιτικής αδιαλλαξίας και της κοινωνικής ανισότητας με μοναδικά όπλα την αφοπλιστική ειλικρίνειά της. Και αποκαλύπτει για πρώτη φορά τη δημιουργία μίας πολιτικής πλατφόρμας με την επωνυμία «Μέτωπο Νίκης».
Απαντώντας στα ερωτήματα της εφημερίδας, η κα Μακρή είπε μεταξύ άλλων: »Οξύμωρο στην πολιτική είναι το ψέμα και η ωραιοποίηση της αλήθειας που αποτελούν την βάση της πολιτικής όπως αυτή μεταλλάχτηκε από ολοκληρωτικά καθεστώτα και στηρίχτηκε ο Χίτλερ, ο οποίος έλεγε ότι οι μάζες αρέσκονται στο ψέμα και πιστεύουν τα μεγάλα ψέματα στην πολιτική.»
»Το να λέγεται η αλήθεια στην πολιτική, είναι περισσότερο από αρχή πολιτικού ήθους. Στην πολιτική οφείλει κανείς να λογοδοτεί για κάθε ενέργεια που συνεπάγεται να ελέγχεται ως προς την αλήθεια. Το 2015, οι πολίτες του Ν. Κοζάνης, μου έδωσαν εντολή εκπροσώπησής τους στη Βουλή των Ελλήνων. (...) Δεν ψήφισα καμία μνημονιακή διάταξη. (...) Δεν φοβήθηκα να πω την αλήθεια στους πολίτες δημόσια από το βήμα της Βουλής και ως βουλευτής της κυβέρνησης.»
»Φαίνεται απλά ότι ο λαός δεν ήταν έτοιμος να ακούσει την αλήθεια και να ανεχτεί πολιτικούς που την φέρουν, προτίμησαν πολιτικούς που ωραιοποιούν την αλήθεια και με ψέματα για υποτιθέμενες εξόδους από νομίσματα υποδούλωσαν για αιώνες τη χώρα μας.»
»Κι όμως δεν απέχω από την άσκηση ενεργούς πολιτικής, το αντίθετο ασκώ με το ίδιο πάθος πολιτική, όπως και όταν ήμουν βουλευτής, η διαφορά είναι ότι δεν κατέχω πλέον θεσμική ιδιότητα. Δεν οραματίζομαι επιστροφές στην πολιτική σκηνή γιατί απλά η πολιτική δεν είναι σκηνή, ούτε επάγγελμα. Οι σκηνές είναι για τους ηθοποιούς και όχι για τους πολιτικούς. Εξάλλου, εγώ δεν έχτισα καριέρα με την πολιτική.»
»Δεν περίμενα από την πολιτική να μου πληρώνει τη μεγάλη ζωή με γεύματα και ακριβά κρασιά, όπως έχει συνηθίσει ο κόσμος με τους πολιτικούς ταγούς της χώρας. Στις αποστολές της Βουλής χρησιμοποιούσα τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, δεν χρέωνα σουίτες στη Νέα Υόρκη και γεύματα με σαμπάνιες στους Ελληνες φορολογούμενους.»
»Είμαι κόρη εργάτη, που δεν έχει μάθει να αναζητά τη σιγουριά μιας καρέκλας και τις πολυτέλειες της διαπλοκής με επιχειρηματίες, θυσιάζοντας τους συμπολίτες μου με το να κρατώ κλειστό το στόμα μου εκεί που πρέπει να φωνάξω για τις κοινωνικές αδικίες. Οραμά μου είναι όχι η δική μου επιστροφή στην πολιτική σκηνή αλλά να δω την πατρίδα μου ελεύθερη και στο βάθρο που της αξίζει.»
»Το αδιέξοδο στη χώρα προήλθε από την εφαρμογή μνημονιακών πολιτικών λιτότητας, από εκπροσώπους ενός πολιτικού συστήματος σάπιου από τη διαπλοκή και τη διαφθορά (...). Εξάλλου, στις Δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα και αφού στις Δημοκρατίες κυρίαρχος είναι ο λαός, στο χέρι του είναι να βγει από το αδιέξοδο.»
»Το μέλλον εξαρτάται από το παρόν και σε αυτό επικεντρώνομαι προκειμένου να δημιουργήσω εκείνες τις προϋποθέσεις, ώστε να δημιουργήσω μια πολιτική πλατφόρμα, το 'Μέτωπο Νίκης', που μαζί με όσους αρνούμαστε τις ιδεοληπτικές τοποθετήσεις σε αριστερά και δεξιά, κεντρώα, καθώς και οικογενειακές παραδόσεις σταθερότητας σε κάποιο κόμμα, θα αγωνιστούμε για την παύση του τυραννικού καθεστώτος στην πατρίδα μας»
»Για την ανάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας και την παράλληλη αποκατάσταση της λαϊκής κυριαρχίας με την ενεργό συμμετοχή του κυρίαρχου λαού στην άσκηση της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας. (...). Σε αυτή την προσπάθεια ευελπιστώ ότι οι Έλληνες της Ομογένειας, θα έχουν ενεργό δράση, καθώς θα πρέπει περισσότερο από ποτέ να αντιληφθούν ότι η πατρίδα μας αντιμετωπίζει έναν οικονομικό πόλεμο, του οποίου τα αποτελέσματα στην κοινωνία και στους πολίτες προσομοιάζουν τα αποτελέσματα της φυσικής κατοχής στην περίοδο του Β' Παγκοσμίου πολέμου...».
Πηγή: Εθνικός Κήρυξ

