Συνέντευξη στην εφημερίδα “Η Θεσσαλία”: “Αναπόφευκτη μια νέα ρύθμιση του χρέους”
1) Τα όσα διαδραματίζονται τις τελευταίες ημέρες σχετικά με την «Χρυσή Αυγή» παρέχουν την εγγύηση ότι αποκαθίσταται ένα κλίμα εμπιστοσύνης στο κοινοβουλευτικό σύστημα; Ποια άλλα μέτρα, από νομοθετικής πλευράς, απομένει ακόμη να ληφθούν;
Η κινητοποίηση της κυβέρνησης για την εξάρθρωση της νεοναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης ήρθε με μεγάλη καθυστέρηση. Ωστόσο, παρότι όψιμα, τα μέτρα που ελήφθησαν, υπό την πίεση τόσο της εγχώριας και διεθνούς κοινής γνώμης όσο και της Αριστεράς και του αντιφασιστικού κινήματος, συνιστούν αναμφίβολα ένα θετικό βήμα.
Η αντιμετώπιση του νεοναζιστικού φαινομένου όμως δεν είναι θέμα µόνο διοικητικών και νομοθετικών μέτρων. Η ανάσχεση του νεοναζισμού είναι ένα πολυσύνθετο και πολυδιάστατο ζήτημα, που απαιτεί συγκεκριμένο σχέδιο δράσης σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα: στο θεσμικό, το πολιτικό, το ιδεολογικό και το κοινωνικό.
Σε ό,τι αφορά το θεσμικό επίπεδο, έχει ήδη φανεί πως το κρίσιμο θέμα δεν ήταν ότι δεν επαρκεί το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, αλλά ότι δεν εφαρμόζεται. Βεβαίως δεν είμαστε αντίθετοι στην ανάληψη πρόσθετων νομοθετικών πρωτοβουλιών. Τώρα όμως θα πρέπει να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που έχουν κινηθεί και να τιμωρηθούν επιτέλους όσοι αποδεδειγμένα ευθύνονται για την τέλεση εγκληματικών πράξεων, πάντα με σεβασμό στο Σύνταγμα.
2) Σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο τι πρέπει να γίνει για την ανάσχεση του νεοναζιστικού φαινομένου;
Καταρχάς όλοι οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους, που το προηγούμενο διάστημα αδράνησαν, ολιγώρησαν ή συνεργάστηκαν με την Χρυσή Αυγή, πρέπει να γίνουν αντικείμενο πολιτικού και κοινωνικού ελέγχου. Από εκεί και πέρα, σε πολιτικό επίπεδο, η πάλη ενάντια στο φασισμό προϋποθέτει την πολιτική απομόνωση όσων έβλεπαν στη νεοναζιστική εγκληματική οργάνωση έναν προνομιακό μελλοντικό σύμμαχο, προσβλέποντας ακόμη και σε μια μετεκλογική στήριξη και συνεργασία, καθώς και όσων μέχρι πρότινος επέμεναν στην ανιστόρητη όσο και επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων, που, αντί να πλήξει τον ΣΥΡΙΖΑ, νομιμοποιεί και «ξεπλένει» τη Χρυσή Αυγή.
Σε ιδεολογικό επίπεδο, η αντιμετώπιση του ολοκληρωτισμού συναρτάται ευθέως με την καταπολέμηση της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού, με τον αγώνα για την ανατροπή των αντιλήψεων εκείνων που δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την ανάδυση του φασισμού. Για να γίνει αυτό, χρειάζονται γνώση της ιστορίας, εγρήγορση, παίδευση και καλλιέργεια της κοινωνίας. Βασικό μας μέλημα θα πρέπει επομένως να είναι το πώς θα δημιουργήσουμε μια κοινωνία η οποία στη θέση του τυφλού ανταγωνισμού και του άκρατου ατομικισμού θα βάζει τις αξίες και τις αρχές της αλληλεγγύης, της συνεργατικότητας και της συλλογικότητας, το πώς θα διαμορφώσουμε ένα νέο κοινωνικό ήθος και ένα διαφορετικό πολιτικό πρόταγμα που να δίνει ελπίδα και προοπτική.
Σε κοινωνικό, τέλος, επίπεδο, η πάλη ενάντια στο φασισμό είναι άμεσα συνυφασμένη με τον αγώνα για την ανατροπή των πολιτικών που σπέρνουν τη φτώχεια, διευρύνουν τις ανισότητες και τον κοινωνικό αποκλεισμό, αποδιαρθρώνουν την κοινωνία και την κάνουν εύκολη λεία για τους φασίστες. Στο σημείο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία η κινητοποίηση του κόσμου και ιδίως της νεολαίας.
3) Σίγουρα αποδοκιμάζεται και δεν βρίσκει πολλούς σύμφωνους στην ελληνική κοινωνία και στο πολιτικό περιβάλλον η άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ταυτίζεται με τη θεωρία των «δύο άκρων». Ωστόσο, όμως, σε κάποιες περιπτώσεις, με την πολιτική του στάση ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δείξει να επιδοκιμάζει τις αντιδράσεις πολιτών, οργανώσεων ή άλλων ομάδων, που καταφεύγουν σε μορφές βίας. Πιστεύετε ότι μια μορφή βίαιης διαμαρτυρίας (όπως π.χ. από πλευράς των κατοίκων στις Σκουριές της Χαλκιδικής ή το κλείσιμο δρόμων απο απεργούς) μπορεί να έχει θετική αιτιολόγηση και να τυγχάνει πολιτικής υποστήριξης;
Καταρχήν οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η σχετική συζήτηση, που επιχειρεί να εξισώσει τις απεργιακές και άλλες κινητοποιήσεις πολιτών με την εγκληματική δράση των νεοναζιστών, δεν είναι αθώα. Στόχος της είναι αφενός ο αποπροσανατολισμός της κοινωνίας που υποφέρει, μέσω της συγκάλυψης των πραγματικών προβλημάτων, αφετέρου η κατασυκοφάντηση και ο εκφοβισμός της κοινωνίας που αντιστέκεται, μέσω της ποινικοποίησης των αντιδράσεων.
Δεύτερον, θα πρέπει να τονίσουμε ότι ακόμη και σε επί¬πε¬δο ποι¬νι¬κού δικαίου αναγνωρίζεται η νόμιμη βία. Η περί¬πτω¬ση της ά¬μυ¬νας α¬πο¬τε-λεί χαρακτηριστικό παράδειγ¬μα: όπως ακριβώς τα άτο¬μα έχουν δι-καίω¬μα να αμύνο¬νται, έ¬τσι και οι κοι¬νω¬νίες έ¬χουν έ¬να ανάλο¬γο δικαίωμα, όταν απειλούνται οι ίδιοι οι όροι αναπαραγωγής και επιβίωσής τους, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, στην περίπτωση των πολιτών στις Σκουριές. Οι πολίτες αυτοί προασπίζονται, αντιδρώντας, δύο θεμελιώδη ατομικά τους δικαιώματα: το δικαίωμα στη ζωή και την εξέγερση ενάντια στην αδικία, στο όνομα εναλλακτικών δυνατοτήτων ανάπτυξης για την περιοχή, που ουδέποτε τέθηκαν προς συζήτηση.
4) Ως προς τις εξελίξεις στο οικονομικό πεδίο η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι έχουν ήδη δημιουργηθεί εκείνες οι προϋποθέσεις που θα οδηγήσουν εντός του 2014 στην ανάκαμψη, φέρνοντας μάλιστα ως παράδειγμα την εμφάνιση πρωτογενούς πλεονάσματος στα τέλη του έτους.Απο την άλλη πλευρά, θα πρέπει να αναμένουμε και περαιτέρω μείωση του ελληνικού χρέους ή κάποια άλλη ευνοική για την Ελλάδα απόφαση;
Οι κυβερνητικές ανακοινώσεις υποκρύπτουν το τραγικό αδιέξοδο της πολιτικής που εφαρμόζεται. Προσπαθούν να κρύψουν τα προβλήματα κάτω από το χαλί. Το πλεόνασμα επιδιώκεται με λογιστικά τρικ, συμπίεση των κοινωνικών δαπανών, περικοπή των δημοσίων επενδύσεων και άδικους φόρους. Τα νέα δημοσιονομικά και χρηματοδοτικά κενά, για τα οποία γίνεται λόγος, συνδέονται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εξυπηρέτηση του παλαιού χρέους και από τις συνέπειες της συνεχιζόμενης ύφεσης στα δημόσια έσοδα και τις τράπεζες. Άρα, είτε αλλαγή πολιτικής και «κούρεμα» του χρέους θα υπάρξει είτε κάποιο νέο πακέτο. Είναι προφανές ότι με την σημερινή κυβέρνηση βρισκόμαστε στον αστερισμό της δεύτερης εκδοχής, δηλαδή νέο πρόγραμμα, νέα, κοινωνικά αφόρητα, μέτρα της μιας ή της άλλης μορφής.
Σε ό,τι αφορά ειδικά το χρέος, μία νέα ρύθμισή του είναι αναπόφευκτη. Αυτό όμως που συζητούν είναι είτε παράταση του χρόνου αποπληρωμής είτε μείωση των επιτοκίων της πρώτης δανειακής σύμβασης και όχι η μείωση του χρέους. Ακόμη λοιπόν κι αν γίνει «κάτι», το χρέος θα παραμείνει αρκετά υψηλό, ώστε να εξακολουθήσει να λειτουργεί ως μοχλός πίεσης και εκβιασμών.
5) Εξετάζοντας τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων διαπιστώνουμε ότι ναι μεν ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την ΝΔ, ωστόσο φαίνεται ότι δεν καταφέρνει να αποσπά εκείνα τα ποσοστά που όλοι θα ανέμεναν. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι δεν έχει πείσει μεγάλα τμήματα των ψηφοφόρων ή ότι έχουν διαψευσθεί από την πολιτική του;
Ως τώρα κυριάρχησε οργή και αγανάκτηση για το χθες: πώς φτάσαμε ως εδώ, ποιοι και τι έφταιξε; Σήμερα τα ερωτήματα φορούν κυρίως στο μέλλον. Ο κόσμος, και κυρίως η νεολαία, συνειδητοποιεί ότι καμία ελπιδοφόρα προοπτική δεν μπορεί να υπάρξει στη βάση αυτής της πολιτικής, που δεν είναι βιώσιμη και που, αν δεν ανατραπεί, θα συνεχίσει να παράγει διαρκώς νέους αποκλεισμούς και νέα αδιέξοδα.
Για να βγούμε από το αδιέξοδο και να δημιουργήσουμε προοπτικές ευημερίας, χρειάζεται η μετάβαση σε ένα νέο υπόδειγμα, ένα νέο οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα τι είδους κοινωνία θέλουμε, με τι όρους παραγωγής και διανομής του πλούτου, και, ακόμη, ποια ανάπτυξη θέλουμε να έχουμε, με ποιους σκοπούς και ποια κίνητρα. Αυτός ο αναστοχασμός πάνω στους όρους του συλλογικού μας μέλλοντος κρύβει μέσα του μια δυναμική που μπορεί να οδηγήσει σε ένα ακόμη μεγαλύτερο άλμα του ΣΥΡΙΖΑ.
6) Η ανεργία αποτελεί ένα κρίσιμο για το μέλλον της χώρας ζήτημα.Πώς θα προκύψουν νέες θέσεις; Σε ποιους τομείς θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση ώστε να ξεκινήσει η πολυπόθητη ανάπτυξη;
Για μια κυβέρνηση της Αριστεράς κυρίαρχη θέση κατέχει, στον βραχύ χρόνο, η ανάσχεση της ανθρωπιστικής κρίσης με όλα τα διαθέσιμα μέσα. Παράλληλα, θα πρέπει να βρεθούν τρόποι αντιμετώπισης της κρίσης ρευστότητας ώστε να σώσουμε επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας. Όμως η βιώσιμη και διαρκής μείωση της ανεργίας απαιτεί τη μετάβαση σε νέα παραγωγικά πρότυπα. Δεν είναι σωστό πως δεν έχουμε δυνατότητες.
Από τις ως τώρα επεξεργασίες και μελέτες βλέπουμε ότι η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένα περιφερειακό κέντρο για την ανάπτυξη ενός νέου ενεργειακού μοντέλου με δράσεις εκπαιδευτικές, ερευνητικές, παραγωγικές κ.λπ., με πυρήνα τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τις νέες τεχνολογίες. Μπορούμε, επίσης, να γίνουμε βασικός ευρωπαϊκός πόλος παραγωγής διατροφικών προϊόντων υψηλής ποιότητας. Ένα αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα ερευνητικών, εκπαιδευτικών και παραγωγικών δραστηριοτήτων μπορεί να γίνει βασικός πυλώνας του νέου παραγωγικού μοντέλου. Τρίτον, πρέπει να επιχειρήσουμε σχεδιασμένα στους λεγόμενους «δημιουργικούς κλάδους», αξιοποιώντας τα ευρήματα διαφόρων επιστημών σε νέα πεδία εφαρμογής, με στόχο νέα υλικά, νέα προϊόντα, νέες υπηρεσίες, νέες δραστηριότητες και απασχολήσεις. Τέταρτον, η χώρα μας μπορεί να γίνει ένα διεθνές κέντρο γραμμάτων, τεχνών και πολιτισμού. Όλα αυτά έχουν ένα κοινό στοιχείο: απαιτούν βεβαίως χρηματοδοτήσεις, αλλά πάνω από όλα απαιτούν γνώση, δεξιότητες, δημιουργικότητα, μακρόπνοο σχέδιο και δημόσιες πολιτικές που να διαμορφώνουν πλαίσια, να θέτουν κανόνες και να στηρίζουν τις όποιες πρωτοβουλίες.
7) Τι ρόλο καλείται να διαδραματίσει ο αγροτοκτηνοτροφικός τομέας στο νέο παραγωγικό πρότυπο;
Η εναλλακτική ριζοσπαστική αγροτική πολιτική μας έχει στόχο μια βιώσιμη γεωργία προς όφελος των κοινωνικών αναγκών, που θέτει στον πυρήνα της:
- το κοινωνικό δικαίωμα της πρόσβασης σε υγιεινά τρόφιμα, με σταθερές και δίκαιες τιμές
- τη διατροφική επάρκεια της χώρας
- την ανάπτυξη της περιφέρειας και τον «επανεποικισμό» της υπαίθρου στο πλαίσιο ενός προγράμματος αειφόρου ανασυγκρότησης της χώρας
- τη διασφάλιση της απασχόλησης και σταθερών και δίκαιων εισοδημάτων στους μικρομεσαίους αγρότες
- τη στροφή στην παραγωγή επώνυμων πιστοποιημένων προϊόντων και την ενίσχυση της ολοκληρωμένης διαχείρισης και της βιολογικής γεωργίας
- το σεβασμό στο περιβάλλον, την προστασία των φυσικών μας πόρων και της βιοποικιλότητας
- την εκ βάθρων ανασυγκρότηση του συνεργατισμού και των συνεταιρισμών, καθώς και των επαγγελματικών οργανώσεων των αγροτών, μέσα από δημοκρατικές, συμμετοχικές και κινηματικές διαδικασίες.Βεβαίως η πρότασή μας για την παραγωγική ανασυγκρότηση του πρωτογενούς τομέα είναι ανοικτή σε περαιτέρω συζήτηση και εξειδίκευση, καθώς απευθύνεται αλλά και προϋποθέτει την ενεργό συμμετοχή όλης της κοινωνίας της υπαίθρου. Πρώτα και κύρια των αγροτών και των εμπλεκομένων με την αγροτική παραγωγή αλλά και των τοπικών κοινωνιών μέσα από τους Οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, τα περιβαλλοντικά κινήματα, τις κινήσεις «χωρίς μεσάζοντες» και γενικότερα τα δίκτυα αλληλεγγύης.