Η σχέση του Σύριζα με την κοινωνία περνά σε νέο επίπεδο, αυτό της ανοιχτής αντιπαλότητας
Του Γιώργου Καραμπελιά από τη Ρήξη φ. 118
Στις 5 Νοεμβρίου και στις 10 Νοεμβρίου χιλιάδες Πόντιοι και άλλοι πολίτες διαδήλωσαν στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη με το σύνθημα, «Φίλη, παραιτήσου». Όσο δε για την απεργιακή συγκέντρωση της 12ης Νοεμβρίου, τα μέλη του Σύριζα δεν τόλμησαν να εμφανιστούν στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη, με πανό ή συγκροτημένο μπλοκ· στην Πάτρα υποχρεώθηκαν να διαδηλώσουν χωρίς πανό, στην Κατερίνη τους εξεδίωξαν από τη συγκέντρωση και παντού αλλού, υποχρεώθηκαν ή σε λαθρόβια παρουσία ή σε παντελή απουσία.
Πρόκειται για μια ιστορική πρώτη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Για πρώτη φορά ακούγεται το σύνθημα παραιτήσου για κάποιον υπουργό της, κυρίως δε, για πρώτη φορά στη Μεταπολίτευση, τα μέλη και τα στελέχη της «ανανεωτικής αριστεράς» βρίσκονται αντιμέτωπα με τους εργαζόμενους, σε τέτοιο βαθμό και έκταση, ώστε να υποχρεώνονται σε απουσία ή έκλειψη από μια πανεργατική απεργία. Έχει ο καιρός γυρίσματα.
Ογδόντα τόσες μέρες μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου και τη νέα νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, ο Τσίπρας και η τυχοδιωκτική παρέα του είχαν τη δυνατότητα, για πρώτη φορά, να προσμετρήσουν τη νέα σχέση τους με την κοινωνία: την ανοικτή αντιπαλότητα!
Μέσω της παγιδευτικής έξαρσης του δημοψηφίσματος, που δημιούργησε μια μεγάλη δυνητική δεξαμενή ψηφοφόρων, και εξ αιτίας της ολοκληρωτικής διάλυσης των αντιπάλων του, ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να διατηρήσει τους μισούς από τους ψηφοφόρους του ΟΧΙ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Ένα μεγάλο μέρος από αυτούς δεν εμπιστεύτηκε προφανώς το κόμμα του Λαφαζάνη και της Ζωής Κωνσταντοπούλου και απείχε μαζικά από τις εκλογές, με συνέπεια ο Τσίπρας να επανεκλεγεί, ενώ, εξ αιτίας του μειωμένου αριθμού των ψηφοφόρων, εισέδυσε για τελευταία φορά και ο Καμμένος στη Βουλή. Ούτε γάτα, ούτε ζημιά. Και όλα μοιάζουν ευνοϊκά στο διεθνές περιβάλλον. Όλες οι δυνάμεις της Δύσης τον στηρίζουν, η κάθε μία για τους δικούς της λόγους. Οι Αμερικανοί, για να προωθήσουν ένα νέο σχέδιο Ανάν στην Κύπρο και να επιταχύνουν τη λύση του Μακεδονικού, αφού πρώτα κατόρθωσαν να υπονομεύσουν την απόλυτη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη, μέσω της ελληνικής κρίσης, της Ουκρανίας και της… Βολκσβάγκεν. Οι Γάλλοι βρήκαν επίσης στον Τσίπρα και την Ελλάδα ένα αντίβαρο για τη γερμανική ηγεμονία και εσχάτως και η Γερμανία δείχνεται πιο συγκαταβατική εξ αιτίας του προσφυγικού.
Και στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο, όλα μοιάζουν να τους έρχονται δεξιά. Τα αστικά κόμματα, το Ποτάμι ή η Νέα Δημοκρατία, είναι ανίκανα να διεκδικήσουν την εξουσία αυτόνομα. Πρόκειται, όπως έχουμε υπογραμμίσει, για συνέπεια της ίδιας της κρίσης ηγεμονίας της αστικής τάξης στην Ελλάδα. Η ελληνική αστική τάξη, εγγενώς μεταπρατική, συνέχιζε σε ένα παρασιτικό κρεσέντο, προπαντός από τη δεκαετία του 1990 και μετά, για να αποσυντεθεί μέσα από δύο αλλεπάλληλες κρίσεις, αρχικώς εκείνη του χρηματιστηρίου και οριστικά σχεδόν, μετά τη μεγάλη κρίση των μνημονίων. Μέσα από αυτές τις αλλεπάλληλες κρίσεις, ένα μεγάλο μέρος της ισχύος της θα περάσει στα χέρια των ξένων συμφερόντων, ιδιαίτερα στον τραπεζικό τομέα, τις κατασκευές, το συγκεντρωμένο λιανεμπόριο. Η ελληνική μεγαλοαστική τάξη κάνει έτσι ένα ακόμα βήμα για την έξοδό της από την οικονομική κυριαρχία στη χώρα, τα κεφάλαιά της και οι γόνοι της – όπως και οι γόνοι των μεσαίων στρωμάτων, μεταναστεύουν. Αρχικώς λοιπόν η κρίση του χρηματιστηρίου και εν συνεχεία η μνημονιακή κρίση, την αποτελείωσαν. Έτσι της απέμειναν ως πολιτικές εκπροσωπήσεις ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης και… ο Σταύρος Θεοδωράκης. Από την πλευρά του άλλοτε κραταιού κρατικοκαπιταλιστικού και μικρομεσαίου ΠΑΣΟΚ, η κατάρρευση μετά τον ΓΑΠ και η μαζική μετακίνηση του δημοσιοϋπαλληλικού και κοινωνικού και παρεμπιπτόντως εκλογικού σώματος προς τον ΣΥΡΙΖΑ, οδήγησε στη… Φώφη και ένα γερασμένο κόμμα.
Από την άλλη όχθη, εκείνη των υπολειμμάτων της αντιμνημονιακής αριστεράς, τη ΛΑΕ, την Ανταρσύα και το ΚΚΕ, δεν υπάρχουν επίσης ισχυροί αντίπαλοι – ως συνέπεια και εδώ της παραγωγικής αποσάθρωσης της χώρας. Η εργατική τάξη έχει οδηγηθεί στα τάρταρα της ανεργίας, ή έχει υποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από τους ξένους εργάτες. Και οι άνεργοι, ως γνωστόν, λειτουργούν πολύ περισσότερο ως ψηφοφόροι ή ως οργισμένο πλήθος.
Ιδίως μετά την πρώτη «αγωνιστική βαρουφάκεια φάση» του ΣΥΡΙΖΑ, που κατέληξε σε οικονομικό Βατερλώ, ένας μεγάλος αριθμός των αντιμνημονιακών πολιτών φοβήθηκαν τις νέες «αγωνιστικές» παρόλες, περί δραχμής και άλλων σχετικών, και μάλλον μαύρισαν τα αντίστοιχα κόμματα, ενώ στήριξαν με βαριά καρδιά τον Τσίπρα, παρά τη μεγάλη του «κωλοτούμπα».
Αυτήν τη «φορσέ» επικράτηση, ο Τσίπρας και οι περί αυτόν εξουσιολάγνοι την εξέλαβαν ως στήριξη και αποδοχή, ενώ δεν ήταν τίποτε άλλο, για την πλειοψηφία, παρά μια αναγνώριση της ήττας του αντιμνημονιακού κινήματος και φόβου για τα χειρότερα που υπόσχονταν οι «επαναστάτες». Στην πραγματικότητα, με μαύρη καρδιά και συχνά κρυφά, τους ψήφισαν, εξ ου και η μεγάλη απόκλιση από τις δημοσκοπήσεις! Η ψήφος προς τον μνημονιακό Σύριζα υπήρξε ήδη ψήφος ντροπής, «κρυφή ψήφος», όπως συμβαίνει και με τα ακροδεξιά κόμματα, ενώ συνήθως τα αριστερά σχήματα παίρνουν υψηλότερα ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, παρά στις κάλπες! Ακόμα και σήμερα, οι Έλληνες υποπτεύονται κάποιους στο περιβάλλον τους, ό,τι ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, γιατί συνεχίζουν να το κρύβουν!
Όμως, ογδόντα τόσες μέρες μετά, οι κυβερνητικοί πρέπει ήδη να έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει. Οι κομματικές οργανώσεις αδειάζουν και προφανώς δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για εγγραφή νέων μελών με τις σημερινές συνθήκες. Ακόμα και τα διάφορα πιθανά λαμόγια φυλάγονται, διότι η επιβίωση και η μακροημέρευση της κυβέρνησης δεν είναι εξασφαλισμένη. Στον κομματικό μηχανισμό παραμένουν ή θα παραμείνουν μόνο όσοι έχουν άμεσο και απτό υλικό συμφέρον – διορισμό, κρατικές προμήθειες κ.λπ. (Παρεμπιπτόντως, ο αγωνιστής Λάμπρου αμειβόταν για τους αγώνες του ως σύμβουλος του Παρασκευόπουλου μόλις 2.500 ευρώ το μήνα). Παράλληλα, η κοινωνική πίεση, καθώς έρχονται φορολογίες, περικοπές μισθών, τσεκούρεμα συντάξεων και άλλα σχετικά, θα αρχίσει να μεγαλώνει γύρω από τον εναπομείναντα κομματικό μηχανισμό και τους βουλευτές. Το να είναι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελεί κοινωνικό στίγμα πολύ σύντομα, αν ήδη δεν έχει αυτό συντελεστεί. Πόσο μάλλον βουλευτής που έσκιζε μνημόνια, όπως ο αρειμάνιος Πολάκης, επί παραδείγματι, που σε λίγο δεν θα τολμάει να εμφανιστεί στα Σφακιά.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ελλείψει πολιτικού υποδοχέα της αντίθεσης με μια κυβέρνηση που, εκτός από «εξωμότες», αποτελείται και από ανικάνους, η αυξανόμενη αγανάκτηση του κόσμου –η οποία αφορά ήδη τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων– θα υποκαθιστά σταδιακώς την περιρρέουσα κατάθλιψη και θα τείνει να εκφραστεί εκεί και όπου μπορεί, έξω πλέον από τα παραδοσιακά πολιτικά κανάλια. Γι’ αυτό και κάνει πολύ λάθος η κυβέρνηση όταν νομίζει ότι μπορεί να περάσει αβρόχοις ποσίν την ενδοτική πολιτική της στα εθνικά θέματα, μέσα στην τούρλα του οικονομικού στραγγαλισμού. Διότι, όταν σου παίρνουν τα πάντα, μάλλον δεν θες να εγκαταλείψεις και την ταυτότητά σου.
Πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον ένα ή άλλο τρόπο, βρίσκεται απέναντι στην κοινωνία και πολύ σύντομα θα υποχρεωθεί να συνασπιστεί με το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα για να αντιμετωπίσει την κρίση, εξέλιξη που θα βαθύνει ακόμα περισσότερο την αντίθεση του Λαού με αυτό το σύστημα στο σύνολό του. Ο κύκλος έκλεισε, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, με τον τελευταίο να είναι ο χειρότερος. Πρέπει να πασχίσουμε πλέον για έναν νέο κύκλο. Για να μην πέσουμε στα κατακάθια της Χρυσής Αυγής και των μαφιόζων ολιγαρχών που καραδοκούν.
Πρόκειται για μια ιστορική πρώτη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Για πρώτη φορά ακούγεται το σύνθημα παραιτήσου για κάποιον υπουργό της, κυρίως δε, για πρώτη φορά στη Μεταπολίτευση, τα μέλη και τα στελέχη της «ανανεωτικής αριστεράς» βρίσκονται αντιμέτωπα με τους εργαζόμενους, σε τέτοιο βαθμό και έκταση, ώστε να υποχρεώνονται σε απουσία ή έκλειψη από μια πανεργατική απεργία. Έχει ο καιρός γυρίσματα.
Ογδόντα τόσες μέρες μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου και τη νέα νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, ο Τσίπρας και η τυχοδιωκτική παρέα του είχαν τη δυνατότητα, για πρώτη φορά, να προσμετρήσουν τη νέα σχέση τους με την κοινωνία: την ανοικτή αντιπαλότητα!
Μέσω της παγιδευτικής έξαρσης του δημοψηφίσματος, που δημιούργησε μια μεγάλη δυνητική δεξαμενή ψηφοφόρων, και εξ αιτίας της ολοκληρωτικής διάλυσης των αντιπάλων του, ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να διατηρήσει τους μισούς από τους ψηφοφόρους του ΟΧΙ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Ένα μεγάλο μέρος από αυτούς δεν εμπιστεύτηκε προφανώς το κόμμα του Λαφαζάνη και της Ζωής Κωνσταντοπούλου και απείχε μαζικά από τις εκλογές, με συνέπεια ο Τσίπρας να επανεκλεγεί, ενώ, εξ αιτίας του μειωμένου αριθμού των ψηφοφόρων, εισέδυσε για τελευταία φορά και ο Καμμένος στη Βουλή. Ούτε γάτα, ούτε ζημιά. Και όλα μοιάζουν ευνοϊκά στο διεθνές περιβάλλον. Όλες οι δυνάμεις της Δύσης τον στηρίζουν, η κάθε μία για τους δικούς της λόγους. Οι Αμερικανοί, για να προωθήσουν ένα νέο σχέδιο Ανάν στην Κύπρο και να επιταχύνουν τη λύση του Μακεδονικού, αφού πρώτα κατόρθωσαν να υπονομεύσουν την απόλυτη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη, μέσω της ελληνικής κρίσης, της Ουκρανίας και της… Βολκσβάγκεν. Οι Γάλλοι βρήκαν επίσης στον Τσίπρα και την Ελλάδα ένα αντίβαρο για τη γερμανική ηγεμονία και εσχάτως και η Γερμανία δείχνεται πιο συγκαταβατική εξ αιτίας του προσφυγικού.
Και στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο, όλα μοιάζουν να τους έρχονται δεξιά. Τα αστικά κόμματα, το Ποτάμι ή η Νέα Δημοκρατία, είναι ανίκανα να διεκδικήσουν την εξουσία αυτόνομα. Πρόκειται, όπως έχουμε υπογραμμίσει, για συνέπεια της ίδιας της κρίσης ηγεμονίας της αστικής τάξης στην Ελλάδα. Η ελληνική αστική τάξη, εγγενώς μεταπρατική, συνέχιζε σε ένα παρασιτικό κρεσέντο, προπαντός από τη δεκαετία του 1990 και μετά, για να αποσυντεθεί μέσα από δύο αλλεπάλληλες κρίσεις, αρχικώς εκείνη του χρηματιστηρίου και οριστικά σχεδόν, μετά τη μεγάλη κρίση των μνημονίων. Μέσα από αυτές τις αλλεπάλληλες κρίσεις, ένα μεγάλο μέρος της ισχύος της θα περάσει στα χέρια των ξένων συμφερόντων, ιδιαίτερα στον τραπεζικό τομέα, τις κατασκευές, το συγκεντρωμένο λιανεμπόριο. Η ελληνική μεγαλοαστική τάξη κάνει έτσι ένα ακόμα βήμα για την έξοδό της από την οικονομική κυριαρχία στη χώρα, τα κεφάλαιά της και οι γόνοι της – όπως και οι γόνοι των μεσαίων στρωμάτων, μεταναστεύουν. Αρχικώς λοιπόν η κρίση του χρηματιστηρίου και εν συνεχεία η μνημονιακή κρίση, την αποτελείωσαν. Έτσι της απέμειναν ως πολιτικές εκπροσωπήσεις ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης και… ο Σταύρος Θεοδωράκης. Από την πλευρά του άλλοτε κραταιού κρατικοκαπιταλιστικού και μικρομεσαίου ΠΑΣΟΚ, η κατάρρευση μετά τον ΓΑΠ και η μαζική μετακίνηση του δημοσιοϋπαλληλικού και κοινωνικού και παρεμπιπτόντως εκλογικού σώματος προς τον ΣΥΡΙΖΑ, οδήγησε στη… Φώφη και ένα γερασμένο κόμμα.
Από την άλλη όχθη, εκείνη των υπολειμμάτων της αντιμνημονιακής αριστεράς, τη ΛΑΕ, την Ανταρσύα και το ΚΚΕ, δεν υπάρχουν επίσης ισχυροί αντίπαλοι – ως συνέπεια και εδώ της παραγωγικής αποσάθρωσης της χώρας. Η εργατική τάξη έχει οδηγηθεί στα τάρταρα της ανεργίας, ή έχει υποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από τους ξένους εργάτες. Και οι άνεργοι, ως γνωστόν, λειτουργούν πολύ περισσότερο ως ψηφοφόροι ή ως οργισμένο πλήθος.
Ιδίως μετά την πρώτη «αγωνιστική βαρουφάκεια φάση» του ΣΥΡΙΖΑ, που κατέληξε σε οικονομικό Βατερλώ, ένας μεγάλος αριθμός των αντιμνημονιακών πολιτών φοβήθηκαν τις νέες «αγωνιστικές» παρόλες, περί δραχμής και άλλων σχετικών, και μάλλον μαύρισαν τα αντίστοιχα κόμματα, ενώ στήριξαν με βαριά καρδιά τον Τσίπρα, παρά τη μεγάλη του «κωλοτούμπα».
Αυτήν τη «φορσέ» επικράτηση, ο Τσίπρας και οι περί αυτόν εξουσιολάγνοι την εξέλαβαν ως στήριξη και αποδοχή, ενώ δεν ήταν τίποτε άλλο, για την πλειοψηφία, παρά μια αναγνώριση της ήττας του αντιμνημονιακού κινήματος και φόβου για τα χειρότερα που υπόσχονταν οι «επαναστάτες». Στην πραγματικότητα, με μαύρη καρδιά και συχνά κρυφά, τους ψήφισαν, εξ ου και η μεγάλη απόκλιση από τις δημοσκοπήσεις! Η ψήφος προς τον μνημονιακό Σύριζα υπήρξε ήδη ψήφος ντροπής, «κρυφή ψήφος», όπως συμβαίνει και με τα ακροδεξιά κόμματα, ενώ συνήθως τα αριστερά σχήματα παίρνουν υψηλότερα ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, παρά στις κάλπες! Ακόμα και σήμερα, οι Έλληνες υποπτεύονται κάποιους στο περιβάλλον τους, ό,τι ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, γιατί συνεχίζουν να το κρύβουν!
Όμως, ογδόντα τόσες μέρες μετά, οι κυβερνητικοί πρέπει ήδη να έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει. Οι κομματικές οργανώσεις αδειάζουν και προφανώς δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για εγγραφή νέων μελών με τις σημερινές συνθήκες. Ακόμα και τα διάφορα πιθανά λαμόγια φυλάγονται, διότι η επιβίωση και η μακροημέρευση της κυβέρνησης δεν είναι εξασφαλισμένη. Στον κομματικό μηχανισμό παραμένουν ή θα παραμείνουν μόνο όσοι έχουν άμεσο και απτό υλικό συμφέρον – διορισμό, κρατικές προμήθειες κ.λπ. (Παρεμπιπτόντως, ο αγωνιστής Λάμπρου αμειβόταν για τους αγώνες του ως σύμβουλος του Παρασκευόπουλου μόλις 2.500 ευρώ το μήνα). Παράλληλα, η κοινωνική πίεση, καθώς έρχονται φορολογίες, περικοπές μισθών, τσεκούρεμα συντάξεων και άλλα σχετικά, θα αρχίσει να μεγαλώνει γύρω από τον εναπομείναντα κομματικό μηχανισμό και τους βουλευτές. Το να είναι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελεί κοινωνικό στίγμα πολύ σύντομα, αν ήδη δεν έχει αυτό συντελεστεί. Πόσο μάλλον βουλευτής που έσκιζε μνημόνια, όπως ο αρειμάνιος Πολάκης, επί παραδείγματι, που σε λίγο δεν θα τολμάει να εμφανιστεί στα Σφακιά.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ελλείψει πολιτικού υποδοχέα της αντίθεσης με μια κυβέρνηση που, εκτός από «εξωμότες», αποτελείται και από ανικάνους, η αυξανόμενη αγανάκτηση του κόσμου –η οποία αφορά ήδη τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων– θα υποκαθιστά σταδιακώς την περιρρέουσα κατάθλιψη και θα τείνει να εκφραστεί εκεί και όπου μπορεί, έξω πλέον από τα παραδοσιακά πολιτικά κανάλια. Γι’ αυτό και κάνει πολύ λάθος η κυβέρνηση όταν νομίζει ότι μπορεί να περάσει αβρόχοις ποσίν την ενδοτική πολιτική της στα εθνικά θέματα, μέσα στην τούρλα του οικονομικού στραγγαλισμού. Διότι, όταν σου παίρνουν τα πάντα, μάλλον δεν θες να εγκαταλείψεις και την ταυτότητά σου.
Πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον ένα ή άλλο τρόπο, βρίσκεται απέναντι στην κοινωνία και πολύ σύντομα θα υποχρεωθεί να συνασπιστεί με το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα για να αντιμετωπίσει την κρίση, εξέλιξη που θα βαθύνει ακόμα περισσότερο την αντίθεση του Λαού με αυτό το σύστημα στο σύνολό του. Ο κύκλος έκλεισε, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, με τον τελευταίο να είναι ο χειρότερος. Πρέπει να πασχίσουμε πλέον για έναν νέο κύκλο. Για να μην πέσουμε στα κατακάθια της Χρυσής Αυγής και των μαφιόζων ολιγαρχών που καραδοκούν.