Από τη σκοπιά της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ μας αφήνει παγερά αδιάφορους










Του Πάσχου Λαζαρίδη.
Μπορεί η Αριστερά να υπάρχει, εφαρμόζοντας, έστω και εκβιαζόμενη, τον νεοφιλελευθερισμό; Το ερώτημα αυτό είναι καθοριστικό. Και η απάντηση δε χωρά ναι μεν αλλά. Κατηγορηματικά και απερίφραστα η Αριστερά δεν εφαρμόζει μνημόνια, δεν εφαρμόζει νεοφιλελεύθερες πολιτικές, δεν κάνει ιδιωτικοποιήσεις, δε μειώνει μισθούς και συντάξεις, δεν αφαιρεί την εθνική και λαϊκή κυριαρχία. Παραφράζοντας τη διατύπωση του Άγγελου Ελεφάντη για το ΠΑΣΟΚ και το σοσιαλισμό, είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορά την Αριστερά. Πρόκειται για ένα άλλο, ανταγωνιστικό στην Αριστερά πολιτικό σχέδιο.
Η πραγματικότητα εννοιών έχει τόσο πολύ και τόσο βάναυσα κακοποιηθεί που καταλήξαμε να συζητάμε αν ο ήλιος βγαίνει όντως από την Ανατολή, αν υπάρχουν ανταγωνιστικά ταξικά συμφέροντα, αν η αριστερή πολιτική μπορεί να είναι αντιλαϊκή και αν ο νεοφιλελευθερισμός μπορεί να έχει αριστερό πρόσημο. Η τρομακτική σύγχυση είναι σημείο των καιρών. Ωστόσο και επειδή χρειάζεται να βάλουμε την πραγματικότητα με τα πόδια κάτω και το κεφάλι πάνω, πρέπει με θάρρος και αποφασιστικότητα να διατρανώσουμε ότι το κυβερνών κόμμα έχει τόση σχέση με την Αριστερά, όση έχει ο φάντης με το ρετσινόλαδο. Όπως ένα αστικό κόμμα, νεοφιλελεύθερο και αντιλαϊκό, δεν έχει σχέση με την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, έτσι και ένα αριστερό κόμμα δεν έχει σχέση με την εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού, και μάλιστα στην πιο ακραία εκδοχή του που είναι το μνημόνιο.
Πρόσφατες λαθροχειρίες επιχειρούν να νομιμοποιήσουν το μνημόνιο, αποκαθαίρωντάς το από το πολιτικό του πρόσημο. Ακόμη και αν δεχτούμε αυτή τη λαθροχειρία, ακόμη και αν εξαφανίσουμε το πολιτικό πρόσημο, το μνημόνιο γενικά, και το μνημόνιο Τσίπρα ιδιαίτερα, δεν παύει να έχει σαφές ταξικό και κοινωνικό πρόσημο. Τα μέτρα που περιλαμβάνει εντάσσονται στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο του σοκ και δέους μιας δίχως όριο συμπίεσης των λαϊκών στρωμάτων. Ταυτόχρονα, ακόμη κι εκείνα τα επιφανειακά μέτρα εναντίον των υψηλών εισοδημάτων που στην αρχή πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ, στην πορεία η τρόικα τα απέρριψε κατηγορηματικά.
Το μνημόνιο δηλαδή και οι πολιτικές που περιλαμβάνει, δεν είναι δεξιά πολιτική επειδή έτσι το βαφτίσαμε. Είναι δεξιά πολιτική επειδή στρέφεται ευθέως εναντίον των λαϊκών συμφερόντων. Και όσες παραδοξολογίες κι αν επιστρατευτούν, το γεγονός αυτό δεν αλλάζει. Η Αριστερά και η Δεξιά ορίζονται ιστορικά, διεκδικώντας τη μία ή την άλλη κληρονομιά, αλλά πρώτα και κύρια ορίζονται πολιτικά στον άξονα της τρέχουσας κοινωνικής αντίθεσης. Στην Ελλάδα των τελευταίων πέντε ετών, είναι προφανές ότι το μνημόνιο δεν είναι μια δευτερεύουσα πολιτική. Δεν είναι καν πρωτεύουσα. Είναι η αποκλειστική κατεύθυνση των δανειστών και της άρχουσας τάξης, που δεν αφήνει μάλιστα το παραμικρό περιθώριο άλλων ελιγμών.
Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουμε την επανάληψη του φαινομένου ΠΑΣΟΚ, που σιγά σιγά και μετά από μακρά περίοδο, άσκησε δεξιά πολιτική, αφού είχε αρχικά παραχωρήσει δικαιώματα στις εργαζόμενες τάξεις και τα λαϊκά στρώματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, κεραυνοβόλα για τους περισσότερους, πέρασε στην αντίπερα όχθη, υιοθέτησε την αντίπαλη επιχειρηματολογία, βάλθηκε να μας πείσει ότι πέρα από τη Δεξιά και την Αριστερά υπάρχει και η αριστερή δεξιά.
Ποια είναι λοιπόν η διάτρητη γραμμή άμυνας όσων επιμένουν ότι μπορεί μια Αριστερά να εφαρμόζει μνημόνια;
"Μας εκβιάσανε και εφαρμόζουμε μια πολιτική με την οποία δε συμφωνούμε", λένε οι υπερασπιστές του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως η πολιτική χαρακτηρίζεται από την ουσία της, τον κορμό της, το ταξικό της πρόσημο. Όχι από τις συνθήκες υπό τις οποίες την δικαιολογούμε. Άλλωστε η ιδέα του εκβιασμού ή του μονόδρομου, ή ακόμη και της καταστροφής αν τυχόν βγούμε από τα μνημόνια, δεν εφευρέθηκε από τον Τσίπρα. Με "πόνο ψυχής" όλοι οι προηγούμενοι πρωθυπουργοί και υπουργοί ψήφιζαν και εφάρμοζαν μνημόνια.
Η θεωρία ότι εφαρμόζουμε κάτι άδικο με το οποίο διαφωνούμε, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά, έχει μεγάλη και αμαρτωλή ιστορία. Η επίκληση ειδικών συνθηκών, ιδιαίτερων καταστάσεων, που επιβάλουν τάχα έκτακτες (αλλά στην ουσία μόνιμες) συνθήκες δεξιάς πολιτικής, βρήκε πολυετή εφαρμογή στη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία. Με πόνο ψυχής οι σοσιαλδημοκράτες της Ευρώπης υιοθέτησαν όλο το νεοφιλελεύθερο πλαίσιο γιατί "δεν υπήρχε άλλος δρόμος". Η κατάληξη ήταν να εφαρμόζουν το νεοφιλελευθερισμό στην πράξη ενώ στα λόγια αυτοπροσδιορίζονταν ως αριστεροί. Σε αυτή την υποκρισία, η Αριστερά στάθηκε αποφασιστικά απέναντι.
Η δεύτερη γραμμή άμυνας των υπερασπιστών του ΣΥΡΙΖΑ είναι οι κοινωνικές του αναφορές. Το γεγονός δηλαδή ότι αντλεί δυνάμεις κυρίως από τα λαϊκά στρώματα σε αντίθεση με το βασικό του αντίπαλο, τη ΝΔ. Αυτό το γεγονός, συνοδεύεται επιπλέον από ρητές διαβεβαιώσεις ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παλεύει για τα δικαιώματα των υποτελών τάξεων. Μπορεί όμως η κοινωνική σύνθεση των ψηφοφόρων ενός κόμματος να χαρακτηρίσει το κόμμα; Και επιπλέον: μπορεί ένα κόμμα να μη χαρακτηρίζεται από αυτό που είναι και από αυτό που κάνει, αλλά να αυτοπροσδιορίζεται από αυτό που ισχυρίζεται ότι είναι;
Οι κλασικοί μας έχουν προειδοποιήσει ότι υπάρχει διάκριση ανάμεσα στο πραγματικό και στο ιδεολογικό στοιχείο των σχέσεων εκπροσώπησης. Ενώ δηλαδή ισχύει ότι μια τάξη μπορεί να αναγνωρίζει τον εαυτό της σε ένα κόμμα, υπό την έννοια ότι αυτό το κόμμα εκπροσωπεί τα συμφέροντά της, ισχύει επίσης ότι μία τάξη ή μερίδα τάξεων μπορεί να αναγνωρίζεται σε ένα κόμμα αλλά αυτό το κόμμα να εκπροσωπεί στην πραγματικότητα άλλα ταξικά συμφέροντα. Ο Πουλαντζάς είναι σαφέστατος για αυτές τις στρεβλές σχέσεις εκπροσώπησης, ανεξάρτητα από το ότι οι φερόμενοι ως επίγονοι τον έχουν κατακρεουργήσει. Σε μια χώρα που επί μακρόν τα λαϊκά και φτωχά στρώματα ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ, είναι κουτοπονηριά η επίκληση του ταξικού χαρακτήρα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ για να χαρακτηριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ αριστερό κόμμα.
Είναι επίσης προφανές ότι η ιστορία και η προέλευση δεν περιφρουρούν τον αριστερό χαρακτήρα ενός κόμματος. Η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία, κάποτε, ήταν Αριστερά. Έπαψε να είναι, όταν σταμάτησε να υπερασπίζεται τα λαϊκά στρώματα, ενσωματώθηκε στην αστική στρατηγική, άσκησε ιμπεριαλιστικές, αντιδραστικές πολιτικές, υπηρέτησε το νεοφιλελευθερισμό. Σε αυτή την περίπτωση είναι μονόδρομος ο άμεσος και κάθετος διαχωρισμός. Από μια Αριστερά που περνά στο αντίπαλο στρατόπεδο, δεν έχει κανείς τίποτα θετικό να αναμένει. Όσο πιο νωρίς το χωνέψουμε, τόσο καλύτερα θα είναι για όλους. Οι πολυετείς αυταπάτες για το χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ για τον δήθεν "ρεφορμισμό" του και για το αν παλεύονται τα πράγματα στο εσωτερικό του, μπορούν να είναι χρήσιμος οδηγός για τον καθένα.
Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στον καπιταλιστικό μονόδρομο, απέναντι στην ελληνική εκδοχή του πιο άγριου νεοφιλελευθερισμού (μνημόνιο), απέναντι στην κατάλυση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, απέναντι στην τρομακτική συμπίεση των εργαζόμενων τάξεων, απέναντι στον εξευτελισμό της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν αφήνει περιθώρια "επανάκαμψης" ή "επαναφοράς". Καλό το παραμύθι, αλλά (παραφράζοντας αυτή τη φορά τον Τσίπρα) δεν έχει ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Η εναπομείνασα Αριστερά δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον εναπομείναντα ΣΥΡΙΖΑ. Οφείλει να παλέψει για κάθε εργαζόμενο, για κάθε λαϊκό άνθρωπο, για κάθε αγωνιστή που αφελώς αναμένει ανακούφιση από τη νεομνημονιακή κυβέρνηση Τσίπρα. Οφείλει να αποδομήσει συστηματικά, λογικά και επίμονα κάθε αυταπάτη. Όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: