Από τη Δημοκρατία στην Τραπεζοκρατία;

Ρύθμιση κόκκινων δανείων: 

 12 Νοε. 2014

Πάνος Παναγιώτου
Ήταν 9 Μαρτίου του 2000 όταν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας,  Κώστας Σημίτης, ενημέρωνε από το Ζάππειο Μέγαρο τους Έλληνες ότι «το 2001, η δραχμή, το νόμισμά μας … μετατρέπεται σε ΕΥΡΩ … μπαίνουμε στην ΟΝΕ με το σπαθί μας. Οι κόποι, οι προσπάθειες και οι θυσίες του ελληνικού λαού «πιάσαν τόπο» … τελειώνει οριστικά η εικόνα μιας Ελλάδας μικρής και ανασφαλούς.. κάθε Έλληνας πολίτης κερδίζει από την ένταξη… σε ασφάλεια και σιγουριά για τον ίδιον, σε καλύτερες ευκαιρίες και δυνατότητες για τα παιδιά του».
Αυτά τα γεμάτα αισιοδοξία και εθνική υπερηφάνεια λόγια συνέπεσαν με το κραχ του Χρηματιστηρίου το οποίο μέχρι το 2001 είχε εξαϋλώσει  την περιουσία εκατομμυρίων Ελλήνων.
Προκειμένου να αποφευχθεί μία μεγάλη ύφεση η οποία, μεταξύ άλλων, θα αναδείκνυε την ανετοιμότητα της ελληνικής οικονομίας να εγκαταλείψει το εθνικό της νόμισμα, η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε να υποκαταστήσει το ελληνικό χρηματιστήριο ως ένα από τους βασικούς μοχλούς ανάπτυξης της οικονομίας μέσω της ενίσχυσης της εσωτερικής κατανάλωσης.
Στα πλαίσα αυτής της πολιτικής αύξησε την πίστωση στις ελληνικές επιχειρήσεις κατά 20% και στα ελληνικά νοικοκυριά κατά 35% και χαλάρωσε τις νομισματικές συνθήκες κατά 5% μέσα σε λίγους μήνες, κάνοντας την πρόσβαση των Ελλήνων σε δανεικά κεφάλαια και ρευστότητα ευκολότερη απ' ότι σε οποιαδήποτε στιγμή από το Β Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σε έκθεση του για την ελληνική οικονομία το 2001 ο ΟΟΣΑ ανέφερε χαρακτηριστικά: “Η εσωτερική ζήτηση αποτέλεσε την κύρια μηχανή της δραστηριότητας, λαμβάνοντας ώθηση από τα χαμηλά ονομαστικά και πραγματικά επιτόκια, την ισχυρή καταναλωτική εμπιστοσύνη, τη μεγάλη ροή κεφαλαίων από το Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και τις προετοιμασίες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες...  η είσοδος της Ελλάδας στο ευρώ άνοιξε το δρόμο για την αναβάθμιση του αξιόχρεου της σε Α από Α- στα τέλη του 2000... τα επιτόκια τριμήνου μειώθηκαν κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες από τα τέλη του 1999...  το εταιρικό χρέος αυξήθηκε ταχύτατα από το 15% του ΑΕΠ το 1999 σε 40% σήμερα... σε συνδυασμό με την αδυναμία του ευρώ έναντι του δολαρίου οι νομισματικές συνθήκες έχουν χαλαρώσει ουσιαστικά από τα τέλη του 1999 στηρίζοντας την οικονομική δραστηριότητα σε όλο το 2001”.
Προκειμένου όμως αυτό το μοντέλο να μην οδηγήσει την οικονομία στην πτώχευση, η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί από το 2001 στην υλοποίηση μίας σφιχτής δημοσιονομικής πολιτικής η οποία θα έπρεπε να παράγει 'πλεονάσματα πάνω από το 6% του ΑΕΠ... για να φέρει το δημόσιο χρέος κάτω από το 60% του ΑΕΠ μέχρι το 2010” όπως αναφέρεται σε έκθεση του ΔΝΤ, όπου σημειώνεται η υπόσχεση της ελληνικής κυβέρνησης και για μία ριζική μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος το 2002, η οποία δεν έγινε ποτέ.
Το 2004, το υπέρογκο κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων έφερε την ελληνική οικονομία στα γόνατα ενώ στα επόμενα χρόνια η νέα ελληνική κυβέρνηση απομακρύνθηκε εντελώς από τη ρυθμιστική ατζέντα με την οποία και είχε εκλεγεί και αρκέστηκε στη διαχείριση του οικονομικού μοντέλου που κληρονόμησε απ' την προηγούμενη.
Το αποτέλεσμα ήταν στο τέλος του 2007 η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας να είναι  η χειρότερη μεταξύ όλων των αναπτυγμένων οικονομιών του κόσμου. Την ίδια χρονιά σε έκθεση του ο OECD έκανε λόγο για μία χαμένη δεκαετία για το συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό σύστημα τονίζοντας την επιτακτική ανάγκη για μεταρρυθμίσεις προκειμένου τα ταμεία να μπορούν να αντεπεξέλθουν στις μελλοντικές τους υποχρεώσεις.
Έτσι , η είσοδος της Ελλάδας στο ευρώ και η παραμονή της σε αυτό στηρίχτηκε σε μία πολιτική προώθησης της πίστωσης με τις κυβερνήσεις να προβάλλουν μία ειδυλλιακή εικόνα της οικονομίας και τις τράπεζες να απολαμβάνουν ασύλληπτα κέρδη προωθώντας και πουλώντας κάθε μορφής δάνεια στους πολίτες στα πλαίσια του κυβερνητικού σχεδιασμού.
Το κακόφημο, σήμερα, αλλά δημοφιλές το 2008-2009, ‘λεφτά υπάρχουν’,  του Γιώργου Παπανδρέου εξαπάτησε τους πολίτες  κρύβοντας τους το μέγεθος της επικείμενης απειλής και  καθησυχάζοντας τους  αντ’ αυτού,  εμποδίζοντας τους , έτσι, να αντιληφθούν την οικονομική πραγματικότητα και να προστατευθούν προσαρμόζοντας τις καταναλωτικές τους συνθήκες και αλλάζοντας τον οικογενειακό τους προγραμματισμό ως προς την έκθεση τους σε δανεισμό και επιχειρηματικό ρίσκο.
Χιλιάδες άνθρωποι συνέχισαν να λαμβάνουν καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια αγνοώντας ότι σύντομα το κράτος θα τιναζόταν στον αέρα και θα ήταν αδύνατο να εκπληρώσουν της υποχρεώσεις τους και το 2009 τα συνολικά δάνεια των τραπεζών προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις σκαρφάλωσαν στο ιστορικό ρεκόρ των 250 δις ευρώ.
Όμως ακόμη και στο ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης η κυβέρνηση Παπανδρέου υποσχέθηκε μόλις δύο χρόνια λιτότητας και αποκατάσταση της ομαλότητας  από το 2012 διαβεβαιώνοντας το λαό ότι δεν υπήρχε περίπτωση αναδιάρθρωσης χρέους , θέση την οποία στήριξε με όλες του τις δυνάμεις και ο τότε πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Αντώνης Σαμαράς.
Βαδίζοντας στα ίδια χνάρια ως πρωθυπουργός, πλέον, ο κ. Σαμαράς προέβλεψε επιστροφή στην ανάπτυξη και βελτίωση της οικονομικής κατάστασης μέσα στο 2013 κάτι που διαψεύστηκε με δραματικό τρόπο  με την Ελλάδα να καταγράφει στην εξαετία 2009-2014 τη μεγαλύτερη ύφεση διεθνώς στα τελευταία 80 και πλέον χρόνια.
Το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να φτάσουν σήμερα στα 87 δις ευρώ και στο 40% του συνόλου των δανείων από 12,5 δις ευρώ και 5% του συνόλου των δανείων το 2009.
Σήμερα, πια, που η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο και ήρθε η ώρα της παραδοχής πως ένα μεγάλο ποσοστό των ελληνικών επιχειρήσεων και νοικοκυριών, απλά. δε μπορούν να πληρώσουν τις οφειλές τους, αντί η κυβέρνηση να πράξει το σωστό και να χρησιμοποιήσει τα 11,5 δις ευρώ που έχουν απομείνει στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ως βάση για την έναρξη ενός ρεαλιστικού και ουσιαστικού σχεδίου αναδιάρθρωσης του ιδιωτικού χρέους και του τραπεζικού κλάδου, προσπαθεί να τα εξασφαλίσει για την ίδια ώστε να εξαγοράσει μία ψεύτικη έξοδο της από το Μνημόνιο, χρεώνοντας το λογαριασμό στους πολίτες.
Και αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας (μαζί με το δημόσιο χρέος) με μία τροπολογία την οποία καταθέτει σε  σε άσχετο νομοσχέδιο άλλου υπουργείου και με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, απαγορεύοντας έτσι να κληθούν οι κοινωνικοί φορείς για να τοποθετηθούν. Καταργώντας εν μία νυκτί το νόμο  Κατσέλη, παρέχοντας ασύλληπτες και προφανώς παράνομες υπερεξουσίες στις τράπεζες οι οποίες  αποκτούν τη δύναμη να  αποφασίζουν, μόνες, ποιες επιχειρήσεις είναι βιώσιμες και  ποιες όχι και  να μπορούν  με  αυθαίρετες, δικές τους, προϋποθέσεις  να οδηγούν όσες επιχειρήσεις κρίνουν σε ειδική εκκαθάριση, σε πώληση μέρους ή του συνόλου της επιχείρησης, σε μετοχοποίηση χρεών κλπ υφαρπάζοντας με το έτσι θέλω περιουσίες συμπολιτών μας.
Παράλληλα σε μία πρωτοφανή κίνηση καθιστά τις διασωθέίσες με τα χρήματα των πολιτών τράπεζες, κράτος εν κράτη, εκχωρώντας τους το δικαίωμα να επιλέγουν ποια χρέη προς την κεντρική διοίκηση και τα ασφαλιστικά ταμεία θα κουρεύονται και ποια όχι αναγκάζοντας τους πολίτες να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους απέναντι στις τράπεζες προκειμένου να εκμεταλλευτούν τον πρόσφατο νόμο για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στο δημόσιο.
Πρόκειται για μία επαίσχυντη τροπολογία η οποία μετατρέπει τους  επί σειρά ετών και κατά συρροή εξαπατημένους από το κράτος και τις τράπεζες πολίτες σε βορά των τραπεζών. Μία τροπολογία που δε θα λύσει αλλά θα επιδεινώσει δραματικά το πρόβλημα των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων και που θα επιστρέψει να στοιχειώσει την ελληνική οικονομία και το σύνολο των Ελλήνων στα επόμενα χρόνια.
Ο Πάνος Παναγιώτου είναι χρηματιστηριακός αναλυτής και Διευθυντής της Ελληνικής Κοινότητας Τεχνικής Ανάλυσης (www.ekta.gr)
ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΑΠΟ TVXS

Δεν υπάρχουν σχόλια: