ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ, ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ ...ΑΛΛΑ ΤΗΡΗΣΗ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ!



Εκτύπωση
ΣΑΒΒΑΤΟ 12-5-2015
Του ΓΙΑΝΝΗ ΤΟΛΙΟΥ, ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΣΤΗ Β’ ΑΘΗΝΑΣ ΜΕ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Τη στροφή των 180 μοιρών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με αγνόηση της λαϊκής εντολής του 61,5% του ελληνικού λαού κατά του νέου Μνημονίου, επιχειρούν με διάφορους τρόπους να δικαιολογήσουν επικοινωνιακά τα συστημικά μίντια και τα επιτελεία της κυβέρνησης. Επιχειρούν με ψήγματα αυτοκριτικής να καλύψουν την τεράστια «κωλοτούμπα» της κυβέρνησης, υποσχόμενα προεκλογικά, υπέρβαση της ευρωζωνικής επιτροπείας …τηρώντας πάντα το Μνημόνιο.
Ειδικότερα, στη συνέντευξη του στη ΔΕΘ (7.9.15) ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ΑλΤσίπρας, ξεχνώντας τις περσινές δεσμεύσεις, κατέφυγε σε μια άνευ ουσίας αυτοκριτική, υποσχόμενος όμως, σε περίπτωση που και πάλι θα είναι κυβέρνηση, «αντισταθμιστικά μέτρα» με ταυτόχρονη τήρηση του Μνημονίου. «Διαψευστήκαμε», είπε, «γιατί πιστέψαμε ότι η δύναμη του δικαίου θα έφερνε ντόμινο αλλαγών στην Ευρώπη», αποσιωπώντας την ανεδαφική του εμμονή στην υπογραφή συμφωνίας «πάση θυσία» εντός της ευρωζώνης και την προκλητική αγνόηση αλλεπάλληλων επισημάνσεων μεγάλου μέρους στελεχών για την ετοιμότητα αντιμετώπισης πιθανών εκβιασμών από τους «θεσμούς» (ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ). Διολίσθησε μάλιστα και στην απρέπεια να ισχυριστεί ότι τα στελέχη αυτά …«θα αντιδρούσαν σε κάθε συμφωνία». Από την άλλη έρχεται προεκλογικά να υποσχεθεί ότι θα υπάρξουν «αντισταθμιστικά» στα μνημονικά μέτρα (??), θα ξεφύγουμε από την μέγγενη της επιτροπείας, θα έχουμε ανάπτυξη, κά, με πιστή πάντα τήρηση των δεσμεύσεων του νέου Μνημονίου.!
Ωστόσο, το έργο το έχουμε ξαναδεί. Τα ίδια ακριβώς έλεγαν οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ που εφάρμοζαν τα μνημονιακά μέτρα. Το αποτέλεσμα γνωστό. Επιδείνωση της ύφεσης, αύξηση των «λουκέτων» και της ανεργίας, λεηλασία λαϊκών εισοδημάτων, ξεπούλημα δημόσιας περιουσία, διόγκωση αντί για μείωση του δημόσιου χρέους κα. Τα περί «αντισταθμιστικών» αποδείχτηκαν «λόγια του αέρα» από τη στιγμή που δεν άλλαξαν τις συντεταγμένες της οικονομικής πολιτικής. Μάλιστα στην περίπτωση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ακόμα και τα λίγα θετικά που έγιναν στο 6μηνο διακυβέρνησης, αμφισβητούνται από την «τερα-τρόϊκα» πλέον (ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ-ΕΜΣ). Από την άλλη το κρίσιμο ζήτημα του χρέους παραπέμπεται γενικώς και αορίστως στο μέλλον. Στην ουσία κανένα μέτρο δεν πρόκειται να εφαρμοστεί αν δεν θα έχει την έγκριση των «θεσμών». Τα περί «συνεχών διαπραγματεύσεων», περί «ρηγματώσεων», «απεγκλωβισμού» από τα μνημόνια», περί «κατάκτηση της δημοκρατίας και λαϊκής κυριαρχίας», κλπ, αποσκοπούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα σε ένα κόσμο που πίστεψε στο εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ, του είναι δύσκολο να καταπιεί τη στροφή των 180 μοιρών της ηγεσίας του και προσπαθεί να κρατηθεί από την ψευδαίσθηση μιας …δεύτερης ευκαιρίας.
Η «Λαϊκή Ενότητα» απευθύνεται τόσο στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και στη μεγάλη δεξαμενή του "ΟΧΙ" κατά του νέου Μνημονίου, ιδιαίτερα στη νέα γενιά που έδωσε μαζικό και μαχητικό παρόν και τους καλεί στις επερχόμενες εκλογές να μη στηρίξουν τα κόμματα του παλιού και νέου «μνημονιακού τόξου». Ειδικότερα τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ (με νέο κάλυμμα τη «Δημοκρατική Συμπαράταξη»), το Ποτάμι, καθώς και τη «Χρυσή Αυγή» (βαθιά συστημική δύναμη παρά τις αντιμνημονιακές κορώνες). Να μη στηρίξει επίσης τα κόμματα της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά να ενισχύσει τη «Λαϊκή Ενότητα», που με συνέπεια, ανιδιοτέλεια, αξιοπιστία και αγωνιστική στάση, υπερασπίστηκε τις δεσμεύσεις στο λαό και σήμερα εκφράζει το πραγματικά νέο και ταυτόχρονα «ιστορικά αναγκαίο» στην πολιτική ζωή.
Η «Λαϊκή Ενότητα», αγωνίζεται για την κατάργηση της λιτότητας και των μνημονίων. Τη διαγραφή τουλάχιστον του μεγαλύτερου μέρους του χρέους με αναστολή πληρωμής (moratorium) τόκων και χρεολυσιων ως την οριστική ρύθμιση του. Την εθνικοποίηση των τραπεζών που ο ελληνικός λαός πλήρωσε ακριβά για την σωτηρία τους. Την παροχή ρευστότητας στην οικονομία, στις μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις και στους αγρότες, τη ρύθμιση των «κόκκινων δανείων» νοικοκυριών και επιχειρήσεων με λογική «Σεισάχθειας». Τη στήριξη του εισοδήματος χαμηλόμισθων, χαμηλοσυνταξιούχων και εργαζόμενων νέων, την πάταξη της φοροδιαφυγής «εχόντων» και των προνομίων της κυρίαρχης ελίτ.
Όπως έδειξε με δραματικό τρόπο η ζωή, όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν εντός της ευρωζώνης. Η αποδέσμευση από την «επιτροπεία» των κυρίαρχων ελίτ Βρυξελλών και Βερολίνου, η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα, η ανάκτηση του ελέγχου των οικονομικών μοχλών ρύθμισης της οικονομίας (νομισματικής, δημοσιονομικής, εισοδηματικής, αναπτυξιακής πολιτικής), κά, είναι αναγκαίο βήμα για την παραγωγική ανασυγκρότηση και πολιτιστική αναγέννηση της χώρας, για την αντιμετώπιση της ανεργίας και σταμάτημα της φυγής νέων επιστημόνων στο εξωτερικό, για το άνοιγμα του δρόμου στην προοδευτική έξοδο από την κρίση και τη σοσιαλιστική προοπτική. Πρόκειται ουσιαστικά για δρόμο ανάκτησης της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, για το δικαίωμα επιλογής του ελληνικού λαού για το σήμερα και αύριο.
Η «Λαϊκή Ενότητα» ως ευρύτερο μέτωπο αντιμνημονιακώναριστερών,ριζοσπαστικών, πατριωτικών και δημοκρατικών, κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, μπορεί να εμπνεύσει και να προωθήσει την ελπιδοφόρα προοπτική για ένα καλύτερο μέλλον της χώρας και ιδιαίτερα της νέας γενιάς.
* Ο Γιάννης Τόλιος είναι διδάκτωρ Οικονομικών και υποψήφιος βουλευτής της Λαϊκής Ενότητας. ΠΗΓΗ ΙΣΚΡΑ

ΥΠΑΡΧΕΙ «ΚΑΛΟ ΕΥΡΩ»;



Εκτύπωση
ioakeimoglou
ΣΑΒΒΑΤΟ 12-5-2015
Του ΗΛΙΑ ΙΩΑΚΕΙΜΟΓΛΟΥ*
Εάν υπάρχει «καλή δραχμή», αναρωτιέται ο Μισέλ Iσόν, γνωστός Γάλλος οικονομολόγος της 4ης Διεθνούς, σε άρθρο του θέλοντας να συμβάλει στη δημόσια συζήτηση που υποτίθεται ότι διεξάγεται στην Ελλάδα γύρω από το δίλημμα ευρώ έναντι δραχμής. Το άρθρο του αναλώνεται σε μια προσπάθεια να καταδείξει ότι δεν υπάρχει «καλή δραχμή», αναδεικνύοντας τις δυσκολίες που θα υπάρξουν στη διάρκεια μιας ενδεχόμενης μετάβασης από το ευρώ στο εθνικό νόμισμα. Καμία έκπληξη λοιπόν που δημοσιεύθηκε στην «Εποχή», σε μια εφημερίδα που έχει προσχωρήσει στο στρατόπεδο του μεταλλαγμένου, μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ.
Με δε­δο­μέ­νη τώρα την απή­χη­ση που είχε το άρθρο του Μισέλ Ισόν ακόμη και σε κύ­κλους που στέ­κο­νται κρι­τι­κά ένα­ντι του μνη­μο­νια­κού ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ (μετά και από την ανα­δη­μο­σί­ευ­ση του άρ­θρου στο rednotebook), αξί­ζει να συ­νε­χί­σου­με τη δου­λειά που ξε­κί­νη­σε ο Γάλ­λος οι­κο­νο­μο­λό­γος από εκεί που την άφησε, θέ­το­ντας δη­λα­δή εμείς το ερώ­τη­μα εάν υπάρ­χει «καλό ευρώ». Γιατί όποιος ρω­τά­ει μόνο εάν υπάρ­χει «καλή δραχ­μή», αφή­νει τη δου­λειά μι­σο­τε­λειω­μέ­νη.
ΜΕ ΤΟ ΕΥΡΩ, ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
Το ευρώ, λοι­πόν, είναι εκ φύσεως «κακό», διότι επιβάλλει σε κάθε οι­κο­νο­μία της νο­μι­σμα­τι­κής ένωσης να αντι­με­τω­πίζει τις μα­κρο­οι­κο­νο­μι­κές της ανι­σορ­ρο­πίες με τη δια­δι­κα­σία της εσω­τε­ρι­κής υποτίμησης, δη­λα­δή με τρόπο που στρέφεται ευθέως κατά των ερ­γα­ζόμενων τάξεων και των συν­δι­κα­λι­στι­κών τους ορ­γα­νώσεων. Το ευρώ επιβάλλει τη δια­δι­κα­σία της εσω­τε­ρι­κής υποτίμησης ανεξάρτητα από τους θε­σμούς που ορί­ζουν τον τρόπο λει­τουρ­γί­ας της Ευ­ρω­ζώ­νης, της Ευ­ρω­παϊκής Κε­ντρι­κής Τράπεζας και των άλλων βαθ­μί­δων της νο­μι­σμα­τι­κής ένωσης. Είναι η θε­σμο­θε­τη­μένη μορφή της εσω­τε­ρι­κής υποτίμησης - και όλοι μας πλέον γνω­ρί­ζου­με τι ση­μαί­νει εσω­τε­ρι­κή υπο­τί­μη­ση. Επο­μέ­νως, δεν είναι μια πο­λι­τι­κή (και μόνο κα­τα­χρη­στι­κά την απο­κα­λού­με έτσι), διότι στην έν­νοια της πο­λι­τι­κής εμπε­ριέ­χε­ται η έν­νοια της επι­λο­γής. Στην πε­ρί­πτω­ση, όμως, της εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης, από τη στιγ­μή που υιο­θε­τείς το ευρώ, δεν υπάρ­χει επι­λο­γή, πρό­κει­ται για δια­δι­κα­σία προ­σαρ­μο­γής που ακο­λου­θεί ανα­γκα­στι­κά κάθε χώρα της Ευ­ρω­ζώ­νης όταν πρέ­πει να μειω­θούν οι τιμές της ένα­ντι των αντα­γω­νι­στών της, για λει­τουρ­γία χτι­σμέ­νη μέσα στην δομή του οι­κο­νο­μι­κού συ­στή­μα­τος, ανα­γκα­στι­κή και υπο­χρε­ω­τι­κή - και αυτό που της προσ­δί­δει αυτόν τον ανα­γκα­στι­κό χα­ρα­κτή­ρα είναι η υιο­θέ­τη­ση του ευρώ ως εθνι­κού νο­μί­σμα­τος. Δεν χρειά­ζε­ται, δη­λα­δή, να υπάρ­ξει πο­λι­τι­κή από­φα­ση, επί­ση­μη ανα­κοί­νω­ση και εναρ­κτή­ριο λά­κτι­σμα της δια­δι­κα­σί­ας ώστε να εκ­κι­νή­σει η εσω­τε­ρι­κή υπο­τί­μη­ση - θα ξε­κι­νή­σει μόνη της, έχει αυ­τό­μα­το πι­λό­το που εγκα­τα­στά­θη­κε εδώ με την υιο­θέ­τη­ση του ευρώ. Ούτε μπο­ρεί κά­ποιος να απαλ­λα­γεί από την εσω­τε­ρι­κή υπο­τί­μη­ση επει­δή απαλ­λά­χθη­κε από τα μνη­μό­νια (που βε­βαί­ως ενι­σχύ­ουν και διευ­ρύ­νουν τα απο­τε­λέ­σμα­τά της). Η Ισπα­νία και η Ιτα­λία δεν υπά­χθη­καν σε μνη­μό­νιο, αλλά η δια­δι­κα­σία της εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης ξε­κί­νη­σε εκεί και ανα­πτύ­χθη­κε πλή­ρως. Ούτε απαλ­λάσ­σε­ται μια χώρα από την εσω­τε­ρι­κή υπο­τί­μη­ση επει­δή μεί­ω­σε το εξω­τε­ρι­κό χρέος της. Για να γίνει κα­τα­νοη­τό, όμως, για ποιο λόγο ισχύ­ουν αυτά, πρέ­πει να κά­νου­με έναν μικρό απο­λο­γι­σμό των εσω­τε­ρι­κών υπο­τι­μή­σε­ων.
Μι­κρός απο­λο­γι­σμός των εσω­τε­ρι­κών υπο­τι­μή­σε­ων
Αυτά δι­η­γεί­ται η κα­θε­στω­τι­κή θε­ω­ρία. Αυτά που αφη­γεί­ται στο πρώτο και το δεύ­τε­ρο μέρος της, δη­λα­δή η ύφεση, η άνο­δος της ανερ­γί­ας, η μεί­ω­ση των μι­σθών και η κα­τα­στρο­φή των θε­σμών της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας που προ­στα­τεύ­ουν τους ερ­γα­ζό­με­νους, βε­βαί­ως και έχουν επα­λη­θευ­θεί πλή­ρως - όχι μόνο στην Ελ­λά­δα. Το τρίτο μέρος της θε­ω­ρί­ας τους, όμως, ότι θα μειω­θούν οι τιμές, και χάρη σε αυτό θα αυ­ξη­θούν η αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα, οι εξα­γω­γές, το ΑΕΠ και η απα­σχό­λη­ση, δεν το εί­δα­με,[2] ούτε στην Ελ­λά­δα και την Πορ­το­γα­λία που ήταν σε μνη­μό­νιο,[3] ούτε στην Ισπα­νία και την Ιτα­λία που δεν ήταν σε μνη­μό­νιο, είτε σε άλλες χώρες που είχαν πιο σύ­ντο­μα είτε λι­γό­τε­ρο σφο­δρά επει­σό­δια εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης (π.χ. Γαλ­λία, Γερ­μα­νία στα χρό­νια της agenda 2010).[4] Το μέσο πε­ρι­θώ­ριο κέρ­δους των επι­χει­ρή­σε­ων είτε έμει­νε άθι­κτο είτε αυ­ξή­θη­κε (με­ρι­κές φορές θε­α­μα­τι­κά) με αντί­στοι­χη μείωση του μέσου μι­σθού συ­νο­δευό­με­νη από ορια­κές μόνο μειώ­σεις των τιμών των εξα­γω­γών (που είναι και το τε­λι­κό ζη­τού­με­νο μιας υπο­τί­μη­σης). Πα­ντού η δια­δι­κα­σία της εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης απο­δυ­νά­μω­σε τα ερ­γα­τι­κά σω­μα­τεία και τους θε­σμούς που απο­κρυ­στάλ­λω­ναν τις πα­λιές κα­τα­κτή­σεις τους, πα­ντού ο συ­σχε­τι­σμός δυ­νά­με­ων με­τα­τρά­πη­κε δρα­μα­τι­κά υπέρ του κε­φα­λαί­ου χάρη στη δια­δι­κα­σία της εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης και στο όνομα του ευρώ.[5] Πα­ντού οι ορια­κές μόνο μειώ­σεις των τιμών δεν οφεί­λο­νταν σε κά­ποια εθνι­κή ιδιο­μορ­φία, σε ελ­λι­πή εφαρ­μο­γή των προ­γραμ­μά­των προ­σαρ­μο­γής ή σε κά­ποια αμέ­λεια των κυ­βερ­νή­σε­ων, αλλά οφεί­λο­νταν σε δο­μι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά του κε­φα­λαιο­κρα­τι­κού τρό­που πα­ρα­γω­γής,[6] χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά αμε­τά­βλη­τα, που ισχύ­ουν δη­λα­δή για όλες τις χώρες του ανα­πτυγ­μέ­νου κα­πι­τα­λι­σμού σε όλες τις επο­χές και συ­γκυ­ρί­ες. Στην πα­ρα­πά­νω πε­ρι­γρα­φή της εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης, είτε όπως αυτή εμ­φα­νί­ζε­ται στην κα­θε­στω­τι­κή αφή­γη­σή της, είτε όπως υπάρ­χει πραγ­μα­τι­κά, δεν πα­ρεμ­βάλλε­ται που­θε­νά ο χα­ρα­κτήρας της Ευ­ρω­παϊκής Κε­ντρι­κής Τράπεζας, ούτε κάποιου άλλου θε­σμού της νο­μι­σμα­τι­κής ένωσης, δεν γί­νε­ται καμιά ανα­φο­ρά σε άλλα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της Ευ­ρω­ζώ­νης: Απλά και μόνον η ύπαρξη κοι­νού νομίσμα­τος, του ευρώ, απο­τε­λεί την ανα­γκαία και ικανή συνθήκη της εσω­τε­ρι­κής υποτίμησης. Το ευρώ είναι η ικανή και ανα­γκαία συν­θή­κη για την ύπαρ­ξη ενός πα­νί­σχυ­ρου μη­χα­νι­σμού εκτό­νω­σης της πίεσης του διε­θνούς αντα­γω­νι­σμού πάνω στην αγορά ερ­γα­σίας, είναι η μη­χα­νή που με­τα­τρέπει συ­νε­χώς το συ­σχε­τι­σμό δυνάμεων σε βάρος των ορ­γα­νω­μένων δυνάμεων των ερ­γα­ζο­μένων. Το ευρώ μόνο του, χωρίς να χρειά­ζε­ται κα­νέ­ναν άλλο θεσμό ή χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό της Ευ­ρω­ζώ­νης, υπο­χρε­ώ­νει κάθε ερ­γα­τι­κή τάξη να πε­ρά­σει μέσα από τις μυ­λό­πε­τρες της εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης. Η εσω­τε­ρι­κή υποτίμηση υπάρ­χει επει­δή είναι εν­σω­μα­τω­μένη στην ύπαρξη του ευρώ.[7] Δεν υπάρ­χει, ούτε μπο­ρεί να υπάρ­ξει «καλό ευρώ». [1] Για τον τρόπο που λει­τουρ­γεί η οι­κο­νο­μία όταν υπάρ­χει υπο­τί­μη­ση του νο­μί­σμα­τος, βλ. στο άρθρο "Η αλή­θεια για τις νο­μι­σμα­τι­κές υπο­τι­μή­σεις" στο http://rproject.gr/article/i-alitheia-gia-tis-nomismatikes-ypotimiseis [2] Artus P. "What is to be done in the euro zone since internal devaluations do not work?", 7 Μαρ­τί­ου 2013, Natixis, http://cib.natixis.com/flushdoc.aspx?id=68885 [3] Οι εξε­λί­ξεις στην Ιρ­λαν­δία δεν είχαν τον ίδιο έντο­νο χα­ρα­κτή­ρα καθώς η χώρα αυτή δια­τη­ρεί προ­νο­μια­κές εμπο­ρι­κές και πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις με τις ΗΠΑ, όπου το ΑΕΠ αυ­ξή­θη­κε μετά την οξεία φάση της χρη­μα­το­πι­στω­τι­κής κρί­σης (2008-2009) και προ­κά­λε­σε με­γέ­θυν­ση των ιρ­λαν­δι­κών εξα­γω­γών. Η δια­δι­κα­σία της εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης δεν μεί­ω­σε τις τιμές των εξα­γω­γών πα­ρό­τι μεί­ω­σε τις εγ­χώ­ριες τιμές για εσω­τε­ρι­κή κα­τα­νά­λω­ση. [4] Χρειά­στη­κε μια κρίση βα­θύ­τε­ρη και με­γα­λύ­τε­ρης διάρ­κειας από την με­γά­λη κρίση της δε­κα­ε­τί­ας του 1930 στις ΗΠΑ για να μειω­θούν οι εγ­χώ­ριες τιμές στην Ελ­λά­δα κατά 4% (με­τα­ξύ πρώ­του τρι­μή­νου 2010 και πρώ­του τρι­μή­νου 2015). Βλ. ανα­λυ­τι­κά στις ετή­σιες εκ­θέ­σεις του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μία και την απα­σχό­λη­ση. Για την Πορ­το­γα­λία και την Ισπα­νία βλ. στο Gonzalez & Gutierrez (2014) "Internal devaluation in the European periphery: the story of a failure", UCLM, http://dialnet.unirioja.es/servlet/articulo?codigo=4830673&orden=1&info=.... Για άλλες χώρες βλ. στο Artus P., "Prices are sticky in virtually all countries, which means nominal adjustments and"internal devaluations" are doomed to fail", 7 Νο­εμ­βρί­ου 2012, http://cib.natixis.com/flushdoc.aspx?id=66833 [5] Φυ­σι­κά και ο συ­νο­λι­κός συ­σχε­τι­σμός δυ­νά­με­ων δεν με­τα­τρά­πη­κε απο­κλει­στι­κά χάρη σε αυτά, φυ­σι­κά και υπήρ­ξαν και άλλες πα­ράλ­λη­λες επι­θέ­σεις ενα­ντί­ον των δυ­νά­με­ων της ερ­γα­σί­ας, αλλά η δια­δι­κα­σία της εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης πα­ντού ήταν η κύρια συ­νι­στώ­σα της επί­θε­σης. [6] Στη διάρ­κεια των κρί­σε­ων του κα­πι­τα­λι­σμού, επι­τε­λεί­ται μια «φυ­σι­κή επι­λο­γή» των αν­θε­κτι­κό­τε­ρων κε­φα­λαί­ων και μια κα­τα­στρο­φή των λι­γό­τε­ρο απο­δο­τι­κών κε­φα­λαί­ων. Η συ­νο­λι­κή ζή­τη­ση πε­ριο­ρί­ζε­ται εξαι­ρε­τι­κά, αλλά όχι τόσο για κάθε επι­χεί­ρη­ση ξε­χω­ρι­στά, αφού οι ισχυ­ρό­τε­ρες επι­χει­ρή­σεις που επι­ζούν ιδιο­ποιού­νται την ζή­τη­ση των αντα­γω­νι­στών τους που υπέ­κυ­ψαν στην κρίση. Κάθε ξε­χω­ρι­στή επι­χεί­ρη­ση που επέ­ζη­σε, μπο­ρεί κα­νι­βα­λί­ζο­ντας τους αντα­γω­νι­στές της, να υπε­ρα­σπί­ζε­ται αρ­κε­τά απο­τε­λε­σμα­τι­κά το ύψος των τιμών της. Μια ανά­λο­γη δια­δι­κα­σία κα­τα­στρο­φής δεν πα­ρα­τη­ρεί­ται στην αγορά ερ­γα­σί­ας, όπου οι άνερ­γοι δεν εξα­φα­νί­ζο­νται όπως εξα­φα­νί­ζε­ται το απα­ξιω­μέ­νο κε­φά­λαιο των επι­χει­ρή­σε­ων που υπέ­κυ­ψαν στην κρίση, αλλά πα­ρα­μέ­νουν στην αγορά ερ­γα­σί­ας για πολύ καιρό και ασκούν πτω­τι­κή πίεση επί των μι­σθών. Αυτά δεν απο­τε­λούν κά­ποια εθνι­κή ιδιο­μορ­φία της μιας ή της άλλης χώρας, αλλά δο­μι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά του κε­φα­λαιο­κρα­τι­κού τρό­που πα­ρα­γω­γής. [7] Ας προ­σθέ­σου­με σε αυτά και ότι καθώς οι τιμές δεν μειώ­νο­νται ου­σια­στι­κά με την εσω­τε­ρι­κή υπο­τί­μη­ση, αυτή δεν υπο­κα­θι­στά τη βα­σι­κή λει­τουρ­γία της υπο­τί­μη­σης ενός εθνι­κού νο­μί­σμα­τος η οποία κα­θι­στά αμέ­σως φθη­νό­τε­ρα τα εγ­χώ­ρια προ­ϊ­ό­ντα. Με το ευρώ, τα ελ­λείμ­μα­τα στο εξω­τε­ρι­κό εμπό­ριο αγα­θών και υπη­ρε­σιών δεν κλεί­νουν μέσω αλ­λα­γών στις τιμές αλλά με μεί­ω­ση της ζή­τη­σης, δη­λα­δή με ύφεση (χα­ρα­κτη­ρι­στι­κές πε­ρι­πτώ­σεις της Ελ­λά­δας, της Ισπα­νί­ας και της Πορ­το­γα­λί­ας στη διάρ­κεια της τρέ­χου­σας κρί­σης). Έτσι, σε κα­θε­στώς ευρώ, η ύφεση και η βρα­δεία ανά­πτυ­ξη είναι προ­ϋ­πο­θέ­σεις για να υπάρ­χει ισο­σκε­λι­σμέ­νο ισο­ζύ­γιο τρε­χου­σών συ­ναλ­λα­γών. Αυτό μπο­ρεί να ανα­τρα­πεί με με­γά­λες αλ­λα­γές στο πα­ρα­γω­γι­κό σύ­στη­μα (βελ­τί­ω­ση ποιό­τη­τας, πα­ρα­γω­γή νέων προ­ϊ­ό­ντων κ.λπ.). Οι αλ­λα­γές αυτές όμως πραγ­μα­το­ποιού­νται σε ορί­ζο­ντα δε­κα­ε­τί­ας και ευ­νο­ού­νται από συν­θή­κες τα­χεί­ας συσ­σώ­ρευ­σης κε­φα­λαί­ου - κάτι που δεν ευ­νο­εί η δια­δι­κα­σία της εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης.
Πηγή: www.rproject.gr

Η ΜΟΣΧΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΝΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΕΙ ΤΟ ISIS

 ΡΑΓΔΑΙΕΣ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ


Εκτύπωση
ΣΑΒΒΑΤΟ 12-9-2015
ΧΩΡΙΣ ΕΙΡΗΝΗ ΔΕΝ ΛΥΝΕΤΑΙ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΠΟΛΕΜΟΥ
 Του ΑΝΔΡΕΑ ΖΑΦΕΙΡΗ  
Το μεγαλύτερο υποβρύχιο στον κόσμο, το Dmitri Donskoy (ΤΚ-208), έχει βάλει πλώρη για τη Μεσόγειο, και πλέει για τις ακτές της Συρίας. Πάνω στο υποβρύχιο βρίσκονται 20 Bulava (NATO-code SS-N-30) διηπειρωτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι με ισχύ έως 200 πυρηνικές κεφαλές. Κάθε πύραυλος Bulava, με βεληνεκές έως  10.000 χιλιόμετρα, φέρει 6-10 MIRV- πυρηνικές κεφαλές.
Το υποβρύχιο  απέπλευσε από  βάση της Βόρειας Θάλασσας  στις 4 Σεπτεμβρίου, συνοδευόμενο από δύο πολεμικά πλοία. Η άφιξή τους στη Συρία αναμένεται σε 10 ημέρες. Είναι  μια κίνηση που ανατρέπει όλο το υπάρχον σκηνικό στη Μέση Ανατολή.  
Η χρηματοδότηση του ISIS από τις ΗΠΑ και η αξιοποίησή του στο πόλεμο εναντίον της συριακής κυβέρνησης έχει δημιουργήσει ένα πρωτοφανές σκηνικό χάους στη περιοχή. Το ISIS ουσιαστικά χρησιμοποιείται σε μια μεγάλης έκτασης επιχείρησης «σκούπα»  εναντίον των πληθυσμών της Συρίας. Γι' αυτό και η βασική μέθοδος του Ισλαμικού Κράτους είναι η μαζική τρομοκρατία, άριστα οργανωμένη με κάθε νόμο της (ελάχιστα ισλαμικής, μετανεωτερικής) κοινωνίας του θεάματος.
Το μαζικό κύμα των προσφύγων είναι αποτέλεσμα ακριβώς αυτών των τρομοκρατικών επιχειρήσεων.  
Η δήλωση του βασιλιά της Ιορδανίας Abdullah (Αμπντάλα) είναι χαρακτηριστική του κλίματος στη περιοχή: «Έχω πει στους ηγέτες τόσο στον ισλαμικό και αραβικό κόσμο όσο και στον κόσμο γενικότερα: Αυτό είναι ένας τρίτος παγκόσμιος πόλεμος με άλλα μέσα».  
Οι ΗΠΑ, οι οποίες εδώ και 12 χρόνια προσπαθούν, μέσω πολέμων, να υλοποιήσουν το σχέδιο New Middle East, ίσως αντιληφθούν σύντομα ότι τα χρόνια της ασυδοσίας πέρασαν. Και ένας νέος κύκλος αρχίζει.
ΠΗΓΗ ΙΣΚΡΑ

ΑΝΕΛΕΗΤΗ ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΗ ΦΟΡΟΛΕΗΛΑΣΙΑ ΕΠΙΦΥΛΑΣΣΟΥΝ ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ



Εκτύπωση
forologiaΣΑΒΒΑΤΟ 12-9-2015
ΘΑ ΞΕΠΕΡΑΣΕΙ ΤΑ 11 ΔΙΣ. ΕΥΡΩ Ο ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΦΟΡΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Η ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Η ΜΟΝΗ ΔΥΝΑΜΗ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΒΑΛΕΙ ΦΡΑΓΜΟ ΣΤΗ ΦΟΡΟΕΠΙΔΡΟΜΗ
Ένα βουνό από φόρους θα κληθούν να καταβάλλουν αμέσως μετά τις εκλογές και μέχρι το τέλος του χρόνου νοικοκυριά, αγρότες, ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρήσεις, αρκετοί μάλιστα φόροι έχουν και …αναδρομική ισχύ!
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΣΕΕ ο λογαριασμός των ήδη ψηφισθέντων φορολογικών μέτρων του μνημονιακού νόμου Ν.4336/2015, καθώς και από αυτά που θα περιλαμβάνει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί τον Οκτώβριο  θα ξεπεράσει τα 11 δισ. ευρώ μέχρι τέλος του χρόνου.
Η ανελέητη αυτή φοροεπιδρομή είναι ο λογαριασμός του τρίτου μνημονίου που συνομολόγησε ο εναπομείνας ΣΥΡΙΖΑ και ψήφισε από κοινού με τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι και τους ΑΝΕΛ.  Με σύσσωμη, δηλαδή, την «Εθνική Ελλάδος» των μνημονίων που διεκδικεί τώρα την ψήφο του λαού, όχι μόνο για να εφαρμόσει πιστά τα ανελέητα αυτά μέτρα με τη μια ή με την άλλη μορφή συγκυβέρνησης. Αλλά και για να προσθέσει και νέες ακόμη πιο φορομπηχτικές επιβαρύνσεις με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που υποχρεούται να καταθέσει εντός του Οκτωβρίου οποιαδήποτε μνημονιακή κυβέρνηση προκύψει μετά τις εκλογές.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ προβάλλει ως η μόνη πολιτική δύναμη που αντιστέκεται και αγωνίζεται με συνέπεια και από προοδευτικές θέσεις για την ακύρωση του τρίτου μνημονίου και όλων των προηγούμενων μνημονίων. Η Λαϊκή Ενότητα είναι η μόνη δύναμη  που μπορεί να αποτελέσει ουσιαστική αντιπολίτευση απέναντι στη μνημονιακή συναίνεση. Που διαθέτει ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση απέναντι στα μνημόνια.
Η Λαϊκή Ενότητα είναι η μόνη δύναμη που προβλέπει την κατάργηση του άδικου, ληστρικού και αντιαναπτυξιακού ΕΝΦΙΑ και την αντικατάστασή του από έναν φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας. Που διεκδικεί την κατάργηση των τελευταίων επιβαρύνσεων στον ΦΠΑ που για πάρα πολλά είδη ακόμα και πρώτης ανάγκης έφτασε στο απαράδεκτο ύψος του 23%, επιφέροντας άλλο ένα πλήγμα σε μισθούς και συντάξεις. Που θα καθιερώσει αφορολόγητο όριο 12.000 ευρώ για όλα τα φυσικά πρόσωπα, ανεξαρτήτως δραστηριότητας.  Που θα σταματήσει τη φορολεηλασία του αγροτικού πληθυσμού της χώρας που επιβάλλουν τα μνημόνια και τον οδηγούν στον αφανισμό. Που θα καθιερώσει νέους, δίκαιους συντελεστές φορολογίας οι οποίοι θα είναι κλιμακωτοί και θα βασίζονται στα πραγματικά εισοδήματα των πολιτών της χώρας.
ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΦΟΡΟΛΗΣΤΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ
Ειδικότερα, ο «φορολογικός λογαριασμός» από το νέο Μνημόνιο περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
• Καταβολή ΕΝΦΙΑ: Στα τέλη Σεπτεμβρίου θα αναρτηθούν στο ηλεκτρονικό σύστημα taxisnet τα εκκαθαριστικά του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), με στόχο η πρώτη δόση να καταβληθεί μέχρι τις 30 Οκτωβρίου και να καταβληθούν οι τρεις από τις πέντε δόσεις εντός του 2015. Ο στόχος από αυτό φόρο είναι να εισπραχθούν συνολικά 2,65 δισ. ευρώ.
• Έκτακτη Εισφορά Αλληλεγγύης: Αύξηση των συντελεστών της  έκτακτης εισφοράς (αναδρομική ισχύ από 1/1/2015) για όλα τα φυσικά πρόσωπα (μισθωτοί, συνταξιούχοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, εισοδηματίες κ.ά.) με εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ. Παράλληλα, προωθείται η ενσωμάτωσή της στο φόρο εισοδήματος από το 2016, και οι μισθωτοί θα βιώσουν άμεσα τις επικείμενες αλλαγές λόγω αυξημένων παρακρατήσεων των μηνιαίων αποδοχών τους. Η ενσωμάτωση της εισφοράς αλληλεγγύης στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος θα συρρικνώσει το αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ που ισχύει σήμερα στην αυτοτελή κλίμακα υπολογισμού της εισφοράς (για εισοδήματα μέχρι 12.000 ευρώ δεν καταβάλλεται εισφορά).
• Προκαταβολή φόρου εισοδήματος - Αγρότες: Διπλασιασμός της προκαταβολής φόρου εισοδήματος για τους αγρότες, με αναδρομική ισχύ (από 1/1/2015) για τη χρήση του 2014.
• Μείωση ακατάσχετου ορίου: Μειώνονται όλα τα όρια για τις κατασχέσεις στα 1.000 ευρώ, ενώ το υπερβάλλον του νέου ορίου ποσό θα κατάσχεται στο σύνολό του. Σε ό,τι αφορά μισθούς, συντάξεις και ασφαλιστικά βοηθήματα, το ακατάσχετο όριο 25% καταργείται και μειώνεται από τα 1.500 στα 1.000 ευρώ (καθαρό ποσό αφού αφαιρεθούν οι εισφορές).  Ειδικά για περιπτώσεις πολιτών που δοκιμάζονται οικονομικά θα μπορεί να κατασχεθεί το 50% για το τμήμα του μισθού ή της σύνταξης μεταξύ των 1.000 και 1.500 ευρώ (δηλαδή 250 ευρώ). Μειώνεται από τα 1.500 στα 1.250 ευρώ το ακατάσχετο ποσό από έναν τραπεζικό λογαριασμό για κάθε φορολογούμενο.
• Κατάργηση Έκπτωσης Φόρου Εισοδήματος:  Σύμφωνα με τις ψηφισθείσες διατάξεις καταργείται η έκπτωση φόρου 2% για την εφάπαξ εξόφληση φόρου  για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 2015 και ύστερα.
• Κατάργηση του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου:  Προβλέπεται η σταδιακή κατάργηση  των μειωμένων συντελεστών 30% από την 1η Οκτωβρίου στα νησιά με υψηλό κατά κεφαλή εισόδημα όπως Ρόδος, Μύκονος, Σαντορίνη και η Κως, ενώ από την 1/6/16 καταργείται το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ και στα λιγότερο ανεπτυγμένα νησιά.
• Αλλαγές στο καθεστώς ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών (100 δόσεις): Μεταβολές θα επέλθουν και στις ισχύουσες, πριν τη ψήφιση του (Ν. 4336/2015), διατάξεις του πλαισίου ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών (στο Δημόσιο και στα Ασφαλιστικά Ταμεία). Με το πέρας της εκλογικής αναμέτρησης θα θεσμοθετηθεί η αύξηση στο 5% (από το 3% που ίσχυε μέχρι τώρα) του επιτοκίου για οφειλέτες ποσών άνω των 5.000 ευρώ. Όσοι διαθέτουν χρέη χαμηλότερα των 5.000 ευρώ, θα διατηρήσουν το μηδενικό επιτόκιο με αυστηρές όμως προϋποθέσεις.
• Προκαταβολή φόρου εισοδήματος - Επιχειρήσεις: Προβλέπεται αύξηση της προκαταβολής φόρου για τα εισοδήματα του 2014 στο 100% όσον αφορά στις ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ, συνεταιρισμούς και ενώσεις αυτών, λοιπές κοινοπραξίες, από 80% που ίσχυε μέχρι πρότινος.
Επιπλέον στα προαπαιτούμενα του μνημονίου που πρόκειται να ψηφιστούν μετά τις εκλογές περιλαμβάνονται, μεταξύ των άλλων, τα εξής:
• Σταδιακή αύξηση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος για τους αγρότες από το 13% στο 20% για το 2016 και στο 26% για το 2017. Επίσης, προβλέπεται από 1η Οκτωβρίου αύξηση σε δύο δόσεις του συντελεστή και τριπλασιάζεται ο Ε.Φ.Κ. του αγροτικού πετρελαίου κίνησης.
• Εξορθολογισμός του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης με στόχο να μειωθούν κατά το ήμισυ οι δαπάνες για τις επιδοτήσεις πετρελαίου θέρμανσης στον προϋπολογισμό του 2016, που θα επιβαρύνουν αντίστοιχα τους καταναλωτές.
• Απόφαση για την άρση της αναστολής πλειστηριασμών και κατασχέσεων, εξαιτίας των «capital controls» που παρατάθηκε, από την υπηρεσιακή Κυβέρνηση έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2015.
• Άρση των νομικών εμποδίων για την πρόσβαση των φορολογικών αρχών στις εγκαταστάσεις των φορολογουμένων, ακόμη και στις κατοικίες τους εφόσον έχουν δηλωθεί ως επαγγελματική στέγη
• Αύξηση των συντελεστών φορολόγησης των εισοδημάτων από ενοίκια.
• Επανασχεδιασμός των κλιμακίων φορολόγησης για κληρονομιές, δωρεές και γονικές παροχές και επανεξέταση των διατάξεων που διέπουν τις ανωτέρω φορολογίες.
• Απόφαση μετά τη προσωρινή αναστολή για την επιβολή ΦΠΑ 23% στα φροντιστήρια και ιδιωτικά εκπαιδευτήρια.
• Κατάργηση των εξαιρέσεων και απαλλαγών από τη φορολογία εισοδήματος που ισχύουν για διάφορες κατηγορίες επιχειρήσεων.
• Αυτόματη διαδικασία απόδοσης ΦΠΑ στο Δημόσιο εντός 5 ημερών από τη διενέργεια της πληρωμής μέσω του τραπεζικού συστήματος, ΟΛΟΥ του ποσοστού ΦΠΑ, αντί της διαφοράς αγοράς και πώλησης, για συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και πελατών λιανικής.
ΠΗΓΗ ΙΣΚΡΑ

«Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ GREXIT»



Εκτύπωση

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΙΓΓΛΕΣΗ* ''Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ GREXIT: ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ''
Ύστερα από πεντέμισι χρόνια εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών, η Ελλάδα βρίσκεται σ’ ένα θανάσιμο αδιέξοδο. Η παραγωγική βάση της οικονομίας έχει διαλυθεί, ο λαός φτωχοποιείται και εξαθλιώνεται, ενώ το διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο απεργάζεται σχέδια – ιδιωτικοποιήσεις τα λένε – για την αρπαγή, αντί «πινακίου φακής», των στρατηγικών υποδομών και του φυσικού πλούτου της χώρας, στερώντας της έτσι τα εργαλεία μιας μελλοντικής ανάπτυξης.  
Η Ελλάδα πρέπει να βγει από τη μέγγενη του ευρω-μάρκου και να αποκαταστήσει την εθνική κυριαρχία της, εισάγοντας σε κυκλοφορία το δικό της νόμισμα, ώστε να πάψει να αποτελεί αποικία χρέους των δανειστών και των διεθνών αγορών. Ο Τζορτζ Φρίντμαν, ιδρυτής του ιστότοπου Stratfor στο βιβλίο του «Η Επόμενη Δεκαετία» γράφει : «Ένα έθνος που δεν ελέγχει το χρηματοπιστωτικό του σύστημα έχει χάσει την κυριαρχία του».  
Η πρωθύστερη κυκλοφορία του ευρώ το 2002, πριν, δηλαδή, υπάρξει η πολιτική και δημοσιονομική ενοποίηση, δημιούργησε τον πύργο της «ευρω-Βαβέλ». Τα κράτη-μέλη δανείζονται, με την έκδοση ομολόγων, σε ευρώ, ενώ δεν έχουν καμιά δυνατότητα διαχείρισης του νομίσματος στο οποίο συνάπτουν τα δάνειά τους. Η νομισματική πολιτική καθορίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), που είναι η μόνη που έχει το δικαίωμα να τυπώνει τα χαρτονομίσματα του ευρώ.  
Η έξοδος από το «ζουρλομανδύα» του ευρώ αποσκοπεί στην αποκατάσταση της εθνικής κυριαρχίας, την αύξηση της απαραίτητης ρευστότητας στην οικονομία και τη θωράκιση του τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα με την εισαγωγή του εθνικού νομίσματος, της Νέας Δραχμής, θα χρηματοδοτηθεί, όχι με δανεικά ευρώ, η παραγωγική δομή της χώρας, ώστε ν’ αυξηθεί το εγχωρίως παραγόμενο προϊόν, να υποκατασταθούν σε σημαντικό βαθμό οι εισαγωγές, να αυξηθούν οι εξαγωγές και έτσι να βελτιωθούν τα εισοδήματα των Ελλήνων πολιτών, ενώ παράλληλα θα μειώνεται η ανεργία. Οι μνημονιακές και κρυφομνημονιακές δυνάμεις, όλο το πλέγμα των οικονομικών και μιντιακών συμφερόντων που τις στηρίζουν και οι κάθε είδους ευρωλάγνοι θα προσπαθήσουν, όπως έχουν κάνει στο παρελθόν, να τρομοκρατήσουν τον ελληνικό λαό παρουσιάζοντας το σενάριο της ανεξέλεγκτης ή της ελεγχόμενης από τους δανειστές χρεοκοπίας. Η έξοδος από το ευρώ δεν πρέπει να είναι αποτέλεσμα του οικονομικού στραγγαλισμού της χώρας από την ΕΚΤ, με το κλείσιμο του «διακόπτη» της ρευστότητας και την «τραπεζική αργία».
Η έξοδος από το ευρώ και η κυκλοφορία της Νέας Δραχμής πρέπει να είναι εθνική επιλογή που θα αποφασιστεί από την ελληνική κυβέρνηση. Για την υλοποίηση αυτής της επιλογής απαιτείται ένα καλά μελετημένο, σ’ όλες τις λεπτομέρειές του, εθνικό σχέδιο. Σημασία έχει η προετοιμασία που θα έχει γίνει και η αποφασιστικότητα με την οποία αυτό θα εφαρμοστεί. Ούτε δισταγμοί επιτρέπονται ούτε πισωγυρίσματα.  
Η ΙΣΟΤΙΜΙΑ  
Η εισαγωγή-κυκλοφορία της Νέας Δραχμής μπορεί – και πρέπει – να γίνει με ισοτιμία ένα προς ένα, δηλαδή μία Νέα Δραχμή προς ένα ευρώ. Η ισοτιμία αυτή με απόφαση της κυβέρνησης θα «κλειδώσει», δηλαδή θα διατηρηθεί αμετάβλητη για απροσδιόριστο χρόνο, που οπωσδήποτε θα καλύπτει όλη τη μεταβατική περίοδο σταθεροποίησης της οικονομίας (από τρία μέχρι πέντε χρόνια), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στη συνέχεια θα υπάρξει υποτίμηση του νέου εθνικού νομίσματος. Η Νέα Δραχμή δε θα είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμη στα χρηματιστήρια συναλλάγματος του εξωτερικού και έτσι δε θα μπορεί να δεχτεί υποτιμητικές-κερδοσκοπικές επιθέσεις. Για το λόγο αυτό δεν απαιτούνται συναλλαγματικά αποθέματα με τα οποία θα στηριχτεί η δραχμή προκειμένου να μην υποστεί μεγάλη υποτίμηση, κατά το μεταβατικό στάδιο. Η ελληνική κυβέρνηση, δηλαδή, δε θα χρειάζεται να σπαταλάει το συνάλλαγμα της χώρας από τις εξαγωγές αγαθών, τον τουρισμό κ.λπ. για να αγοράζει δραχμές, σε μια απέλπιδα προσπάθεια, όπως έχει αποδειχθεί σε πολλές άλλες περιπτώσεις διεθνώς, προκειμένου να στηρίξει την επιθυμητή ισοτιμία του εθνικού νομίσματος. Όσοι υποστηρίζουν ότι δεν μπορούμε να βγούμε από την Ευρωζώνη επειδή δεν έχουμε τα συναλλαγματικά αποθέματα για να στηρίξουμε την ισοτιμία της δραχμής είναι κρυφοί θιασώτες του κατοχικού ευρώ. Η Ελλάδα δε θα έχει ποτέ, με τις σημερινές συνθήκες, τόσο υψηλά συναλλαγματικά αποθέματα για να στηρίξει την ισοτιμία του εθνικού νομίσματός της, αν αυτό δεχτεί κερδοσκοπική επίθεση στις διεθνείς αγορές, άρα δε θα μπορεί, σύμφωνα με αυτή τη λογική, να βγει από το ευρωσύστημα.  
Με την εισαγωγή-κυκλοφορία της Νέας Δραχμής μισθοί, συντάξεις, δάνεια και οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών θα μετατραπούν στο νέο νόμισμα με ισοτιμία ένα προς ένα. Έτσι μισθός ή σύνταξη 1.000 ευρώ θα γίνει 1.000 δρχ., δάνειο 100.000 ευρώ θα γίνει 100.000 δρχ., η τιμή μιας τηλεόρασης 300 ευρώ θα γίνει 300 δρχ., κ.ο.κ. Ειδικότερα για τα δάνεια, όσα λέγονται από τους εθελόδουλους οπαδούς του ευρωμονόδρομου, ότι ενώ μισθοί και συντάξεις θα πληρώνονται σε δραχμές τα δάνεια θα πρέπει να πληρωθούν σε ευρώ, αποτελούν άθλια προπαγάνδα για την τρομοκράτηση του λαού. Κανένας λόγος να συμβεί κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Με αυτό τον τρόπο μετάβασης δε θα υπάρξουν πληθωριστικές πιέσεις από την εισαγωγή του εθνικού νομίσματος στην ελληνική οικονομία. Περίπτωση υποτίμησης της δραχμής σε σχέση με άλλα διεθνή νομίσματα θα προκύπτει μόνο όταν το ευρώ υποτιμάται έναντι των νομισμάτων αυτών.  
Αν υπάρξει σωστή προετοιμασία, με έτοιμες τις μήτρες των χαρτονομισμάτων-κερμάτων και έχει γίνει η προμήθεια του απαραίτητου ειδικού χαρτιού, τότε πολύ σύντομα θα κυκλοφορήσουν, σε επαρκή ποσότητα, τα χαρτονομίσματα της Νέας Δραχμής. Οι λογαριασμοί των δημοσίων υπαλλήλων, μετά από δεκαπέντε ημέρες και των συνταξιούχων, μετά από ένα μήνα, θα πιστωθούν, ηλεκτρονικά, στο νέο εθνικό νόμισμα. Το ίδιο θα γίνει και με τους ιδιωτικούς υπαλλήλους που πληρώνονται μέσω τραπεζικών λογαριασμών. Έτσι θα υπάρχει ικανή ρευστότητα για πραγματοποίηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών (κάρτες, πάγιες εντολές κ.λπ.). Για ένα σχετικά μικρό μεταβατικό διάστημα μέχρι να κυκλοφορήσουν σε ικανή ποσότητα οι δραχμές, σε φυσική μορφή, οι συναλλαγές με χαρτονομίσματα, στην εσωτερική αγορά, θα γίνονται είτε σε ευρώ είτε σε δραχμές, πάντα με ισοτιμία ένα προς ένα. Μετά το τέλος του μεταβατικού χρονικού διαστήματος όλες οι συναλλαγές στο εσωτερικό της χώρας θα γίνονται μόνο σε δραχμές. Σημειώνεται ότι στην εσωτερική αγορά κυκλοφορούν (Μάιος 2015) περίπου 35 δισ. ευρώ.  
ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ – ΕΠΙΤΟΚΙΑ  
Όλες οι καταθέσεις, ιδιωτών και επιχειρήσεων, παραμένουν σε ευρώ και θα αποτελούν καταθέσεις σε συνάλλαγμα. Έτσι οι έλληνες πολίτες, από την πρώτη στιγμή, δε θα ανησυχούν ότι θα υπάρξει οποιαδήποτε μείωση της περιουσίας τους από μια υποτιθέμενη υποτίμηση της Νέας Δραχμής. Υποτίμηση δε χρειάζεται και δεν πρέπει να υπάρξει.
Στην αρχή οι υπάρχοντες λογαριασμοί καταθέσεων θα παραμείνουν ως έχουν. Μόλις ένας λογαριασμός πιστωθεί ή χρεωθεί με δραχμές, σε ηλεκτρονική ή φυσική μορφή, από μισθό, σύνταξη, κατάθεση, ανάληψη κ.λπ., η τράπεζα θα υποχρεούται να ανοίξει για τον πελάτη της ένα δεύτερο λογαριασμό σε συνάλλαγμα στον οποίο θα μεταφερθεί το υπόλοιπο του λογαριασμού σε ευρώ. Οι κάρτες των ΑΤΜ, οι πιστωτικές – χρεωστικές κάρτες, οι πάγιες εντολές και η αποπληρωμή δανείων θα παραμείνουν συνδεδεμένες με τους σημερινούς λογαριασμούς, που προοδευτικά θα γίνονται δραχμικοί.  
Όπως είπαμε και προηγουμένως, μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα, μέχρι να κυκλοφορήσουν τα νέα χαρτονομίσματα, όλες οι συναλλαγές στο εσωτερικό της χώρας θα γίνονται μόνο σε δραχμές. Για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές δεν απαιτείται μεταβατικό διάστημα και από την πρώτη στιγμή θα γίνονται στο νέο εθνικό νόμισμα. Κάθε ανάληψη από λογαριασμό σε ευρώ, για δαπάνες στην εσωτερική αγορά, θα μετατρέπεται από την τράπεζα σε δραχμές. Έτσι, αν κάποιος θέλει να σηκώσει π.χ. 600 δραχμές για να αγοράσει ένα ψυγείο, αλλά έχει λογαριασμό μόνο σε ευρώ, η τράπεζα, από το λογαριασμό των ευρώ, θα του δίνει 600 δραχμές, αφού το ψυγείο θα αγοραστεί σε δραχμές. Οι συναλλαγές με τις πιστωτικές – χρεωστικές κάρτες θα γίνονται όπως και σήμερα, μόνο που η κάρτα θα χρεώνεται, από την πρώτη στιγμή, σε δραχμές.
ΠΛΗΡΩΜΕΣ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ  
Η πληρωμή των υποχρεώσεων ιδιωτών και επιχειρήσεων στο εξωτερικό, π.χ. για την εισαγωγή προϊόντων, θα γίνεται σε συνάλλαγμα, είτε από αυτό που θα διαθέτουν οι ενδιαφερόμενοι στους λογαριασμούς τους είτε από τη μετατροπή Νέων Δραχμών σε ευρώ, δολάρια κ.λπ. μέσω των τραπεζών. Το ίδιο θα γίνεται και για τα δάνεια που έχουν επιχειρήσεις ή ιδιώτες σε τράπεζες του εξωτερικού.  
Όσοι θέλουν να ταξιδέψουν εκτός Ελλάδος θα εφοδιάζονται με τουριστικό συνάλλαγμα με αντίστοιχο τρόπο. Οι ενδιαφερόμενοι είτε θα σηκώνουν από το λογαριασμό τους σε συνάλλαγμα το ποσό που χρειάζονται είτε θα δίνουν δραχμές και θα παίρνουν ευρώ, πάντα με ισοτιμία ένα προς ένα. Ανάλογη διαδικασία θα ακολουθούν και οι γονείς που θέλουν να στείλουν φοιτητικό συνάλλαγμα στο εξωτερικό. Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις θα υπάρχει ένα ανώτατο πλαφόν, όπως συνέβαινε πριν την καθιέρωση του ευρώ, προκειμένου να μην καταστρατηγείται η απαγόρευση της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων. Καμιά ανησυχία δεν πρέπει να υπάρχει για την επάρκεια συναλλάγματος. H χώρα διαθέτει το αναγκαίο συνάλλαγμα για να πληρώνει όλες τις εισαγωγές της, καμιά έλλειψη σε αγαθά και υπηρεσίες από το εξωτερικό δε θα υπάρξει. Το Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών το 2009 παρουσίαζε έλλειμμα 18 δις., ενώ το 2014 παρουσίασε πλεόνασμα 1.8 δις. ευρώ. Η βελτίωση του Ισοζυγίου οφείλεται στην εσωτερική υποτίμηση των τελευταίων πεντέμισι ετών. Γι’ αυτό λέμε ότι υποτίμηση δε χρειάζεται και δεν πρέπει να γίνει. Η υποτίμηση έχει γίνει ήδη και είναι η εσωτερική υποτίμηση, δεν απαιτείται και νομισματική υποτίμηση.  
«ΚΛΕΙΔΩΜΑ» ΙΣΟΤΙΜΙΑΣ  
Η κεντρική τράπεζα μπορεί να ορίσει σταθερή την ισοτιμία του εθνικού νομίσματος της χώρας με την προϋπόθεση ότι αυτό δεν είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμο στα διεθνή χρηματιστήρια, δεν αποτελεί δηλαδή συνάλλαγμα. Οι παλιότεροι θα θυμούνται ότι για πολλά χρόνια υπήρχε σταθερή ισοτιμία ενός δολαρίου προς 30 δραχμές. Σήμερα το βουλγαρικό λέβα βρίσκεται σε σταθερή ισοτιμία με το ευρώ (1,9558 λέβα ανά ευρώ). Η ελβετική κεντρική τράπεζα, το 2011, προκειμένου να αναχαιτίσει την υποτίμηση του φράγκου, έθεσε ανώτατη τιμή στην ισοτιμία 1,22 φράγκα ανά ευρώ. Τον Ιανουάριο 2015, λόγω της υποτίμησης του ευρώ, οι Ελβετοί κατήργησαν το πλαφόν της ισοτιμίας, με αποτέλεσμα να ανατιμηθεί το φράγκο (ένα φράγκο προς ένα ευρώ). Το κινεζικό γιουάν βρίσκεται σε σταθερή ισοτιμία με το δολάριο και οι Αμερικανοί πιέζουν την κινεζική κυβέρνηση να το ανατιμήσει προκειμένου να μειωθεί το αμερικανικό έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο χωρών. Αντίθετα, στις 11 Αυγούστου 2015 η κινεζική κυβέρνηση έκανε μια μικρή (2%) υποτίμηση του γιουάν προκειμένου να διατηρήσει το ρυθμό αύξησης των εξαγωγών της. Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν ότι σταθερή ισοτιμία μπορεί να υπάρξει.  
Το «κλείδωμα» της ισοτιμίας τρομάζει τους δανειστές. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι σε non paper του ΔΝΤ, με τίτλο «Η Ελλάδα μετά την αποχώρηση από το ευρώ», που αποκάλυψε το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel (26-4-15), το Ταμείο απορρίπτει το «κλείδωμα» της ισοτιμίας του νέου εθνικού νομίσματος με το ευρώ. Στο non paper το ΔΝΤ τάσσεται υπέρ της υποτίμησης της δραχμής με το γνωστό δογματικό επιχείρημα για αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Ορισμένοι από τους υποστηρικτές της υποτίμησης επικαλούνται το παράδειγμα της Αργεντινής, που επίσης είχε «κλειδωμένη» την ισοτιμία του πέσο με το αμερικανικό δολάριο και χρεοκόπησε. Πρόκειται για τελείως διαφορετική περίπτωση. Η Αργεντινή είχε εθνικό νόμισμα, το πέσο, και το συνέδεσε σε σταθερή σχέση, επί μία δεκαετία, με το δολάριο, χωρίς άλλες προϋποθέσεις, ενώ η οικονομία της παρέμενε ανοικτή στις διεθνείς χρηματαγορές, με τη σύναψη δανείων σε συνάλλαγμα. Αυτό έγινε από μια κυβέρνηση όργανο του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και του ΔΝΤ.  
Η εισαγωγή της δραχμής, με ισοτιμία ένα προς ένα σε σχέση με το ευρώ, και στη συνέχεια το «κλείδωμά» της είναι απαραίτητη προϋπόθεση ώστε η μετάβαση να γίνει ομαλά και χωρίς πληθωριστικές πιέσεις στην ελληνική οικονομία, εφόσον βεβαίως ληφθούν και όλα τα υπόλοιπα μέτρα που καταγράφονται στο σχέδιο που παρουσιάζεται σ’ αυτό το βιβλίο. Με τον τρόπο αυτό καταρρέει και το γελοίο επιχείρημα των ευρωλάγνων ότι αυτοί που υποστηρίζουν την επιστροφή στη δραχμή είναι όσοι έχουν βγάλει τα λεφτά τους στο εξωτερικό και αναμένουν την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος για να αγοράσουν φτηνά τις περιουσίες των Ελλήνων. Η σταθερή «κλειδωμένη» ισοτιμία, μία Νέα Δραχμή προς ένα ευρώ, δεν προσφέρει κανένα πλεονέκτημα σε όσους έχουν χρήματα στο εξωτερικό. Τα ευρώ που τυχόν θα φέρουν και τα οποία θα μετατραπούν σε ισόποσες δραχμές θα έχουν την ίδια αγοραστική αξία που έχουν και σήμερα.  
*Το κείμενο αυτό, δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ στις 28.8.2015 και αποτελεί σύντμηση ενός κεφαλαίου από το βιβλίο «Η Επανάσταση του Grexit – Το Σχέδιο» του Νίκου Ιγγλέση, που κυκλοφορεί από 31 Αυγούστου 2015 από τις Εκδόσεις Λιβάνη

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΟΧΙ ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ



Εκτύπωση
Παρ. 4/9/15 
Tης ΜΑΡΙΑΝΝΑΣ ΤΣΙΧΛΗ*
Η ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΜΑΧΗ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΚΥΒΕΥΜΑ ΤΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών ήταν καταιγιστικές. Το εκκωφαντικό λαϊκό ΟΧΙ της 5ηςΙουλίου, η ταχύτατη μνημονιακή μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ και της ηγετικής του ομάδας και η ψήφιση του τρίτου μνημονίου, οι μαζικές ρήξεις που ακολούθησαν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, η συγκρότηση της κίνησης της Λαϊκής Ενότητας, αλλά και η απομάκρυνση από το ΣΥΡΙΖΑ και άλλων ρευμάτων και αντιλήψεων πέρα από την Αριστερή Πλατφόρμα ανοίγουν μία περίοδο με νέες δυνατότητες. Το νέο μνημόνιο και τα μέτρα που το συνοδεύουν εξακολουθούν να αναπαράγουν στις αντιφάσεις της αστικής στρατηγικής, ενώ και το νέο μνημόνιο θα προσκρούσει στη μη βιωσιμότητα του χρέους στο βαθμό στον οποίο δεν προβλέπει καμία περικοπή του, και εξακολουθεί να μην είναι βιώσιμο. Τα δεδομένα αυτά δημιουργούν προϋποθέσεις αναπαραγωγής της αστάθειας και επανεμφάνισης της κρίσης πολιτικής εκπροσώπησης, που αυτή τη φορά φαίνεται να συμπεριλαμβάνει  και το ΣΥΡΙΖΑ. Η δυναμική του ΟΧΙ που εκφράστηκε τόσο μέσα από το εύρος του, αλλά και από την ταξική πόλωση που αντανακλούσε η κοινωνικοταξική του σύνθεση, αλλά και η μαζικότητα των συγκεντρώσεων για την υποστήριξη του ΟΧΙ αποτελούν δείκτες των δυνατοτήτων για το άνοιγμα ενός νέου κύκλου ριζοσπαστικοποίησης. Όμως, οι δυναμικές που χαρακτηρίζουν αυτή την περίοδο παραμένουν αντιφατικές και η εξέλιξή τους θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό από το εάν το ρεύμα του ΟΧΙ και ιδιαίτερα το υποσύνολο εκείνο που μπορεί να συστρατευθεί στην κατεύθυνση του «ΟΧΙ μέχρι τέλους» θα μπορεί να βρει πολιτική έκφραση.
Το κεντρικό διακύβευμα αυτής της περιόδου είναι εάν θα μπορέσει στη μάχη των επικείμενων εκλογών να εκφραστεί και να πετύχει επαρκή πολιτικά και εκλογικά αποτελέσματα το κοινωνικοπολιτικό ρεύμα που μπορεί να συσπειρωθεί γύρω από την κατεύθυνση του ΟΧΙ μέχρι τέλους. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη και ο κίνδυνος να αποτυπωθεί σημαντική αναντιστοιχία ανάμεσα στις διαθέσεις των λαϊκών μαζών και στο πολιτικό και εκλογικό αποτέλεσμα και τη σύνθεση της νέας βουλής είναι υπαρκτός. Εάν το ρεύμα αυτό δεν μπορέσει να επιτύχει την επαρκή πολιτική και κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση, θα πρόκειται για μία σημαντική υποχώρηση σε σχέση με τα πολλαπλά ρήγματα σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο που άνοιξαν την πενταετή περίοδο της εφαρμογής των μνημονίων. Ρήγματα που ξεκίνησαν με τις παρατεταμένες λαϊκές κινητοποιήσεις της περιόδου 2010 – 2012, οδήγησαν στην μαζική στροφή προς τα αριστερά και την αποσταθεροποίηση του μεταπολιτευτικού κομματικού συστήματος, στην ανάδειξη μίας κυβέρνησης με αριστερό ρεφορμιστικό πρόσημο και στην ταξική σύγκρουση που αποκρυσταλλώθηκε στο ΟΧΙ στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Μία ενδεχόμενη υποχώρηση θα έχει μακροπρόθεσμες πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις, που θα διαμορφώνουν τον κίνδυνο της ανάλωσης και αντιστροφής της κοινωνικοπολιτικής δυναμικής του ΟΧΙ και της μεσοπρόθεσμης σχετικής σταθεροποίησης του πολιτικού σκηνικού. Σε αυτή την περίπτωση, θα διευρυνθεί η απογοήτευση, αλλά και ο κίνδυνος της διοχέτευσης της λαϊκής δυσαρέσκειας σε αντιδραστικές πολιτικές κατευθύνσεις.
Αυτή η επιδίωξη καθορίζει την πολιτική των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών, του αστικού πολιτικού προσωπικού, ακόμα και της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Η προσπάθεια πολιτικής οριοθέτησης του ρεύματος του ταξικού όχι και της εξόδου από την Ευρωζώνη, είναι και ο λόγος που τα ιμπεριαλιστικά κέντρα αλλά και το αστικό πολιτικό προσωπικό επεδίωξαν να διεξαχθούν οι εκλογές με τόσο εσπευσμένο τρόπο για να μην υπάρξει επαρκής χρόνος συγκρότησης ενός μετώπου γύρω από τους άξονες του μεταβατικού προγράμματος που θα πλαισιώνεται από ένα μεγάλο εύρος ρευμάτων και  αντιλήψεων και θα έχει μεγάλη κοινωνικοπολιτική δυναμική. Αυτός είναι επίσης ο λόγος που το σύνολο του πολιτικού συστήματος, συνεπικουρούμενο από τα ΜΜΕ, στοχοποιεί και επιτίθεται στη Λαϊκή Ενότητα και στα ρεύματα που διαφοροποιούνται από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, στο βαθμό που αντιλαμβάνονται ότι τα ρεύματα αυτά μπορούν να αποτελέσουν πυρήνα μίας τέτοιας έκφρασης.
Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται, είναι εάν μπορεί σήμερα να συγκροτηθεί μία μετωπική συσπείρωση δυνάμεων, η οποία θα μπορεί με μαζικό και λαϊκό τρόπο να απευθυνθεί σε αυτό το κοινωνικό ρεύμα, προβάλλοντας ότι υπάρχει μία εναλλακτική και άμεσα εφικτή διέξοδος από την κρίση προς όφελος των εργαζόμενων τάξεων. Λαμβάνοντας υπόψη την κρισιμότητα της συγκυρίας, όλες οι πολιτικές δυνάμεις και αντιλήψεις που αναφέρονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στην κατεύθυνση του ΟΧΙ μέχρι τέλους, πρέπει να δώσουν συγκεκριμένες απαντήσεις, χωρίς υπεκφυγές που θα παραπέμπουν τα ερωτήματα σε χρόνο μετά τις εκλογές.
Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Η περίοδος της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, οι διαδοχικές πολιτικές και προγραμματικές διολισθήσεις του ΣΥΡΙΖΑ, με αποκορύφωμα την εξευτελιστική μετατροπή του λαϊκού ΟΧΙ σε ΝΑΙ και την ψήφιση του τρίτου μνημονίου, αποτέλεσαν τους καταλύτες της παταγώδους κατάρρευσης των καταστατικών μύθων πάνω στους οποίους συγκροτήθηκε η πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ:
  • Ο μύθος περί ισχυρής διαπραγμάτευσης και διεργασιών ανατροπής της λιτότητας που θα βρουν ανταπόκριση στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, που βασιζόταν μεταξύ άλλων στην εκτίμηση ότι υπάρχουν ακόμα και αστικές κοινωνικό πολιτικές δυνάμεις που θέλουν το τέλος της λιτότητας ειδικά στις χώρες του Νότου. Η πραγματικότητα απέδειξε ότι οι αστικές τάξεις των χωρών της Ευρωζώνης αντιμάχονταν λυσσαλέα μία τέτοια εξέλιξη και συνασπίζονταν γύρω από την κόκκινη γραμμή της συνέχειας της αποπληρωμής του ελληνικού δημόσιου χρέους, με τη συνεπαγόμενη συνέχεια και επέκταση των πολιτικών της λιτότητας, ως όρο για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.
  • Ο μύθος ότι μπορούν να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης οι υποτιθέμενες αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας, στο βαθμό που οι ΗΠΑ ακολουθούν μία αντικυκλική πολιτική και θα μπορούσαν να επιδράσουν μέσα στην Ε.Ε. για την στήριξη της Ελλάδας. Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης προς την τελική συμφωνία, αποδείχθηκε ότι την ίδια στιγμή που στο επιφαινόμενο οι ΗΠΑ μπορεί να εμφάνιζαν μία πιο ανεκτική στάση, το ΔΝΤ θέτει τις πιο αυστηρές προϋποθέσεις σε εκείνα τα πεδία (εργασιακά, μείωση του κόστους εργασίας, μείωσης της φορολογίας του κεφαλαίου) που αφορούν στρατηγικές αντιλήψεις της αμερικάνικης αστικής τάξης για τη συγκρότηση της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας σε διεθνές επίπεδο.
  • Ο μύθος ότι οι κυρίαρχες τάξεις στην ΟΝΕ και ειδικά αυτές που έχουν κερδίσει το μεγαλύτερο μερίδιο από το σχηματισμό της θα εκβιάζονταν από μία  απειλή εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, γιατί κάτι τέτοιο θα συμπαρέσυρε το σύνολο της Ευρωζώνης. Η στάση των ελίτ των αστικών τάξεων και ειδικότερα της γερμανικής απέδειξαν ότι κάτι τέτοιο πολύ απέχει από την πραγματικότητα. Αφενός γιατί οι οικονομικές επιπτώσεις μίας ενδεχόμενης εξόδου της Ελλάδας από την ΟΝΕ θα ήταν καταρχήν περιορισμένες, αφ’ ετέρου γιατί  ένα ενδεχόμενο περικοπής του ελληνικού χρέους, ή αμοιβαιοποίησής του, θα δημιουργούσε προσδοκίες για μία αντίστοιχη αντιμετώπιση όχι μόνο από τις αστικές τάξεις των άλλων κρατών, αλλά και από τα λαϊκά στρώματα σε σχέση με το ιδιωτικό χρέος. Εκτός από τις πολιτικές επιπτώσεις, αυτό θα είχε και άμεσες οικονομικές επιπτώσεις κυρίως στη Γερμανία. Η οποία από την μία πλευρά αποσπά σημαντικά οικονομικά οφέλη αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ κατ’ έτος, λόγω του ότι τα κρατικά ομόλογα έχουν αρνητικά επιτόκια, ενώ τα τραπεζικά και άλλα επιχειρηματικά ομόλογα πολύ χαμηλά επιτόκια, ενώ από την άλλη πλευρά σε περίπτωση αμοιβαιοποίησης του χρέους θα σήκωνε το βάρος της εγγύησης του αξιόχρεου του συνόλου των κρατών στο εσωτερικό της Ευρωζώνης.
Ήταν αυτές οι παραδοχές που οδήγησαν στη στρατηγική κατάρρευση του σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ, ενός σχεδίου που από πλευράς της ηγετικής του ομάδας στόχευε στη διαμόρφωση μίας νέας αριστερής σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα του μνημονίου. Στην κατάρρευση του σχεδίου ΣΥΡΙΖΑ εκτός από τα δομικά στοιχεία της πολιτικής και της φυσιογνωμίας του έπαιξαν υποβοηθητικό ρόλο και οι στοχευμένες επιλογές της ηγετικής ομάδας, όπως η επιλογή της άσκησης πολιτικής διά του αστικού κράτους, χωρίς κανένα βαθμό ενεργοποίησης των λαϊκών μαζών, η συνεργασία με τμήματα του σημιτικού «εκσυγχρονιστικού» πολιτικού και τεχνικού προσωπικού και κυρίως η επιλογή Παυλόπουλου για την Προεδρεία της Δημοκρατίας που κατά τη γνώμη μας , ήταν ενταγμένη σε μία στρατηγική θεσμικού εγκλωβισμού της αριστεράς και θωράκισης του αστικού κράτους απέναντι στο ενδεχόμενο εξόδου από την Ευρωζώνη. Τα όσα έχουν αποκαλυφθεί τις τελευταίες εβδομάδες για την προετοιμασία Παυλόπουλου - Στουρνάρα, ώστε να ανατρέψουν ενδεχόμενη επιλογή της κυβέρνησης για ρήξη με τους δανειστές μετά το δημοψήφισμα, μέσω της μη υπογραφής από τον ΠτΔ διατάγματος για την κυκλοφορία ειδικών χρεωστικών σημειωμάτων IOU, και άλλων μέτρων στην κατεύθυνση ανατροπής της κυβέρνησης εφ όσον επέμενε στο όχι του δημοψηφίσματος είναι ενδεικτικά.
Ταυτόχρονα, επιβεβαιώθηκε ότι η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, του συγκερασμού αντιθετικών πολιτικών τάσεων, με στοιχείο συνοχής την διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας, το πολιτικό πρόγραμμα σε δεξιά κατεύθυνση με αποδοχή της συμμετοχής στο Ευρωενωσιακό πλαίσιο, η άσκηση πολιτικής κυρίως γύρω από το ζήτημα των εκλογών και μέσω του προσώπου του αρχηγού και κύκλων εμπιστοσύνης που αξιοποιούν τους μηχανισμούς – του κράτους ή του κόμματος- λόγω της προβολής στα ΜΜΕ,  χρεοκόπησαν.
Η ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση αποτελούσε μία αμυντική έκφραση λαϊκών συμφερόντων, δε συγκροτούσε κάποιο εναλλακτικό σχέδιο της αστικής τάξης για την απόσβεση της λαϊκής δυσαρέσκειας μέσα από την άσκηση μίας πιο φιλολαϊκής πολιτικής, ήταν όμως μία λύση που υπό προϋποθέσεις γινόταν ανεκτή από την ελληνική αστική τάξη και τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, ενώ ταυτόχρονα, οι πολιτικές και προγραμματικές κατευθύνσεις της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ είχαν εγγεγραμμένο ως βασικό – όχι όμως βέβαιο – ενδεχόμενο την τελική μνημονιακή προσαρμογήΣυνακόλουθα, δεν υπήρχε η δυνατότητα σταθεροποίησης του ΣΥΡΙΖΑ στο κέντρο της πολιτικής σκηνής για μακρό χρονικό διάστημα. Με το πέρασμα του χρόνου, ιδιαίτερα μετά τη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη, γινόταν όλο και πιο καθαρό ότι η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ θα ολοκλήρωνε τη μνημονιακή προσαρμογή, την οποία θα ακολουθούσαν σημαντικές ρήξεις στο εσωτερικό του κόμματος, αλλά και σημαντικές αποστοιχίσεις του κοινωνικού δυναμικού που υποστήριξε πολιτικά το ΣΥΡΙΖΑ από το 2012 και μετά. Σήμερα, η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται στο σύνολό της.

ΜΕ ΠΟΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
Από την άλλη πλευρά, η κατάρρευση της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ απέδειξε, με πιο καθαρό τρόπο από ότι η περίπτωση της Κύπρου το 2013, ότι δεν μπορεί να υπάρξουν δυνατότητες άσκησης στοιχειωδώς φιλολαϊκής πολιτικής μέσα στο πλαίσιο της ΟΝΕ και της ΕΕ. Η ΕΕ, και το θεσμικό της πλαίσιο, αποτελούν τη δύναμη κρούσης των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων για την επιβολή, διεύρυνση και σταθεροποίηση του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος στα κράτη – μέλη, αλλά και γενικότερων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, εφόσον αποτελεί ένα συνασπισμό των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων κάτω από την ιμπεριαλιστική ηγεμονία της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Μ. Βρετανίας, που προϋπάρχει της ανόδου του νεοφιλελευθερισμού στην Δυτική Ευρώπη. Έτσι δεν πρέπει να ταυτίζουμε το ευρύτερο σχέδιο των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων για την συγκρότηση ενός ενιαίου οικονομικού χώρου που συνδυάζεται με τα πολιτικά χαρακτηριστικά του Ευρωενωσιακού ιμπεριαλιστικού συνασπισμού με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές της Ε.Ε. Ωστόσο είναι αναμφίβολο, ότι η Ε.Ε. και ακόμα περισσότερο η συγκρότηση της Ευρωζώνης έπαιξε καίριο ρόλο στην επιβολή του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος στην Δ. Ευρώπη και μετασχηματίστηκε και η ίδια μέσα από την διαδικασία αποδιάρθρωσης κεκτημένων και δικαιωμάτων των εργαζόμενων τάξεων στα δυτικο ευρωπαϊκά κράτη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κάθε προσπάθεια για τη λήψη μέτρων σε φιλολαϊκή κατεύθυνση – έστω και με τόσο ελάχιστη κοινωνική αντανάκλαση όσο το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης – θα προσκρούει εξαρχής στους ασφυκτικούς όρους που διαμορφώνει η ένταξη της Ελλάδας στην ιμπεριαλιστική ολοκλήρωση της ΕΕ και της ευρωζώνης.
Ειδικά η διαμόρφωση της ΟΝΕ, ενέτεινε τις διαδικασίες της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, της νεοφιλελεύθερης απορύθμισης και επαναρύθμισης στο έπακρο και διαμόρφωσε νέους ποιοτικούς όρους για την αστική επίθεση απέναντι στις εργαζόμενες τάξεις αλλά και για την ένταση της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας και της ανισόμετρης ανάπτυξης μεταξύ των κρατών. Η συγκρότηση της ΟΝΕ, είχε σα στόχο την εμβάθυνση του ενιαίου οικονομικού χώρου, με την άρση των όποιων προστατευτικών φραγμών, με βασικότερο αλλά όχι αποκλειστικό την διακύμανση των συναλλαγματικών ισοτιμιών μέσω της υποτίμησης ή και της ανατίμησης των εθνικών νομισμάτων. Η άρση των φραγμών που προστάτευαν τα λιγότερο παραγωγικά κεφάλαια των διαφορετικών κρατών ή και επιμέρους κλάδων, δημιουργούσαν πιέσεις εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης στα λιγότερο παραγωγικά κεφάλαια και στροφή σε ένα συγκεκριμένο καταμερισμό εργασίας, κυρίως όμως καθιστούσαν - και στα πιο αναπτυγμένα αλλά και στα λιγότερο αναπτυγμένα κράτη - το συντελεστή των μισθών και την εσωτερική υποτίμηση τον κύριο παράγοντα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας ειδικά για τις χώρες με την πιο αδύναμη παραγωγική δομή, την μικρότερη ποιοτική εξειδίκευση και την χαμηλότερη συγκέντρωση κεφαλαίου. Η ΟΝΕ, διαμορφώνοντας έναν ενιαίο οικονομικό χώρο για κεφάλαια με διαφορετικά επίπεδα παραγωγικότητας, με αποκλίσεις στους ρυθμούς και στην ποιότητα της συσσώρευσης κεφαλαίου, μεσοπρόθεσμα ενέτεινε τις παραγωγικές και οικονομικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών στο εσωτερικό της, διαμορφώνοντας, σε συνδυασμό με την γενικότερη κρίση του νεοφιλελευθερισμού, τις συνθήκες μίας καταστροφικής κρίσης.
Πρόκειται για μία στρατηγική επιλογή των κυρίαρχων τάξεων, που είχε τεράστιες κοινωνικές επιπτώσεις και πρέπει να είναι απόλυτα σαφές ότι όλη την τελευταία περίοδο η κυρίαρχη αντίθεση μεταξύ των δυνάμεων του κεφαλαίου και της εργασίας στην Ελλάδα, συμπυκνώνεται στην παραμονή ή όχι στην ΟΝΕ και της συνακόλουθης σύγκρουσης με το θεσμικό πλαίσιο και τις πολιτικές της ΕΕ. Οι δυνάμεις του κεφαλαίου, τα αστικά κόμματα και το σύνολο των  ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους συνασπίζονται γύρω από αυτή την κατεύθυνση χωρίς καμία ρωγμή όλη την πενταετία του μνημονίου, ακόμα και με δεδομένο ότι αυτή η κατεύθυνση διαμορφώνει τους όρους για τη διαλυτοποίησή τους (ΠΑΣΟΚ), ή τη σημαντική τους οριοθέτηση (ΝΔ). Το εύρος και η αποφασιστικότητα αυτού του συνασπισμού έγινε απολύτως καθαρό τις ημέρες πριν από το δημοψήφισμα. Κατ΄ αντιστοιχία, αναγκαίος άξονας για ένα πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση προς όφελος των εργαζόμενων τάξεων, είναι η τοποθέτηση στην αντίπερα όχθη αυτής της στρατηγικής, η κατεύθυνση της άμεσης εξόδου από την ΟΝΕ και της σύγκρουσης και ρήξης με τις πολιτικές και το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ. Αυτή είναι και η διαχωριστική γραμμή που σήμερα καθορίζει την ταξική θέση που παίρνουν οι πολιτικού σχηματισμοί και το αν η πολιτική τους στρατηγική μπορεί ή όχι να ενσωματωθεί σε μία εναλλακτική αστική διαχείριση.
Όλα τα παραπάνω αναδεικνύουν την αναγκαία κατεύθυνση για τις δυνάμεις της αριστεράς, ιδιαίτερα των επαναστατικών και ριζοσπαστικών ρευμάτων της. Είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ αναγκαία η διαμόρφωση όρων για τη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση ρευμάτων, αντιλήψεων και αγωνιστών σε ένα αριστερό, ριζοσπαστικό κοινωνικοπολιτικό μέτωπο, το οποίο θα έχει ως πεδίο προγραμματικής συμφωνίας εκείνο το πλαίσιο που έρχεται σε σύγκρουση με τους βασικούς πυλώνες της αστικής στρατηγικής όπως αυτή διαμορφώνεται την τελευταία πενταετία. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο πρέπει να αποσαφηνίζονται τα εξής:
  1. Ότι το αναγκαίο πρόγραμμα περιλαμβάνει α) κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων, β) στάση πληρωμών και διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, γ) την έξοδο από την ΟΝΕ και την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, δ) κρατικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών επιχειρήσεων, ε) σύγκρουση και ρήξη με τις πολιτικές της ΕΕ.
  2. Ότι το πλαίσιο αυτό είναι μεταβατικό. Αποτελεί δηλαδή ένα πλαίσιο συνεκτικών στόχων – κρίκων που μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα από ένα πολιτικό υποκείμενο που θα εκφράζει μία ταξική κοινωνική συμμαχία των στρωμάτων που πλήττονται από την κρίση. Τα στρώματα που μπορούν να συγκροτήσουν μία τέτοια κοινωνική συμμαχία σε μία χώρα του αναπτυγμένου καπιταλισμού, όπως η Ελλάδα, αποτέλεσαν τον πυρήνα του ταξικού ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου: εργατοϋπάλληλλοι, νεολαία, αγροτικά στρώματα, κατώτερα στρώματα της νέας μικροαστικής τάξης. Ταυτόχρονα, όμως, αποτελεί ένα πλαίσιο στόχων, η εφαρμογή των οποίων θα αναδιατάξει το συσχετισμό δύναμης και θα διαμορφώσει δρόμους για συνολικότερες ανατροπές σε σοσιαλιστική κατεύθυνση.
  3. Ότι η εφαρμογή αυτού του πλαισίου δεν μπορεί να καταστεί εφικτή μόνο με την κατάληψη του κυβερνητικού κέντρου από ένα πολιτικό σχηματισμό της αριστεράς. Η κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας αποτελεί μόνο πλευρά της διαπάλης για την κατάκτηση συνολικά της πολιτικής εξουσίας. Η επιβολή ενός τέτοιου προγράμματος απαιτεί ευρύτερες συγκρούσεις και ρήξεις, την αποδοχή από μεγάλα τμήματα των εργαζόμενων τάξεων της αναγκαιότητας κοινωνικής οργάνωσης στη βάση του μεταβατικού προγράμματος, αλλά και τις ανάλογες ιδεολογικές και πολιτικές πρακτικές μέσα στους εργασιακούς και κοινωνικούς χώρους. Απαιτεί με άλλα λόγια τη συγκρότηση ενός αντιηγεμονικού μπλοκ που θα διαμορφώνει όρους αποδιοργάνωσης και κρίσης της ηγεμονικής στρατηγικής της αστικής τάξης. Κάτι τέτοιο μπορεί να περνάει μόνο μέσα από τη διαρκή πολιτική και κοινωνική κινητοποίηση των μαζών που θα πρέπει να αποτελεί κεντρικό σημείο της κατεύθυνσης και της φυσιογνωμίας ενός αριστερού κοινωνικοπολιτικού μετώπου.
Η ρήξη πολλαπλών και σημαντικών ρευμάτων και αντιλήψεων με τον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με την πολιτική στρατηγική του (τα οποία δεν περιορίζονται στην Αριστερή Πλατφόρμα που συγκρότησε τον αρχικό πυρήνα της Λαϊκής Ενότητας, αλλά αντίθετα συμπεριλαμβάνουν και πολλά και διαφορετικά ρεύματα) είναι δείκτης ότι σήμερα μπορούν να διαμορφωθούν οι πολιτικοί όροι για τη συγκρότηση μίας πολιτικής συμμαχίας που μπορεί να αποτελέσει τη μαγιά για τη συγκρότηση ενός τέτοιου μετώπου. Ταυτόχρονα, σε ένα τέτοιο μέτωπο είναι αναγκαία η παρουσία και η συγκροτημένη παρέμβαση των αντικαπιταλιστικών πολιτικών δυνάμεων και ρευμάτων, ώστε να διευρύνεται και να σταθεροποιείται στο εσωτερικό του η επιρροή των επαναστατικών αντιλήψεων και ιδεών. Συστατικές δυνάμεις μίας τέτοιας πολιτικής συμμαχίας σήμερα θα μπορούσαν να είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η ΜΑΡΣ, οι δυνάμεις που διαφοροποιήθηκαν από το ΚΚΕ οι δυνάμεις που ήρθαν σε ρήξη με το ΣΥΡΙΖΑ και συγκρότησαν τη Λαϊκή Ενότητα, οι υπόλοιπες δυνάμεις που διαφοροποιούνται και συγκρούονται με την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ (αριστερά των 53, δυνάμεις προερχόμενες από το ΚΚΕ εσ., τις συσπειρώσεις, πλειοψηφία της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ κ.ο.κ.).

ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ
Στο εσωτερικό του χώρου της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής αριστεράς, αλλά και από το ΚΚΕ, την τελευταία περίοδο εκφράστηκαν τοποθετήσεις που επιχειρούν να αιτιολογήσουν μία – σε μεγάλο βαθμό προειλημμένη – πολιτική επιλογή, με την άσκηση μίας αρκετά επιθετικής πολιτική κριτικής στα προγραμματικά και φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά της Λαϊκής Ενότητας, η οποία δεν επιβεβαιώνεται από την πραγματικότητα.
Καταρχήν πρέπει να αποσαφηνίσουμε ότι το βασικό κριτήριο στο οποίο θα πρέπει κανείς να στηρίζει οποιαδήποτε εκτίμηση για τα χαρακτηριστικά ενός εγχειρήματος είναι το στοιχείο του προγράμματος. Το κατά πόσο δηλαδή κάθε συγκεκριμένη προγραμματική πρόταση έρχεται σε σύγκρουση με τους βασικούς άξονες της στρατηγικής του ελληνικού κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών, αν παίρνει σαφή θέση στην κυρίαρχη αντίθεση όπως διαμορφώνεται στην περίοδο και αν κατ’ ακολουθία μπορεί να ενσωματωθεί στο πλαίσιο μίας εναλλακτικής αστικής διαχείρισης.
Στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως διαμορφώθηκε μετά το 2012 και ειδικά με το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, δεν υπήρχε η δυνατότητα έκφρασης ουσιαστικών συμφερόντων των λαϊκών τάξεων, και γιατί τα μέτρα τα οποία δήλωνε ότι θα εφαρμόσει θα είχαν πολύ μικρές επιπτώσεις ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων στην Ελλάδα της οξύτατης καπιταλιστικής κρίσης, αλλά και διότι ακόμα και ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό από τις ευρωπαϊκές και την ελληνική αστική τάξη. Ένα πρόγραμμα παραμονής στην ευρωζώνη αντικειμενικά δεν αφήνει περιθώρια σε όλη αυτή τη συγκυρία για την έκφραση έστω και υποτελών πτυχών των συμφερόντων των λαϊκών στρωμάτων. Τόσο γιατί οι ευρωπαϊκές αστικές τάξεις δεν κάνουν καμία παραχώρηση, αλλά και περαιτέρω γιατί  η συγκρότηση της ΟΝΕ και ειδικά η εξέλιξη της μετά την κρίση, καθιστά ως μόνο παράγοντα σταθεροποίησης της ανταγωνιστικότητας των πιο δομικά αδύνατων οικονομιών την εσωτερική υποτίμηση και μία νέα θέση στο διεθνή καταμερισμό εργασίας, που παράγει θύλακες φτωχοποίησης, ταυτόχρονα με θύλακες υψηλής κερδοφορίας του κεφαλαίου. Ήταν ακριβώς αυτό το πολιτικό πρόγραμμα, σε συνδυασμό με τα ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά της ηγετικής ομάδας και των στρωμάτων που διαχρονικά εκπροσωπούσε πολιτικά Ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ, που καθιστούσαν ως κύριο ενδεχόμενο την διολίσθηση προς τη μνημονιακή προσαρμογή.
Αντίθετα, το προγραμματικό πλαίσιο που διαμορφώνεται στο πλαίσιο της κίνησης της Λαϊκής Ενότητας, έχει αριστερά, ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και κινείται σε ανάλογη κατεύθυνση με το μεταβατικό πρόγραμμα. Από το ίδιο το περιεχόμενό του αποδεικνύεται ότι δεν ισχύουν οι κριτικές ότι αποτελεί πρόταση φιλολαϊκής, αντιμνημονιακής διαχείρισης στα πλαίσια της ΕΕ και της ευρωζώνης, ή προγραμματικό πλαίσιο παραγωγικής ανασυγκρότησης για μία άλλη, κοινωνικά δικαιότερη καπιταλιστική ανάπτυξη. Αντίθετα, στη συγκεκριμένη συγκυρία, που δεν υπάρχουν μερίδες της αστικής τάξης, οι οποίες συγκροτούνται σε κοινωνική δύναμη, που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, αλλά και κανένα περιθώριο κοινωνικών συμβιβασμών και παραχωρήσεων στα λαϊκά στρώματα, ένα τέτοιο πλαίσιο δεν είναι ενσωματώσιμο και φέρει αντικειμενικά ριζοσπαστικούς και αντικαπιταλιστικούς προσδιορισμούς. Ένα τέτοιο πλαίσιο συνιστά ένα εντελώς επαρκές πεδίο προγραμματικής συμφωνίας και η εμβάθυνσή του θα αποτελεί διαρκές πεδίο διαπάλης.
Πρόκειται για σεκταριστική, αριστερίστικη τύφλωση που διαστρεβλώνει το προγραμματικό πλαίσιο της Λαϊκής Ενότητας και το ρόλο που αναλαμβάνει στην πολιτική σκηνή ως ο μόνος εκφραστής του ταξικού όχι του δημοψηφίσματος αλλά και της πολιτικής στρατηγικής της άμεσης εξόδου από την Ευρωζώνη και της σύγκρουσης με το θεσμικό πλαίσιο της Ε.Ε. Η πλειοψηφία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ επέλεξε να μην εμπλακεί στη διαπάλη για τη συγκρότηση όλων αυτών των ρευμάτων σε μία μετωπική συσπείρωση με αντιφατικά, αλλά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και αντικαπιταλιστικούς προσδιορισμούς. Επέλεξε το δρόμο της «επαναστατικής καθαρότητας», της συγκρότησης συμμαχιών μόνο με όσους συμφωνούν πολιτικά στο σύνολο του πολιτικού πλαισίου, του στρατηγικού στόχου, αλλά ακόμα και στη μεθοδολογία για την επίτευξη του στρατηγικού στόχου. Είναι η ίδια αντίληψη  που καταλήγει στην αδυναμία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς να παίξει πολιτικό ρόλο και να ανατρέψει τους συσχετισμούς, σε μία περίοδο που συντελείται πραγματική κοσμογονία στο πολιτικό επίπεδο.
Η ΛΑΕ, μέσα και από το πρόγραμμα της και την πολιτική της παρουσία (χαρακτηριστική η τοποθέτηση του Π. Λαφαζάνη στην παρουσίαση της προγραμματικής της διακήρυξη) έχει ωςκυρίαρχο στρατηγικό στοιχείο την άμεση έξοδο από την Ευρωζώνη. Έχει επίγνωση ότι μία τέτοια κίνηση θα έχει σαν αποτέλεσμα την σύγκρουση με το ευρωενωσιακό πλαίσιο, και σε αυτή την περίπτωση η ΛΑΕ προτάσσει την εφαρμογή του αριστερού ριζοσπαστικού προγράμματος καλώντας μέσω δημοψηφίσματος το λαό σε αποχώρηση και από την Ε.Ε. Προφανώς αυτό το πρόγραμμα, δεν έχει σχέση με το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά συνιστά τομή και ρήξη σε σχέση με αυτό. Και αυτή η τομή δεν αφορά μόνο στην Αριστερή Πλατφόρμα, που εξέταζε το ενδεχόμενο εφαρμογής του μεταβατικού προγράμματος με πιο διαυγή τρόπο μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ και πήρε την αποφασιστική πρωτοβουλία ρήξης με αυτόν στη βάση ενός εντελώς διαφορετικού προγράμματος, αλλά και για άλλες τάσεις που αποδεσμεύονται από το ΣΥΡΙΖΑ (πλειοψηφία της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ), ή συνεργάζονται με την ΛΑΕ, και προέρχονται από την αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν έθεταν θέμα εξόδου από την Ευρωζώνη, όπως η κίνηση για το ανοιχτό όχι, ή η Αριστερή Ριζοσπαστική Κίνηση, και οι οποίες τροποποιήσαν την θέση τους με βάση την εμπειρία της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, τη στάση του ιμπεριαλιστικού μηχανισμού της Ε.Ε. αλλά και την ταξική σύγκρουση του δημοψηφίσματος.
Για αυτό και επειδή η ΛΑΕ, είναι η μόνη που μπορεί να εκφράσει σήμερα την ταξική πλευρά μιας άλλης ριζικά διαφορετικής στρατηγικής στην πολιτική σκηνή, δέχεται συντονισμένη επίθεση από όλο τον αστικό συνασπισμό. Δεν είναι μόνο, όπως προαναφέραμε, ότι οι εκλογές έγιναν εσπευσμένα για να εκκαθαριστούν οι αριστερές τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ από την πολιτική σκηνή, αλλά και οι επιθέσεις στο πρόσωπο του Π. Λαφαζάνη, και της Ζ. Κωνσταντοπούλου, οι αναφορές για «λήσταρχους», δραχμιστές που προέρχονται από εμφανή και αφανή κέντρα εξουσίας. Πρόθυμα σε αυτές τις επιθέσεις συμβάλλουν και αριστερές δυνάμεις όπως το ΚΚΕ, συνεχίζοντας τον πολιτικό κατήφορο που αναδείχθηκε με τη στάση του στο δημοψήφισμα.
Απαντώντας με θετικό τρόπο στο ερώτημα εάν η προγραμματική πρόταση αποτελεί επαρκές πεδίο πολιτικής συμφωνίας, το – επίσης κρίσιμο – ζήτημα που ακολουθεί είναι αυτό της φυσιογνωμίας και της δημοκρατικής συγκρότησης. Είναι σαφές ότι η πολιτική συνεργασία πρέπει να συγκροτείται με συγκεκριμένες εγγυήσεις δημοκρατικής λειτουργίας και εξασφάλισης της αυτοτέλειας των οργανώσεων και ρευμάτων που συμμετέχουν σε αυτή. Οι αναγκαίοι άξονες είναι: α) ελευθερία δημόσιας έκφρασης των ιδιαίτερων αντιλήψεων κάθε επιμέρους συνιστώσας που θα συμμετέχει στη συνεργασία, εφόσον δεν έρχονται σε συνολική σύγκρουση με το πλαίσιο πολιτικής συμφωνίας, β) πολυμέρεια και δημοκρατικοί όροι στην εκπροσώπηση της συνεργασίας, εξασφάλιση ότι ο δημόσιος λόγος και η παρουσία της συνεργασίας σε όλα τα επίπεδα δε θα μονοπωλείται, δ) ανοιχτό και δημοκρατικό πλαίσιο λήψης αποφάσεων για την προεκλογική δουλειά και παρουσία, συγκρότηση πανελλαδικού συντονιστικού της εκλογικής συνεργασίας με συμμετοχή των τάσεων που την απαρτίζουν, που θα θέτει τις βασικές κατευθύνσεις του πολιτικού σχεδιασμού και των πολιτικών πρωτοβουλιών, ε) μαζικός, λαϊκός λόγος και ζωντανή φυσιογνωμία της συνεργασίας στη δημόσια παρουσία της, με έμφαση στη νεολαία.
Είναι επίσης στοιχείο αποφασιστικής σημασίας η διαμόρφωση μίας φυσιογνωμίας και διαδικασιών που θα εμπλέκουν στο εγχείρημα της συνεργασίας ένα ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό δυναμικό. Είναι αναγκαίες οι διαδικασίες συγκρότησης μαζικών επιτροπών βάσης, με ανοιχτό κάλεσμα σε όλο εκείνο το πλατύ κοινωνικοπολιτικό δυναμικό που αποστρατεύεται από το ΣΥΡΙΖΑ και αναζητά ριζοσπαστικές διεξόδους πολιτικής έκφρασης. Αυτές οι επιτροπές θα πρέπει να οργανώνουν πολιτικές συζητήσεις, προωθώντας τόσο την όσμωση μεταξύ των διαφορετικών ρευμάτων και αντιλήψεων αλλά και ταυτόχρονα διαμορφώνοντας όρους και πεδία πολιτικής συζήτησης με ένα ευρύτερο κοινωνικό δυναμικό και ενισχύοντας τη σύναψη σχέσεων με αυτό.
Επιπλέον, ο δημόσιος λόγος της συνεργασίας θα πρέπει να έχει τέτοια χαρακτηριστικά που θα μπορούν να διεμβολίζουν τα κοινωνικά στρώματα στα οποία απευθύνεται η πολιτική κατεύθυνση του μεταβατικού προγράμματος. Με δεδομένο ότι η συνολική πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ χρεοκόπησε, το μόνο που δεν χρειάζονται τα στρώματα αυτά, αλλά και τα πολιτικά εγχειρήματα της ευρύτερης ριζοσπαστικής αριστεράς, είναι η φυσιογνωμία ενός ΣΥΡΙΖΑ που παραμένει συνεπής στις προγραμματικές του δεσμεύσεις. Με αυτή την έννοια, το εγχείρημα της Λαϊκής Ενότητας πρέπει να είναι απαλλαγμένο από τις κατευθύνσεις του αριστερού κυβερνητισμού, της φυσιογνωμίας της απεύθυνσης σε εθνικό ακροατήριο χωρίς ταξικό πρόσημο και ταξικές αναφορές, της αναπαραγωγής δομικών παθογενειών του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η φυσιογνωμία είναι αναγκαία προϋπόθεση, τόσο για την επιτυχία στην εκλογική μάχη, όσο και για τη διαμόρφωση πολιτικών όρων για την εμβάθυνση της πολιτικής συνεργασίας στην κατεύθυνση της συγκρότησης μίας μετωπικής συσπείρωσης που θα έχει δυναμική μεγαλύτερη από το άθροισμα των συνιστωσών της. Η οποία θα είναι ικανή να ανοίξει δρόμους για ευρείες ανασυνθέσεις στην αριστερά και το κυριότερο θα μπορεί να εκφράσει εκείνα τα στρώματα και τις μερίδες των λαϊκών τάξεων, όπως η νεολαία, οι αποκλεισμένοι και τα κατώτερα τμήματα της εργατικής τάξης, που ενώ κατ’ εξοχήν τα συμφέροντά τους μπορούν να εκπροσωπηθούν από το μεταβατικό πρόγραμμα φιλολαϊκής διεξόδου από την κρίση, είναι και αυτά που διατηρούν την μεγαλύτερη απόσταση από την πολιτική σκηνή και τις πολιτικές πρακτικές.
Το κοινωνικοπολιτικό δυναμικό του ΟΧΙ μέχρι τέλους δε χρειάζεται καθησυχασμό, αλλά καθαρές πολιτικές απαντήσεις. Άλλωστε, όλοι όσοι δουλέψαμε από κοινού πριν και μετά το δημοψήφισμα, έχουμε πλήρη επίγνωση των ερωτημάτων των μαζών, αλλά και του γεγονότος ότι η μάχη του δημοψηφίσματος και ο εξευτελιστικός συμβιβασμός που ακολούθησε έχουν ανεβάσει τα επίπεδα συνειδητότητας των εργαζόμενων τάξεων και έχουν βάλει τα ζητήματα της ΟΝΕ και της ΕΕ στην ημερήσια διάταξη, αλλά την ίδια στιγμή έχουν διαμορφώσει και όρους για την κυριαρχία της απογοήτευσης, της αποστράτευσης, της ατομικιστικής αναδίπλωσης. Σε αυτές τις συνθήκες, η διπλή γλώσσα σε επίπεδο δημόσιας έκφρασης μπορεί μόνο να πλήξει ένα εγχείρημα που για να αποκτήσει κοινωνικοπολιτικό έρεισμα πρέπει να απευθυνθεί στα πιο σκληρά πληττόμενα από την κρίση στρώματα και στη νεολαία που έχουν να κερδίσουν από την πολιτική κατεύθυνση του μεταβατικού προγράμματος. Ταυτόχρονα, σε επίπεδο παρουσίας και λόγου, πρέπει να αξιοποιηθεί εκείνο το δυναμικό που είχε ενεργή εμπλοκή στην κινηματική παρουσία της νεολαίας την τελευταία δεκαετία και μπορεί να απευθυνθεί στη νεολαία του 80% του ΟΧΙ.
Τα στοιχεία της φυσιογνωμίας μίας τέτοιας πολιτικής συμμαχίας θα αποτελούν διαρκές πολιτικό διακύβευμα, στο βαθμό που η συγκρότηση μίας διαδικασίας όσμωσης και συνύπαρξης μεταξύ τόσων διαφορετικών αντιλήψεων και ρευμάτων αντικειμενικά θα διαπερνάται από αντιφάσεις. Όμως, τόσο το προγραμματικό πλαίσιο, όσο και το γεγονός ότι σήμερα φαίνεται ότι κατοχυρώνονται πολιτικοί όροι στο επίπεδο της φυσιογνωμίας, αναδεικνύουν ότι μπορούν να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές, μίας διαδικασίας που θα αφήνει περιθώρια για ενίσχυση των ριζοσπαστικών αντιλήψεων και ιδεών για τη μεσοπρόθεσμη συγκρότηση, ενός ιστορικού συνασπισμού ο οποίος να μπορεί να εκφράσει τα συμφέροντα των λαϊκών τάξεων. Πρόκειται για μία δύσκολη διαδικασία, στο βαθμό που η κατάρρευση της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ και η προσχώρηση του στο μνημονιακό μπλοκ, απονομιμοποιεί την αριστερά, σπέρνει απογοήτευση, σταθεροποιεί σε ένα βαθμό την πολιτική σκηνή και συνδυάζεται με την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης εις όφελος του κεφαλαίου μέσα στους εργασιακούς χώρους. Γιατί αυτά τα πέντε χρόνια, υπήρξε μία αντιφατική κίνηση που αντιπαρέβαλλε τη στροφή προς τα αριστερά στην πολιτική σκηνή, με την αλλαγή των συσχετισμών στους χώρους εργασίας. Η εφαρμογή των μνημονίων, η αύξηση της ανεργίας, η μείωση των μισθών, η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου συνιστούσε ένα σύνολο ανατροπών  υπέρ του κεφαλαίου, που έβρισκε το αντίβαρό της στην αριστερή μετατόπιση στο πολιτικό επίπεδο που κυρίως εκφράστηκε με την εκλογική εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα στις 5 Ιουλίου. Φαινομενικά σήμερα αντιμετωπίζουμε το προσωρινό όριο αυτής της αριστερής μετατόπισης, στο βαθμό που η ΛΑ.Ε δεν είναι ακόμα έτοιμη, για να την εκφράσει στο σύνολο της. Αντιμετωπίζουμε επίσης την περαιτέρω ένταση της επίθεσης του κεφαλαίου μέσα στους εργασιακούς χώρους, η οποία προηγήθηκε της εβδομάδας του δημοψηφίσματος (με την εργοδοτική τρομοκρατία, τις απολύσεις, τις διαθεσιμότητες) και παροξύνθηκε  μετά την μνημονιακή σοσιαλφιλελεύθερη μετάλλαξη της κυβέρνησης Τσίπρα, που διευκολύνει μία οικονομική και ιδεολογική ρεβάνς από τα αστικά και εργοδοτικά στρώματα.
Για αυτό και τα εκλογικά αποτελέσματα της ΛΑΕ, έχουν μεγάλη σημασία, όμως ακόμα μεγαλύτερη έχει ο χαρακτήρας της και η συγκρότηση μετά τις εκλογές. Σήμερα δίνεται η ευκαιρία να τεθούν οι βάσεις μίας κοινωνικής συμμαχίας που μπορεί να επιβάλλει το μεταβατικό πρόγραμμα και του φορέα έκφρασης μίας τέτοιας συμμαχίας στο πολιτικό επίπεδο. Δίνεται ταυτόχρονα μία ιστορική ευκαιρία ανασύνθεσης της αριστεράς στην Ελλάδα σε πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση.  Χωρίς να ξεχνάμε ή να παραγνωρίζουμε τα στρατηγικά λάθη και τις πολιτικές ευθύνες όλων όσων σήμερα διαχωρίζονται από το ΣΥΡΙΖΑ, η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της ταξικής πάλης, της παταγώδους κατάρρευσης της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και της ύπαρξης αυθεντικών αριστερών τάσεων στο εσωτερικό του όλη την προηγούμενη περίοδο. Όμως, το σύνολο αυτών των δυνάμεων δεν μπορούν να κινηθούν αποκλειστικά στην τροχιά του παρελθόντος, απλά με μία ριζοσπαστική διόρθωση του προγράμματος. Θα έχουν να αντιμετωπίσουν ποικίλλες δυσκολίες με πρώτη τη φαινομενική και προσωρινή σταθεροποίηση της πολιτικής σκηνής, αλλά και το γεγονός ότι τροποποιείται ο πολιτικός τους ρόλος και τα πολιτικά καθήκοντα. Ο κορμός της ΛΑΕ προέρχεται από ρεύματα που αναπτύχθηκαν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, ενός πολιτικού σχηματισμού, που εκτοξεύθηκε εκλογικά τα πέντε τελευταία χρόνια, γιατί αποτέλεσε τον καταλληλότερο χώρο υποδοχής στρωμάτων που εκπροσωπούνταν από το ΠΑΣΟΚ. Αυτό διευκολύνθηκε από τον θολό, αντιφατικό και φιλο ΕΕ προσανατολισμό του. Για τη συνοχή αυτού του πολιτικού σχήματος στο οποίο συνυπήρχαν στην πραγματικότητα δύο συγκρουόμενα πολιτικά προγράμματα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο η προσδοκία της κυβερνητικής εξουσίας, αλλά και η ανοχή των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους, στην ηγετική ομάδα και κυρίως στο πρόσωπο του Α. Τσίπρα. Για την ΛΑΕ, αυτοί οι όροι εκλείπουν ως παράγοντες συνοχής, μεσοπρόθεσμα δεν υπάρχει ο στόχος της ανόδου στην κυβερνητική εξουσία, ενώ η ΛΑΕ, ως ένας πολιτικός χώρος που αντιστρατεύεται τη συνολική αστική στρατηγική θα έχει να αντιμετωπίσει τη σκληρή επίθεση των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους. Αν συνυπολογίσει κανείς την αποδιοργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ, η οργανική σχέση του οποίου με τις λαϊκές τάξεις ήταν χαμηλή, τις τάσεις εξατομίκευσης και κατακερματισμού που ενισχύονται στις συνθήκες ήττας ενός πολιτικού σχεδίου, η ΛΑΕ, ανάλογα και με τα εκλογικά αποτελέσματα πρέπει να κινηθεί μακροπρόθεσμα και σταθερά, στην πορεία μίας διαρκούς ανανέωσης και επαφής με πολιτικά ρεύματα αλλά κυρίως τις λαϊκές μάζες.  Την επόμενη περίοδο, πέρα από την μάχη για την πολιτική έκφραση του ΟΧΙ, θα δώσουμε και τη μάχη της διαμόρφωσης ενός πλατιού, αριστερού, ριζοσπαστικού μετώπου και την ανάπτυξη του ρεύματος που θα κινείται σε ριζοσπαστική κατεύθυνση με αντικαπιταλιστικούς προσδιορισμούς. Σε αυτή τη μάχη, αντλώντας συμπεράσματα από τις αντιπαραθέσεις των προηγούμενων χρόνων, με επίγνωση και αποτίμηση των εκτιμήσεων και των στρατηγικών που επιβεβαιώθηκαν, αλλά και εκείνων που έδειξαν τα όριά τους, η ΛΑΕ πρέπει να ξανασυναντήσει όλο το φάσμα των αντιλήψεων που αναφέρονται στην ριζοσπαστική αριστερά έχοντας αντλήσει απαντήσεις από το μόνο πεδίο στο οποίο επιλύονται οι αντιθέσεις, το πεδίο των μαζών.
* Μέλος της Πολιτικής Γραμματείας της ΑΡΑΣ και του Πολιτικού Συμβουλίου της Λαϊκής Ενότητας
ΑΠΟ ΙΣΚΡΑ Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2015