του Κώστα Παπουλή
Ακόμη και σήμερα, διάφοροι αρθρογράφοι της αριστεράς και της δεξιάς, προσπαθούν να αποσυνδέσουν την τραγική κατάσταση της χώρας από την βασική αιτία της καταστροφής της, την συμμετοχή της στην διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και ιδιαίτερα στον σκληρό της πυρήνα την ζώνη του ευρώ. Και στις δύο περιπτώσεις, δεν έχουμε παρά αριστερο(α)δέξιες προσπάθειες που δεν έχουν βάση την λογική, την οικονομική επιστήμη και την πραγματικότητα, παρά μόνο την ιδεοληψία.
Οι «δεξιοί», πιστεύουν ακράδαντα όπως οι ιαχωβάδες, στις δυνάμεις της αγοράς, στην απολυτή ελευθερία του εμπορίου και στην απουσία κρατικής παρέμβασης. Η συμμετοχή της χώρας στην Ε.Ε. και στο ευρώ εξασφαλίζει ακριβώς αυτή την απόλυτη κυριαρχία των δυνάμεων της αγοράς. Όμως, ως γνωστόν, σε μια τέτοια κατάσταση επιβιώνουν οι επιχειρήσεις που διαθέτουν απόλυτο πλεονέκτημα εις βάρος των πιο αδύναμων. Το ίδιο ισχύει και για ολόκληρες οικονομίες. Οι πιο αδύναμες αποδιαρθρώνονται περαιτέρω, ενώ αυτές της υψηλής παραγωγικότητας ενισχύονται. «Κάτι» που μεταφράζεται στον οικονομικό χώρο σε αποψίλωση της «περιφέρειας» και σε ενίσχυση του «κέντρου». Η πόλωση είναι ο κανόνας της απελευθέρωσης του εμπορίου, του κεφαλαίου και των υπηρεσιών. Η παγκοσμιοποίηση σήμερα, εκφράζει τους ισχυρούς παίκτες στον πλανήτη, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και τις πολυεθνικές. Η Ε.Ε. λοιπόν, αποτελεί τον χώρο της υπερπαγκοσμιοποίησης του πλανήτη αφού οι τέσσερις ελευθερίες της, καταργούν κάθε έννοια προστατευτισμού της οικονομίας. Το δε ευρώ, αναιρεί και την τελευταία δυνατότητα προστασίας μιας οικονομίας για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της, αφού καταργεί και την συναλλαγματική πολιτική. Τέλος, το ευρώ απαγορεύει οποιαδήποτε κρατική παρέμβαση, ή επεκτατική πολιτική στην οικονομία, αφού δεσμεύει και ελέγχει τόσο την δημοσιονομική όσο και την νομισματική πολιτική. Οι «λάτρεις» των δυνάμεων της αγοράς όμως δεν έχουν να επιδείξουν ούτε ένα παράδειγμα που μια χώρα ανήλθε στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, χωρίς προστατευτισμό.
Οι «αριστεροί» ζούν και αυτοί στην δικιά τους ιδεοληψία. «Φταίει» η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση. Τι και αν η Ελλάδα βρίσκεται στα τάρταρα, τι και αν, χώρες ισχυρές όπως η Ιταλία έχουν δεχτεί ισχυρό πλήγμα και αδυνατούν να παραμείνουν στο κοινό νόμισμα. Τι και αν ακόμη, και από τα ορθόδοξα οικονομικά (θεωρία των άριστων νομισματικών περιοχών) προκύπτει ως αιτία της κρίσης, το ευρώ.
Οι «αριστεροί» δεν θέλουν να παραδεχτούν την πραγματικότητα, γιατί τους χαλάει την «σοσιαλιστική» τους σούπα. Αν αιτία δεν είναι ο καπιταλισμός και η κρίση του σκέφτονται, τότε δεν προκύπτει η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού και της επανάστασης. Αν η Ελλάδα μπορεί να βγει από την κρίση μέσω της «αποπαγκοσμοιοποιησής» της, δηλαδή πρώτα με επιστροφή στην δραχμή και κατόπιν με αποδέσμευση από την Ε.Ε., τότε μπορεί να βγει από την κρίση, ίσως και χωρίς σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Τι και αν ενισχυθούν οι δυνάμεις της εργασίας και της δημοκρατίας, τι και αν αναπνεύσουν οι συνταξιούχοι, τι και αν σταματήσει η αιμορραγία της μετανάστευσης και η μαζική κατάθλιψη των ελλήνων. Τι και αν «σωθούμε» από τον εφιάλτη, τι και αν κατακτήσουμε την εθνική μας ανεξαρτησία, αφού υπάρχει περίπτωση, η έξοδος από την κρίση να μην συνδεθεί αυτόματα με τον σοσιαλισμό.
Δυστυχώς τέτοιους «αριστερούς» έχουμε πολλούς και για να πούμε την αλήθεια, φαίνεται να έχουν την ιδεολογική ηγεμονία στην οργανωμένη και αυτοχαρακτηριζόμενη κομμουνιστική, ή αντικαπιταλιστική αριστερά.
Σήμερα είτε μας αρέσει, είτε δεν μας αρέσει, δεν υπάρχει στην πολιτική σκηνή διαίρεση ανάμεσα σε δεξιά και αριστερά, αλλά ανάμεσα σε αυτούς που είναι με την συμμετοχή της χώρας στην ευρωζώνη και σε αυτούς που είναι με την δραχμή. Γιατί όπως έδειξε και η ζωή, καμία κυβέρνηση, είτε αριστερή είτε δεξιά, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά στο σύνολο της ζώνης του ευρώ δεν μπορεί να ακολουθήσει δικιά της και ανεξάρτητη πολιτική. Ιδιαίτερα στις χώρες της περιφέρειας, σε αυτές που είναι πολύ χαμηλής ανταγωνιστικότητας όπως η Ελλάδα, όλες οι κυβερνήσεις προσπαθούν να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, κτυπώντας τους μισθούς τα εργατικά δικαιώματα και το κοινωνικό κράτος. Για αυτό δεν έχει καμία μα καμία σημασία, αν έχουμε πρωθυπουργό τον Τσίπρα, η τον Κούλη. Έχουμε κυβερνήτη έναν και μοναδικό, το ευρώ με τους μηχανισμούς του.
Ο λαός πρέπει να αναλογιστεί ότι σήμερα το 2016, το κατακεφαλήν ΑΕΠ της χώρας είναι ακριβώς ίδιο σε σταθερές τιμές ευρώ με αυτό του 1981. Η χώρα ανάμεσα στο 1981 και στο 2001 έχασε 500.000 θέσεις εργασίας στην γεωργία και στην μεταποίηση. Το γεωργικό ισοζύγιο έγινε αρνητικό, ενώ η αποβιομηχάνιση είναι διαρκής. Όσο για την ανεργία, από 1,5% πριν την ένταξη ακόμη και τα χρόνια της πλαστής ευμάρειας ήταν κοντά στο 10%. Με την είσοδο στην ΕΟΚ η οικονομία άρχισε να αποδιαρθρώνεται και η χώρα πέρασε στην στασιμότητα τουλάχιστον για 15 χρόνια. Η μετέπειτα «ανάπτυξη» ήταν φούσκα, που στρέβλωσε περισσότερο την οικονομία και οφειλόταν στον εξωτερικό δανεισμό ιδιωτικό και δημόσιο.
Πρέπει πάντοτε να προσέχουμε και να κάνουμε την ιεράρχηση των δύο καταστροφικών και διαδοχικών φάσεων της ευρωπαϊκής ενοποίησης για την χώρα. Την είσοδο στην ΕΟΚ και την προσχώρηση στην συνθήκη του Μάαστριχτ και στην ΟΝΕ. Το σύνολό τους όμως, είναι 36 χαμένα χρόνια που κατέληξαν στον σύγχρονο εθνικό τιτανικό.
Αν η Ελλάδα τότε, είχε παραμείνει εκτός συνθήκης του Μάαστριχτ μέσα στην Ε.Ε., με εθνικό νόμισμα, θα βρισκόνταν σήμερα ναι μεν σε παρακμή και στασιμότητα, αλλά δεν θα χρεοκοπούσε δημοσιονομικά, δεν θα ήταν σήμερα μετααποικία του Βερολίνου και των Βρυξελών.
Αντίθετα με τις «θεωρίες» της δημόσιας «σπατάλης», η της παγκόσμιας κρίσης, όσο και της συνομωσίας (όπου η χώρα έπεσε θύμα ξένων κέντρων), οι αριθμοί αλλά και η οικονομική επιστήμη, αποδεικνύουν ως βασικό υπεύθυνο της χρεοκοπίας και της σημερινής δεινής κατάστασης, την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Για να είμαστε πιο σαφείς, η είσοδος στο ευρώ προϋπόθετε εξαρχής λιτότητα και όχι δημοσιονομικά ελλείμματα, κύρια ο εξωτερικός δανεισμός, ιδιωτικός και δημόσιος θα έπρεπε να περιοριστεί. Αλλά έτσι η κρίση και η λιτότητα θα έπληττε την χώρα πριν 15 χρόνια. Γιατί η παρούσα κρίση, ύφεση και λιτότητα, τα μνημόνια, δεν είναι τίποτε άλλο, από την βίαιη προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας στην ευρωζώνη που κάποτε έπρεπε να γίνει.
Αυτό που δεν λέγεται είναι ότι η χρεοκοπία δεν αφορά μόνο το μέγεθος του χρέους. Ο Σημίτης, βάζοντας την χώρα στην ΟΝΕ κατάφερε σε μια νύχτα να μετατρέψει όλο το χρέος της χώρας σε ένα οθνείο νόμισμα, το ευρώ. Ένα νόμισμα ξένο και ανεξέλεγκτο, άρα και το χρέος δεν μπορούσε να ελεγχθεί από τις ελληνικές οικονομικές αρχές.
Οι κύριες αιτίες, λοιπόν της δημοσιονομικής χρεοκοπίας είναι η αλλαγή της σύνθεσής του, από εσωτερικό σε εξωτερικό και ο μετασχηματισμός του από δραχμικό σε «ξένο» νόμισμα, το ευρώ, καθιστώντας το έτσι ανεξέλεγκτο. Ας δούμε συνοπτικά τρία σημεία.
Πρώτον, Το μέγεθος του χρέους: Αρχές του 2001, το δημόσιο χρέος ήταν 141 δις ευρώ, ενώ το ΑΕΠ 135 δις και κατά συνέπεια η σχέση χρέους/ΑΕΠ ήταν 104%. Τέλη του 2009 (πριν εφαρμοστεί το μνημόνιο), το δημόσιο χρέος προσέγγισε τα 300 δις και το ΑΕΠ ήταν 231 δις και άρα η σχέση χρέους/ΑΕΠ έφτασε στο 130%. Είναι αλήθεια ότι στην μέτρηση προστέθηκαν πολλά, που ναι μεν είναι στους ευρωπαϊκούς κανόνες, αλλά δεν εφαρμόζονται σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Αυτά τα χρόνια το ΑΕΠ αυξήθηκε ονομαστικά (λόγω πληθωρισμού) κατά 33%, ενώ πραγματικά κατά 29%, συνολικά 71%, μέση ετήσια αύξηση 6,2%. Το δε χρέος αυξήθηκε κατά 112%, μέση ετήσια αύξηση κατά 8,8%. Άρα τα «χρυσά» χρόνια του ευρώ, το χρέος μεγάλωσε σε σχέση με το ΑΕΠ, αλλά δεν είναι το μέγεθος η αιτία της χρεοκοπίας.
Δεύτερον, Η σύνθεση του χρέους: Το 1994 άρχισε η εφαρμογή της συνθήκης του Μάαστριχτ. Τέθηκε ο στόχος της εισόδου στην ΟΝΕ. Απελευθερώθηκε ο χρηματοπιστωτικός τομέας. Η είσοδος στην ΟΝΕ σύμφωνα με τα κριτήρια, περιελάμβανε και χαμηλό πληθωρισμό. Για να επιτευχθεί ο στόχος, ακολουθήθηκε η πολιτική της «σκληρής» δραχμής. Η δραχμή δηλαδή, ακολουθούσε μικρότερη ονομαστική υποτίμηση σε σχέση με τον πληθωρισμό της χώρας αφαιρούμενου και του πληθωρισμού των βασικότερων εμπορικών εταίρων. Έτσι μειωνόταν ο εισαγόμενος πληθωρισμός, αλλά γινόταν και πραγματική ανατίμηση της δραχμής, άρα τα εγχώρια προϊόντα γινόταν ακριβότερα, ενώ τα ξένα φτηνότερα. Με την είσοδο στο ευρώ, η κατάσταση συνεχίστηκε μια που ο ελληνικός πληθωρισμός ήταν ο υψηλότερος της ευρωζώνης, άρα το ελληνικό ευρώ έγινε το πιο ακριβό. Συγχρόνως το ευρώ ανατιμήθηκε σημαντικά έναντι του δολαρίου. Έτσι η χώρα βρέθηκε σε τραγική εμπορική θέση στις συναλλαγές της, τόσο με τις εντός όσο και με τις εκτός ευρώ χώρες. Από το 1994 άρχισαν λοιπόν να διογκώνονται τα εμπορικά-εξωτερικά ελλείμματα, εξ αιτίας της προσπάθειας για ένταξη στην ΟΝΕ, για να φτάσουν στα τραγικά επίπεδα του 2007-2008-2009. Όμως το εξωτερικό έλλειμμα συνεπάγεται εξωτερικό δανεισμό (ιδιωτικό ή δημόσιο) για να καλυφτεί. Καθώς η καθαρή εγχώρια αποταμίευση μηδενιζόταν, για να γίνει αρνητική -όλα τα χρόνια του ευρώ-, το δημόσιο δανειζόταν όλο και περισσότερο από το εξωτερικό. Το 1993, μόνο το 10% του δημοσίου χρέους ήταν στα χέρια ξένων δανειστών, το 2001 ήταν το 40%, ενώ το 2008 ήταν το 75%-80%. Πλέον οι τόκοι του δημοσίου χρέους κατευθύνονταν στο εξωτερικό, δημιουργώντας αιμορραγία της ελληνικής οικονομίας και νέες ανάγκες νέου και ξένου δανεισμού.
Τέλος μελέτες αποδεικνύουν, ότι το εμπορικό έλλειμμα στην Ελλάδα, ευθύνεται κυρίως για το δημοσιονομικό έλλειμμα. Η παραγωγική χρεοκοπία οδηγεί και στην δημοσιονομική χρεοκοπία. Όταν φτάνεις να έχεις ετήσιο εξωτερικό έλλειμμα της τάξης του 15% του ΑΕΠ, αργά ή γρήγορα θα χρεοκοπήσεις.
Τρίτον, χρέος σε «ξένο» νόμισμα: Παραμονές της ένταξης της χώρας στο ευρώ, το 80% του χρέους ήταν σε δραχμές, ενώ το υπόλοιπο σε άλλα νομίσματα. Με την ένταξη όλο το χρέος μετατράπηκε σε «ξένο» νόμισμα, παρά το ότι το ελληνικό κράτος θεωρούσε δικό του νόμισμα το ευρώ.
Ήδη με την συνθήκη του Μάαστριχτ, το ελληνικό κράτος απώλεσε το εκδοτικό του προνόμιο, την δυνατότητά του να κόβει χρήμα και να καλύπτει δημόσιο έλλειμμα, έτσι παραδόθηκε στις αγορές. Με το ευρώ έχασε και κάθε δυνατότητα νομισματικής πολιτικής, π.χ., να ανεβάσει τον πληθωρισμό και να ροκανίσει το χρέος. Το χρέος σε εθνικό νόμισμα είναι ελέγξιμο και δεν οδηγεί ποτέ στην χρεοκοπία.
Συμπέρασμα: Στο παρελθόν το ελληνικό κράτος διαχειριζόταν με επιτυχία το δημόσιο χρέος του, είτε τυπώνοντας χρήμα, είτε ανεβάζοντας τον πληθωρισμό, δανειζόμενο κύρια από το εσωτερικό και την εγχώρια αποταμίευση που προστάτευε και διατηρούσε η συναλλαγματική του πολιτική, συμμαζεύοντας τα εμπορικά του ελλείμματα. Το ευρώ, ένα οθνείο νόμισμα κατάργησε κάθε δυνατότητα ελέγχου του δημοσίου χρέους και μαζί με το τεράστιο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που δημιούργησε και διεύρυνε, οδήγησε στην παραγωγική και δημοσιονομική χρεοκοπία και στην αποικιοποίηση της χώρας.
Μοναδική λύση σωτηρίας της πατρίδας μας και του λαού μας, είναι η κήρυξη χρεοστασίου, η επιστροφή στην Δραχμή και σε επόμενο βήμα, η ενεργοποίηση του άρθρου 50 για αποδέσμευση από την Ε.Ε., για να ανακτηθεί η εμπορική, η βιομηχανική και αγροτική πολιτική. Αν δεν γίνουν αυτά, ίσως σε μερικά χρόνια δεν θα υπάρχει Ελλάδα. Δυστυχώς και εδώ, η πλειοψηφία της κομμουνιστικής αριστεράς δεν καταλαβαίνει ότι δεν χρειάζεται πολιτική σοσιαλιστικής βυζαντινολογίας, αλλά πρέπει να συγκροτηθεί ένα πλατύ κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο εθνικής σωτηρίας. Αυτό αναγκαστικά θα γίνει σε μίνιμουμ σημεία και σε ένα πρόγραμμα ανασυγκρότησης κατά το ιστορικό παράδειγμα του ΕΑΜ.
Δεν χρειαζόμαστε φιλολογίες περί σοσιαλισμού, αλλά ένα πλατύ δημοκρατικό και πατριωτικό μέτωπο, που θα βγάλει την χώρα από την κρίση και θα εξασφαλίσει ψωμί-παιδεία-ελευθερία αλλά και εργασία στον ελληνικό λαό. Πόσο μεγάλη θα είναι η ρωγμή για να δημιουργηθεί ένα διαφορετικό κοινωνικό και πολιτικό παράδειγμα στη Μεσόγειο είναι ζήτημα που αντικειμενικά δεν μπορούμε να το «λύσουμε» σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου