Βιώνουμε αναμφίβολα μία κατ’ επίφαση Δημοκρατία, αφού οι αποφάσεις λαμβάνονται πλέον ερήμην μας – ενώ χρησιμοποιούμαστε για να πληρώνουμε συνεχώς νέους φόρους, για τους οποίους εισπράττουμε όλο και λιγότερα ανταλλάγματα.
.
«Οι Έλληνες, παρά το ότι φαίνεται πια πως όποιο κόμμα και αν επιλέξουν, δεν θα αποφύγουν τα μνημόνια, τη λεηλασία, και τη σκλαβιά τους, έχουν χειραγωγούμενοι την ψευδαίσθηση ότι, μπορούν δημοκρατικά να ανακτήσουν την εθνική τους κυριαρχία και να μην αφελληνισθούν«
.
Άρθρο
Οι δυτικές κοινωνίες του 18ου και του 19ου αιώνα ήταν αντιμέτωπες τόσο με λογικές, όσο και με παράλογες εξουσίες, οι οποίες είχαν όμως ένα κοινό γνώρισμα: επρόκειτο για ανοιχτές, εμφανείς εξουσίες, όπου όλοι γνώριζαν ποιος διατάζει και ποιος απαγορεύει – ο πατέρας, ό δάσκαλος, το αφεντικό, ο βασιλιάς, ο αξιωματικός, ο Θεός, ο νόμος, η ηθική συνείδηση κοκ.
Οι επιταγές ή οι απαγορεύσεις αυτές μπορεί να ήταν λογικές ή όχι, αυστηρές ή «χλιαρές» – ενώ είχε τη δυνατότητα κανείς να υπακούσει ή να μην υπακούσει. Εν τούτοις, γνώριζαν όλοι ότι υπάρχει μία εξουσία, ποια είναι αυτή η εξουσία, τι επιθυμεί, καθώς επίσης τι αποτελέσματα θα είχε η συμμόρφωση με τις εντολές της ή η ανυπακοή.
Σε αντίθεση με τότε, η σημερινή εξουσία είναι μία ανώνυμη, αδιαφανής εξουσία, όλο και πιο αόρατη, όλο και πιο απομακρυσμένη από το άτομο. Κατά παράδοξο δε τρόπο, όλοι συμμορφώνονται με τις επιταγές της – όπως θα έκαναν οι άνθρωποι, σε μία πολύ έντονα απολυταρχική κοινωνία.
Στην πραγματικότητα τώρα, κανένας δεν αποτελεί την εξουσία – αφού η εξουσία είναι «συνώνυμη» πλέον με τις οικονομικές ανάγκες, με το κέρδος, με τις αγορές, με τους δανειστές, με την χειραγωγημένη κοινή γνώμη, καθώς επίσης με όλα όσα πράττει κανείς, σκέφτεται και αισθάνεται. Οι νόμοι δε αυτής της ανώνυμης εξουσίας είναι το ίδιο αόρατοι, όπως και οι νόμοι της αγοράς – παράλληλα, ακριβώς το ίδιο απρόσβλητοι.
Ποιος μπορεί λοιπόν να προσβάλλει το αόρατο; Ποιος μπορεί να εξεγερθεί κατά του κανενός; Ποιος είναι ο αληθινός εχθρός, για να αντιδράσει συλλογικά και να προστατεύσει τα δικαιώματα του ο λαός;
Κατ’ επέκταση, η αδυναμία που νοιώθουν οι σημερινοί Πολίτες των περισσοτέρων δυτικών κρατών, σε σχέση με το πώς θα μπορούσαν να αντιδράσουν σε αυτά που τους επιβάλλονται παρά τη θέληση τους, από κάποια αόρατη εξουσία, η οποία λειτουργεί όλο και πιο μακριά από τους ίδιους, «φορτώνοντας» τους με τις δικές της «αμαρτίες», δεν είναι σε καμία περίπτωση ακατανόητη.
Στο παράδειγμα της Ελλάδας, παρά το ότι τα νοικοκυριά λεηλατούνται, η δημόσια περιουσία εκποιείται, μεγάλα μέρη του πληθυσμού εξαθλιώνονται και το κοινωνικό κράτος καταρρέει, χωρίς να μειώνεται το δημόσιο χρέος ή να φαίνονται στον ορίζοντα κάποιες ελπιδοφόρες προοπτικές για το μέλλον, ακόμη και οι αρχικές αντιδράσεις αποτελούν προ πολλού παρελθόν – γεγονός που τεκμηριώνει την ανικανότητα της κοινωνίας να λειτουργήσει πλέον ορθολογικά, μη έχοντας τη δυνατότητα να συγκεκριμενοποιήσει τον «εχθρό».
Την ίδια στιγμή, το βασικότερο όπλο εξουδετέρωσης της υγιούς λαϊκής αντίδρασης δεν είναι άλλο από το ότι, «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» – ενώ οι Πολίτες δεν είναι καν σε θέση να καταλάβουν πώς είναι αδύνατον το ίδιο το πρόβλημα να αποτελεί τη λύση: ότι δηλαδή, αυτό που τους παρουσιάζεται ως λύση, είναι το πρόβλημα.
Η πολιτική σταθερότητα
Ένα δεύτερο όπλο εξουδετέρωσης της υγιούς αντίδρασης είναι η «πολιτική σταθερότητα» – στο βωμό της οποίας πρέπει να θυσιάζει κανείς την ελευθερία, τη Δημοκρατία, ακόμη και τα ίδια του τα όνειρα. Οποιοδήποτε κυβερνών κόμμα κάνει σωστά χρήση του όρου «πολιτική σταθερότητα», χτίσει πάνω σε αυτόν και επιμείνει, ισχυριζόμενο με θράσος πως είναι το μοναδικό που μπορεί να την εξασφαλίσει στη χώρα του, έχει σίγουρη την επανεκλογή του – ανεξάρτητα από όποια σκάνδαλα, ατασθαλίες ή απάτες δουν το φως της δημοσιότητας εναντίον του.
Το γεγονός αυτό αποδείχθηκε στη γειτονική Τουρκία, όπου ο πρωθυπουργός της κέρδισε τις εκλογές, παρά τα τεράστια σκάνδαλα διαπλοκής και διαφθοράς, στα οποία αποδεδειγμένα συμμετείχε, τις απολυταρχικές του θηριωδίες, την επαναφορά του μεσαίωνα στην κοινωνική ζωή της χώρας του κοκ. – απλά και μόνο υποσχόμενος «πολιτική σταθερότητα» στους υπηκόους του.
Επειδή δε οι αγορές επιβραβεύουν την πολιτική σταθερότητα, χρεώνοντας τότε φθηνότερα τις «υπηρεσίες» τους, το «χαρτί της οικονομίας» είναι αυτό που συνήθως εξασφαλίζει την εκάστοτε εκλογική νίκη – αρκεί η υφιστάμενη κυβέρνηση να το χρησιμοποιήσει σωστά και την κατάλληλη χρονική στιγμή. Το ότι η μεγαλύτερη δυνατή «πολιτική σταθερότητα» εξασφαλίζεται από τα δικτατορικά καθεστώτα, δεν φαίνεται να ενοχλεί ή να προβληματίζει κανέναν – αφού όλοι είναι πρόθυμοι να ανταλλάξουν την ελευθερία με την ασφάλεια τους.
Ο κομφορμισμός
Συνεχίζοντας, ο μηχανισμός με τον οποίο ασκείται η ανώνυμη εξουσία, είναι ο κομφορμισμός – η προσαρμογή δηλαδή ενός ατόμου στις απαιτήσεις και στους τύπους συμπεριφοράς της ομάδας, στην οποία ανήκει.
Αναλυτικότερα, ο άνθρωπος έχει πεισθεί πως οφείλει να κάνει ότι κάνει ο καθένας, να συμμορφώνεται με το σύνολο, να μην είναι διαφορετικός και να μην ξεχωρίζει. Επομένως, πρέπει να είναι πρόθυμος και να επιθυμεί να αλλάξει, ανάλογα με τις αλλαγές που επιβάλλονται – ενώ δεν πρέπει να αναρωτιέται κατά πόσο έχει δίκιο ή άδικο, αλλά κατά πόσο είναι προσαρμοσμένος με το σύνολο και δεν είναι ιδιόρρυθμος, διαφορετικός. Το μόνο πράγμα που παραμένει μόνιμα μέσα του, είναι η προθυμία αλλαγής και η «ηθική της αγέλης».
Σε τελική ανάλυση λοιπόν, το άτομο λειτουργεί με τον εξής λογικό παραλογισμό: “Κανένας δεν έχει εξουσία επάνω μου, εκτός από την αγέλη, από το κοπάδι καλύτερα του οποίου αποτελώ μέλος – αλλά και στο οποίο είμαι απόλυτα υποταγμένος”.
Η συγκεκριμένη «λογική» δεν αφορά μόνο τους κυβερνωμένους, αλλά και τους κυβερνώντες – οι οποίοι επίσης υποτάσσονται στο κοπάδι των μελών των κομμάτων τους, των εκλογέων, των αγορών κοκ.,«αγόμενοι και φερόμενοι» από μία αόρατη εξουσία, χωρίς καμία αμιγώς δική τους πρωτοβουλία.
Στα πλαίσια αυτά, ο λαός αδυνατεί να διαμαρτυρηθεί και να εξεγερθεί δυναμικά, ατομικά ή συλλογικά, αφού δεν μπορεί να «ταυτοποιήσει» την εξουσία – οπότε χάνει τη συνείδηση του εαυτού του, αποδέχεται την αγελαία συμπεριφορά και παύει να εξελίσσεται ψυχικά ή διανοητικά.
Εδώ οφείλεται, σε κάποιο βαθμό βέβαια, η ανευθυνότητα και ο «παιδισμός» της πλειοψηφίας των σύγχρονων ανθρώπων – οι οποίοι είναι πλέον άβουλα «υποζύγια» των αγορών. Επίσης, η κοινωνική απομόνωση, η αποχαύνωση και η αδιαφορία για τα κοινά, όπως επίσης το συνεχώς χαμηλότερο επίπεδο των βουλευτών σε όλες τις δυτικές χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωκοινοβουλίου – αφού κανένας υγιώς σκεπτόμενος άνθρωπος δεν θα αποδεχόταν να μετατραπεί σε «ετερόφωτο πιόνι», πόσο μάλλον να ευθύνεται για μία εξουσία που δεν ασκεί.
Στο παράδειγμα τώρα της Ελλάδας, όπου επικρατεί «η σιωπή των αμνών» και οι Πολίτες δεν εξεγείρονται κατά της κυβέρνησης τους (παρά το ότι υπεξαίρεσε την ψήφο τους επανειλημμένα, με προεκλογικές υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν ποτέ, ενώ δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες τους, τους επιβάλλει δυσβάστακτα μέτρα, δεν τολμάει να αντισταθεί στους εισβολείς κοκ.), η αιτία είναι επίσης το ότι, η πραγματική εξουσία είναι αόρατη – αφού όποιο άλλο κόμμα κυβερνήσει, οι Πολίτες είναι πεπεισμένοι πως δεν πρόκειται να υπάρξει καμία ουσιαστική αλλαγή.
Ακόμη δε και αυτοί που αναζητούν απεγνωσμένα έναν νέο «επαναστάτη» ηγέτη, έχουμε την εντύπωση ότι, δεν πιστεύουν πως μπορεί να υπάρξουν πραγματικές αλλαγές – επομένως, ότι δεν είναι καθόλου πρόθυμοι να τον συνοδεύσουν στην «επικίνδυνη διαδρομή», την οποία υποχρεωτικά θα έπρεπε ο νέος ηγέτης να ακολουθήσει.
Αυτό που μάλλον επιζητούν είναι να φορτώσουν τις ευθύνες της δικής τους ήττας σε κάποιον άλλο – τον οποίο αργότερα, αφού θα αποτύχει εκ των πραγμάτων μη έχοντας την απαιτούμενη δική τους συνδρομή, θα τον οδηγήσουν πιθανότατα στο ικρίωμα (όπως ήδη διαπιστώνεται σήμερα).
Ολοκληρώνοντας, οφείλουμε ίσως να συμπληρώσουμε ότι, βιώνουμε αναμφίβολα μία «κατ’ επίφαση» δημοκρατία – αφού οι αποφάσεις λαμβάνονται πλέον ερήμην μας, ενώ χρησιμοποιούμαστε για να πληρώνουμε συνεχώς νέους φόρους, για τους οποίους εισπράττουμε όλο και λιγότερα ανταλλάγματα (κοινωνικές παροχές). Πρόκειται ουσιαστικά για μία «οικονομική δικτατορία» με δημοκρατικό πέπλο, την οποία αποδεχόμαστε αδιαμαρτύρητα – θεωρώντας ότι δεν έχουμε άλλη επιλογή.
Για παράδειγμα, όπως ο σημερινός οικονομικός πόλεμος δεν σκοτώνει με σφαίρες τους ανθρώπους, αλλά τους οδηγεί στην ανεργία, στη φτώχεια, στην εξαθλίωση, στο «λιμό» και στην αυτοκτονία, έτσι και η οικονομική δικτατορία δεν χρησιμοποιεί τα συμβατικά βασανιστήρια, για να επιβάλλει τους κανόνες της – αλλά την τρομοκρατία των ΜΜΕ, την παραδειγματική τιμωρία, τη σταύρωση δηλαδή σε κοινή θέα, το δημόσιο εξευτελισμό κοκ.
Επίλογος
Όλα τα παραπάνω, αποτελούν ίσως το μεγαλύτερο μειονέκτημα της Ευρωζώνης – πόσο μάλλον της Ευρώπης, εάν ενωθεί πολιτικά. Στην περίπτωση αυτή, ακόμη και η τυπική εξουσία θα ήταν πιο μακριά από τους ανθρώπους – με ακόμη πιο οδυνηρά επακόλουθα για την εξέλιξη τους, για την ελευθερία και βέβαια για τη Δημοκρατία, έτσι όπως αυτά διαπιστώνονται στις Η.Π.Α.
Πολύ περισσότερο επειδή γνωρίζουμε επί πλέον ότι, όσο πιο μακριά είναι το υποκείμενο από το αντικείμενο, τόσο λιγότερο ηθικές είναι οι πράξεις του. Για παράδειγμα, αδιαφορούμε για τις άθλιες εργασιακές συνθήκες στην Ασία, με βάση τις οποίες αγοράζουμε πάμφθηνα τα ρούχα μας – αφού δεν ερχόμαστε σε καμία επαφή με τους ανθρώπους εκεί.
Επομένως οι πολιτικοί κίνδυνοι, στην περίπτωση που ολόκληρη η Ευρώπη θα κυβερνιόταν από τις Βρυξέλες, θα ήταν εξαιρετικά μεγάλοι – ενώ οι πράξεις των «ιθυνόντων» πολύ λιγότερο ηθικές. Παράλληλα, η διάχυση της εξουσίας τόσο στα εθνικά, όσο και στα υπερεθνικά κοινοβούλια, θα μείωνε κατά πολύ την όποια υπευθυνότητα τους – κάτι που ήδη διαπιστώνεται.
Αρκεί να σημειώσουμε ότι, οι εκτελέσεις ανθρώπων σε περιόδους πολέμων γίνονται πάντοτε από μία ομάδα στρατιωτών και ποτέ από έναν, έτσι ώστε να μην νοιώθει κανείς ότι έχει ο ίδιος την ευθύνη, για να κατανοήσουμε πόσο πιο εύκολη θα ήταν η «εκτέλεση» των λαών κατ’ εντολή ίσως των αγορών, από μία «συλλογική κυβέρνηση» – η οποία, εκτός των άλλων, θα ήταν σε απόσταση ασφαλείας.
Στα πλαίσια αυτά, εάν οι Πολίτες των επί μέρους κρατών δεν αποφασίσουν να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους, όχι για να την παραδώσουν σε μία άλλη ανώνυμη εξουσία ή σε κάποιον «προικισμένο» ηγέτη, αλλά για να τη διαχειριστούν μόνοι τους , τα όνειρά τους για ένα καλύτερο μέλλον τόσο των ίδιων, όσο και των παιδιών τους, θα παραμείνουν «όνειρα θερινής νυκτός» – όσο οδυνηρό και αν ακούγεται κάτι τέτοιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου