Από ΒΑΘΥ ,
Πηγή: Λεωνίδα Βατικιώτης – «Επίκαιρα»
Εξαιρετικά αποκαλυπτική ήταν πρόσφατη ανακοίνωση της Eurostat, που για πρώτη φορά συγκέντρωσε και παρουσίασε το κρυφό χρέος των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για υποχρεώσεις που, όπως εξηγεί η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, δεν συνυπολογίζονται ακόμη στο χρέος, είναι, ωστόσο, πιθανό αυτό να συμβεί στο μέλλον. Περιλαμβάνουν δε τρεις κατηγορίες υποχρεώσεων: εγγυήσεις του Δημοσίου, υποχρεώσεις που συνδέονται με συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που δεν έχουν εγγράφει στον προϋπολογισμό και υποχρεώσεις επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Η πρώτη εντύπωση που σχηματίζεται από μια φευγαλέα ματιά στον πίνακα με το πιθανό ή σκιώδες δημόσιο χρέος κάθε χώρας είναι ότι απέχει παρασάγγας από τον πίνακα με τις επιδόσεις των χωρών στο δημόσιο χρέος όπως μετριέται επισήμως. Οι επιδόσεις, για παράδειγμα, της Γερμανίας, με ένα πολύ χαμηλό δημόσιο χρέος, της τάξης του 77% για το 2013, πάνε περίπατο και η κυβέρνηση της Μέρκελ συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους χρεώστες της ΕΕ, ενώ η Ελλάδα φαίνεται ως μια από τις χώρες με την πιο συνετή χρήση της δυνατότητας δανεισμού!
Δεν πρόκειται για υπερβολή: η Γερμανία κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στο σκιώδες χρέος, το οποίο ανέρχεται στο 145% του ΑΕΠ της, ενώ ακολουθεί η Ολλανδία, όπου το σκιώδες χρέος ανέρχεται στο 115% του ΑΕΠ. Οι χώρες, δηλαδή, με το μεγαλύτερο χρέος αυτής της κατηγορίας είναι εκείνες που κουνούν με αυστηρότητα το δάχτυλο στις χώρες με το υψηλό δημόσιο χρέος, απαιτώντας λιτότητα και δημοσιονομική πειθαρχία. Στην άλλη άκρη της κλίμακας της Eurostat βρίσκεται η Ελλάδα, με το αφανές χρέος της να ανέρχεται σε μόλις 10,5%. Η μεγαλύτερη έκπληξη, ωστόσο, εμφανίζεται αν κανείς αθροίσει το αφανές και το πραγματικό δημόσιο χρέος. Γιατί τότε αποδεικνύεται ότι η Γερμανία, με ένα συνολικό χρέος της τάξης του 222% του ΑΕΠ της, ξεπερνά κατά πολύ τόσο την Ελλάδα, που βρίσκεται 24 μονάδες χαμηλότερα, όσο και την Πορτογαλία, που είναι 30 μονάδες χαμηλότερα.
Εδώ, φυσικά, θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι ο κίνδυνος να μην πληρωθεί το αφανές χρέος και να μετακυλιστεί crro Δημόσιο είναι ένα σενάριο τόσο μακρινό και υποθετικό, που δεν αξίζει καν να το συζητάμε. Δεν είναι-όμως έτσι! Το σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times της 11 ης Φεβρουάριου αφήνει να πέσει μια μικρή χαραμάδα φωτός στα όσα κρύβονται πίσω από τη σχετική ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας. «Οι στατιστικοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν παρέχουν ολοκληρωμένη εξήγηση για το τι βρίσκεται πίσω από τους αριθμούς. Αλλά η Destatis, η γερμανική Στατιστική Υπηρεσία, δήλωσε στους Financial Times ότι το υπερβολικό σκιώδες χρέος της Γερμανίας προέρχεται πιθανόν από υποχρεώσεις των δημόσιων τραπεζών. Αυτές περιλαμβάνουν την KfW σε ομοσπονδιακό επίπεδο, τις κρατιδιακές τράπεζες (Landesbanken) και τις δημοτικές τράπεζες αποταμιεύσεων (Sparkassen)».
Κατά μία εκδοχή, που υιοθετεί η βρετανική εφημερίδα, το αφανές χρέος των γερμανικών δημόσιων και ημιδημόσιων τραπεζών αφορά σε καταθέσεις των Γερμανών πολιτών στις συγκεκριμένες τράπεζες, που εμφανίζονται στο σκέλος των υποχρεώσεων. Και, καθώς οι λογαριασμοί που εμφανίζει η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία δεν περιλαμβάνουν περαιτέρω λεπτομέρειες, τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού δεν εμφανίζονται, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια αμφισβητήσιμη εικόνα προς τα δημόσια οικονομικά της Γερμανίας.
Υπάρχει, ωστόσο, κι άλλη ερμηνεία. Ειδικότερα, η Γερμανία από το 2008 είδε πολλές και μεγάλες τράπεζές της να βρίσκονται αντιμέτωπες με χαρτοφυλάκια που ξεχείλιζαν από τοξικά ομόλογα. Ήταν τράπεζες που είχαν επεκταθεί στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού και δραστηριοποιούνταν στον πολλά υποσχόμενο (τότε) τομέα της επενδυτικής τραπεζικής. Η ταχύτητα με την οποία το Βερολίνο εξαφάνισε το πρόβλημα κάτω από το χαλί ήταν αξιοζήλευτη.
Κανείς όμως δεν έχει μάθει τι έχει συμβεί μ' εκείνες τις πολλές τράπεζες, που στο αποκορύφωμα της κρίσης του 2008 είχαν χαρακτηριστεί από τον βρετανικό Economist ως «700 μικρές Ελλάδες». Ξεχωρίζουμε δύο από αυτές: τη WestLB και την HRE (Hypo Real Estate). Η πρώτη, με έδρα το Ντίσελντορφ και με ιστορία εκατόν ογδόντα ετών, απαίτησε την άμεση καταβολή από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό 17 δις ευρώ για να διασωθεί, ενώ στις 30 Ιουνίου του 2012 μετονομάστηκε σε Portigon Financial Services και ειδικεύτηκε σε επενδύσεις χαρτοφυλακίου, εξαφανίζοντας έτσι τα ίχνη της. (Τακτική δοκιμασμένη κι επιτυχημένη έπειτα από κάθε μεγάλη ληστεία...) Στο απόγειο της δόξας της, το 2005, το ενεργητικό της είχε φτάσει τα 294 δις ευρώ, όταν η Commerzbank διέθετε 445 δις και η Deutsche Bank 992 δις ευρώ.
Τόσο η συγκεκριμένη τράπεζα όσο και άλλες κρατιδιακές τράπεζες, στα Δ.Σ. των οποίων συχνά φιγουράρουν πολιτικά πρόσωπα, ακόμη και εκλεγμένοι, όφειλαν σημαντικό μέρος της επιτυχίας τους στην ικανότητά τους να δανείζονται τεράστια ποσά λόγω του ότι αξιοποιούσαν την ανώτατη πιστοληπτική αξιολόγηση των γερμανικών κρατιδίων όπου έδρευαν και τα οποία συμμετείχαν στο μετοχικό τους κεφάλαιο.
Πετύχαιναν έτσι τη μεγαλύτερη δυνατή μόχλευση, οδηγώντας τα δανεικά τους κεφάλαια στα ουράνια, παρέχοντας ταυτόχρονα όλες τις απαραίτητες δικαιολογίες στις κυβερνήσεις να δηλώσουν πως είναι υπερβολικά μεγάλες για να αφεθούν να χρεοκοπήσουν, οπότε η διάσωσή τους -με λεφτά των φορολογουμένων, εννοείται- αναγόταν σε «εθνική υπόθεση». Εξίσου «θαυμαστή» είναι και η πορεία της HRE, η οποία διασώθηκε μεταφέροντας σε μια «κακή τράπεζα» στοιχεία ενεργητικού ύψους 210 δις ευρώ. Κάπου εδώ όμως σταματά και η επίσημη ενημέρωση για την τύχη τους...
Η Γερμανία, που απαίτησε και πέτυχε να έχει πρόσβαση, μέσω των οργάνων της τραπεζικής ενοποίησης, για παράδειγμα, και των τεστ αντοχής των τραπεζών που ολοκληρώθηκαν τον Οκτώβριο του 2014, στα στοιχεία όλων των τραπεζικών ιδρυμάτων της Ευρώπης, κατά παράβαση κάθε έννοιας ανταγωνισμού, εξασφάλισε αυθαίρετα, αξιοποιώντας την παντοδυναμία της, τα του οίκου της να παραμείνουν αυστηρά εσωτερική της υπόθεση. Χώρες, αντίθετα, όπως η Ελλάδα αναγκάστηκαν να δημοσιοποιήσουν τα πάντα: ό,τι όφειλαν κι ό,τι δεν όφειλαν - από το ύψος των κρατικών εγγυήσεων στις ΔΕΚΟ μέχρι τα ελλείμματα των ΝΠΔΔ- με την αμέριστη βοήθεια υποτελών πολιτικών, όπως ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου, για παράδειγμα, που τοποθέτησαν σε κάθε δημόσια υπηρεσία κι έναν «γκαουλάιτερ» των δανειστών.
Φροντίζοντας πολύ έγκαιρα η Γερμανία να ρίξει πέπλο σιωπής γύρω από τα οικονομικά της και το κόστος διάσωσης των γερμανικών τραπεζών, απομάκρυνε με αποτελεσματικό τρόπο την ίδια από το κάδρο της τραπεζικής κρίσης που άμεσα ή έμμεσα επηρέασε όλη την Ευρώπη, αλλάζοντας άρδην τους όρους του οικονομικού και πολιτικού παιχνιδιού και αναβαθμίζοντας τη θέση της. «Όλη την Ευρώπη πλην της Γερμανίας», θα συμπλήρωνε η Μέρκελ. Μέχρι που ήρθε η ανακοίνωση της Eurostat και σήκωσε ελαφρώς το χαλί, επιτρέποντάς μας να αναρωτηθούμε κατά πόσο η Γερμανία θα μπορούσε να ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις, να αλλάζει υπουργούς και να διατάζει ιδιωτικοποιήσεις για να κερδίσουν οι δικές της επιχειρήσεις, αν το δημόσιο χρέος της εμφανιζόταν μεγαλύτερο από της Ελλάδας...
Εξαιρετικά αποκαλυπτική ήταν πρόσφατη ανακοίνωση της Eurostat, που για πρώτη φορά συγκέντρωσε και παρουσίασε το κρυφό χρέος των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για υποχρεώσεις που, όπως εξηγεί η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, δεν συνυπολογίζονται ακόμη στο χρέος, είναι, ωστόσο, πιθανό αυτό να συμβεί στο μέλλον. Περιλαμβάνουν δε τρεις κατηγορίες υποχρεώσεων: εγγυήσεις του Δημοσίου, υποχρεώσεις που συνδέονται με συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που δεν έχουν εγγράφει στον προϋπολογισμό και υποχρεώσεις επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Στο 222% το χρέος της «υπερδύναμης»!
Η πρώτη εντύπωση που σχηματίζεται από μια φευγαλέα ματιά στον πίνακα με το πιθανό ή σκιώδες δημόσιο χρέος κάθε χώρας είναι ότι απέχει παρασάγγας από τον πίνακα με τις επιδόσεις των χωρών στο δημόσιο χρέος όπως μετριέται επισήμως. Οι επιδόσεις, για παράδειγμα, της Γερμανίας, με ένα πολύ χαμηλό δημόσιο χρέος, της τάξης του 77% για το 2013, πάνε περίπατο και η κυβέρνηση της Μέρκελ συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους χρεώστες της ΕΕ, ενώ η Ελλάδα φαίνεται ως μια από τις χώρες με την πιο συνετή χρήση της δυνατότητας δανεισμού!
Δεν πρόκειται για υπερβολή: η Γερμανία κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στο σκιώδες χρέος, το οποίο ανέρχεται στο 145% του ΑΕΠ της, ενώ ακολουθεί η Ολλανδία, όπου το σκιώδες χρέος ανέρχεται στο 115% του ΑΕΠ. Οι χώρες, δηλαδή, με το μεγαλύτερο χρέος αυτής της κατηγορίας είναι εκείνες που κουνούν με αυστηρότητα το δάχτυλο στις χώρες με το υψηλό δημόσιο χρέος, απαιτώντας λιτότητα και δημοσιονομική πειθαρχία. Στην άλλη άκρη της κλίμακας της Eurostat βρίσκεται η Ελλάδα, με το αφανές χρέος της να ανέρχεται σε μόλις 10,5%. Η μεγαλύτερη έκπληξη, ωστόσο, εμφανίζεται αν κανείς αθροίσει το αφανές και το πραγματικό δημόσιο χρέος. Γιατί τότε αποδεικνύεται ότι η Γερμανία, με ένα συνολικό χρέος της τάξης του 222% του ΑΕΠ της, ξεπερνά κατά πολύ τόσο την Ελλάδα, που βρίσκεται 24 μονάδες χαμηλότερα, όσο και την Πορτογαλία, που είναι 30 μονάδες χαμηλότερα.
Εδώ, φυσικά, θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι ο κίνδυνος να μην πληρωθεί το αφανές χρέος και να μετακυλιστεί crro Δημόσιο είναι ένα σενάριο τόσο μακρινό και υποθετικό, που δεν αξίζει καν να το συζητάμε. Δεν είναι-όμως έτσι! Το σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times της 11 ης Φεβρουάριου αφήνει να πέσει μια μικρή χαραμάδα φωτός στα όσα κρύβονται πίσω από τη σχετική ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας. «Οι στατιστικοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν παρέχουν ολοκληρωμένη εξήγηση για το τι βρίσκεται πίσω από τους αριθμούς. Αλλά η Destatis, η γερμανική Στατιστική Υπηρεσία, δήλωσε στους Financial Times ότι το υπερβολικό σκιώδες χρέος της Γερμανίας προέρχεται πιθανόν από υποχρεώσεις των δημόσιων τραπεζών. Αυτές περιλαμβάνουν την KfW σε ομοσπονδιακό επίπεδο, τις κρατιδιακές τράπεζες (Landesbanken) και τις δημοτικές τράπεζες αποταμιεύσεων (Sparkassen)».
Κατά μία εκδοχή, που υιοθετεί η βρετανική εφημερίδα, το αφανές χρέος των γερμανικών δημόσιων και ημιδημόσιων τραπεζών αφορά σε καταθέσεις των Γερμανών πολιτών στις συγκεκριμένες τράπεζες, που εμφανίζονται στο σκέλος των υποχρεώσεων. Και, καθώς οι λογαριασμοί που εμφανίζει η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία δεν περιλαμβάνουν περαιτέρω λεπτομέρειες, τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού δεν εμφανίζονται, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια αμφισβητήσιμη εικόνα προς τα δημόσια οικονομικά της Γερμανίας.
Τα εν οίκω... ποτέ εν δήμω
Υπάρχει, ωστόσο, κι άλλη ερμηνεία. Ειδικότερα, η Γερμανία από το 2008 είδε πολλές και μεγάλες τράπεζές της να βρίσκονται αντιμέτωπες με χαρτοφυλάκια που ξεχείλιζαν από τοξικά ομόλογα. Ήταν τράπεζες που είχαν επεκταθεί στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού και δραστηριοποιούνταν στον πολλά υποσχόμενο (τότε) τομέα της επενδυτικής τραπεζικής. Η ταχύτητα με την οποία το Βερολίνο εξαφάνισε το πρόβλημα κάτω από το χαλί ήταν αξιοζήλευτη.
Κανείς όμως δεν έχει μάθει τι έχει συμβεί μ' εκείνες τις πολλές τράπεζες, που στο αποκορύφωμα της κρίσης του 2008 είχαν χαρακτηριστεί από τον βρετανικό Economist ως «700 μικρές Ελλάδες». Ξεχωρίζουμε δύο από αυτές: τη WestLB και την HRE (Hypo Real Estate). Η πρώτη, με έδρα το Ντίσελντορφ και με ιστορία εκατόν ογδόντα ετών, απαίτησε την άμεση καταβολή από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό 17 δις ευρώ για να διασωθεί, ενώ στις 30 Ιουνίου του 2012 μετονομάστηκε σε Portigon Financial Services και ειδικεύτηκε σε επενδύσεις χαρτοφυλακίου, εξαφανίζοντας έτσι τα ίχνη της. (Τακτική δοκιμασμένη κι επιτυχημένη έπειτα από κάθε μεγάλη ληστεία...) Στο απόγειο της δόξας της, το 2005, το ενεργητικό της είχε φτάσει τα 294 δις ευρώ, όταν η Commerzbank διέθετε 445 δις και η Deutsche Bank 992 δις ευρώ.
Τόσο η συγκεκριμένη τράπεζα όσο και άλλες κρατιδιακές τράπεζες, στα Δ.Σ. των οποίων συχνά φιγουράρουν πολιτικά πρόσωπα, ακόμη και εκλεγμένοι, όφειλαν σημαντικό μέρος της επιτυχίας τους στην ικανότητά τους να δανείζονται τεράστια ποσά λόγω του ότι αξιοποιούσαν την ανώτατη πιστοληπτική αξιολόγηση των γερμανικών κρατιδίων όπου έδρευαν και τα οποία συμμετείχαν στο μετοχικό τους κεφάλαιο.
Πετύχαιναν έτσι τη μεγαλύτερη δυνατή μόχλευση, οδηγώντας τα δανεικά τους κεφάλαια στα ουράνια, παρέχοντας ταυτόχρονα όλες τις απαραίτητες δικαιολογίες στις κυβερνήσεις να δηλώσουν πως είναι υπερβολικά μεγάλες για να αφεθούν να χρεοκοπήσουν, οπότε η διάσωσή τους -με λεφτά των φορολογουμένων, εννοείται- αναγόταν σε «εθνική υπόθεση». Εξίσου «θαυμαστή» είναι και η πορεία της HRE, η οποία διασώθηκε μεταφέροντας σε μια «κακή τράπεζα» στοιχεία ενεργητικού ύψους 210 δις ευρώ. Κάπου εδώ όμως σταματά και η επίσημη ενημέρωση για την τύχη τους...
Η Γερμανία, που απαίτησε και πέτυχε να έχει πρόσβαση, μέσω των οργάνων της τραπεζικής ενοποίησης, για παράδειγμα, και των τεστ αντοχής των τραπεζών που ολοκληρώθηκαν τον Οκτώβριο του 2014, στα στοιχεία όλων των τραπεζικών ιδρυμάτων της Ευρώπης, κατά παράβαση κάθε έννοιας ανταγωνισμού, εξασφάλισε αυθαίρετα, αξιοποιώντας την παντοδυναμία της, τα του οίκου της να παραμείνουν αυστηρά εσωτερική της υπόθεση. Χώρες, αντίθετα, όπως η Ελλάδα αναγκάστηκαν να δημοσιοποιήσουν τα πάντα: ό,τι όφειλαν κι ό,τι δεν όφειλαν - από το ύψος των κρατικών εγγυήσεων στις ΔΕΚΟ μέχρι τα ελλείμματα των ΝΠΔΔ- με την αμέριστη βοήθεια υποτελών πολιτικών, όπως ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου, για παράδειγμα, που τοποθέτησαν σε κάθε δημόσια υπηρεσία κι έναν «γκαουλάιτερ» των δανειστών.
Φροντίζοντας πολύ έγκαιρα η Γερμανία να ρίξει πέπλο σιωπής γύρω από τα οικονομικά της και το κόστος διάσωσης των γερμανικών τραπεζών, απομάκρυνε με αποτελεσματικό τρόπο την ίδια από το κάδρο της τραπεζικής κρίσης που άμεσα ή έμμεσα επηρέασε όλη την Ευρώπη, αλλάζοντας άρδην τους όρους του οικονομικού και πολιτικού παιχνιδιού και αναβαθμίζοντας τη θέση της. «Όλη την Ευρώπη πλην της Γερμανίας», θα συμπλήρωνε η Μέρκελ. Μέχρι που ήρθε η ανακοίνωση της Eurostat και σήκωσε ελαφρώς το χαλί, επιτρέποντάς μας να αναρωτηθούμε κατά πόσο η Γερμανία θα μπορούσε να ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις, να αλλάζει υπουργούς και να διατάζει ιδιωτικοποιήσεις για να κερδίσουν οι δικές της επιχειρήσεις, αν το δημόσιο χρέος της εμφανιζόταν μεγαλύτερο από της Ελλάδας...