Προς τα κάτω τις αμοιβές στον ιδιωτικό τομέα Μισθοί: Ερχονται νέες μειώσεις με τρία «χτυπήματα»
Με τρεις διαφορετικούς τρόπους ανοίγει ο δρόμος για νέα μείωση των μισθών. Ρήτρα ανταγωνιστικότητας, ρήτρα ευθυγράμμισης και κατάργηση κλαδικών συμβάσεων είναι οι τρεις παράμετροι που έχουν έναν κοινό στόχο: να οδηγήσουν χαμηλότερα τους μισθούς τόσο στον ιδιωτικό
όσο και στον δημόσιο τομέα. Η θεσμοθέτηση του τρόπου υπολογισμού του κατώτατου μισθού, στον οποίο το υπουργείο Εργασίας οφείλει να έχει καταλήξει το αργότερο έως την 1η Απριλίου, θα εμπεριέχει τις παραπάνω ρήτρες, που θα συμπιέζουν συνολικά τους μισθούς στη χώρα. Η παράλληλη κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων προκύπτει μέσα από την ολοκλήρωση της μετενέργειας στις 15 Μαΐου. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα υπάρξει απόλυτη κυριαρχία των επιχειρησιακών και των ατομικών συμβάσεων, κάτι που μεταφράζεται σε απευθείας διαπραγμάτευση μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου. Υπό την απειλή της απόλυσης να βρίσκεται συνέχεια στο προσκήνιο, οι εργαζόμενοι θα πιέζονται να αποδεχτούν όλο και πιο χαμηλές αποδοχές.
Αναφορικά με τη ρήτρα ανταγωνιστικότητας, συμπεριλήφθηκε από την τρόικα στο Μνημόνιο 2, που έγινε νόμος του κράτους τον Φεβρουάριο του περασμένου έτους. Πρόκειται για μία μόνιμη και διαρκή ρήτρα, που θα λειτουργεί ανεξάρτητα από την πορεία του ελληνικού χρέους. Θα συγκρίνει την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με οικονομίες της κεντρικής και της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Εάν παρατηρείται ότι η οικονομία της Ελλάδας υπολείπεται σε ανταγωνιστικότητα από τις οικονομίες με τις οποίες θα συγκρίνεται, οι δανειστές της χώρας θα ζητούν από την εκάστοτε κυβέρνηση να προχωρήσει στην ανάλογη προσαρμογή στους μισθούς προς τα κάτω. Θα υπάρχει ένας συγκεκριμένος τρόπος υπολογισμού των αποκλίσεων στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητας και έτσι θα υποχρεώνεται η Ελλάδα να ενσωματώνει τις ανάλογες μειώσεις στους μισθούς της. Στόχος είναι η εφαρμογή της εν λόγω ρήτρας να ξεκινήσει το αργότερο έπειτα από τρία χρόνια. Σύμφωνα με τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ και εργατολόγο Αλέξανδρο Μητρόπουλο, ουσιαστικά πρόκειται για μία «ρήτρα ανταγωνιστικής υποτίμησης των μισθών όσων εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα».
Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο ασφυκτική, αφού, εκτός από τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα, επηρεάζονται προς τα κάτω και οι μισθοί του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Αυτό οφείλεται στην εφαρμογή μιας δεύτερης ρήτρας, που θα λέγεται ρήτρα ευθυγράμμισης. Η αναφορά σε αυτή τη νέα παρέμβαση στους μισθούς έγινε στην πρόσφατη επικαιροποίηση του Μνημονίου 3. Στόχος είναι η ευθυγράμμιση των μισθών του ιδιωτικού με εκείνους του δημόσιου τομέα. Αρα όσο θα μειώνονται τα εισοδήματα που θα προκύπτουν από την ιδιωτική απασχόληση τόσο η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίζει αντίστοιχες περικοπές και για τους εργαζομένους στον δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Πρόκειται για ένα μοντέλο γενικευμένης αναδιάρθρωσης των μισθών που, όπως σημειώνει ο κ. Μητρόπουλος, «δεν έχει προηγούμενο πουθενά». Αποτέλεσμα είναι να υπάρξει απόλυτη «βουλγαροποίηση» των μισθών, με συνέπεια η συμπίεσή τους προς τα κάτω να είναι συνεχής. Η ρήτρα ευθυγράμμισης θα πρέπει επίσης να είναι έτοιμη προς εφαρμογή μέσα στην επόμενη τριετία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δύο ρήτρες θα πρέπει να ενσωματωθούν στον νέο τρόπο υπολογισμού του κατώτατου μισθού εντός του Μαρτίου το αργότερο. Υποτίθεται ότι για το θέμα θα υπάρξει διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, οι οποίοι θα καταθέσουν τις απόψεις τους. Ομως η τελική απόφαση ανήκει αποκλειστικά στο υπουργείο Εργασίας, που πλέον θα αποφασίζει εκείνο για το ύψος των αποδοχών και των εισοδημάτων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Ολα τα παραπάνω έρχονται να προστεθούν στην επικείμενη κατάρρευση των κλαδικών συμβάσεων. Από τις 14 Φεβρουαρίου και μετά έχουν λήξει 42 κλαδικές συμβάσεις και πλέον εξαρτάται από τις διαθέσεις των δύο πλευρών (εργαζόμενοι - εργοδότες) για το αν θα υπάρξουν νέες εντός τριμήνου. Η μετενέργεια των υπαρχόντων κλαδικών συμβάσεων ολοκληρώνεται με την πάροδο τριών μηνών από τη λήξη τους, συνεπώς οι όποιες διαπραγματεύσεις πρέπει να έχουν θετική κατάληξη το αργότερο έως τις 14 Μαΐου. Ηδη τα πρώτα δείγματα γραφής από τις διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν για την κλαδική σύμβαση στον τραπεζικό κλάδο είναι αποθαρρυντικά.
Οι τραπεζίτες ζητούν μείωση αποδοχών 15%-20 % και παράλληλα απαιτούν μια σειρά από αλλαγές στο πεδίο των επιδομάτων. Συγκεκριμένα, θέλουν το επίδομα πολυετίας να υποχωρήσει στα επίπεδα της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), να καταργηθεί το επίδομα ισολογισμού, να μεταφερθούν επιδόματα στις επιχειρησιακές συμβάσεις και να υπάρξει μείωση μισθολογικών κλιμακίων. Επίσης, οι εργοδότες ζητούν αύξηση του εβδομαδιαίου ωραρίου από τις 37 στις 39 ώρες και κατάργηση μιας σειράς θεσμικών προνομίων που είχε η προηγούμενη κλαδική σύμβαση. Αποτέλεσμα ήταν η ΟΤΟΕ να απορρίψει στο σύνολό τους τις προτάσεις και να οδηγήσει τον διάλογο σε αδιέξοδο. Μάλιστα, εάν στην επόμενη συνάντηση που ορίστηκε για τις 11 Μαρτίου δεν υπάρξει αλλαγή στάσης από την πλευρά των εργοδοτών, το συνδικάτο των τραπεζοϋπαλλήλων απειλεί με μαζικές κινητοποιήσεις.
Τα αποκαλυπτικά στοιχεία του ΣΕΠΕ
Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι οι εργοδότες βολεύονται από τη διάλυση των κλαδικών και την ισχυροποίηση των επιχειρησιακών και των ατομικών συμβάσεων. Τα στοιχεία του ΣΕΠΕ άλλωστε είναι αποκαλυπτικά. Οι ατομικές και οι επιχειρησιακές συμβάσεις που υπογράφηκαν το 2012 εμπεριείχαν, κατά μέσον όρο, μειωμένες αποδοχές κατά 25%, άρα οδήγησαν σε περαιτέρω μείωση εισοδημάτων. Οπως σημειώνει με νόημα ο κ. Μητρόπουλος, «μπαίνουμε και επίσημα σε ένα καθολικό σύστημα Ατομικών Συμβάσεων Εργασίας (ΑΣΕ), χωρίς εγγυημένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο, που θα ορίζεται πλέον από τη λεγόμενη... ελεύθερη διαπραγμάτευση μεταξύ του εργαζομένου και του εργοδότη».
Βασίλης Αγγελόπουλος
όσο και στον δημόσιο τομέα. Η θεσμοθέτηση του τρόπου υπολογισμού του κατώτατου μισθού, στον οποίο το υπουργείο Εργασίας οφείλει να έχει καταλήξει το αργότερο έως την 1η Απριλίου, θα εμπεριέχει τις παραπάνω ρήτρες, που θα συμπιέζουν συνολικά τους μισθούς στη χώρα. Η παράλληλη κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων προκύπτει μέσα από την ολοκλήρωση της μετενέργειας στις 15 Μαΐου. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα υπάρξει απόλυτη κυριαρχία των επιχειρησιακών και των ατομικών συμβάσεων, κάτι που μεταφράζεται σε απευθείας διαπραγμάτευση μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου. Υπό την απειλή της απόλυσης να βρίσκεται συνέχεια στο προσκήνιο, οι εργαζόμενοι θα πιέζονται να αποδεχτούν όλο και πιο χαμηλές αποδοχές.
Αναφορικά με τη ρήτρα ανταγωνιστικότητας, συμπεριλήφθηκε από την τρόικα στο Μνημόνιο 2, που έγινε νόμος του κράτους τον Φεβρουάριο του περασμένου έτους. Πρόκειται για μία μόνιμη και διαρκή ρήτρα, που θα λειτουργεί ανεξάρτητα από την πορεία του ελληνικού χρέους. Θα συγκρίνει την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με οικονομίες της κεντρικής και της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Εάν παρατηρείται ότι η οικονομία της Ελλάδας υπολείπεται σε ανταγωνιστικότητα από τις οικονομίες με τις οποίες θα συγκρίνεται, οι δανειστές της χώρας θα ζητούν από την εκάστοτε κυβέρνηση να προχωρήσει στην ανάλογη προσαρμογή στους μισθούς προς τα κάτω. Θα υπάρχει ένας συγκεκριμένος τρόπος υπολογισμού των αποκλίσεων στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητας και έτσι θα υποχρεώνεται η Ελλάδα να ενσωματώνει τις ανάλογες μειώσεις στους μισθούς της. Στόχος είναι η εφαρμογή της εν λόγω ρήτρας να ξεκινήσει το αργότερο έπειτα από τρία χρόνια. Σύμφωνα με τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ και εργατολόγο Αλέξανδρο Μητρόπουλο, ουσιαστικά πρόκειται για μία «ρήτρα ανταγωνιστικής υποτίμησης των μισθών όσων εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα».
Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο ασφυκτική, αφού, εκτός από τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα, επηρεάζονται προς τα κάτω και οι μισθοί του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Αυτό οφείλεται στην εφαρμογή μιας δεύτερης ρήτρας, που θα λέγεται ρήτρα ευθυγράμμισης. Η αναφορά σε αυτή τη νέα παρέμβαση στους μισθούς έγινε στην πρόσφατη επικαιροποίηση του Μνημονίου 3. Στόχος είναι η ευθυγράμμιση των μισθών του ιδιωτικού με εκείνους του δημόσιου τομέα. Αρα όσο θα μειώνονται τα εισοδήματα που θα προκύπτουν από την ιδιωτική απασχόληση τόσο η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίζει αντίστοιχες περικοπές και για τους εργαζομένους στον δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Πρόκειται για ένα μοντέλο γενικευμένης αναδιάρθρωσης των μισθών που, όπως σημειώνει ο κ. Μητρόπουλος, «δεν έχει προηγούμενο πουθενά». Αποτέλεσμα είναι να υπάρξει απόλυτη «βουλγαροποίηση» των