Ο Εργατικός Αγώνας δημοσιεύει σήμερα το 3ο μέρος της σειράς των ιστορικών δημοσιευμάτων στο Μεγάλο Δεκέμβρη με αφορμή την συμπλήρωση των 70 χρόνων από τότε. Στόχος μας είναι να δώσουμε όσο το δυνατό ολοκληρωμένα το ιστορικό γεγονός αλλά και να απαντήσουμε σε μια σειρά διαστρεβλώσεις της ιστορίας του εργατικού - λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος που δεν εμφανίστηκαν μόνο στο παρελθόν αλλά με διάφορους τρόπους επανέρχονται και σήμερα.
Το Σύμφωνο του Λιβάνου: Ένας απαράδεκτος συμβιβασμός
Μετά την υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, το Συνέδριο του Λιβάνου είναι ο δεύτερος μεγάλος ιστορικός σταθμός όπου το ΕΑΜικό κίνημα προχωρεί σε απαράδεκτους συμβιβασμούς και η Μεγάλη Βρετανία ισχυροποιεί ακόμη περισσότερο την θέση της στις ελληνικές υποθέσεις ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο και την θέση της ελληνική αστικής τάξης στην Ελλάδα.
Το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 17 έως 20 Μαΐου 1944 στη Βηρυτό, στο ξενοδοχείο «Δάσος της Βουλώνης». Εκεί- υπό το άγρυπνο μάτι των Εγγλέζων- έλαβαν μέρος ουσιαστικά δυο παρατάξεις και δύο αντίπαλα κοινωνικά στρατόπεδα. Από την μια μεριά ήταν η παράταξη του ΕΑΜικού κινήματος που εξέφραζε και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Από την άλλη ολόκληρος ο αστικός πολιτικός κόσμος που στη ουσία δεν εξέφραζε τίποτα παρά μόνο μια απειροελάχιστη κοινωνική κατηγορία, αυτή των ανθρώπων του πλούτου (είτε ήταν με το μέρος των Εγγλέζων είτε με το μέρος των κατακτητών), όσων τρέφονταν από αυτούς και φυσικά τους δοσίλογους, τους μαυραγορίτες και όσους είχαν συμφέρον να τρέμουν από μια μεταπολεμική εξουσία στην οποία κουμάντο θα έκανε ο λαός. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι εκείνη την εποχή ο αστικός πολιτικός κόσμος αποτελούνταν από κόμματα- σφραγίδες και ξοφλημένους πολιτικούς που είχαν εγκαταλείψει την Ελλάδα με την είσοδο των δυνάμεων του άξονα ή είχαν μείνει στη χώρα χωρίς όμως ποτέ να ανταποκριθούν στον πόθο του ελληνικού λαού και να συμμετάσχουν στο κίνημα της εθνικής αντίστασης. Οι μόνοι, ίσως, από τους εκπροσώπους της αντιεαμικής παράταξης που είχαν κάποιο μικρό λαϊκό έρεισμα ήταν οι αντιπρόσωποι του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ.
Με δυο λόγια, αν θέλουμε να μιλήσουμε με όρους εξουσίας, το Συνέδριο του Λιβάνου, από την μια μεριά ήταν η ΠΕΕΑ, η κυβέρνηση δηλαδή των βουνών που είχε στα χέρια της πραγματική εξουσία κι από τη άλλη ήταν η κυβέρνηση του Καΐρου υπό τον Γ. Παπανδρέου που δεν είχε καμία δύναμη εκτός απ’ αυτή που της εξασφάλιζαν οι Εγγλέζοι.
Η Σύνθεση του Συνεδρίου
Αναλυτικότερα στο Συνέδριο του Λιβάνου πήραν μέρος:
ΑΣΤΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ:
ΕΑΜΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ:
Οι Εγγλέζοι- που ήταν και οι πραγματικοί διοργανωτές του Συνεδρίου- επιδίωκαν να προλάβουν τις εξελίξεις στην Ελλάδα, να φρενάρουν δηλαδή την διαγραφόμενη πορεία προς μια μεταπολεμική Ελληνική Λαϊκή Δημοκρατία που καθημερινά έπαιρνε σάρκα και οστά με την αναμφισβήτητη και συνεχώς ογκούμενη λαϊκή συσπείρωση γύρω από το ΕΑΜ- ΕΛΑΣ, με την ίδρυση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, τη διενέργεια εκλογών και την συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου, δηλαδή της λαϊκής βουλής στις Κορυσχάδες.
Από την άλλη, το ΕΑΜικό κίνημα πήρε μέρος στο συνέδριο ευελπιστώντας στην επίτευξη μιας ευρύτατης εθνικής ενότητας την οποία θεωρούσε αναγκαία, ειδικά σ’ εκείνη την περίοδο που πλησίαζε η απελευθέρωση και χρειαζόταν η πιο πλατιά συγκέντρωση δυνάμεων για το οριστικό διώξιμο του κατακτητή από την ελληνική γη. Μια τέτοια θέση ασφαλώς ήταν σωστή σε ότι αφορούσε το πεδίο των μαχών. Από θεωρητική και πολιτική όμως άποψη αποδείχτηκε λαθεμένη δεδομένου ότι υπέτασσε το ταξικό συμφέρον στο λεγόμενο εθνικό το οποίο το αντιλαμβανόταν εντελώς στατικά. Το κυριότερο, παρέκαμπτε το γεγονός ότι το εθνικό ζήτημα είχε λυθεί εντελώς πρωτόγνωρα, για τη χώρα, κι εντελώς διαφορετικά για την μέχρι τότε ιστορία της καθώς- λόγω του πολέμου και της τεράστιας ανάπτυξης του ΕΑΜικού κινήματος- η παλιά εθνική ενότητα γύρω από την αστική τάξη είχε γίνει σμπαράλια και μια νέα εθνική ενότητα είχε ήδη διαμορφωθεί γύρω από την εργατική τάξη, τον εργαζόμενο λαό και τους πολιτικούς τους εκπροσώπους. Επρόκειτο, δηλαδή, για ένα ουσιαστικό λάθος που οδήγησε σε οδυνηρά αποτελέσματα. Ένα λάθος που ούτε κατ’ ελάχιστον διανοήθηκαν να διαπράξουν οι πολιτικοί εκπρόσωποι του ελληνικού καπιταλισμού και οι Εγγλέζοι. Τα όσα διαδραματίστηκαν στο Συνέδριο του Λιβάνου δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για του λόγου το αληθές.
Το περιβόητο «Συμβόλαιο του Λιβάνου»
Οι εργασίες του συνεδρίου άνοιξαν με ομιλία του Γ. Παπανδρέου ο οποίος ασκήθηκε ύβρεις και συκοφαντίες εναντίον της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης. Για τον Γ. Παπανδρέου για όλα έφταιγε το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ που αναγορεύονταν σε κύριο εχθρό της Ελλάδας και που στην καλύτερη των περιπτώσεων εξισώνονταν με τους Γερμανούς κατακτητές αν δεν ήταν χειρότεροί τους. «Κόλασις είναι σήμερον η κατάστασις της Πατρίδος μας»έλεγε στον εναρκτήριο λόγο του ο Γ. Παπανδρέου και πρόσθετε: «Σφάζουν οι Γερμανοί. Σφάζουν τα Τάγματα Ασφαλείας. Σφάζουν και οι Αντάρται. Σφάζουν και καίουν… Η ευθύνη του ΕΑΜ είναι ότι δεν απέβλεψε μόνον εις τον απελευθερωτικόν αγώνα, αλλά ηθέλησε να προετοιμάση την μεταπολεμικήν δυναμικήν του επικράτησιν». Για τον Παπανδρέου το ΕΑΜ ήταν υπεύθυνο ακόμη και για την δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. «Με την τρομοκρατικήν αυτήν δράσιν του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ, είπε χαρακτηριστικά, εδημιουργήθη δυστυχώς, το ψυχολογικόν κλίμα το οποίον επέτρεψεν εις τους Γερμανούς να επιτύχουν εις το τρίτον έτος της δουλείας ό,τι δεν είχαν κατορθώσει κατά τα δύο πρώτα έτη- την κατασκευήν των Ταγμάτων Ασφαλείας…».
Η λύση που πρότεινε ο Παπανδρέου για να εκλείψουν όσα περιέγραφε και για να επιτευχθεί η περιβόητη εθνική ενότητα ήταν να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ. «Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος- είπε- από τον οποίον οφείλωμεν το ταχύτερον να εξέλθωμεν, και προς τούτο εις μόνον υπάρχει τρόπος: Η κατάργησις του ταξικού και η δημιουργία Εθνικού Στρατού»[1]
Ο τραχύς και προκλητικός τρόπος με τον οποίο μίλησε ο Γ. Παπανδρέου για το ΕΑΜ και η θρασύτατη απαίτηση του να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ ήταν μέρος της τακτικής που είχε αποφασιστεί, από κοινού με τους Εγγλέζους, να ακολουθήσει η αντιεαμική πλευρά στο Συνέδριο με στόχο να βρεθεί η ΕΑΜική αντιπροσωπεία σε θέση άμυνας και να προβεί σε παραχωρήσεις, πράγμα που τελικά έγινε. Έτσι, όταν πια οι αντιπρόσωποι των βουνών ξεπέρασαν κάθε όριο διαλλακτικότητας και υποχωρήσεων, η άλλη πλευρά απέσυρε προσωρινά το αίτημα της για διάλυση του ΕΛΑΣ. Στην πραγματικότητα βέβαια δεν απέσυρε τίποτα αφού δεν ήταν σε θέση να επιβάλει τίποτα. Πολύ περισσότερο δεν ήταν σε θέση να επιβάλει την διάλυση ενός στρατού σαν τον ΕΛΑΣ. Έτσι φτάσαμε στο περιβόητο συμβόλαιο ή σύμφωνο του Λιβάνου.
Το «συμβόλαιο» αυτό στο πρώτο κεφάλαιο καταδίκαζε το κίνημα της Μ. Ανατολής ως «έγκλημα κατά της πατρίδος» και στο δεύτερο κεφάλαιο προέβλεπε την δημιουργία μελλοντικά «εθνικού στρατού, ο οποίος θα είναι απηλλαγμένος πάσης επιρροής κομμάτων, θα ανήκει μόνο εις την πατρίδα και θα υπακούσει εις τας διαταγάς της κυβέρνησεως». Στο τρίτο κεφάλαιο γινόταν λόγος για «κατάργηση της τρομοκρατίας εις την ελληνικήν ύπαιθρον» αλλά και στις πόλεις, γεγονός που σήμαινε ευθεία βολή κατά του ΕΑΜ. Καταγραφόταν βεβαίως η διαφωνία της αντιπροσωπείας των βουνών με τον όρο «τρομοκρατία» αλλά αυτό σε τίποτα δεν άλλαζε την ουσία. Επίσης αφηνόταν αόριστο το πότε και αν κλιμάκιο της κυβέρνησης θα ανέβαινε στα βουνά.
Στο πέμπτο κεφάλαιο προβλεπόταν «Η εξασφάλισις, κατά την προσεχή από κοινού μετά των συμμαχικών δυνάμεων απελευθέρωσιν της Πατρίδος, της τάξεως και της ελευθερίας του ελληνικού λαού...». Αυτό σήμαινε ευθεία αναγνώριση στους Άγγλους του δικαιώματος να επεμβαίνουν σε κάθε εσωτερική ελληνική υπόθεση αφού θα εξασφαλιζόταν όχι μόνο η απελευθέρωση αλλά και η τάξη της χώρας από κοινού με τους συμμάχους, δηλ. την Αγγλία!!!
Το πολιτειακό αντιμετωπιζόταν εντελώς αόριστα χωρίς να προβλέπεται καμιά δέσμευση. Αόριστα έμπαινε επίσης και το ζήτημα της διάρκειας της κυβέρνησης. Ακόμη, δεν προβλεπόταν καμιά καταγγελία για τα τάγματα ασφαλείας, την κυβέρνηση Ράλλη και τους συνεργάτες των Γερμανών. Γινόταν γενικά λόγος για προδότες της πατρίδας.
Τέλος, στο τελευταίο- όγδοο- κεφάλαιο γινόταν λόγος για «τη δημιουργία μιας νέας ελευθέρας και μεγάλης Ελλάδας»,πράγμα που παρέπεμπε σε εθνικιστικού χαρακτήρα διεκδικήσεις.
Στο Λίβανο, ακόμη, συμφωνήθηκε και ο συσχετισμός δυνάμεων στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας, τα υπουργεία δηλαδή που θα έπαιρνε κάθε δύναμη. Για την ΠΕΕΑ, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ συμφωνήθηκε να δοθούν 5 υπουργεία σε σύνολο 14 ή 15.
Ένας απαράδεκτος συμβιβασμός
Δεν χωράει αμφιβολία πως η ΕΑΜική αντιπροσωπεία έκανε στο Λίβανο απαράδεκτες υποχωρήσεις που, εξ αντικειμένου λειτουργούσαν υπονομευτικά στις κατακτήσεις εθνικοαπελευθερωτικού- λαϊκοδημοκρατικού κινήματος. Στην πραγματικότητα η άλλη πλευρά χωρίς να έχει τίποτα τα πήρε όλα ενώ η αντιπροσωπεία των βουνών τα έδωσε όλα χωρίς, επί της ουσίας, να πάρει τίποτα. Όμως δεν ήταν μοιραία μια τέτοια εξέλιξη και δεν θα οδηγούμασταν, πιθανόν, σ’ αυτήν αν η ΕΑΜική αντιπροσωπεία είχε τηρήσει έστω κι ένα μέρος από τις βασικές οδηγίες που είχε αποφασίσει η ΠΕΕΑ στις 22/4/1944 ως κατευθυντήρια γραμμή της στις διαπραγματεύσεις του Λιβάνου. Οι οδηγίες αυτές προέβλεπαν[2]:
«1/ Δεν πρέπει να πάρουν μέρος στις συζητήσεις όσοι συνεργάστηκαν με τον κατακτητή ή χτύπησαν τον απελευθερωτικό αγώνα του λαού.
2/ Ν' απελευθερωθούν οι κρατούμενοι για πολιτικούς/δημοκρατικούς ή ΕΑΜικούς/λόγους από την ελληνική κυβέρνηση.
3/ Να γίνει σαφής και έντονη αποκήρυξη του Ράλλη και των εθνοπροδοτών και χαιρετισμός στους αγώνες του λαού και στα θύματα.
4/ Να κρατούνται λεπτομερή πρακτικά των συζητήσεων, να υπογράφονται κάθε φορά και να δημοσιεύονται.
5/ Να εξασφαλισθεί η επικοινωνία των αντιπροσωπειών με την έδρα τους.
6/ Να καθορισθούν οι προγραμματικές κατευθύνσεις της Ενιαίας Κυβέρνησης με βάση τους σκοπούς της ΠΕΕΑ. Όσον αφορά, ειδικότερα, τα "εθνικά ζητήματα", αν υπάρξουν διαφορετικές γνώμες από εκείνες που έχει η πράξη της ΠΕΕΑ και το διάγγελμα της, καθένας θα διατηρήσει τις απόψεις του, η κυβέρνηση θα ξανασυζητήσει τα σχετικά ζητήματα και ο ελληνικός λαός θ' αποφασίσει τελικά.
7/ Στην κυβέρνηση δεν θα μετάσχουν τα πρόσωπα της παρ.1. Όσον αφορά τις διάφορες οργανώσεις και τυχόν μικρά κόμματα που τυχόν προβάλλουν αξιώσεις δυσανάλογες με τη σημασία τους, θα υποστηριξωμε ότι οπωσδήποτε άμα καθορισθεί η συμμετοχή του έξω του ΕΑΜ, Κ.Κ. και ΠΕΕΑ κόσμου, μπορούν μεταξύ των οι άλλοι να καθορίσουν τη συμμετοχή όπως θέλουν.
8/ Ο στρατός και οι υπηρεσίες θα ξεκαθαρισθούν από την κυβέρνηση απ' τα στοιχεία που έδρασαν στην περίοδο της 4ης Αυγούστου εναντίον του λαού και τα φασιστικά εν γένει στοιχεία.
9/ Η έδρα της κυβέρνησης μπορεί να είναι και έξω απ' την Ελεύθερη Ελλάδα, αλλά απαραίτητα τμήμα της με ορισμένα υπουργεία, δηλαδή των στρατιωτικών/ υφυπουργείον/, εσωτερικών, δικαιοσύνης, επισιτισμού, προνοίας, παιδείας, γεωργίας και ενδεχόμενα και άλλα, θα εδρεύουν στην Ελεύθερη Ελλάδα.
10/ Η σύνθεση της κυβέρνησης θα στηριχθεί στη βάση ότι η πλειοψηφία ή το ελάχιστο το μισό των εδρών πρέπει να δοθούν στην ομάδα ΕΑΜ- ΚΚ- ΠΕΕΑ και ειδικά τα υπουργεία εσωτερικών και στρατιωτικών. Για την Προεδρία και το υπουργείο εξωτερικών θα καταβληθεί προσπάθεια να κερδισθούν για την ομάδα. Πάντως στην Ελεύθερη Ελλάδα θα υπάρχει αντιπρόεδρος της κυβέρνησης από την ομάδα.
11/ Θα γίνει Ενιαίος Στρατός. Θα έχωμε υπ' όψη για αρχιστράτηγους τους Σαράφη και Σαρηγιάννη. Θα είναι δεκτοί αξιωματικοί πρόθυμα με ανάλογες θέσεις εκτός απ' τους εθνοπροδότες. Όσο διαρκεί η κατοχή ο στρατός είναι κατ' αρχήν εθελοντικός. Το σημερινό σύστημα οργανώσεως και διοικήσεως πρέπει να διατηρηθεί. Αν υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις για τους καπεταναίους, να ζητηθούν οδηγίες.
12/ Ο στρατός και οι πληθυσμοί πρέπει να εφοδιαστούν και να ενισχυθούν αμέσως.
13/ Θα ζητηθεί απαραίτητα να γίνει οριστική και ανεπιφύλακτη δήλωση του Γεωργίου ότι δεν θα επιστρέψει με οποιαδήποτε ιδιότητα ή αφορμή πριν γίνει δημοψήφισμα. Θα επιδιωχτεί να γίνει αντιβασιλεία.
14/ Οι τρεις αντιπροσωπείες θα είναι ουσιαστικά συνδεδεμένες μεταξύ τους με τις παραπάνω οδηγίες. Θα εμφανίζονται εξωτερικά όπως κρίνουν, δηλαδή χωριστές η ενωμένες με αρχηγό τον Πρόεδρο της ΠΕΕΑ.»
Στη συνεδρίαση της ΠΕΕΑ που αποφασίστηκαν οι παραπάνω όροι- όπως μας πληροφορούν τα πρακτικά- πήραν μέρος: Ο Πρόεδρος Α. Σβώλος. Τα μέλη: Ε. Μπακιρτζής, Η. Τσιριμώκος, Γ. Σιάντος, Ε. Μάντακας, Ν. Ασκούτσης, Σ. Χατζήμπεης, Α. Αγγελόπουλος, Π. Κόκκαλης. Από το ΕΑΜ ο Μ. Πορφυρογέννης και ως εκπρόσωπος του ΚΚΕ ο Π. Ρούσος. Επίσης συμμετείχε και ο Στ. Σαράφης. Όλοι αυτοί υπέγραψαν τόσο το πρακτικό της συνεδρίασης όσο και το κείμενο με τις παραπάνω οδηγίες.
Τι προκύπτει από τις παραπάνω οδηγίες; Προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα πως με τους όρους που με απόλυτη σαφήνεια έθεταν αυτές οι οδηγίες, η αντιπροσωπεία του ΕΑΜικού κινήματος όχι μόνο δεν είχε δικαίωμα να υπογράψει το λεγόμενο συμβόλαιο του Λιβάνου αλλά και ότι έπρεπε να αποχωρήσει από τις συζητήσεις, από την πρώτη στιγμή, αν και το σωστότερο θα ήταν να μην πάει στο Λίβανο αλλά- αν έπρεπε για λόγους τακτικής να γίνουν κάποιες διαπραγματεύσεις- να κληθεί η κυβέρνηση του Καΐρου στο βουνό. Εν πάση περιπτώσει η ιστορία δεν μπορεί να ξαναγραφεί. Αλλά το συμπέρασμα που εξάγεται είναι πως στο Λίβανο το ΕΑΜικό κίνημα υπέστη μια μεγάλη ήττα που κανένας συσχετισμός δυνάμεων δεν την δικαιολογούσε και που ενδεχομένως ούτε οι αντίπαλοί του την περίμεναν σε τέτοια έκταση.
Στο επόμενο: Η Συμφωνία της Καζέρτας
Κείμενα – Επιμέλεια: Γιώργος Πετρόπουλος