Τα πειραματόζωα της παγκοσμιοποίησης


Το μεγαλύτερο εμπόδιο στην επιβολή των τεσσάρων βασικών κανόνων της ευρωπαϊκής ένωσης σε παγκόσμιο επίπεδο είναι το εθνικό κράτος – οπότε γίνονται προσπάθειες κατάλυσης του αφενός μεν με τη βοήθεια των υπερχρεωμένων χωρών, αφετέρου με τη δημιουργία πολυπολιτισμικών κοινωνιών μέσω της μετανάστευσης.
.
«Οι φανατικοί οπαδοί της παγκοσμιοποίησης (αγορές, ελίτ) χρησιμοποιούν (α) τη φιλελεύθερη πολιτική αντίληψη, (β) εκείνα τα κράτη που, έχοντας υπερχρεωθεί, δεν είναι σε θέση να αντιδράσουν όπως η Ελλάδα, (γ) τις πλεονασματικές χώρες όπως η Κίνα και η Γερμανία, καθώς επίσης (δ) τους πρόσφυγες για τη δημιουργία πολυπολιτισμικών κοινωνιών όπως τη Σουηδία, για να καταφέρουν να την επιβάλλουν – όπου όμως το μεγαλύτερο εμπόδιο τους είναι ο οικονομικός εθνικισμός, τον οποίο έχει εγκαινιάσει στην εξουσία ο πρόεδρος Trump«.
.

Ανάλυση

Οι εντάσεις, οι οποίες πηγάζουν από την παγκοσμιοποίηση, συναντώνται επίσης εντός της ΕΕ και της Ευρωζώνης – όπου έχουμε αναφέρει στο παρελθόν ότι, υπάρχει ένα πολιτικό «τρίλημμα», καθώς επίσης ένα αντίστοιχο οικονομικό, πολύ δύσκολα και τα δύο στην επίλυση τους. Ειδικότερα υπενθυμίζουμε τα εξής:
Το οικονομικό τρίλημμα (Mundell-Fleming-model)
Εν προκειμένω, οι τρεις διαφορετικοί στόχοι είναι οι εξής: (α) Μία ανεξάρτητη νομισματική πολιτική, η οποία να προσανατολίζεται στις εσωτερικές ανάγκες της χώρας –γεγονός που σημαίνει ότι, θα πρέπει αφενός μεν να εμποδίζει τον πληθωρισμό, αφετέρου να καταπολεμάει την οφειλόμενη στο ρυθμό ανάπτυξης αποπληθωριστική ανεργία, (β) Η ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων και (γ) οι σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες. Αναλυτικότερα τα παρακάτω:
(α) Ο πρώτος στόχος δεν επιτυγχάνεται μαζί με το δεύτερο και τον τρίτο: Ειδικότερα, εάν μία χώρα συνδέσει την ισοτιμία του νομίσματος της με μία άλλη, επιτρέποντας ταυτόχρονα την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων, τότε είναι αδύνατη η ανεξάρτητη νομισματική πολιτική εκ μέρους της.
Η αιτία είναι το ότι εάν, για παράδειγμα, η χώρα αύξανε τα βασικά της επιτόκια, έστω για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, τότε οι εισροές κεφαλαίων λόγω των υψηλότερων επιτοκίων θα οδηγούσαν στην ανατίμηση του νομίσματος της. Για να διατηρήσει λοιπόν τη σύνδεση της ισοτιμίας του νομίσματος της, είναι υποχρεωμένη να εφαρμόζει την ίδια ακριβώς νομισματική πολιτική, την οποία έχει υιοθετήσει η χώρα με την οποία έχει συνδέσει το νόμισμα της – γεγονός που επεξηγεί γιατί η Αργεντινή χρεοκόπησε, συνδέοντας το νόμισμα της με το δολάριο, οπότε με την πολιτική της Fed.
(β) Ο δεύτερος στόχος, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί μαζί με τον πρώτο και τον τρίτο: Στην προκειμένη περίπτωση, ο μοναδικός τρόπος για να διατηρεί μία χώρα μία ανεξάρτητη νομισματική πολιτική, ταυτόχρονα με τη σύνδεση του νομίσματος της, είναι η απαγόρευση της ελεύθερης διακίνησης των κεφαλαίων.
Εύλογα λοιπόν, εάν αύξανε τα επιτόκια της δεν θα ακολουθούσαν εισροές κεφαλαίων που θα την υποχρέωναν στην ανατίμηση του νομίσματος της, αφού θα απαγορευόταν – ενώ κάτι ανάλογο θα συνέβαινε και με τη μείωση των επιτοκίων, όπου θα σημειώνονταν μαζικές εκροές κεφαλαίων προς τις χώρες με υψηλότερα επιτόκια, εάν δεν τις απαγόρευε.
(γ)  Ο τρίτος στόχος, δεν μπορεί να επιτευχθεί ταυτόχρονα με τον πρώτο και το δεύτερο: Η ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων μπορεί τότε μόνο να συνδυαστεί με μία ανεξάρτητη νομισματική πολιτική, όταν η ισοτιμία του νομίσματος κυμαίνεται ελεύθερα, με βάση την αγορά – οπότε μόνο όταν δεν είναι συνδεδεμένο το νόμισμα με κάποιο άλλο. Προφανώς εδώ η ανατίμηση του νομίσματος από τις εισροές ή η υποτίμηση του από τις εκροές δεν θα εμποδιζόταν από τη σταθερή ισοτιμία του.
Περαιτέρω, σε σχέση με την Ευρωζώνη, η κατάργηση των εθνικών νομισμάτων, με την υιοθέτηση του ευρώ, αποτελεί τον πλέον ριζοσπαστικό τύπο της σύνδεσης ενός νομίσματος με κάποιο άλλο – ενώ την ίδια στιγμή είναι ελεύθερη η διακίνηση των κεφαλαίων στην κοινή οικονομική περιοχή, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η εφαρμογή μίας νομισματικής πολιτικής, προσαρμοσμένης στις εσωτερικές ανάγκες των κρατών-μελών.
Εάν θα ήθελε κανείς τώρα να εμποδίσει τις φυγόκεντρες οικονομικές εξελίξεις εντός της νομισματικής ένωσης, θα έπρεπε να υιοθετήσει μία δημοσιονομική πολιτική, η οποία να εξισορροπεί την έλλειψη της νομισματικής πολιτικής – έναν χρηματοοικονομικό μηχανισμό λοιπόν, ο οποίος θα ήταν υπερεθνικός, για όλες τις χώρες ο ίδιος δηλαδή, όπως ακριβώς η νομισματική πολιτική.
Επομένως, θα ήταν απαραίτητη η ομοσπονδιακή ένωση της Ευρωζώνης, όπως η αντίστοιχη της Γερμανίας – όπου τα ελλείμματα του Βερολίνου καλύπτονται, για παράδειγμα, από τα πλεονάσματα του Μονάχου (transfer union). Κάτι τέτοιο όμως απαιτεί την πολιτική και οικονομική ένωση των χωρών της Ευρωζώνης, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης – ενδεχόμενο που οδηγεί στο δεύτερο τρίλημμα.
Το πολιτικό τρίλημμα
Το δεύτερο αυτό τρίλημμα, το οποίο έχει περιγραφεί από έναν οικονομολόγο, έχει τους εξής τρεις στόχους, οι οποίοι είναι ανάλογα ασύμβατοι μεταξύ τους: (α) Μία βαθιά οικονομική ένωση πολλών χωρών, η οποία αναφέρεται ως υπέρ-παγκοσμιοποίηση (α) Τη Δημοκρατία και (γ) Μία πολιτική που προσανατολίζεται στα ενδιαφέροντα/συμφέροντα ενός εθνικού κράτους.
(α) Ο πρώτος στόχος δεν επιτυγχάνεται ταυτόχρονα με τον δεύτερο και τον τρίτο: Η βαθιά οικονομική ένωση σημαίνει πως οι κανόνες, οι ρυθμίσεις, καθώς επίσης οι νόμοι μίας χώρας δεν πρέπει να εμποδίζουν τον ανταγωνισμό των κινητών συντελεστών παραγωγής, όπως είναι το κεφάλαιο και οι εργαζόμενοι – ενώ είναι υποχρεωτικό το πλήρες άνοιγμα των αγορών.
Κάτι τέτοιο περιορίζει όμως αναγκαστικά την ισχύ των δημοκρατικών διαδικασιών εντός ενός εθνικού κράτους – αφού οι επιχειρήσεις, οι απασχολούμενοι, ακόμη και τα περιουσιακά τους στοιχεία, μπορούν να αποφεύγουν τους κανόνες που τοποθετούνται μετά από εθνικές δημοκρατικές αποφάσεις (διαφεύγοντας στο εξωτερικό κλπ.), προκαλώντας δυσκολίες στη χώρα τους.
(β)  Ο δεύτερος στόχος δεν εφαρμόζεται μαζί με τον πρώτο και τον τρίτο: Είναι προφανές ότι, τα εθνικά συμφέροντα, δεν συμβαδίζουν με τη Δημοκρατία, σε ένα πλαίσιο εξελιγμένης οικονομικής παγκοσμιοποίησης.
(γ)  Ο τρίτος στόχος είναι αδύνατος, μαζί με τον πρώτο και το δεύτερο: Η βαθιά οικονομική ένωση, η υπέρ-παγκοσμιοποίηση δηλαδή, μπορεί τότε μόνο να «συμβαδίσει» με τη Δημοκρατία, όταν και η Δημοκρατία παγκοσμιοποιείται – γεγονός που σημαίνει ότι, οι δημοκρατικές διαδικασίες θα καθορίζουν τους κανόνες σε υπερεθνικό επίπεδο και όχι σε εθνικό.
Περαιτέρω, το πολιτικό τρίλημμα επιλύθηκε μέχρι σήμερα στην Ευρωζώνη, με την κατάργηση της Δημοκρατίας στο σημαντικότερο πολιτικό τομέα: στη νομισματική πολιτική, η οποία καθορίζεται δικτατορικά από την ΕΚΤ. Επομένως από μη εκλεγμένους τεχνοκράτες, οι οποίοι ενεργούν χωρίς τον έλεγχο καμίας εκλεγμένης κυβέρνησης .
Εν τούτοις, η εξέλιξη προς την κατεύθυνση μίας «μεταβιβαστικής ένωσης» (transfer union), σε συνδυασμό με μία βαθιά οικονομική και πολιτική ενοποίηση της Ευρωζώνης, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί, πόσο μάλλον να διατηρηθεί, χωρίς τη δημοκρατική νομιμοποίηση της – κάτι που ήδη διαφαίνεται πολύ καθαρά, με τη συνεχή αύξηση των φυγόκεντρων δυνάμεων εντός της.
Συμπέρασμα για την Ευρώπη
Για να μπορέσουν να λειτουργήσουν οι «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», θα έπρεπε να υπάρξει εν πρώτοις μία μαζική δημοκρατική συμμετοχή όλων, σε όλα τα επίπεδα των ευρωπαϊκών Θεσμών – αμέσως μετά, να σέβονται οι Ευρωπαίοι Πολίτες αυτούς τους Θεσμούς περισσότερο από τους εκάστοτε εθνικούς τους, να τους δίνουν δηλαδή μεγαλύτερη βαρύτητα.
Όπως φαίνεται τώρα, οι αποφάσεις των Ευρωπαίων πολιτικών είναι προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μίας «μεταβιβαστικής ένωσης» (transfer union) – η οποία θα έλυνε το οικονομικό τρίλημμα.
Το πολιτικό τρίλημμα παραμένει όμως άλυτο – μεταξύ άλλων, επειδή η Ευρωζώνη συνολικά σημαίνει πολύ λιγότερα για τους Ευρωπαίους Πολίτες, από το εκάστοτε κράτος τους. Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται καθημερινά, σε πολλές χώρες – ιδίως από τη σύγκρουση της Γερμανίας με την Ελλάδα.
Όσον αφορά δε τη δημοκρατική συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα των Θεσμών της νομισματικής ένωσης, δεν φαίνεται να γίνεται αποδεκτή από τις ισχυρές χώρες – ιδίως από τη Γερμανία, πρόθεση της οποίας δεν είναι οι δημοκρατικές «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», αλλά ένα τέταρτο Ράιχ, όπου ενδεχομένως θα προηγηθεί μία Ευρώπη δύο ταχυτήτων, χωρισμένη σε σκλάβους χρέους (ευρωπαϊκός νότος) και αυλικούς (ευρωπαϊκός βοράς).
Η παγκοσμιοποίηση
Συνεχίζοντας, από την πλευρά του οικονομικού «τριλήμματος» είναι φανερό ότι, δεν μπορεί να λειτουργήσει σε παγκόσμιο επίπεδο – αφού έχει ήδη αποτύχει παταγωδώς το πείραμα της Ευρωζώνης, αποδεικνύοντας πως ένα κοινό νόμισμα είναι καταστροφικό όταν δεν υπάρχει η τραπεζική, η δημοσιονομική και η πολιτική ένωση της περιοχής, η οποία το υιοθετεί.
Ως εκ τούτου, επειδή είναι αδύνατον να συμβεί κάτι τέτοιο σε παγκόσμιο επίπεδο, οφείλει κανείς να το ξεχάσει εντελώς – με μοναδική εξαίρεση τη δημιουργία ενός νομίσματος από το ΔΝΤ για την αντικατάσταση του δολαρίου ως παγκοσμίου αποθεματικού, με τη συγκεκριμένη λειτουργία του .
Από την πλευρά τώρα του πολιτικού τριλήμματος σε παγκόσμιο επίπεδη, δεν μπορεί να συνδυάσει κανείς ταυτόχρονα τη δημοκρατία, την εθνική κυριαρχία και την παγκοσμιοποίηση – επειδή μία διεύρυνση/εμβάθυνση της παγκοσμιοποίησης μπορεί να συνδυαστεί λειτουργικά είτε με μία (διεθνή) δημοκρατία, χωρίς το εθνικό κράτος, είτε με το εθνικό κράτος αλλά χωρίς τη δημοκρατία.
Ειδικότερα, μία ολοκληρωμένη παγκοσμιοποίηση θα σήμαινε ουσιαστικά πως τα τέσσερα βασικά συστατικά της ΕΕ (ελεύθερη διακίνηση εμπορευμάτων, υπηρεσιών, εργαζομένων και κεφαλαίων), θα έπρεπε να επιτευχθούν σε παγκόσμιο επίπεδο. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα βρισκόταν αντιμέτωπο με ένα πλήθος επί μέρους συμφερόντων των εκάστοτε κοινωνιών – από τα συνδικάτα των εργαζομένων, τους συνδέσμους των επιχειρήσεων και τις περιβαλλοντικές ΜΚΟ, έως τα εθνικιστικά ή/και απλά συντηρητικά πολιτικά ρεύματα.
Το μεγαλύτερο εμπόδιο όμως στην επιβολή των παραπάνω τεσσάρων βασικών συστατικών της ΕΕ σε παγκόσμιο επίπεδο, υπενθυμίζοντας τις προσπάθειες δημιουργίας ενός οικονομικού ΝΑΤΟ, θα ήταν το δημοκρατικό εθνικό κράτος – όπου χώρες όπως η Σουηδία θεωρείται ότι, χρησιμοποιούνται ως πειραματόζωο για την κατάλυση του, μέσα από τη δημιουργία πολυπολιτισμικών κοινωνιών.
Περαιτέρω, επειδή οι φανατικοί θιασώτες της πλήρους παγκοσμιοποίησης (χρηματαγορές, ελίτ) θεωρούν αυτά τα εμπόδια ως «σκουπίδι στο μάτι», προσπαθούν να τα αποφύγουν,  επιδιώκοντας να εναρμονίσουν την παγκοσμιοποίηση με τις ιδέες των οπαδών της ελεύθερης αγοράς – έτσι ώστε να προωθήσουν καλύτερα τα συμφέροντα τους, συνδέοντας τα με μία πολιτική ιδεολογία.
Εν προκειμένω, για πολλούς φιλελεύθερους πολιτικούς και οικονομολόγους, θέματα όπως οι κατώτεροι βασικοί μισθοί, η προοδευτική φορολόγηση, η απαγόρευση των μαζικών απολύσεων, η προστασία των εργαζομένων από το κράτος, τα επιδόματα ανεργίας, το δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα κοκ., αντιμετωπίζονται ως «κρατικές αυθαιρεσίες» – οι οποίες παρεμβαίνουν στο αόρατο χέρι της αγοράς, εμποδίζοντας τη σωστή λειτουργία του. Η αντίληψη τους αυτή ταιριάζει απόλυτα με τα συμφέροντα των θιασωτών της πλήρους παγκοσμιοποίησης, οι οποίοι θέλουν να καταργήσουν όλα τα παραπάνω – εμποδιζόμενοι όμως από τα εθνικά κράτη και τις νομοθεσίες τους.
Στα πλαίσια αυτά χρησιμοποιούν τη φιλελεύθερη πολιτική αντίληψη, καθώς επίσης εκείνα τα κράτη που, έχοντας υπερχρεωθεί, δεν είναι σε θέση να αντιδράσουν, για να τα καταφέρουν – υπενθυμίζοντας πως ένα από τα μεγαλύτερα φιλελεύθερα πνεύματα του 20ου αιώνα, ο Friedrich Hayek, είχε απαιτήσει την πρωτοκαθεδρία των δυνάμεων της ελεύθερης αγοράς, την τοποθέτηση τους δηλαδή πάνω από τις δημοκρατικές αποφάσεις.
Χρησιμοποιούν επίσης χώρες όπως η Γερμανία και η Κίνα οι οποίες, λόγω των μεγάλων πλεονασμάτων στο εξωτερικό τους εμπόριο, τάσσονται φανατικά υπέρ της παγκοσμιοποίησης – επί πλέον υπέρ της κατάργησης των «κρατικών αυθαιρεσιών», όπως το κοινωνικό κράτος. Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται με ποιές χώρες έχει πλεονάσματα η Γερμανία (δεξιά) και με ποιές ελλείμματα.

Επεξήγηση γραφήματος: Πλεονάσματα (δεξιά) και ελλείμματα (αριστερά) της Γερμανίας σε δις € ανά χώρα (αριστερή κάθετος – Βρετανία, Η.Π.Α., Γαλλία, Αυστρία, ΗΑΕ, Ισπανία, Σουηδία, Ιταλία, Ν. Κορέα, Λοιπές χώρες, Πολωνία, Μαλαισία, Ιαπωνία, Νορβηγία, Τσεχία, Μπανγκλαντές, Ολλανδία, Ρωσία, Ιρλανδία, Βιετνάμ, Κίνα) και κατηγορία (οριζόντια γραμμή – τρόφιμα, πρώτες ύλες και ενέργεια, χημικά, επεξεργασμένα προϊόντα, μηχανές και αυτοκίνητα, έτοιμα προϊόντα, συνολικά). Το 59% των εξαγωγών της αφορούν την ΕΕ, το 10% την υπόλοιπη Ευρώπη, το 17% την Ασία, το 10% τη Βόρεια Αμερική και το 4% τον υπόλοιπο πλανήτη).
.
Ολοκληρώνοντας το πρώτο μέρος, το μεγαλύτερο εμπόδιο για τους φανατικούς οπαδούς της παγκοσμιοποίησης είναι τα κράτη που υιοθετούν τον οικονομικό εθνικισμό, με κυριότερο τις Η.Π.Α. υπό τον πρόεδρο Trump – κάτι που θα αναλύσουμε στο δεύτερο μέρος του κειμένου μας, με τον τίτλο «Ο ανταγωνισμός των Εθνών».

http://www.analyst.gr/

Η αριστερά και τα πατριωτικά κόμματα

Πολιτική ανάλυση: 




Κοινή χρήση
.
Φαίνεται πως στο μέλλον τα εθνικιστικά κόμματα θα αντικαταστήσουν την αριστερά, όσον αφορά εδραιωθεί στις Η.Π.Α., ενώ θα ακολουθήσουν αρκετές άλλες χώρες, με πρώτο υποψήφιο τη Γαλλία.
.


.

Ανάλυση

Αριστερή είναι απλοποιημένα εκείνη η πολιτική που υποστηρίζει τους εργαζομένους – με τους μισθούς τους να είναι μεγαλύτεροι από την παραγωγικότητα τους, με τις συντάξεις υψηλότερες από τις κρατήσεις τους, με το κοινωνικό κράτος τουλάχιστον ανάλογο της ισχύος της οικονομίας κοκ. Στην ακραία της μορφή θέλει τους εργαζομένους στην εξουσία και ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων, τασσόμενη υπέρ της κεντρικά κατευθυνόμενης οικονομίας – ενώ εμπλουτίζεται με πολλά άλλα στοιχεία, όπως είναι η μη ρατσιστική συμπεριφορά, ο διεθνισμός και πολλά άλλα.
Από την άλλη πλευρά, δεξιά είναι η πολιτική που τάσσεται υπέρ των συμφερόντων των επιχειρήσεων, κυρίως υπέρ της αύξησης των κερδών τους – με τη βοήθεια της διατήρησης των μισθών σε χαμηλά επίπεδα, με μικρότερες εργοδοτικές εισφορές, με λιγότερα δικαιώματα των εργαζομένων, με χαμηλότερη φορολογία κλπ. Στην ακραία της μορφή θέλει να ανήκουν τα πάντα στους ιδιώτες – με το δημόσιο να ασκεί το ρόλο του επιβλέποντα.
Τέλος, κεντρώα πολιτική είναι εκείνη που προσπαθεί να ισορροπήσει τις δύο παραπάνω «εξτρεμιστικές» θέσεις – όπως στο παράδειγμα των επιχειρήσεων, όπου κάποιες πρέπει να ανήκουν στο κράτος, όπως οι κοινωφελείς, οι στρατηγικές και οι μονοπωλιακά κερδοφόρες, ενώ όλες οι υπόλοιπες στο δημόσιο (μικτή οικονομία) ή σε σχέση με τους μισθούς των εργαζομένων, οι οποίοι πρέπει να συμβαδίζουν με την παραγωγικότητα τους.
Πώς μπορεί όμως να χαρακτηρίσει κανείς μία πολιτική, η οποία δεν εξυπηρετεί ούτε τα συμφέροντα των εργαζομένων, ούτε των επιχειρήσεων, αλλά μόνο του κόμματος και του εαυτού της; Που εκτελεί τις εντολές των δανειστών της χώρας προσποιούμενη ότι διαπραγματεύεται, όπως συμβαίνει με την ελληνική κυβερνώσα αριστερά;
Πολύ δύσκολο να απαντήσει κανείς – αναφέροντας μόνο ότι, εάν η εθνικιστική παράταξη στην Ελλάδα ήταν πιο αποτελεσματική και λιγότερο εξτρεμιστική, όπως στο παράδειγμα της Γαλλίας, θα ήταν ήδη στην εξουσία. Η αιτία είναι το ότι, η πολιτική που δηλώνει ότι θα εφαρμόσει η ελληνική δεξιά εάν ανέλθει στην εξουσία, είναι ελάχιστα διαφορετική από την υφισταμένη – με την έννοια πως θα συνεχίσει να υπακούει στις εντολές των δανειστών, επιβαρύνοντας ίσως με ένα άλλο μείγμα μέτρων λιγότερο τις επιχειρήσεις και περισσότερο τους εργαζομένους.
Η κατάρρευση της αριστεράς
Σε διεθνές τώρα επίπεδο, σύμφωνα με τον P.C.Roberts, η κατάρρευση της αριστεράς ως πραγματικής και αποτελεσματικής πολιτικής δύναμης, ακολούθησε τη σοβιετική κατάρρευση. Οι εργαζόμενοι αντιστέκονταν φυσικά στην εκμετάλλευσή τους πριν από τη δημοσίευση του «Κεφαλαίου» του Μαρξ το 1867. Εν τούτοις, ο Μαρξ κατέστησε την εκμετάλλευση της εργασίας υπόθεση αγώνα, έχοντας με το μέρος του την ιστορία – ενώ η επανάσταση των μπολσεβίκων φάνηκε να τον επιβραβεύει, με την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως και την ανακήρυξη του σοβιετικού κομμουνισμού.
Οι σοβιετικές πρακτικές τώρα διέψευσαν τις αριστερές ελπίδες και προσδοκίες – αλλά, παρ’ όλα αυτά, υπήρχε ένα σύστημα που μιλούσε εναντίον της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Όταν κατέρρευσε όμως η Σοβιετική Ένωση το 1991, οι νέοι συντηρητικοί και οι νεοφιλελεύθεροι διακήρυξαν πως η ιστορία επέλεξε τον καπιταλισμό αντί της εργατικής τάξης – επίσης πως η πρόβλεψη του Μαρξ για τον θρίαμβο των «προλετάριων» είχε αποδειχθεί λανθασμένη.
Επί πλέον, η σοβιετική κατάρρευση ώθησε την κομμουνιστική Κίνα, καθώς επίσης τη σοσιαλιστική Ινδία να αλλάξουν την οικονομική πολιτική τους – ανοίγοντας τις αγορές τους στο ξένο κεφάλαιο. Χωρίς ανταγωνιστή τώρα, ο καπιταλισμός δεν ήταν πλέον αναγκασμένος να συγκρατείται επιτρέποντας την πρόσβαση στην αύξηση του εισοδήματος και του πλούτου σε όλους – με αποτέλεσμα οι καπιταλιστές να αρχίσουν να μαζεύουν τα πάντα για τον εαυτό τους. Πολλές μελέτες δε υπολόγισαν πως τα κέρδη της παραγωγικότητας, τα οποία προηγουμένως οδηγούνταν σε κάποιο βαθμό στην εργατική δύναμη, απομυζούνταν πια αποκλειστικά και μόνο από το μεγάλο πλούτο. Στην περίπτωση της πρωτεύουσας του καπιταλισμού, των Η.Π.Α., η διαδικασία ήταν η εξής:
(α)  Η οικονομία εξελίχθηκε σε χρηματοπιστωτική, στο γνωστό «καπιταλισμό καζίνο». Με τον τρόπο αυτό, τον οποίο είχε προαναγγείλει ο Μαρξ στον τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου», ο χρηματοπιστωτικός τομέας κατάφερε να διοχετεύσει το διαθέσιμο εισόδημα της τάξης των εργαζομένων στις τράπεζες και από εκεί στις ελίτ – μέσω των δανείων, με τα οποία το 99% του πληθυσμού συμπλήρωνε τα εισοδήματα του.
Η διαδικασία αυτή κορυφώθηκε από την κρίση του 2008, όπου με τη βοήθεια των κεντρικών τραπεζών έγινε η μεγαλύτερη αναδιανομή πλούτου στην παγκόσμια ιστορία από τα κάτω προς τα επάνω – μέσω της αύξησης της ρευστότητας, η οποία ήταν όμως στη διάθεση μόνο του 1% του πληθυσμού, καθώς επίσης της διάσωσης των «too big to fail» τραπεζών/επιχειρήσεων με τη βοήθεια των φορολογουμένων Πολιτών που δεν το έχουν ακόμη συνειδητοποιήσει.
Για παράδειγμα το αμερικανικό δημόσιο χρέος, το οποίο επιβαρύνει κυρίως τις μεσαίες και κατώτερες εισοδηματικές τάξεις που δεν έχουν τη δυνατότητα χρήσης φορολογικών παραδείσων κλπ., διπλασιάστηκε μέσα σε οκτώ περίπου χρόνια – από τα 10 τρις $ στα 20 τρις $, συνεχίζοντας ακόμη και σήμερα την ξέφρενη ανοδική του πορεία (επίσης το ισπανικό, το ιρλανδικό, το γαλλικό κοκ.).
(β)  Εγκαινιάστηκε η παγκοσμιοποίηση, μέσω της οποίας εξήχθηκαν εκατομμύρια θέσεις εργασίας στις χώρες χαμηλού εργατικού κόστους – αφενός μεν αυξάνοντας τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων (πολυεθνικών), αφετέρου πιέζοντας έντονα προς τα κάτω τις αμοιβές των αμερικανών εργαζομένων, λόγω της έκθεσης τους στο διεθνή μισθολογικό ανταγωνισμό.

Ο ενορχηστρωτής της συγκεκριμένης διαδικασίας ήταν η Wall Street, η οποία έδωσε την εντολή στους βιομηχάνους της χώρας να μεταφέρουν τις επιχειρήσεις τους στην Κίνα – για να αυξήσουν τα κέρδη τους με τη βοήθεια του πολύ φθηνότερου εργατικού και κανονιστικού (περιβαλλοντικές διατάξεις κλπ.) κόστους.
Εάν δεν το έκαναν, τότε οι μεγάλες τράπεζες θα χρηματοδοτούσαν την επιθετική εξαγορά των επιχειρήσεων τους, οπότε οι νέοι ιδιοκτήτες θα μετέφεραν την παραγωγή στο εξωτερικό, ακολουθώντας τις οδηγίες της Wall Street – ενώ την ίδια εποχή, για να πιεστούν οι βιομηχανίες, οι ισχυρές αλυσίδες καταστημάτων απαίτησαν από τους προμηθευτές τους να χαμηλώσουν τις τιμές των προϊόντων τους σε επίπεδα Κίνας. Έτσι οι Η.Π.Α. εξήγαγαν ουσιαστικά θέσεις εργασίας, εισάγοντας εμπορικά ελλείμματα και αποπληθωρισμό – ο οποίος διατηρούσε τις τιμές των αγαθών και υπηρεσιών χαμηλές.
Η ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση  
Περαιτέρω, όπως είναι φυσικό, όταν οι θέσεις απασχόλησης ευρίσκονταν στις Η.Π.Α., το μεγαλύτερο μέρος του κέρδους από την αύξηση της παραγωγικότητας οδηγούταν στους εργαζομένους – οπότε το πραγματικό μέσο οικογενειακό τους εισόδημα αυξανόταν σταδιακά, επίσης η κατανάλωση χωρίς δανεισμό, με αποτέλεσμα η αμερικανική οικονομία να ευημερεί προς όφελος της πλειοψηφίας.
Όταν όμως οι θέσεις εργασίας μεταφέρθηκαν στην Ασία, σταμάτησαν να αυξάνονται οι μέσες πραγματικές αμοιβές των αμερικανών, το εισόδημα τους μειώθηκε, ενώ τα δάνεια τους κλιμακώθηκαν – οπότε μετατράπηκαν σε φθηνούς σκλάβους χρέους των τραπεζών και των επιχειρήσεων.
Από την άλλη πλευρά η μεγάλη προσφορά εργασίας στην Ασία, σε συνδυασμό με το χαμηλότερο κόστος διαβίωσης, καθιστούσε μη αναγκαία την πληρωμή των εργαζομένων εκεί ανάλογα με την παραγωγικότητα τους – ενώ η πολύ μεγάλη διαφορά μεταξύ του αμερικανικού και ασιατικού ημερομισθίου αύξανε σημαντικά τα κέρδη των επιχειρήσεων των Η.Π.Α.
Έτσι ήταν σε θέση να αυξάνουν τα «δώρα απόδοσης» των υψηλών στελεχών τους, οπότε διευρύνθηκε σε μεγάλο βαθμό η ψαλίδα μεταξύ των εργαζομένων και της διοίκησης (1:500). Παράλληλα αυξάνονταν τα κεφαλαιακά κέρδη, η άνοδος δηλαδή των τιμών των μετοχών λόγω των υψηλότερων κερδών των επιχειρήσεων, οπότε εισέπρατταν πολύ μεγαλύτερα μερίσματα οι μέτοχοι τους.
Σύμφωνα πάντα με τον P.C.Roberts, για κάθε 1.000 βιομηχανικές θέσεις που μεταφέρονταν από τις Η.Π.Α. στην Κίνα, οι αμερικανικές εταιρείες εξοικονομούσαν 32.000 $ την ώρα – τα οποία δεν μεταφράζονταν σε χαμηλότερες τιμές για τους καταναλωτές, αλλά σε αυξήσεις των εισοδημάτων τόσο των υψηλόβαθμων στελεχών των επιχειρήσεων, όσο και των μετόχων τους, καθώς επίσης των τραπεζών.
Με απλά λόγια, η μετανάστευση της παραγωγής των επιχειρήσεων στην Ασία επέτρεψε τη μονοπώληση των κερδών από την αύξηση της παραγωγικότητας, εκ μέρους των ιδιοκτητών των εταιριών και των στελεχών τους – ενώ παράλληλα αυξάνονταν τα ιδιωτικά χρέη του 99% των Πολιτών, καθώς επίσης του κράτους.
Ο πρόεδρος Trump
Συνεχίζοντας, ο νέος πρόεδρος των Η.Π.Α. εξελέγη ουσιαστικά από τους εργαζομένους για να ανατρέψει όλα τα παραπάνω – παρά το ότι είναι ρεπουμπλικάνος και ένα εξέχων μέλος των ελίτ της χώρας. Αυτό τουλάχιστον συμπεραίνεται από τα λόγια του, σύμφωνα με τα οποία τα εξής:
«Το κατεστημένο προστατεύει τον εαυτό του, αλλά όχι τους Πολίτες της χώρας μας. Οι νίκες του δεν ήταν δικές σας νίκες, οι επιτυχίες του δεν ήταν δικές σας επιτυχίες – ενώ, όταν στην πρωτεύουσα μας γιόρταζε το κατεστημένο, υπήρχαν πολύ λίγες αιτίες για να γιορτάζουν οι οικογένειες που προσπαθούσαν αγωνιωδώς να επιβιώσουν σε ολόκληρη τη χώρα μας.
Για πάρα πολλούς από τους αμερικανούς συμπολίτες μας υπάρχει μία εντελώς διαφορετική πραγματικότητα. Οι μητέρες και τα παιδιά στις πόλεις μας είναι φυλακισμένοι, παγιδευμένοι καλύτερα στη φτώχεια – τα σκουριασμένα εργοστάσια έχουν εξαπλωθεί σαν τάφοι, όπως οι επιτύμβιες στήλες δηλαδή, σε ολόκληρη τη χώρα.
Η μία μετά την άλλη βιομηχανίες έκλεισαν ή εγκατέλειψαν τις Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς την παραμικρή σκέψη – όσον αφορά τα εκατομμύρια των εκατομμυρίων εργατών, οι οποίοι έμειναν πίσω. Ο πλούτος της μεσαίας τάξης μας υφαρπάχθηκε από τα σπίτια της και στη συνέχεια διαμοιράστηκε σε ολόκληρο τον πλανήτη» .
Εν τούτοις η αριστερά, επίσης το κόμμα των δημοκρατικών, αντί να στηρίξουν τα μέτρα που ανακοίνωσε την πρώτη εβδομάδα της θητείας του, όπως ήταν η κατάργηση της συμφωνίας TTP και το κάλεσμα στις βιομηχανίες να επαναπατρίσουν την παραγωγή τους, επικεντρώθηκαν στο θέμα της παράνομης μετανάστευσης – τοποθετούμενοι εχθρικά εναντίον του.

Ως εκ τούτου ο κ. Trump, όπως και να τον κρίνει κανείς, υπερασπιζόμενος την εργατική τάξη έχει εναντίον του τους πάντες – δηλαδή, τόσο το δικό του κόμμα, όσο και όλα σχεδόν τα υπόλοιπα, τα ΜΜΕ, τις δεξαμενές σκέψης των ελίτ, τα πανεπιστήμια, τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, το σύμπλεγμα των συμφερόντων που έχουν σχέση με το στρατό και την ασφάλεια, τα δικαστήρια, τη Wall Street κοκ.
Δύσκολα λοιπόν θα καταφέρει να ανταπεξέλθει με το ρόλο του, χωρίς τη στήριξη κανενός και έχοντας τολμήσει να θέσει υπό αμφισβήτηση όλα όσα θεωρούσε σύσσωμη η υφήλιος ιερά και όσια, στα σαράντα περίπου χρόνια της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης.
Επίλογος
Όταν εκλέγεται στην ηγεσία της υπερδύναμης ένας άνθρωπος, ο οποίος τοποθετείται εναντίον όλων των «κανόνων» του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, ασφαλώς σοκάρει το κατεστημένο – το οποίο τον κατηγορεί μεν ως εθνικιστή, λαϊκιστή και δημαγωγό, αλλά δεν μπορεί να πείσει πως αυτά που ανακοινώνει είναι πράγματι ρατσιστικά και λανθασμένα.
Κάτι ανάλογο έχει ξεκινήσει σε πολλές άλλες χώρες της Δύσης, κυρίως από ηγέτες «πατριωτικών» παρατάξεων, δίνοντας την εντύπωση πως αυτές θα αντικαταστήσουν  την αριστερά στο μέλλον – με την έννοια της υπεράσπισης των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Κανένας βέβαια δεν μπορεί να προβλέψει εάν τελικά επικρατήσει αυτή η τάση – αφού σε τελική ανάλυση, όπως διαπιστώθηκε στην Αυστρία ενώ πιθανότατα θα ακολουθήσει κάτι ανάλογο στη Γαλλία, όλα τα πολιτικά κόμματα θα τοποθετούνται συλλογικά εναντίον των εκφραστών αυτής της αντίληψης, κατηγορώντας τους ως ακροδεξιούς, φασίστες, λαϊκιστές κοκ.

http://voice2.px3.gr/wp-content/uploads/2016/04/13.png