μισθών, με συνέπεια η συμπίεσή τους προς τα κάτω να είναι συνεχής. Η ρήτρα ευθυγράμμισης θα πρέπει επίσης να είναι έτοιμη προς εφαρμογή μέσα στην επόμενη τριετία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δύο ρήτρες θα πρέπει να ενσωματωθούν στον νέο τρόπο υπολογισμού του κατώτατου μισθού εντός του Μαρτίου το αργότερο. Υποτίθεται ότι για το θέμα θα υπάρξει διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, οι οποίοι θα καταθέσουν τις απόψεις τους. Ομως η τελική απόφαση ανήκει αποκλειστικά στο υπουργείο Εργασίας, που πλέον θα αποφασίζει εκείνο για το ύψος των αποδοχών και των εισοδημάτων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Ολα τα παραπάνω έρχονται να προστεθούν στην επικείμενη κατάρρευση των κλαδικών συμβάσεων. Από τις 14 Φεβρουαρίου και μετά έχουν λήξει 42 κλαδικές συμβάσεις και πλέον εξαρτάται από τις διαθέσεις των δύο πλευρών (εργαζόμενοι - εργοδότες) για το αν θα υπάρξουν νέες εντός τριμήνου. Η μετενέργεια των υπαρχόντων κλαδικών συμβάσεων ολοκληρώνεται με την πάροδο τριών μηνών από τη λήξη τους, συνεπώς οι όποιες διαπραγματεύσεις πρέπει να έχουν θετική κατάληξη το αργότερο έως τις 14 Μαΐου. Ηδη τα πρώτα δείγματα γραφής από τις διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν για την κλαδική σύμβαση στον τραπεζικό κλάδο είναι αποθαρρυντικά.
Οι τραπεζίτες ζητούν μείωση αποδοχών 15%-20 % και παράλληλα απαιτούν μια σειρά από αλλαγές στο πεδίο των επιδομάτων. Συγκεκριμένα, θέλουν το επίδομα πολυετίας να υποχωρήσει στα επίπεδα της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), να καταργηθεί το επίδομα ισολογισμού, να μεταφερθούν επιδόματα στις επιχειρησιακές συμβάσεις και να υπάρξει μείωση μισθολογικών κλιμακίων. Επίσης, οι εργοδότες ζητούν αύξηση του εβδομαδιαίου ωραρίου από τις 37 στις 39 ώρες και κατάργηση μιας σειράς θεσμικών προνομίων που είχε η προηγούμενη κλαδική σύμβαση. Αποτέλεσμα ήταν η ΟΤΟΕ να απορρίψει στο σύνολό τους τις προτάσεις και να οδηγήσει τον διάλογο σε αδιέξοδο. Μάλιστα, εάν στην επόμενη συνάντηση που ορίστηκε για τις 11 Μαρτίου δεν υπάρξει αλλαγή στάσης από την πλευρά των εργοδοτών, το συνδικάτο των τραπεζοϋπαλλήλων απειλεί με μαζικές κινητοποιήσεις.
Τα αποκαλυπτικά στοιχεία του ΣΕΠΕ
Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι οι εργοδότες βολεύονται από τη διάλυση των κλαδικών και την ισχυροποίηση των επιχειρησιακών και των ατομικών συμβάσεων. Τα στοιχεία του ΣΕΠΕ άλλωστε είναι αποκαλυπτικά. Οι ατομικές και οι επιχειρησιακές συμβάσεις που υπογράφηκαν το 2012 εμπεριείχαν, κατά μέσον όρο, μειωμένες αποδοχές κατά 25%, άρα οδήγησαν σε περαιτέρω μείωση εισοδημάτων. Οπως σημειώνει με νόημα ο κ. Μητρόπουλος, «μπαίνουμε και επίσημα σε ένα καθολικό σύστημα Ατομικών Συμβάσεων Εργασίας (ΑΣΕ), χωρίς εγγυημένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο, που θα ορίζεται πλέον από τη λεγόμενη... ελεύθερη διαπραγμάτευση μεταξύ του εργαζομένου και του εργοδότη».
Βασίλης Αγγελόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου