Η παρούσα ιστορική στιγμή απαιτεί, νομίζω, να απαντήσουμε σε δύο κρίσιμα ερωτήματα. Το πρώτο ερώτημα είναι αν υπάρχει λόγος να συνεχίσουμε, ακόμη και εάν η ήττα που υποστήκαμε είναι συντριπτική. Το δεύτερο ερώτημα είναι με ποιον τρόπο να συνεχίσουμε.
1. Η κρίση του κα­πι­τα­λι­σμού και της αστι­κής ηγε­μο­νί­ας συ­νε­χί­ζε­ται
Σε ό,τι αφορά το πρώτο ερώ­τη­μα, θα ήθελα να θυ­μί­σω από πού ξε­κι­νή­σα­με. Η συ­γκυ­ρία που απε­τέ­λε­σε την αφε­τη­ρία της ανό­δου της Αρι­στε­ράς στην Ελ­λά­δα πε­ριε­λάμ­βα­νε πολλά στοι­χεία, αλλά το κυ­ριό­τε­ρο ήταν ότι σε ολό­κλη­ρη την Ευ­ρώ­πη, σε όλες τις χώρες του ανα­πτυγ­μέ­νου κα­πι­τα­λι­σμού, το σύ­στη­μα βρί­σκε­ται σε κρίση πο­λι­τι­κής ηγε­μο­νί­ας. Πο­λι­τι­κή ηγε­μο­νία δεν ση­μαί­νει ότι κυ­βερ­νά­ει αυτός που έχει το πάνω χέρι: πο­λι­τι­κή ηγε­μο­νία ση­μαί­νει ότι κυ­βερ­νά­ει αυτός ο οποί­ος πα­ρου­σιά­ζει ένα πο­λι­τι­κό σχέ­διο το οποίο εξυ­πη­ρε­τεί μεν το ιδιο­τε­λές συμ­φέ­ρον μιας κοι­νω­νι­κής τάξης, αλλά ταυ­τό­χρο­να έχει τη δυ­να­τό­τη­τα να πα­ρου­σιά­ζει το σχέ­διο αυτό ως σχέ­διο που εξυ­πη­ρε­τεί το γε­νι­κό συμ­φέ­ρον. Η πο­λι­τι­κή δύ­να­μη της αστι­κής τάξης βα­σί­ζε­ται γε­νι­κά σε αυτήν την ικα­νό­τη­τα, να εμ­φα­νί­ζει ως γε­νι­κό συμ­φέ­ρον το δικό της, τα­ξι­κό, ιδιο­τε­λές συμ­φέ­ρον. Εδώ και αρ­κε­τά χρό­νια όμως, μετά την έναρ­ξη της κρί­σης, αυτή είναι μια συν­θή­κη που η αστι­κή τάξη δεν μπο­ρεί πια να δια­σφα­λί­σει.
Πιο ανα­λυ­τι­κά, η κρίση πο­λι­τι­κής ηγε­μο­νί­ας εξη­γεί­ται ως εξής: η αστι­κή τάξη έχει συσ­σω­ρεύ­σει υπερ­βο­λι­κά πολύ κε­φά­λαιο σε σχέση με τον προ­ϊ­όν που πραγ­μα­το­ποιεί­ται με αυτό το κε­φά­λαιο. Έχει δη­λα­δή θε­με­λιώ­σει μια υπερ­βο­λι­κά με­γά­λη απαί­τη­ση επί του προ­ϊ­ό­ντος, τόσο με­γά­λη, ώστε είναι αμ­φί­βο­λη η δυ­να­τό­τη­τα να ικα­νο­ποι­η­θεί. Αυτή η κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης κε­φα­λαί­ου θα μπο­ρού­σε να λυθεί με δύο τρό­πους: ο πρώ­τος θα ήταν να απα­ξιω­θεί μια με­γά­λη με­ρί­δα του κε­φα­λαί­ου, και ο δεύ­τε­ρος θα ήταν να αυ­ξη­θεί θε­α­μα­τι­κά το πραγ­μα­τι­κό προ­ϊ­όν. Το πραγ­μα­τι­κό προ­ϊ­όν, όμως, αυ­ξά­νε­ται πλέον μόνον ορια­κά και οι κε­φα­λαιο­κρα­τι­κές τά­ξεις της Ευ­ρώ­πης και των άλλων ανα­πτυγ­μέ­νων χωρών αρ­νού­νται πει­σμα­τι­κά να απα­ξιώ­σουν την υπέ­ρο­γκη απαί­τη­σή τους επί του προ­ϊ­ό­ντος. Η προ­σπά­θεια της τάξης και της εξου­σί­ας των κε­φα­λαιο­κρα­τών να λύ­σουν την κρίση συ­νί­στα­ται βα­σι­κά στην ανα­δια­νο­μή του προ­ϊ­ό­ντος, δη­λα­δή ασκούν μια πο­λι­τι­κή που απο­σκο­πεί να δε­σμεύ­ει όσο πε­ρισ­σό­τε­ρο μπο­ρούν το δικό μας ει­σό­δη­μα, τη δική μας ερ­γα­σία, την πα­ρού­σα και τη μελ­λο­ντι­κή, μέσω της λι­τό­τη­τας, της απαί­τη­σης να πλη­ρω­θεί στο ακέ­ραιο το σύ­νο­λο των δα­νεί­ων που χο­ρή­γη­σαν οι τρά­πε­ζες στις ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις, της φο­ρο­λο­γί­ας κ.λπ., αλλά και την πα­ρελ­θού­σα ερ­γα­σία μας, με την ιδιο­ποί­η­ση των πε­ριου­σια­κών μας στοι­χεί­ων. Αυτή όμως η με­γά­λη ανα­δια­νο­μή σε βάρος της ερ­γα­σί­ας οδη­γεί σε μεί­ω­ση της ζή­τη­σης και συ­να­κό­λου­θα του προ­ϊ­ό­ντος, ενώ ταυ­το­χρό­νως διο­γκώ­νει ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο το υπερ­συσ­σω­ρευ­μέ­νο κε­φά­λαιο, και η κρίση συ­νε­χί­ζε­ται.
Έχου­με λοι­πόν μια δια­χεί­ρι­ση της κρί­σης που απαλ­λο­τριώ­νει το πα­ρελ­θόν, το παρόν και το μέλ­λον μας. Και είναι αδύ­να­το η εξου­σία, δη­λα­δή οι αστι­κές τά­ξεις της Ευ­ρώ­πης, να εμ­φα­νί­σουν στις ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις της Ευ­ρώ­πης αυτήν την πο­λι­τι­κή ως πο­λι­τι­κή που προ­ά­γει το γε­νι­κό συμ­φέ­ρον. Αυτή είναι η βάση πάνω στην οποία ανα­πτύσ­σε­ται η διά­βρω­ση της πο­λι­τι­κής ηγε­μο­νί­ας στην Ευ­ρώ­πη και ιδιαί­τε­ρα στην Ευ­ρω­ζώ­νη, όπου η δια­χεί­ρι­ση της ανα­δια­νο­μής του ει­σο­δή­μα­τος και της απαλ­λο­τρί­ω­σης είναι πιο σκλη­ρή.
Επο­μέ­νως, η βα­σι­κή συν­θή­κη που έφερε τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ τόσο ψηλά τον Ια­νουά­ριο του 2015, δη­λα­δή ότι σε συν­θή­κες κρί­σης η αστι­κή τάξη στην Ελ­λά­δα (και στην υπό­λοι­πη Ευ­ρώ­πη) ασκεί πο­λι­τι­κή ανα­δια­νο­μής και απαλ­λο­τρί­ω­σης την οποία δεν μπο­ρεί να εμ­φα­νί­σει ως γε­νι­κό συμ­φέ­ρον, ισχύ­ει και σή­με­ρα, και κατά τα φαι­νό­με­να θα ισχύ­ει για πολύ καιρό ακόμα. Στη δε­κα­ε­τία του 1930 και στη δε­κα­ε­τία του 1970, που υπήρ­χαν και πάλι διαρ­θρω­τι­κές κρί­σεις του κα­πι­τα­λι­σμού, πολύ γρή­γο­ρα εμ­φα­νί­στη­καν οι εναλ­λα­κτι­κές λύ­σεις. Μετά το 1975 εμ­φα­νί­στη­κε η εναλ­λα­κτι­κή του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, και με την επι­κρά­τη­ση της Θά­τσερ και του Ρέι­γκαν, υπο­χω­ρεί η επί­θε­ση των υπο­τε­λών κοι­νω­νι­κών τά­ξε­ων και εγκα­θί­στα­ται ένα νέο κα­θε­στώς συσ­σώ­ρευ­σης κε­φα­λαί­ου. Αλλά και στην πε­ρί­πτω­ση της δε­κα­ε­τί­ας του 1930, με τον Πό­λε­μο, τον κεϊν­σια­νι­σμό και τη Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία, ο κα­πι­τα­λι­σμός πέ­ρα­σε από ένα κα­θε­στώς συσ­σώ­ρευ­σης κε­φα­λαί­ου σε ένα άλλο, λύ­νο­ντας έτσι και την ηγε­μο­νι­κή του κρίση. Σή­με­ρα δεν υπάρ­χει καμία τέ­τοια εναλ­λα­κτι­κή λύση στον ορί­ζο­ντα του κα­πι­τα­λι­σμού, και επι­πλέ­ον, δεν υπάρ­χει και καμία διά­θε­ση από την πλευ­ρά των κυ­ρί­αρ­χων αστι­κών τά­ξε­ων να ασκή­σουν μια πο­λι­τι­κή απα­ξί­ω­σης του υπερ­συσ­σω­ρευ­μέ­νου κε­φα­λαί­ου: η απαί­τη­ση που έχει σή­με­ρα το κε­φά­λαιο πα­γκο­σμί­ως πάνω στην πα­ρα­γω­γή, πάνω δη­λα­δή στη δική μας ερ­γα­σία, είναι με­γα­λύ­τε­ρη από ό,τι το 2008 ή το 2010.
2. Η κα­τά­στα­ση των αντι­μνη­μο­νια­κών δυ­νά­με­ων
Σ' ένα τέ­τοιο πλαί­σιο αντι­κει­με­νι­κών συν­θη­κών, αυτό που μπο­ρού­σε να μας κι­νη­το­ποι­ή­σει το 2008 και μετά είναι ακόμα παρόν. Εν τω με­τα­ξύ επήλ­θε αυτή η τρο­μα­κτι­κή ήττα που άλ­λα­ξε τις υπο­κει­με­νι­κές συν­θή­κες, τις δια­θε­σι­μό­τη­τες, τον τρόπο με τον οποίο εμείς και ο υπό­λοι­πος κό­σμος αντι­λαμ­βα­νό­μα­στε την ικα­νό­τη­τά μας να ανα­τρέ­ψου­με τη μνη­μο­νια­κή πο­λι­τι­κή.
Δεν είναι ορθή η άποψη ότι η ελ­λη­νι­κή κοι­νω­νία ψή­φι­σε τον με­ταλ­λαγ­μέ­νο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ επει­δή υπο­τά­χθη­κε στην ιδέα ότι τα μνη­μό­νια είναι αήτ­τη­τα ή επει­δή ο Αλέ­ξης Τσί­πρας έδωσε στις υπο­τε­λείς κοι­νω­νι­κές τά­ξεις ένα βαθύ αί­σθη­μα αξιο­πρέ­πειας. Στο δη­μο­ψή­φι­σμα του Ιου­λί­ου εί­δα­με να δια­μορ­φώ­νε­ται ένα μπλοκ κοι­νω­νι­κών δυ­νά­με­ων του ΟΧΙ, απο­τε­λού­με­νο από υπο­τε­λείς κοι­νω­νι­κές τά­ξεις, και να αντι­πα­ρα­τί­θε­ται συ­γκρο­τη­μέ­νο στο κοι­νω­νι­κό μπλοκ που έχει την εξου­σία και που εμ­φα­νί­στη­κε με τη μορφή του «Μέ­νου­με Ευ­ρώ­πη». Η συ­γκρό­τη­ση του μπλοκ κοι­νω­νι­κών δυ­νά­με­ων του ΟΧΙ δεν έγινε μέσα σε δέκα μέρες ή σε δέκα μήνες, αλλά ήταν το τε­λι­κό απο­τέ­λε­σμα μιας ολό­κλη­ρης πο­ρεί­ας που ξε­κί­νη­σε το 2010 και χρειά­στη­κε πέντε χρό­νια για να απο­δώ­σει τα απο­τε­λέ­σμα­τά της. Οι ρυθ­μοί, λοι­πόν, με τους οποί­ους αλ­λά­ζουν τα πράγ­μα­τα στην κοι­νω­νία είναι βρα­δείς. Ένα μπλοκ κοι­νω­νι­κών δυ­νά­με­ων σχη­μα­τί­ζε­ται στην αρ­γό­συρ­τη διάρ­κεια και δεν δια­λύ­ε­ται μέσα σε ένα μήνα. Κατά τα άλλα, αυτές οι ερ­μη­νεί­ες που προ­α­νέ­φε­ρα (υπο­τα­γή στο μνη­μό­νιο, αλ­λα­γή της συ­νεί­δη­σης των μαζών, ψήφος αξιο­πρέ­πειας κ.λπ.) είναι χον­δροει­δείς και υπο­τι­μη­τι­κές για τη νοη­μο­σύ­νη των υπο­τε­λών κοι­νω­νι­κών τά­ξε­ων, διότι θα έπρε­πε αυτές να είχαν παι­δι­κή νοη­μο­σύ­νη για να αλ­λά­ξουν αντί­λη­ψη και διά­θε­ση μέσα σε μία μέρα σχε­τι­κά με τη φύση της και το ανα­πό­φευ­κτο της μνη­μο­νια­κής πο­λι­τι­κής ή για να ακο­λου­θή­σουν σαν πρό­βα­τα τον αρ­χη­γό - πα­τέ­ρα - προ­στά­τη.
Το μπλοκ κοι­νω­νι­κών δυ­νά­με­ων του ΟΧΙ δεν έχει λοι­πόν δια­λυ­θεί, απλώς στε­ρεί­ται σή­με­ρα πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης, με δε­δο­μέ­νη και την εκλο­γι­κή απο­τυ­χία της Λαϊ­κής Ενό­τη­τας.
Πρέ­πει να συ­νυ­πο­λο­γί­σου­με στις υπο­κει­με­νι­κές συν­θή­κες ότι ένας από τους λό­γους για τους οποί­ους η Ελ­λά­δα εμ­φα­νί­στη­κε ως ο αδύ­να­μος κρί­κος της Ευ­ρω­ζώ­νης είναι και το γε­γο­νός ότι το επί­πε­δο της Αρι­στε­ράς σε εμάς, ιδιαί­τε­ρα δε της ορ­γα­νω­μέ­νης Αρι­στε­ράς, ήταν ση­μα­ντι­κά υψη­λό­τε­ρα από ό,τι σε άλλες ευ­ρω­παϊ­κές χώρες. Όταν ξε­κί­νη­σε η κρίση, το 2008, ο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός στις άλλες χώρες της Ευ­ρω­ζώ­νης είχε ήδη σα­ρώ­σει την πο­λι­τι­κο­ποί­η­ση των προη­γού­με­νων δε­κα­ε­τιών, είχε οδη­γή­σει στη συ­γκρό­τη­ση ενός νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου πλή­θους με­μο­νω­μέ­νων ατό­μων που επι­διώ­κουν το κα­θέ­να το ιδιω­τι­κό του συμ­φέ­ρον. Αυτό έγινε επει­δή ο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός εγκα­τα­στά­θη­κε νω­ρί­τε­ρα στις άλλες χώρες της Ευ­ρώ­πης, από τα πρώτα χρό­νια της δε­κα­ε­τί­ας του 1980 ενώ σε εμάς το αί­σθη­μα της απο­ξέ­νω­σης από την πο­λι­τι­κή σε μα­ζι­κό επί­πε­δο χρο­νο­λο­γεί­ται πολύ αρ­γό­τε­ρα, από τη ση­μι­τι­κή πε­ρί­ο­δο. Δια­τη­ρή­θη­κε έτσι στην Ελ­λά­δα ένα πολύ πιο αξιό­μα­χο στε­λε­χι­κό δυ­να­μι­κό της Αρι­στε­ράς. Εκτι­μώ ότι αυτό δεν έχει συ­ντρι­βεί εξαι­τί­ας της με­τάλ­λα­ξης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, αλλά ότι επι­πλέ­ον, σή­με­ρα, μετά από πέντε χρό­νια αντι­μνη­μο­νια­κών αγώ­νων, το δυ­να­μι­κό αυτό είναι ακόμη πιο αξιό­μα­χο σε σχέση με το 2008. Η πρώτη πε­ρί­ο­δος της κρί­σης τε­λεί­ω­σε, αρ­χί­ζου­με το ίδιο παι­χνί­δι από την αρχή, αλλά δεν εί­μα­στε οι ίδιοι. Έχου­με συσ­σω­ρεύ­σει πολ­λές ικα­νό­τη­τες, γνώ­σεις και δε­ξιό­τη­τες. Δεν ανα­φέ­ρο­μαι μόνο σε όσους ασχο­λή­θη­καν με την πο­λι­τι­κή και κομ­μα­τι­κή ζωή στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, αλλά και στις ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις και τους ανέρ­γους, που χωρίς να είναι ορ­γα­νω­μέ­νοι, επί­σης συσ­σώ­ρευ­σαν γνώ­σεις και ικα­νό­τη­τες μέσα από τις δυ­σκο­λί­ες που αντι­με­τώ­πι­σαν και τους αγώ­νες που έδω­σαν ενα­ντί­ον των δύο πρώ­των μνη­μο­νί­ων στο διά­στη­μα 2010-2015.
Υπάρ­χουν επο­μέ­νως οι αντι­κει­με­νι­κές συν­θή­κες, υπάρ­χει ένα εν δυ­νά­μει μπλοκ κοι­νω­νι­κής εξου­σί­ας το οποίο εκ­φρά­στη­κε στο δη­μο­ψή­φι­σμα και υπάρ­χει και ένα έμπει­ρο και αξιό­μα­χο δυ­να­μι­κό της Αρι­στε­ράς. Υπάρ­χουν λοι­πόν οι όροι για να συ­νε­χί­σου­με, παρ’ όλη την ήττα που δε­χθή­κα­με από τη με­τάλ­λα­ξη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.
3. Οι αυ­τα­πά­τες με τις οποί­ες χρειά­ζε­ται να λο­γα­ρια­στού­με
Αν οι λόγοι για να συ­νε­χί­σου­με είναι ισχυ­ροί, τότε θα πρέ­πει να ανα­ρω­τη­θού­με με ποιον τρόπο να συ­νε­χί­σου­με. Επει­δή έπει­τα από αυτά που συ­νέ­βη­σαν εί­μα­στε στο επί­πε­δο μηδέν, ας εκ­με­ταλ­λευ­τού­με του­λά­χι­στον τα καλά της πε­ρί­στα­σης. Είναι μια ευ­και­ρία να λο­γα­ρια­στού­με με τις αυ­τα­πά­τες μας, τις οποί­ες νο­μί­ζω ότι θα μπο­ρού­σα­με να ομα­δο­ποι­ή­σου­με σε τρεις ενό­τη­τες.
Υπάρ­χουν κα­ταρ­χάς οι αυ­τα­πά­τες που μας έρ­χο­νται απευ­θεί­ας από το πο­λι­τι­κό και το ιδε­ο­λο­γι­κό φορ­τίο του πα­λιού Συ­να­σπι­σμού, και αν πη­γαί­να­με πιο πριν, από τον Λε­ω­νί­δα Κύρκο και τους συ­ντρό­φους του: Όπως στον Συ­να­σπι­σμό, έτσι και στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ιδίως σε επί­πε­δο ηγε­σί­ας, ο τα­ξι­κός αντί­πα­λος δεν προσ­διο­ρι­ζό­ταν ποτέ με το όνομά του. Δεν μι­λού­σε κα­νείς για την αστι­κή τάξη και τους συμ­μά­χους της, για το κοι­νω­νι­κό μπλοκ εξου­σί­ας, διότι περί αυτών πρό­κει­ται. Υπήρ­χαν όμως ψευ­δώ­νυ­μα: το με­γά­λο κε­φά­λαιο, η ολι­γαρ­χία, ο κό­σμος του πλού­του κ.ο.κ. Αυτό δια­τή­ρη­σε ένα πέπλο μυ­στη­ρί­ου γύρω από αυτή την ύπαρ­ξη που μας εκ­με­ταλ­λεύ­ε­ται, μας κα­τα­πιέ­ζει και μας κυ­βερ­νά­ει, γι' αυτό και με­τα­ξύ μας υπάρ­χουν ζη­τή­μα­τα ή από­ψεις που ποτέ δεν έχουν συ­ζη­τη­θεί. Πα­ρα­δείγ­μα­τος χάρη, για κά­ποιους το μπλοκ εξου­σί­ας είναι μια δράκα ολι­γαρ­χών που κρα­τά­ει τον πλού­το και όλοι οι υπό­λοι­ποι ανή­κου­με στο λαό. Για άλ­λους πάλι είναι κάτι ευ­ρύ­τε­ρο, αλλά θα πρέ­πει να εξαι­ρέ­σου­με τις μι­κρές επι­χει­ρή­σεις, το μικρό κε­φά­λαιο, το οποίο είναι (αντι­κει­με­νι­κά) σύμ­μα­χος των ερ­γα­ζο­μέ­νων. Αν ρω­τή­σε­τε πάλι άλ­λους, θα σας έλε­γαν ότι ούτε αυτοί είναι σύμ­μα­χοί μας. Αυτή η ποι­κι­λία από­ψε­ων για ένα τόσο κρί­σι­μο θέμα, να προσ­διο­ρί­σεις το τα­ξι­κό τοπίο και τον κύριο αντί­πα­λό σου, έχει να κάνει με το γε­γο­νός ότι ποτέ, ούτε ο Συ­να­σπι­σμός ούτε ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, δεν ανέ­λυαν την κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα με όρους κοι­νω­νι­κών τά­ξε­ων. Ήταν και αυτή η ασά­φεια μια προ­ϋ­πό­θε­ση για την αλ­λα­γή τα­ξι­κού στρα­το­πέ­δου που πραγ­μα­το­ποί­η­σαν ο Αλέ­ξης Τσί­πρας και η παρέα του στις 13 Ιου­λί­ου 2015. Με αυτά, εμείς πρέ­πει να λο­γα­ρια­στού­με.
Πρέ­πει επί­σης να λο­γα­ρια­στού­με με τον αρι­στε­ρό ευ­ρω­παϊ­σμό, που μας ήρθε και αυτός κα­τευ­θεί­αν από τον παλιό Συ­να­σπι­σμό. Εννοώ με αυτό την άποψη που επι­κρα­τού­σε στο Συ­να­σπι­σμό, με­τα­φέρ­θη­κε στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και δο­κι­μά­στη­κε στη δια­πραγ­μά­τευ­ση, ότι η Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση και η Ευ­ρω­ζώ­νη είναι ένα με­γά­λο βήμα της αν­θρω­πό­τη­τας προς τα μπρος, που αφή­νει πίσω μας το φα­σι­σμό, το ρα­τσι­σμό, την πα­ρα­βί­α­ση των πο­λι­τι­κών και κοι­νω­νι­κών δι­καιω­μά­των κ.λπ. Θα πρέ­πει να σκε­φτού­με τη φύση της Ευ­ρω­ζώ­νης και τη δική μας στάση απέ­να­ντί της με όρους κοι­νω­νι­κών τά­ξε­ων. Θα πρέ­πει δη­λα­δή να σκε­φτού­με ποιων τά­ξε­ων τα συμ­φέ­ρο­ντα εκ­προ­σω­πεί η Ευ­ρω­ζώ­νη, που είναι το εύ­κο­λο, και κυ­ρί­ως με ποιον τρόπο τα εκ­προ­σω­πεί: το σχέ­διο που προ­τεί­νει, τι τα­ξι­κό πε­ριε­χό­με­νο έχει, πώς ανα­πτύσ­σε­ται στις λε­πτο­μέ­ρειές του. Πρό­κει­ται γι’ αυτό που δεν έκα­ναν ποτέ ούτε ο Γιά­νης Βα­ρου­φά­κης ούτε ο Αλέ­ξης Τσί­πρας ούτε και οι υπό­λοι­ποι που συμ­με­τεί­χαν στη δια­πραγ­μά­τευ­ση.
Μια δεύ­τε­ρη ομάδα αυ­τα­πα­τών μάς έρ­χε­ται από τη διε­θνή σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία, και στη θε­ω­ρία, από τον κεϊν­σια­νι­σμό. Ένα πα­ρά­δειγ­μα: όταν μι­λά­ει για την ανερ­γία, η δική μας Αρι­στε­ρά εί­θι­σται να κα­τα­φεύ­γει στην πα­ρα­δο­σια­κή πια πρό­τα­ση να αυ­ξη­θούν οι επεν­δύ­σεις, που πα­ρου­σιά­ζο­νται πε­ρί­που σαν το μα­γι­κό ραβδί. Αυτή η πρό­τα­ση λέει στη ουσία ότι πρέ­πει να επι­τα­χύ­νου­με τη συσ­σώ­ρευ­ση κε­φα­λαί­ου, ώστε με πε­ρισ­σό­τε­ρο κε­φά­λαιο να ερ­γά­ζο­νται πε­ρισ­σό­τε­ρα άτομα. Είναι όμως μια λαν­θα­σμέ­νη ιδέα, που μας έρ­χε­ται από τον Κέινς. Μπο­ρεί να απο­δί­δει με­σο­πρό­θε­σμα, σε βάθος δη­λα­δή πε­ντα­ε­τί­ας, μα­κρο­πρό­θε­σμα όμως δεν λύνει το πρό­βλη­μα διότι ο κα­πι­τα­λι­σμός πάντα συσ­σω­ρεύ­ει κε­φά­λαιο, άλ­λο­τε πιο γρή­γο­ρα και άλ­λο­τε πιο αργά, και με τόσο πολύ κε­φά­λαιο που έχει συσ­σω­ρεύ­σει στη διάρ­κεια των δια­κο­σί­ων τε­λευ­ταί­ων ετών, θα έπρε­πε να ερ­γά­ζο­νται όσοι ανα­ζη­τούν ερ­γα­σία. Σή­με­ρα που η συσ­σώ­ρευ­ση κε­φα­λαί­ου έχει φτά­σει σε υψη­λό­τε­ρο επί­πε­δο από ποτέ, έχου­με και τα υψη­λό­τε­ρα πο­σο­στά ανερ­γί­ας από τον Β' Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο. Αυτό που συμ­βαί­νει στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, όπως μας λέει η μαρ­ξι­στι­κή θε­ω­ρη­τι­κή πα­ρά­δο­ση (που είχε υπο­κα­τα­στα­θεί μέσα στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ από την θε­ω­ρία του ιστο­ρι­κού συμ­βι­βα­σμού), είναι ότι η ανερ­γία υπάρ­χει επει­δή οι ιδιο­κτή­τες των μέσων πα­ρα­γω­γής έχουν πολύ υψηλή απαί­τη­ση κερ­δο­φο­ρί­ας, πολύ με­γά­λες απαι­τή­σεις επί του προ­ϊ­ό­ντος. Σή­με­ρα η επι­διω­κό­με­νη κερ­δο­φο­ρία είναι σε ιστο­ρι­κά υψηλά επί­πε­δα, πράγ­μα που ο επι­χει­ρη­μα­τί­ας, τα στε­λέ­χη που τον υπη­ρε­τούν και οι αστι­κές πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις το θε­ω­ρούν φυ­σι­κό και δί­καιο: γι' αυ­τούς είναι μια κα­νο­νι­κό­τη­τα ακρι­βώς όπως η δική μας κα­νο­νι­κό­τη­τα είναι ότι δεν μπο­ρείς να έχεις μισθό κάτω από 800 ευρώ. Κατά τη δική τους αντί­λη­ψη είναι αντι­κα­νο­νι­κό μια επι­χεί­ρη­ση να κερ­δί­ζει λι­γό­τε­ρο απ' όσο κέρ­δι­ζε πριν από την κρίση (όταν είχε ιδιαί­τε­ρα υψη­λές απο­δό­σεις ο χρη­μα­το­πι­στω­τι­κός το­μέ­ας) και για αυτόν τον λόγο δεν δέ­χο­νται να απα­σχο­λή­σουν τους άνερ­γους παρά μόνο αν αυτοί πε­ριο­ρί­σουν την απαί­τη­σή τους πάνω στο προ­ϊ­όν τόσο πολύ ώστε αυτό που θα πε­ρισ­σεύ­ει να ικα­νο­ποιεί τις απαι­τή­σεις του κε­φα­λαί­ου. Το κε­φά­λαιο δεν δέ­χε­ται να απα­σχο­λή­σει επι­πλέ­ον ερ­γα­ζό­με­νους με τους όρους και τους μι­σθούς που ισχύ­ουν σή­με­ρα: θέλει αυτοί να επι­δει­νω­θούν ακόμα πε­ρισ­σό­τε­ρο. Πρέ­πει να λο­γα­ρια­στού­με, λοι­πόν, και με αυτές τις αυ­τα­πά­τες που μας έρ­χο­νται από τη σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία και τον κεϊν­σια­νι­σμό.
Ένα ακόμη πα­ρά­δειγ­μα: Μια ακόμα ιδέα που έρ­χε­ται από τον κεϊν­σια­νι­σμό, αφορά την κρίση, η οποία εμ­φα­νί­ζε­ται σαν φαι­νό­με­νο που μπο­ρεί να διαρ­κεί για όσο καιρό υπάρ­χει ένα έλ­λειμ­μα ζή­τη­σης. Ωστό­σο, το έλ­λειμ­μα ζή­τη­σης είναι ένας πα­ρά­γο­ντας συ­ντή­ρη­σης της κρί­σης ο οποί­ος έχει με­γά­λη ισχύ μέ­χρις ενός χρο­νι­κού ση­μεί­ου, δρα δη­λα­δή στη με­σο­πρό­θε­σμη διάρ­κεια. Στη μα­κρο­χρό­νια διάρ­κεια, αυτό που γί­νε­ται κα­θο­ρι­στι­κό είναι η εκ­κα­θά­ρι­ση των ασθε­νέ­στε­ρων κε­φα­λαί­ων μέσω μιας δια­δι­κα­σί­ας κοι­νω­νι­κού δαρ­βι­νι­σμού κατά την οποία οι ισχυ­ρό­τε­ροι κε­φα­λαιο­κρά­τες κα­νι­βα­λί­ζουν τους ασθε­νέ­στε­ρους. Αυτό ισχύ­ει και για την Ελ­λά­δα: όσες επι­χει­ρή­σεις επέ­ζη­σαν, έχουν κα­νι­βα­λί­σει τους αντα­γω­νι­στές τους, και η πε­λα­τεία των επι­χει­ρή­σε­ων που εξα­φα­νί­στη­καν, με­τα­φέρ­θη­κε στις επι­χει­ρή­σεις που επέ­ζη­σαν. Έτσι, αντι­με­τω­πί­ζε­ται στα­δια­κά το έλ­λειμ­μα ζή­τη­σης, η κερ­δο­φο­ρία μπο­ρεί να ανε­βαί­νει, και έτσι μπο­ρεί να ξε­κι­νή­σει ένας νέος κύ­κλος ανά­πτυ­ξης μετά από μια κρίση. Στη ση­με­ρι­νή κρίση, όλες οι εκτι­μή­σεις είναι ότι στην Ελ­λά­δα θα υπάρ­ξει κατά τα επό­με­να έτη μια αναι­μι­κή ανά­καμ­ψη της τάξης του 2%, όταν πε­ρά­σουν και οι δυ­σμε­νείς επι­πτώ­σεις του μνη­μο­νί­ου Τσί­πρα-Τσα­κα­λώ­του. Θα υπάρ­χει δη­λα­δή ένας ρυθ­μός ανά­πτυ­ξης που οι οι­κο­νο­μο­λό­γοι θε­ω­ρούν στα­σι­μό­τη­τα (με εξαί­ρε­ση τα δύο-τρία πρώτα χρό­νια για τα οποία προ­βλέ­πε­ται υψη­λό­τε­ρος ρυθ­μός ανά­πτυ­ξης επει­δή η οι­κο­νο­μία θα ξε­κι­νή­σει από πολύ χα­μη­λό επί­πε­δο). Με το ρυθμό αυτό, η ανερ­γία δεν θα μπο­ρεί να μειω­θεί: ίσως αυτό συμ­βεί τα πρώτα χρό­νια, για να ισορ­ρο­πή­σει ωστό­σο στη συ­νέ­χεια σε ένα πολύ υψηλό ση­μείο. Αυτό ση­μαί­νει ότι οι μι­σθοί θα πα­ρα­μεί­νουν χα­μη­λοί, γιατί θα πιέ­ζο­νται από την ανερ­γία, σε αντί­θε­ση με τα κέρδη, που θα πα­ρα­μεί­νουν ψηλά. Αυτά συ­γκρο­τούν ένα νέο «μο­ντέ­λο ανά­πτυ­ξης», ένα και­νού­ριο κα­θε­στώς συσ­σώ­ρευ­σης: ανά­πτυ­ξη με ανερ­γία και πολύ κακές συν­θή­κες για τις υπο­τε­λείς κοι­νω­νι­κές τά­ξεις. Ότι ο ελ­λη­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός θα φύγει κά­ποια στιγ­μή από την ύφεση πρέ­πει να μας είναι γνω­στό, και θα χρεια­στεί να απαλ­λα­γού­με από τη νο­ο­τρο­πία που επι­κρά­τη­σε στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ότι αφού ο κα­πι­τα­λι­σμός είναι σε κρίση, τώρα μπο­ρού­με να κά­νου­με πο­λι­τι­κή και να ενι­σχύ­σου­με τις δυ­νά­μεις μας, ενώ εάν αρ­χί­σει η ανά­καμ­ψη της πα­ρα­γω­γής θα απο­δυ­να­μω­θούν οι πο­λι­τι­κές, ιδε­ο­λο­γι­κές και θε­ω­ρη­τι­κές μας βά­σεις. Το κρι­τή­ριο για εμάς δεν μπο­ρεί να είναι το δί­πο­λο κρίση/ανά­πτυ­ξη, αλλά η θέση των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων στη δια­νο­μή του προ­ϊ­ό­ντος, στην πα­ρα­γω­γή και στις σχέ­σεις πο­λι­τι­κής ισχύ­ος. Θα είναι μια δυ­σά­ρε­στη έκ­πλη­ξη για όσους δια­τη­ρούν το κρι­τή­ριο κρίση/ανά­πτυ­ξη να δουν τον Τσί­πρα να θριαμ­βο­λο­γεί ότι έβγα­λε την οι­κο­νο­μία από την ύφεση - τη στιγ­μή που για τους μι­σθούς, την ανερ­γία, τις συ­ντά­ξεις και το κοι­νω­νι­κό κρά­τος, η έξο­δος αυτή δεν θα ση­μαί­νει τί­πο­τα ή σχε­δόν τί­πο­τα.
Η τρίτη ομάδα αυ­τα­πα­τών με τις οποί­ες πρέ­πει να λο­γα­ρια­στού­με είναι αυτές που μας έρ­χο­νται από την Τρίτη Διε­θνή, από την κομ­μου­νι­στι­κή μας πα­ρά­δο­ση. Πα­ρα­δείγ­μα­τος χάρη, η ιδέα ότι η αστι­κή τάξη έχει πε­ριο­ρι­στεί σε μια χού­φτα πά­μπλου­των κα­πι­τα­λι­στών - ολι­γαρ­χών μας έρ­χε­ται από την Τρίτη Διε­θνή μετά το θά­να­το του Λένιν. Ει­δι­κό­τε­ρα σε εμάς, στην Ελ­λά­δα, η ιδέα αυτή έρ­χε­ται από την εα­μι­κή πα­ρά­δο­ση, σύμ­φω­να με την οποία ο λαός, η με­γά­λη κοι­νω­νι­κή πλειο­ψη­φία, απο­τε­λεί το κοι­νω­νι­κό υπο­κεί­με­νο της προ­ό­δου, της δη­μο­κρα­τί­ας, του πα­τριω­τι­σμού, ενώ στο αντί­πα­λο στρα­τό­πε­δο βρί­σκε­ται μια μειο­νό­τη­τα πλου­το­κρα­τί­ας, ολι­γαρ­χί­ας (αρ­γό­τε­ρα μο­νο­πω­λί­ων ή εται­ρι­κών ομί­λων) που συμ­μα­χεί με τον ιμπε­ρια­λι­σμό και ευ­θύ­νε­ται για την εθνι­κή υπο­τέ­λεια και την εξάρ­τη­ση. Χρειά­ζε­ται να ξα­να­δού­με, τώρα, ποιος είναι ο κύ­ριος αντί­πα­λός μας, με ποιους κά­νου­με συμ­μα­χί­ες κ.ο.κ. Η αστι­κή τάξη και οι σύμ­μα­χοί της δεν είναι μια χού­φτα αν­θρώ­πων. Είναι ένα ολό­κλη­ρο «Μέ­νου­με Ευ­ρώ­πη» απέ­να­ντι στο κοι­νω­νι­κό μπλοκ του ΟΧΙ, στις υπο­τε­λείς κοι­νω­νι­κές τά­ξεις, στους μι­σθω­τούς του δη­μό­σιου και ιδιω­τι­κού τομέα, τους άνερ­γους, τους πρε­κά­ριους, τους φτω­χούς.
Την ίδια προ­έ­λευ­ση έχουν και οι αντι­λή­ψεις περί πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης, η άποψη ότι πρέ­πει να ανα­πτύ­ξου­με την πα­ρα­γω­γή, τις πα­ρα­γω­γι­κές δυ­νά­μεις, να χρη­σι­μο­ποι­ή­σου­με την επι­στη­μο­νι­κο-τε­χνι­κή πρό­ο­δο. Η άποψη αυτή επι­κρά­τη­σε στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και μά­λι­στα δια­πέ­ρα­σε ορι­ζό­ντια όλες τις συ­νι­στώ­σες. Το ση­μα­ντι­κό, όμως, στην πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση είναι οι πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις: οι σχέ­σεις που έχουν με­τα­ξύ τους και με τα ερ­γα­λεία της δου­λειάς τους οι πα­ρα­γω­γοί όταν ερ­γά­ζο­νται, οι σχέ­σεις που έχουν με το προ­ϊ­όν τους και με τη διά­θε­σή του, τη δια­νο­μή του με­τα­ξύ επι­χεί­ρη­σης και ερ­γα­ζο­μέ­νων κ.λπ. Αν πά­ρου­με στα σο­βα­ρά τη μαρ­ξι­στι­κή μας πα­ρά­δο­ση, στο ζή­τη­μα της πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης θα έπρε­πε να λά­βου­με υπόψη μας και όλες τις κοι­νω­νι­κές ρυθ­μί­σεις που χρεια­ζό­μα­στε: το νό­μι­σμα, τον τρα­πε­ζι­κό τομέα, τις ερ­γα­σια­κές σχέ­σεις, τις μορ­φές της ιδιο­κτη­σί­ας κ.λπ. Ποιος θα διοι­κεί; Θα ανα­θέ­σου­με στους κα­πι­τα­λι­στές που ξέ­ρουν, υπο­τί­θε­ται, τη δου­λειά κα­λύ­τε­ρα; Θα ανα­θέ­σου­με στο κρά­τος και σε κά­ποιους γρα­φειο­κρά­τες που γνω­ρί­ζουν πώς να διοι­κούν; Θα υπάρ­χουν μορ­φές αυ­το­δια­χεί­ρι­σης; Ποιος θα δια­χει­ρί­ζε­ται το χρήμα; Θα είναι οι τρά­πε­ζες κρα­τι­κές; Αυτοί είναι με­ρι­κοί από τους πολ­λούς λό­γους που το πα­ρα­γω­γι­κό σύ­στη­μα δεν μπο­ρεί να απο­μο­νω­θεί από ένα σύ­νο­λο κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων οι οποί­ες θα πρέ­πει να θε­ω­ρού­με στο εξής ότι απο­τε­λούν συ­στα­τι­κά, δο­μι­κά στοι­χεία της πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης.
Πρέ­πει να λο­γα­ρια­στού­με με όλα αυτά, με­τα­ξύ μας, με τον εαυτό μας και το πα­ρελ­θόν μας. Όχι για να δια­χω­ρι­στού­με, αλλά για να χτυ­πά­με μαζί, βα­δί­ζο­ντας όμως χω­ρι­στά.
4. Ένα αντι­μνη­μο­νια­κό μέ­τω­πο της Αρι­στε­ράς: να χτυ­πά­με μαζί και ας βα­δί­ζου­με χω­ρι­στά
Φαί­νε­ται αδύ­να­το να μπο­ρεί να συ­γκρο­τη­θεί σή­με­ρα πο­λι­τι­κή ορ­γά­νω­ση ή κόμμα του οποί­ου τα μέλη του θα είχαν ενιαία αντί­λη­ψη για όλα αυτά. Η μη­χα­νι­κή συ­γκόλ­λη­ση πο­λι­τι­κών ρευ­μά­των που δεν έχουν συ­ζη­τή­σει με­τα­ξύ τους τις δια­φο­ρές τους ούτε καν στα βα­σι­κά στρα­τη­γι­κά ζη­τή­μα­τα, θα μας οδη­γού­σε στο απο­τυ­χη­μέ­νο σχήμα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, που ενώ ήταν μέ­τω­πο πα­ρί­στα­νε το κόμμα, και με την ασά­φεια αυτή διευ­κό­λυ­νε την αυ­το­νό­μη­ση της ηγε­τι­κής του ομά­δας. Στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ υπήρ­χαν τρία, αν όχι τέσ­σε­ρα κόμ­μα­τα, με δια­φο­ρε­τι­κή στρα­τη­γι­κή αντί­λη­ψη το κα­θέ­να, και στο τέλος έκανε ό,τι ήθελε η ηγε­τι­κή ομάδα.
Υπάρ­χουν πράγ­μα­τα που συ­ντί­θε­νται και πράγ­μα­τα που δεν συ­ντί­θε­νται. Γι' αυτό νο­μί­ζω ότι αυτό που χρεια­ζό­μα­στε στην πα­ρού­σα συ­γκυ­ρία είναι η μορφή του με­τώ­που, με τη συμ­με­το­χή όλων των πο­λι­τι­κών κομ­μά­των, ορ­γα­νώ­σε­ων και μορ­φω­μά­των, του κα­θε­νός με τη δική του αντί­λη­ψη. Σε ένα μέ­τω­πο, σε ένα αρι­στε­ρό αντι­μνη­μο­νια­κό μέ­τω­πο, δεν θα χρεια­στεί να λύ­σου­με τα με­γά­λα ζη­τή­μα­τα της στρα­τη­γι­κής. Ούτε πε­ρι­μέ­νει από εμάς ο κό­σμος να εξη­γή­σου­με κυ­ρί­ως τι εί­δους απο­τε­λέ­σμα­τα θα έφερ­νε μια εν­δε­χό­με­νη με­τά­βα­ση σε εθνι­κό νό­μι­σμα (πα­ρό­λο που εμείς πρέ­πει να το εξη­γή­σου­με). Αυτό που χρειά­ζε­ται να κά­νου­με, αντί­θε­τα, ως Αρι­στε­ρά που αντι­πο­λι­τεύ­ε­ται την κυ­βέρ­νη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, είναι να απα­ντή­σου­με σε ερω­τή­μα­τα με τα οποία ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν κα­τα­πιά­στη­κε καν στο πα­ρελ­θόν, διότι ακο­λου­θού­σε την τα­κτι­κή της ανά­θε­σης. Να εξη­γή­σου­με, για πα­ρά­δειγ­μα, σή­με­ρα στις υπο­τε­λείς κοι­νω­νι­κές τά­ξεις με ποιο τρόπο θα υπε­ρα­σπι­στού­με το σπίτι του που κιν­δυ­νεύ­ει με κα­τά­σχε­ση ή πώς θα μπο­ρέ­σου­με να πα­ρέμ­βου­με στις δομές αλ­λη­λεγ­γύ­ης και στα κι­νή­μα­τα. Όχι ανα­θέ­το­ντας στο μέλ­λον τη λύση των προ­βλη­μά­των, με την κα­τά­κτη­ση της εξου­σί­ας από το κόμμα. Αλλά εδώ και τώρα, πα­ράλ­λη­λα με ένα με­τα­βα­τι­κό κυ­βερ­νη­τι­κό πρό­γραμ­μα υπέρ­βα­σης του κα­πι­τα­λι­σμού.
* Κεί­με­νο με βάση την ομι­λία στην εκ­δή­λω­ση της Δι­κτύ­ω­σης Ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς με τίτλο «Η ζωή μετά: το τρίτο Μνη­μό­νιο, τις εκλο­γές, τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ», που έγινε τη Δευ­τέ­ρα 5 Οκτω­βρί­ου 2015 στην αί­θου­σα της ΕΔΟΘ, στη Θεσ­σα­λο­νί­κη.